«Out of Necessity» σε σκηνοθεσία Μαρίας Κυριάκου και Μαρίας Βαρνακκίδου.

Δεν θέλω να σταθώ απέναντι στην παραγωγή του Fresh Target Theatre Ensemble και να συζητώ αποστασιοποιημένα τη δουλειά της ομάδας. Θέλω να ενταχτώ, να εκφέρω άποψη πάνω στο συζητούμενα θέματα, να προσθέσω αναμνήσεις, δικές μου και των δικών μου, να προσπαθήσω να διατυπώσω θέση απέναντι στα προτεινόμενα σημεία, να μιλήσω την ίδια γλώσσα.

Θέλω να μοιραστώ την αίσθηση, με την οποία για πρώτη φορά πηγαίνοντας «ποτζεί» το 2003, ανακάλυψα εγώ, η ξένη, ότι υπάρχει «αλλότοση» ομορφιά, ιστορία και πλούτος στην Κύπρο που έγινε ο τόπος μου. Θέλω να αναρωτηθώ πώς τόσο εύκολα ξεχάσαμε το «ποτζεί» μέσα στη θολούρα της πανδημίας. Θέλω να μιλήσω για την τεράστια ευθύνη που ένιωθα διδάσκοντας στην τρίτη λυκείου κυπριακή ιστορία, αντιμετωπίζοντας είτε την πλήρη άγνοια, είτε την ήδη παγιωμένη εθνικιστική διαστρέβλωση των πραγμάτων, αλλά συχνότερα τη δίψα για την αλήθεια.

Δουλεύοντας πάνω σ’ ένα devised κείμενο, οι δύο σκηνοθέτιδες, Μαρία Κυριάκου και Μαρία Βαρνακκίδου, μαζί με τους έξι ηθοποιούς -περφόρμερς, Άντρια Ζένιου, Έλενα Καλλινίκου, Γιώργο Κυριάκου, Μαρίνα Μακρή, Φοίβο Παπακώστα, Λουκία Πιερίδου, καταλήγουν σ’ ένα κοινό πεδίο συνάντησης μέσα από προσωπικές διαδρομές, θέτοντας ο καθένας στον εαυτό του ερωτήματα που από καιρό υπόβοσκαν στο συνειδητό και στο υποσυνείδητό τους, εκφράζουν απορίες που τους συνόδευαν από καιρό, αναζητώντας στοιχεία για τη συμπλήρωση της ατομικής και της ομαδικής αυτοεικόνας.

Και μόνο αν δουλέψει αυτό το πρώτο στάδιο μιας βασισμένης σε κείμενο επινόησης παράστασης, έρχεται το δεύτερο: το κοινό εντάσσεται στη διαδικασία συνδημιουργίας. Δημιουργείται μια παράσταση/ ανοιχτό σύστημα, στην οποία δεν υπάρχει τίποτα το τελεσίδικο, το τελειωμένο, κανένα θέμα δεν κλείνει, όλα, αντιθέτως, ανοίγουν, όλα είναι σκόπιμα προκλητικά, έτσι ώστε το κοινό να είναι συνεχώς ενεργοποιημένο, ν’ ανταποκρίνεται στα ερεθίσματα, να τοποθετείται μέσα του, ιδεολογικά και συναισθηματικά.

Το  βασισμένο σε κείμενο επινόησης θέατρο ενδιέφερε την Μαρία Κυριάκου από παλιά. Το «Forget me not» πρέπει να έχει ανεβεί πριν από 10 χρόνια, μια παράσταση όπου και τότε το θέμα ήταν η αναζήτηση κυπριακής ταυτότητας. Επισημαίνω την εξέλιξη της μεθόδου, τη φορμαλιστική αρτιότητα της τωρινής, κοινής με τη Μαρία Βαρνακκίδου, δουλειάς, την αναπτυγμένη αισθητική του αυθόρμητου, του αυτοσχεδιαστικού, που όμως συνδυάζεται με ξεκάθαρο σκηνοθετικό πλάνο.

Η απόλυτα συντονισμένη ομάδα προβάλλει τη διαφορετικότητα του κάθε μέλους, άλλωστε από τη διαφορετικότητα των δημιουργών γεννιέται ένα επινοημένο κείμενο, από τις ευδιάκριτες ατομικές φωνές συντάσσεται ο ομαδικός λόγος. Χρησιμοποιώντας τη σωματική και την κινησιακή διαφορετικότητα των περφόρμερς, οι σκηνοθέτιδες πλάθουν χιουμοριστικά εύγλωττες εικόνες, όπως, π.χ., το σύμπλεγμα του αγάλματος της ελευθερίας. Τα σόλο των ηθοποιών, παρατεταμένα ή πολύ σύντομα, είναι εύστοχα, οι ομαδικές σκηνές, τα χορευτικά στιγμιότυπα, η χρήση των βάθρων, των μικροφώνων, των αντικειμένων έχουν λογική και αποτελεσματικότητα. Τα χαμόγελα των θεατών κρύβονται πίσω από τις μάσκες, τα μάτια που φαίνονται κατά καιρούς βουρκώνουν, η θερμοκρασία της παράστασης δεν πέφτει σε καμιά σκηνή.

Ποιο είναι όμως το ιδιαίτερο θέμα που συζητιέται, υπό ποια οπτική γωνιά έχει ιδωθεί η κυπριακή πραγματικότητα; Η παράσταση είναι αφιερωμένη στα εξηντάχρονα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το σημείο εκκίνησης της παράστασης είναι το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτός ο βασικός νόμος του κάθε κράτους, το δελτίο ταυτότητάς του, στη δική μας περίπτωση αποκαλέστηκε από πολλούς δοτό και ανεπιθύμητο. Η απόπειρα αλλαγής του Συντάγματος, τα γνωστά 13 σημεία του Μακαρίου και η επακόλουθη αποχώριση των Τουρκυπρίων από τα θεσμικά όργανα  οδήγησαν το τρένο της νεαρής κυπριακής δημοκρατίας σε εκτροχιασμό, ή της έκτακτης επιλογής του παρακαμπτήριου δρόμου.

Το Δίκαιο της Ανάγκης, the Doctrine of Necessity, που άρχισε να λειτουργεί από το 1964 ως προσωρινή λύση ανάγκης, ακόμα λειτουργεί, και το Σύνταγμα, όπως μπροστά στα μάτια μας ανακαλύπτουν τα μέλη της θεατρικής ομάδας, έμεινε με βαριά διαμπερή τραύματα από τότε. Διαισθανόμενοι το αδιέξοδο στο οποίο μας οδήγησε ο «παρακαμπτήριος», οι συντελεστές του έργου ρωτούν τον εαυτόν τους σε ποιο τόπο ζούμε και γιατί η ορολογία της κρίσιμης κατάστασης, η αίσθηση του χείλους του γκρεμού τους συνοδεύει σε όλη τους τη ζωή.

Το γεγονός ότι η φράση ενός διεφθαρμένου δικηγόρου μετεξελίχτηκε σε αμλετικό ερώτημα του σημερινού Κύπριου που ψάχνει να ακουμπήσει κάπου το δικό του «This is Cyprus», έδωσε επιπρόσθετη επίκαιρη χροιά στην αναζήτηση ταυτότητας. Η ομάδα προσπαθεί να αντιπαρατάξει στα επιθετικά ρήματα, με τα οποία βρίθει η κυπριακή ιστοριογραφία, όπως «κατακτήθηκε», «λεηλατήθηκε», «υποδουλώθηκε», το ανεπανάληπτο κράμα των πολιτισμών που δημιουργήθηκε στον τόπο μας. Προσπαθούν να εντοπίσουν, μέσα στους σωρούς της άγνοιας και της παραπληροφόρησης, τι δεν έπρεπε να ξεχάσουμε ποτέ, προσπαθούν, στα πλαίσια μιας συνειδητοποιημένης αυτόψυχοθεραπείας, να ανακαλύψουν τα «θετικά» στοιχεία για τα οποία αξίζει να είμαστε περήφανοι.

Προσπαθούν να αναιρέσουν τη μονόπλευρη οπτική γωνιά στην ιστορία, που καλλιεργείται στις δύο κοινότητες του νησιού, προσπαθούν να βρουν το κοινό στοιχείο, εκείνο που προκαλεί συγκίνηση και νοσταλγία και στους Ελληνοκύπριους και στους Τουρκοκύπριους, προσπαθούν να δουν τι χωράει στην έννοια «Κυπραίος». Ο αυτοσαρκασμός και η αγανάκτηση δεν εγκαταλείπουν την παράσταση ποτέ, παράλληλα όμως δεν φοβούνται να είναι συναισθηματικοί, όπως τότε που μιλούν για τη ντοπιολαλιά, για την κυπριακή διάλεκτο, την οποία χρησιμοποιούν με οικειότητα, με συμπεριφοριακή άνεση, με ευγνωμοσύνη, με χιούμορ. Τα στοιχεία επικαιρότητας είναι παρόντα (Cyprus papers, «Ως δαμέ»,  «Ανταίος»).

Οι νέοι άνθρωποι, οι δημιουργοί της παράστασης, νιώθουν ότι οι ζωές τους είναι δεμένες με τη μοίρα του νησιού τους, αλλά φέρνουν αντίσταση στο φαινόμενο του Island Dwarfism, δεν θέλουν τα μυαλά και οι ψυχές τους να μικρύνουν, όπως μίκρυναν κάποτε οι ελέφαντες και οι ιπποπόταμοι που μετοίκισαν στον τόπο μας. «Out of Necessity» ονομάζεται η παράσταση με το «out» να συμβολίζει προσπάθεια απεγκλωβισμού.

Φιλελεύθερα, 18.4.21