Αποφασισμένος να διεκδικήσει την ψήφο των Κυπρίων πολιτών στις επικείμενες εκλογές του 2023, με την υποβολή μιας ανεξάρτητης υποψηφιότητας,  δηλώνει ο Μάριος Ηλιάδης. Είναι ο πρώτος που δημόσια εξήγγειλε την πρόθεσή του να είναι υποψήφιος, ανεξάρτητος. Θέλει να αλλάξει νοοτροπίες και συμπεριφορές. Να αλλάξει ένα σύστημα με πολλά βαρίδια, που κρατούν τον τόπο αγκυλωμένο.Το μεγάλο του στοίχημα να βάλει το λιθαράκι του για να πάει ο τόπος ένα βήμα μπροστά… αφήνοντας πίσω του ένα DNA που έχει κόστος.

Στη συνέντευξή του στον «Φ», τονίζει ότι το πολιτικό σύστημα φαίνεται ότι αδυνατεί να δώσει λύσεις στα σημερινά αδιέξοδα, στα οποία είμαστε βαλτωμένοι. Τονίζει ότι θα επιχειρήσει να παρουσιάσει μια καινούργια προγραμματική σύνθεση, η οποία θα αξιοποιεί τα πολύ θετικά στοιχεία που διαθέτει ο ευρύτερος κόσμος της Aριστεράς, αλλά και τα χρήσιμα στοιχεία, τα οποία εκφράζει η συντηρητική παράταξη, ενώ επισημαίνει ότι η δική του πρόταση, ενώπιον της κοινωνίας των πολιτών, θα στηρίζεται σε δύο σκέλη: Στο αξιόπιστο πρόγραμμα, με προοδευτικό πρόσημο, με όρους του 21ου αιώνα και στη μικρή ή μεγαλύτερη αξιοπιστία, που διαθέτει στα 40 χρόνια που βρίσκεται στον χώρο της πολιτικής.

Προσθέτει ότι βρίσκεται σε επαφές με τα πολιτικά κόμματα, προκειμένου να τα ενημερώσει για την πρόθεσή του, χωρίς να επιζητεί υποστήριξη, αλλά εύρεση κοινού εδάφους. «Αυτό που χρειάζεται, κατά την άποψή μου είναι μια διαφορετική προσέγγιση στα πράγματα. Κι αν μπορέσουν τα κόμματα να βρουν κοινό έδαφος, για να πορευτούμε σε αυτή την εποχή, νομίζω πως θα είναι προς το συμφέρον της Κύπρου», επισημαίνει χαρακτηριστικά.

Όσον αφορά στο Κυπριακό, υποστηρίζει ότι πρέπει να παραμείνουμε προσηλωμένοι στην ιδέα της ΔΔΟ, την οποία, υπό τα σημερινά δεδομένα, θεωρεί ως τη μόνη ρεαλιστική προσέγγιση, ενώ υπογραμμίζει παράλληλα την ανάγκη οικοδόμησης αποτρεπτικής ισχύος, αλλά και την αξιοποίηση του τουρκοκυπριακού παράγοντα που αντιδρά στα σχέδια του Ερντογάν. Την ίδια ώρα αναφέρεται στα προβλήματα της διαφθοράς, του μεταναστευτικού και της παιδείας, αλλά και σε ζητήματα διεθνούς χαρακτήρα, όπως η κλιματική αλλαγή, τα οποία, όπως σημειώνει, πρέπει να βρεθούν στο κάδρο των προτεραιοτήτων.

-Πώς προέκυψε η επιθυμία να κατέλθετε ως υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές;

-Ασχολούμαι με την πολιτική από τα πολύ νεανικά μου χρόνια. Είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος αρχικά είχα κομματική παρουσία και σε μεταγενέστερο στάδιο αποδεσμεύτηκα από την κομματική ζωή, παρόλα αυτά όμως διατήρησα την επαφή μου με τα δημόσια τεκταινόμενα. Είμαι ένας υπεύθυνος άνθρωπος, ο οποίος δικαιωματικά μπορεί να εκφράζει άποψη για τα κοινά, ακόμη και να διεκδικεί αξιώματα. Μαζί με πολλούς συμφοιτητές μου ήμουν ενταγμένος στο αντιδικτατορικό κίνημα και προβλέπαμε ότι η δικτατορία θα στοίχιζε πολύ αρνητικά και στην Κύπρο και στον μείζονα Ελληνισμό. Επί του παρόντος θεωρώ ότι η κυπριακή κοινωνία βρίσκεται σε εξαιρετικά μεγάλα αδιέξοδα και γενικότερα το πολιτικό σύστημα φαίνεται να αδυνατεί να δώσει μια καινούργια πρόταση προς την κοινωνία, η οποία θα μας βγάλει από τα αδιέξοδα, στα οποία είμαστε βαλτωμένοι.

-Επομένως, σύμφωνα με τα όσα αναφέρατε, θέλετε να παρουσιάσετε μια νέα πρόταση προς την κοινωνία. Ποια είναι τα καινούργια στοιχεία που θα περιλαμβάνει;

-Η πρόταση μου θα είναι καινούργια και διακριτή προς την κοινωνία. Θέλω να τονίσω πρώτα και πάνω όλα την ανεξαρτησία της υποψηφιότητάς μου, η οποία θα είναι μέχρι τέλους και δεν εξαρτάται από την ενδεχόμενη υποστήριξη κάποιου πολιτικού κόμματος. Η πρόταση μου θα απευθύνεται προς την κοινωνία, η οποία ελπίζω ότι θα την ακούσει και θα την αξιολογήσει προσεχτικά για να κρίνει κατά πόσον αυτό είναι που χρειάζεται η κυπριακή ζωή. Απευθύνεται λοιπόν προς την κυπριακή κοινωνία, στην οποία περιλαμβάνονται όλοι οι θεσμοί, τα πολιτικά κόμματα, οι φοιτητικές οργανώσεις, οι πάντες που ανήκουν σε αυτή την κοινωνία.

– Σε ποιον πολιτικό ιδεολογικό χώρο θεωρείτε ότι ανήκετε και σε ποιο ακροατήριο απευθύνεστε;

– Το ακροατήριο, ελπίζω και εύχομαι, ότι θα είναι ολόκληρη η κυπριακή κοινωνία. Αν ρωτάτε για τους ιδεολογικούς μου προσανατολισμούς, θα τοποθετούσα τον εαυτό μου σε αυτό που αποκαλείται «προοδευτική μερίδα του λαού». Θα ήθελα, όμως, σε αυτή τη φάση της ζωής μου η παρουσία μου να έχει υπερκομματικό χαρακτήρα, που θα εκφράζει την κοινωνία, γιατί πιστεύω ότι οι άνθρωποι σε όλους τους ιδεολογικούς και κομματικούς χώρους βλέπουν τις πραγματικότητες και δυσφορούν. Από τα νεανικά μου χρόνια ανήκω στον χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας, αλλά αυτό για μένα είναι απλά ένας προσανατολισμός. Δεν λέω ότι όλα τα στοιχεία της Σοσιαλδημοκρατίας είναι κατ’ ανάγκη ορθά. Γι’ αυτό και θα επιχειρήσω το πρόγραμμα να είναι μια καινούργια σύνθεση, η οποία θα αξιοποιεί τα πολύ θετικά στοιχεία που διαθέτει ο ευρύτερος κόσμος της Αριστεράς, αλλά και ομολογουμένως τα χρήσιμα στοιχεία, τα οποία εκφράζει η πιο συντηρητική παράταξη. 

-Πιο συγκεκριμένα…

– Από τη συντηρητική παράταξη θα αντλήσω χρήσιμα στοιχεία, που σχετίζονται με την αποτελεσματικότητα της οικονομίας της αγοράς, ενώ από την ευρύτερη αριστερά θα αντλήσω το γόνιμο και χρήσιμο στοιχείο της κοινωνικής ευαισθησίας. Γιατί ας μη γελιόμαστε, μπορεί να κατέρρευσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός κι έχουμε σήμερα τον υπαρκτό καπιταλισμό, ο οποίος παρουσιάζει όμως σοβαρότατα προβλήματα. Το σύστημα της κοινωνικοοικονομικής μας οργάνωσης παράγει κοινωνίες δύο τρίτων, το ένα τρίτο το σπρώχνουμε στον κοινωνικοοικονομικό αποκλεισμό και περιθώριο. Αυτά τα προβλήματα πρέπει να τα διαχειριστούμε, δημιουργώντας μια κοινωνία πιο συνεκτική και ισορροπημένη. Το να υπάρχουν τα δύο τρίτα των προνομιούχων και του ενός τρίτου, που ζει κοντά στο όριο της φτώχειας, είναι πράγμα απαράδεχτο κατά τη γνώμη μου.  

-Ποια είναι τα κυριότερα προβλήματα της κυπριακής κοινωνίας που εντοπίζετε και θεωρείτε ότι πρέπει να επιλυθούν άμεσα;

 – Kατ’ αρχάς η κυπριακή κοινωνία αντιμετωπίζει προβλήματα οικουμενικής φύσεως. Ας αρχίσουμε από την κλιματική αλλαγή, η οποία πέραν από απειλή μπορεί να δημιουργήσει καταστάσεις που θα είναι δύσκολο να αντιμετωπίσουμε. Όσο πιο γρήγορα αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα και συνταχθούμε με την παγκόσμια κοινωνία, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα τόσο το καλύτερο. Επιπρόσθετα, μπορεί τις τελευταίες δεκαετίες να μιλούσαμε για την ανεξαρτησία των λαών, σήμερα όμως πρέπει να τοποθετήσουμε πλάι στην ανεξαρτησία και την αλληλεξάρτηση των λαών, μέσα σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία.

Άλλο σοβαρό πρόβλημα είναι η διαφθορά, η οποία έχει διεισδύσει πολύ βαθιά στο DNA της κοινωνίας μας και χρειάζονται κατεπείγοντα μέτρα, προκειμένου να πετύχουμε κάτι χρήσιμο. Όσον αφορά στην οικονομία, για μένα είναι μέσο ανθρώπινης ευδαιμονίας και όχι αυτοσκοπός. Χρειάζονται κι άλλα κριτήρια πέραν από το ΑΕΠ, που πρέπει να εφαρμόσουμε και γιατί όχι, να τολμήσουμε να είμαστε πρωτοπόροι, παίρνοντας παράδειγμα από χώρες πλοηγούς της ανθρώπινης εξέλιξης και κοινωνίας, όπως η Σιγκαπούρη, η Νότια Κορέα και η Φινλανδία.

Όνειρό μου είναι ακόμη η επανίδρυση της κυπριακής εκπαίδευσης, ξεκινώντας από τα νηπιαγωγεία.

Μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι και το μεταναστευτικό. Η αφετηριακή μου σκέψη είναι πως κάθε άνθρωπος που βρίσκεται στη δεινή θέση να φεύγει από τον τόπο του και να καταφεύγει οπουδήποτε αλλού είναι άξιος προστασίας. Πρέπει παράλληλα να δούμε και τις αντοχές που έχει η κυπριακή κοινωνία γιατί αυτή η βοήθεια, όσο κι αν το επιθυμούμε δεν μπορεί να δίνεται απλόχερα και χωρίς μέτρο. 

-Μιας και αναφερθήκατε στο μεταναστευτικό, πώς βλέπετε τη διαχείριση του ζητήματος από την παρούσα κυβέρνηση;

-Νομίζω υπάρχει περιθώριο από πλευράς δικής μας κυβερνήσεως να κοιτάξει το ζήτημα πιο μεγαλόψυχα, επιμένοντας πάντοτε ότι παράλληλα πρέπει να ελέγχουμε τις δυνατότητες της κοινωνίας. Η ανεξέλεγκτη μετανάστευση δεν μπορεί να συνεχίσει και δεν μπορεί να έχει καλό αποτέλεσμα ούτε για τους μετανάστες ούτε για την κυπριακή κοινωνία. Αναλογιστείτε τι θα γίνει αν ανατραπεί η πληθυσμιακή ισορροπία ανάμεσα στους ντόπιους και τα θύματα των μεγάλων συμφορών της εποχής μας;

-Ως προς την επίλυση του Κυπριακού ποια είναι η θέση σας; Τι είδους λύση υποστηρίζετε και πώς βλέπετε την πρόσφατη πρόταση για επιστροφή στο σύνταγμα του ’60;

-Για μένα πρέπει να παραμείνουμε προσηλωμένοι στην ιδέα της ΔΔΟ, η οποία στα σημερινά δεδομένα θεωρώ ότι είναι η μόνη ρεαλιστική προσέγγιση. Δεν συμμερίζομαι την άποψη συμπολιτών μου, οι οποίοι υποστηρίζουν την αλλαγή στρατηγικής στο Κυπριακό, εγκαταλείποντας τη συμφωνημένη βάση για επίλυση του προβλήματος, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από όλες τις ηγεσίες από τον Μακάριο μέχρι τον Νίκο Αναστασιάδη σήμερα, όπως επίσης και από τη διεθνή κοινωνία. 

Αν ληφθεί υπόψη ότι βάση του αγώνα μας είναι η υποστήριξη της διεθνούς κοινωνίας, θα πρέπει να ακούμε προσεχτικά τι λένε ο ΟΗΕ, οι ΗΠΑ, η ΕΕ, το Ισραήλ, Κίνα, Ρωσία, όπου όλοι δέχονται ότι η μοναδική προοπτική επίλυσης είναι η ΔΔΟ. 

Θεωρώ ότι θα ήταν ατόπημα να εγκαταλείψουμε αυτή τη θέση στο πρόβλημα μας και θα οδηγηθούμε σε νέες, πολύ πιθανόν χειρότερες, περιπέτειες.

Θέλω να προσθέσω κι έναν παράγοντα, ο οποίος έχει υποτιμηθεί, τη μεγάλη προοδευτική παράταξη των Τουρκοκυπρίων, η οποία τώρα παλεύει εναντίον «των δύο κρατών», που εισηγείται ο κ. Τατάρ. Και δεν είναι λίγο πράγμα να έχει έρθει εδώ ο κ. Ερντογάν και τρία κόμματα να αρνηθούν να παρευρεθούν στην πανηγυρική συνεδρία της «βουλής», η οποία έγινε για να προβάλει το όραμά του ο Τούρκος Πρόεδρος και ο Τατάρ. Αυτοί οι άνθρωποι στάθηκαν απέναντι στον Ερντογάν και λυπούμαι, γιατί η κυπριακή πολιτεία δεν τους έχει αξιοποιήσει στον βαθμό που θα έπρεπε. Αξίζει να κοιτάξουμε πολύ προσεχτικά αυτό το θέμα, πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε το αίσθημα της αδελφοσύνης με τους προοδευτικούς Τουρκοκυπρίους, στην προσπάθεια να επανενώσουμε το νησί μας.

-Θεωρείτε ότι η Τουρκία θα μπορούσε να απεμπλακεί από την προσπάθεια κηδεμονίας της Κύπρου;

– Η Τουρκία αυτή τη στιγμή επιδεικνύει μια πρωτοφανή ασέβεια προς τη διεθνή έννομη τάξη, η οποία στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο και το κράτος δικαίου. Η δική μου πεποίθηση είναι ότι δεν μπορεί να το πάει μέχρι τέλους. Σε καμιά ιστορική φάση του ανθρώπινου πολιτισμού κανένα κράτος δεν μπόρεσε από μόνο του να παραμείνει αντίθετο προς τη διεθνή έννομη τάξη.

– Βλέπουμε διαχρονικά ότι κράτη χρησιμοποιούν την ισχύ τους ως μέσο  προκειμένου να προωθήσουν τα συμφέροντά τους, ενώ ταυτόχρονα διεθνείς οργανισμοί, όπως ο ΟΗΕ, δεν μπορούν να επιβάλουν το διεθνές δίκαιο.

– Πριν μίλησα για την ανάγκη φιλειρηνικής προσέγγισης, θέλω να τονίσω όμως και κάτι άλλο. Καθώς έχουμε μια γειτονική, εξόφθαλμα απειλητική χώρα, έχουμε ανάγκη ενίσχυσης αποτρεπτικής δύναμης, τόσο από μας όσο και από την Ελλάδα. Η Τουρκία απειλεί την επικράτεια της ΕΕ, ως εκ τούτου ελπίζω ότι η ΕΕ θα ευαισθητοποιηθεί και θα προστατέψει δύο κράτη-μέλη της που απειλούνται. Την ίδια ώρα είναι ακατανόητο να έχεις μια Γερμανία, μια Ιταλία, μια Ισπανία οι οποίες να συνεχίζουν να εξοπλίζουν το τουρκικό τέρας, που απειλεί την ΕΕ. Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση επ’ άπειρον και ελπίζω ότι οι εκπρόσωποί μας στους Θεσμούς της ΕΕ θα ορθώσουν το ανάστημά τους και θα πείσουν τους Ευρωπαίους να σταματήσουν.

-Η απόρριψη του σχεδίου Ανάν από τον λαό δεν θεωρείτε ότι συνιστά και απόρριψη της Διζωνικής;

-Όχι κατ’ ανάγκη, γιατί από τότε πέρασαν πάνω από 17 χρόνια, οι συνθήκες έχουν αλλάξει και πρέπει να είμαστε πάντοτε σταθερά σε επαφή με τις πραγματικότητες του κόσμου. 

-Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι εδώ και 45 χρόνια ακολουθούμε την ίδια πεπατημένη χωρίς αποτέλεσμα. Πώς απαντάτε;

-Υποστηρίζουν πολλοί ότι αυτά τα 40 χρόνια έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες. Mας διαφεύγει όμως κάτι σημαντικό: Ότι εδώ και 40 χρόνια έχουν επιτευχθεί συγκλίσεις με την άλλη πλευρά, οι οποίες είναι πολύτιμο διαπραγματευτικό κεκτημένο. Kαι δεν είναι σωστό να λέμε ότι τίποτε δεν επιτεύχθηκε, επειδή δεν επιτεύχθηκε ο τελικός στόχος. Για παράδειγμα, επίτευγμα είναι η σύγκλιση της διασταυρωμένης σταθμισμένης ψήφου, που επιτεύχθηκε από τους Χριστόφια – Ταλάτ. Θυμηθείτε πόσα χρόνια κράτησε ο ένοπλος αγώνας των Ιρλανδών και τελικά τα κατάφεραν μέσα από διαδοχικά επιτεύγματα. Το Μεσανατολικό πόσα χρόνια κρατεί; Παρόλα αυτά δεν πρέπει να χαθεί η ελπίδα ότι οι Ισραηλινοί θα καθήσουν δίπλα στους Παλαιστινίους και θα βρουν λύση.

-Είχατε πρόταση να κατέλθετε ως υποψήφιος ενός ευρύτερου μετώπου πριν από αρκετά χρόνια, για τις προεδρικές του 1998. Τι έχει αλλάξει σήμερα και τι σας κάνει αισιόδοξο ότι μπορεί να είστε στο παιχνίδι;

-Tότε η πρόταση είχε γίνει από το ΑΚΕΛ, την είχε κάνει αποδεκτή η ΕΔΕΚ και ο Γιώργος Βασιλείου, με το κίνημα που είχε τότε.  Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει εντελώς και το τι διαφοροποιεί τη δική μου στάση είναι η ανεξαρτησία της δικής μου υποψηφιότητας. Και επιμένω ότι θα απευθύνεται στην κυπριακή κοινωνία. Αν αξιολογήσουν την πρότασή μου και την τυχόν αξιοπιστία, που έχω μέσα στην κοινωνία, μπορούν να την κοιτάξουν οπωσδήποτε θετικά. Το τονίζω εμφαντικά ότι η υποψηφιότητά μου θα έχει ανεξάρτητο χαρακτήρα, σταθερά θεμελιωμένο, και θα απευθύνεται στην κοινωνία, η οποία έχει ανάγκη από λύσεις, που υπερβαίνουν τις κομματικές θεωρήσεις. Όσο άπιαστο κι αν φαίνεται αυτό το όνειρο, θεωρώ ότι έχει απόθεμα δύναμης αυτή η κοινωνία.

-Η ΕΔΕΚ τότε την απέρριψε…

-Όχι κατ’ ανάγκην.  Μην είστε τόσο βέβαιοι. Δεν είναι μόνο η ΕΔΕΚ που ναρκοθέτησε, που υπέσκαψε αυτή την υποψηφιότητα. Σήμερα οι συνθήκες έχουν αλλάξει εντελώς και αυτό που διαφοροποιεί τη δική μου υποψηφιότητα είναι ότι είναι αυστηρά ανεξάρτητη και απευθύνεται στην κοινωνία των πολιτών.

-Ήσασταν υπουργός Συγκοινωνιών επί Σπύρου Κυπριανού. Τώρα ποιες είναι οι σχέσεις σας με το ΔΗΚΟ; 

-Τότε ήμουν ενταγμένος στην ΕΔΕΚ. Όταν με προσέγγισε ο Σπύρος Κυπριανού, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να πάρω την έγκριση του Βάσου Λυσσαρίδη και μόνο με την έγκρισή του συμμετείχα. Και να υποστηρίξω ότι αυτή η συμπεριφορά μου με διαφοροποίησε από άλλα άτομα, τα οποία περιήλθαν σε άλλα κόμματα κι έλαβαν θέσεις. Θεωρώ ότι χρειάζεται συνέπεια στην πολιτική ζωή και να τολμά κανείς να αρνηθεί θέσεις και αξιώματα για λόγους τάξεως και αρχής. Δεν ξέρω αν πρέπει να το μνημονεύσουμε, ότι ο μακαρίτης Δημήτρης Χριστόφιας μου πρότεινε να συμμετάσχω στο ψηφοδέλτιο του ΑΚΕΛ και αρνήθηκα για τους ίδιους λόγους. Όπως έπραξα και όταν μου πρότεινε δύο φορές ο Γλαύκος Κληρίδης να συμμετέχω στο Υπουργικό του Συμβούλιο και πάλι αρνήθηκα, για λόγους τάξης, παρόλο που εκτιμούσα και σεβόμουν και τον Δημήτρη Χριστόφια και τον Γλαύκο Κληρίδη.

-Προχωράτε σε επαφές με πολιτικά κόμματα, οργανωμένα σύνoλα;

– Επισκέπτομαι τα πολιτικά κόμματα και τους ενημερώνω για την πρόθεσή μου, δεν πηγαίνω να δω τα κόμματα για να ζητήσω υποστήριξη. Απλά ως πολίτης, που θεωρώ ότι είμαι κι εγώ παράγοντας της δημοκρατικής μας οργάνωσης, τους ενημερώνω γιατί εγώ σέβομαι τα πολιτικά κόμματα. Δεν τα μηδενίζω και με κανένα τρόπο δεν θεωρώ ότι δεν έχουν σημαντική προσφορά στην κοινωνία της Κύπρου. Όμως αυτή την ώρα, αυτό που χρειάζεται, κατά την άποψή μου, είναι μια διαφορετική προσέγγιση στα πράγματα. Κι αν μπορέσουν τα κόμματα να βρουν κοινό έδαφος, για να πορευτούμε σε αυτή την εποχή, νομίζω πως θα είναι προς το συμφέρον της Κύπρου. Έχω δει δύο από τα κόμματα και θα δω ακόμη δύο τις επόμενες μία με δύο βδομάδες. Θα ολοκληρώσω όλο το φάσμα των πολιτικών κομμάτων και θα επιχειρήσω να αξιοποιήσω την παρουσία ιδιαίτερα των ιστορικών κομμάτων της Κύπρου: Toν ΔΗΣΥ, το ΑΚΕΛ που είναι το αρχαιότερο, την ΕΔΕΚ με σημαντικές περγαμηνές και το ΔΗΚΟ, με επίσης σημαντική προσφορά.  Γιατί νομίζω ότι αν δουν τη σύνθεση που θα επιχειρήσω, θα την παρακολουθήσουν με ενδιαφέρον, με κατανόηση και γιατί όχι με στήριξη.

-Πώς κρίνετε την διακυβέρνηση Νίκου Αναστασιάδη;

Aς αρχίσω πρώτα με τα θετικά, τα οποία έχει παράγει η κυβέρνηση. Έχει εισαγάγει το ΓεΣΥ, το οποίο αποτελεί μεγάλη κατάκτηση του λαού. Αλίμονο αν είχαμε φθάσει σε αυτή την πανδημία χωρίς το ΓεΣΥ. Παρόλ’ αυτά ανέχθηκε καταστάσεις, οι οποίες δεν είναι ό,τι καλύτερο για τον τόπο. Δεν γίνεται να γιγαντώνεται το φαινόμενο της διαφθοράς και να μην αντιδρούμε με αποφασιστικότητα και να το τιθασεύσουμε σε αποδεκτά επίπεδα. Και αυτό το φαινόμενο παρατηρείται σε όλες τις κοινωνίες.