Του Πανίκου Χαραλάμπους*

Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να βρίσκεται στον τρίτο μήνα και τις προβλέψεις για το τέλος του να είναι δυσοίωνες, το βασικό ερώτημα που πλέον απασχολεί τον απλό πολίτη είναι πού θα φθάσουν οι τιμές και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στο βιοτικό του επίπεδο. Ιδιαίτερα των ευάλωτων και μικρομεσαίων εισοδηματικά νοικοκυριών.

Στο παζλ ξεχωρίζουν τρία βασικά αγαθά, από την τιμή των οποίων καθορίζεται το επίπεδο ζωής των νοικοκυριών με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Πρόκειται για το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και κατ’ επέκταση το ηλεκτρικό ρεύμα και τα σιτηρά. Και στα τρία αυτά προϊόντα οι τιμές έχουν εκτοξευθεί και δυστυχώς φαίνεται πως ακόμα δεν έχουμε δει την κορυφή του παγόβουνου.

Πετρέλαιο 103,6 δολάρια

Αναλυτικά οι προβλέψεις για κάθε ένα από αυτά τα αγαθά έχουν ως εξής:

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές της προβλέψεις που δημοσιοποίησε πριν μερικές μέρες, υπολογίζει ότι οι τιμές του πετρελαίου θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα μέχρι και το 2023. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή προβλέπει ότι η τιμή του πετρελαίου θα κινηθεί στα 103,6 δολάρια/βαρέλι το 2022 και στα 93,5 δολάρια/βαρέλι το 2023, σε σχέση με 70 δολάρια/βαρέλι που ήταν στις αρχές του 2022, μια τιμή κοντά στον μέσο όρο της διετίας 2018 – 2019.

Ταυτόχρονα, ο ΟΠΕΚ δεν δείχνει πρόθεση να αυξήσει την παραγωγή του, για να βοηθήσει στην αποσυμπίεση των τιμών. Στην τελευταία μηνιαία έκθεσή του, ο οργανισμός πετρελαιοεξαγωγικών χωρών θεωρεί ότι η αύξηση στη ζήτηση πετρελαίου θα είναι χαμηλότερη από την αρχική πρόβλεψη, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της αναζωπύρωσης της παραλλαγής του κορωνοϊού Όμικρον στην Κίνα και των lockdown. Επομένως, δεν θεωρεί σκόπιμο να αυξήσει την παραγωγή του.

Ο ΟΠΕΚ αναμένει ότι η παγκόσμια κατανάλωση θα ξεπεράσει το όριο των 100 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα το τρίτο τρίμηνο του έτους και ότι η συνολική μέση ζήτηση θα είναι οριακά αυξημένη σε σχέση με αυτήν του 2019.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Η ακρίβεια, οι τιμές σε βασικά αγαθά και οι μισθοί (πίνακες)

Κατά την τρίτη τους σύνοδο, τα κράτη μέλη του ΟΠΕΚ και οι έτερες πετρελαιοπαραγωγικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας, συμφώνησαν να συνεχίσουν τη μετριοπαθή αύξηση της παραγωγής κατά 432.000 βαρέλια την ημέρα. Η νέα αύξηση που θα εφαρμοστεί από τον Ιούνιο ουσιαστικά εντάσσεται στο πλάνο σταδιακής αύξησης της παραγωγής κοντά στα προ της πανδημίας επίπεδα.

Φυσικό αέριο στα €100

Σε ό,τι αφορά στο φυσικό αέριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι οι τιμές θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για όλο του 2022 και θα συνεχιστούν μέχρι και το 2025.

Με βάση τις τελευταίες προβλέψεις της, οι τιμές του φυσικού αερίου μέχρι το τέλος του επόμενου χειμώνα θα βρίσκονται στα 100 ευρώ ανά μεγαβατόρα (MWh), ενώ θα διατηρηθούν σημαντικά υψηλότερες του μέσου όρου των τελευταίων ετών για το μέλλον. Από το καλοκαίρι του 2023 προβλέπεται αποκλιμάκωσή τους στα 75 ευρώ/MWh και περαιτέρω προοδευτική μείωση στη συνέχεια. Ωστόσο, μέχρι το καλοκαίρι του 2025, δεν αναμένεται να πέσουν κάτω από τα 50 ευρώ/MWh που ήταν πριν από το 2020.

Ηλεκτρικό σοκ

Ανάλογη αύξηση παρατηρείται και στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Όπως αναφέρει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος έχουν καταγράψει υψηλές αυξήσεις καθώς ο πληθωρισμός λιανικής τιμής ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε από αρνητικά ποσοστά το α’ τρίμηνο του 2021, σε 34,3% το α’ τρίμηνο του 2022.

Τα σιτηρά

Οι τιμές των σιτηρών συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία. Από τις αρχές του χρόνου οι τιμές σιταριού έχουν αυξηθεί κατά 60%, κυρίως εξαιτίας της αδυναμίας της εμπόλεμης Ουκρανίας (που αποτελεί την 6η μεγαλύτερη παραγωγό σιτηρών στον κόσμο) να εξάγει προϊόντα. Στην κρίση των εξαγωγών σίτου ήρθε να προστεθεί και η απόφαση της Ινδίας να απαγορεύσει τις εξαγωγές, φοβούμενη ελλείψεις και επισιτιστική κρίση. Σημαντική αύξηση 34% φέτος καταγράφουν και οι τιμές καλαμποκιού. Απαγόρευση εξαγωγών σιταριού αποφάσισαν επίσης η Αίγυπτος, το Καζακστάν, το Κόσοβο και η Σερβία.

Σύμφωνα μάλιστα με μελέτη των Γιώργου Ατσαλάκη, αναπληρωτή καθηγητή στο Πολυτεχνείο Κρήτης και Βασίλη Τσούμπρη, αναλυτή δεδομένων στο ίδιο πανεπιστήμιο, η τιμή του σιταριού ανά μετρικό τόνο θα κινηθεί κοντά στα $390, με ένα εύρος τιμών μεταξύ $340 έως $480 μέχρι τις αρχές του 2023. Στη μελέτη τους σημειώνουν ότι τον Ιούλιο του 2021 η τιμή ήταν $197 και στις 21/3/2020 η τιμή ήταν $376, δηλαδή αυξήθηκε κατά 91% σε διάστημα 8 μηνών.

Οι τιμές στην Κύπρο

Στην Κύπρο, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή τον Απρίλιο 2022 αυξήθηκε κατά 8,6% σε σχέση με τον Απρίλιο του 2021, ενώ σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα αυξήθηκε κατά 3,1%. Για την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2022, σημειώθηκε αύξηση 6,4% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Συγκριτικά με τον Απρίλιο του 2021, οι κατηγορίες Στέγαση, Ύδρευση, Ηλεκτρισμός και Υγραέριο (20,9%), Μεταφορές (17,5%) και Τρόφιμα και μη Αλκοολούχα Ποτά (12,0%) παρουσίασαν τις μεγαλύτερες μεταβολές. Σε σχέση με τον Μάρτιο 2022, οι μεγαλύτερες μεταβολές καταγράφηκαν στις κατηγορίες Μεταφορές (7,8%) και Στέγαση, Ύδρευση, Ηλεκτρισμός και Υγραέριο (7,1%). Η μεγαλύτερη μεταβολή στις οικονομικές κατηγορίες συγκριτικά τόσο με τον Απρίλιο του 2021 όσο και με τον προηγούμενο μήνα παρατηρήθηκε στην κατηγορία Ενέργεια με ποσοστά 33,6% και 8,9% αντίστοιχα.

Για την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2022 σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, οι μεγαλύτερες μεταβολές παρατηρήθηκαν στις κατηγορίες Στέγαση, Ύδρευση, Ηλεκτρισμός και Υγραέριο (16,5%), Μεταφορές (12,4%) και Τρόφιμα και μη Αλκοολούχα Ποτά (8,9%).

Κάτω η ανάπτυξη – πάνω ο πληθωρισμός

Οι επιπτώσεις στην κυπριακή οικονομία θα είναι ευρύτερες. Την εικόνα του τι θα γίνει φέτος και τον επόμενο χρόνο (εάν εφόσον δεν επιδεινωθεί η κατάσταση), δίνουν οι πρόσφατες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις, μετά από μια ισχυρή ανάκαμψη ύψους 5,5% το 2021, η οικονομική δραστηριότητα στην Κύπρο αναμένεται να επιβραδυνθεί το 2022 στο 2,3%, λόγω των αρνητικών επιπτώσεων από την ουκρανική κρίση και της αύξησης του πληθωρισμού.

Σύμφωνα με την Επιτροπή, παρόλο που το 2022 η κυπριακή οικονομία ξεκίνησε από μια ισχυρή βάση, η εισβολή στην Ουκρανία και οι σχετικές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί αναμένεται να έχουν αντίκτυπο, ιδιαίτερα στον τουρισμό και στις εξαγωγές υπηρεσιών, καθώς η Ρωσία είναι μια σημαντική αγορά στους δυο αυτούς τομείς. Για το 2023 αναμένεται ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 3,5%.

Ο πληθωρισμός για το 2022 αναμένεται στο 5,2% κυρίως λόγω της αύξησης της τιμής της ενέργειας. Το 2023 ο πληθωρισμός θα κυμανθεί γύρω στο 2,7%.

Στην αγορά εργασίας αναμένεται προσωρινή αύξηση στην ανεργία στο 7,8% φέτος λόγω μειωμένης οικονομικής δραστηριότητας, ενώ για το 2023 θα συνεχίσει την πτωτική της τάση στο 7,3%.

Στα κάρβουνα και η Ευρώπη

Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και για την Ευρώπη. Η Επιτροπή υποβάθμισε την πρόβλεψη της για την ανάπτυξη των 19 χωρών μελών του ευρώ στο 2,7% από 4% που είχε προβλέψει μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο. Προβλέπει, μάλιστα, ότι το 2023 η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί περαιτέρω στο 2,3%.   

Ο πληθωρισμός θα ανέλθει φέτος στο 6,1% και θα περιοριστεί στο 2,7% το επόμενο έτος. Πριν τον πόλεμο, η Επιτροπή ανέμενε οι τιμές να αυξηθούν 3,5% το 2022 και 1,7% το 2023.

Αντίθετα, παρά τη βραδύτερη ανάπτυξη, η ανεργία στην Ευρωζώνη αναμένεται να περιοριστεί ακόμα περισσότερο, στο 7,3% του εργατικού δυναμικού φέτος και στο 7% το 2023 από το 7,7% το 2021.

Ήταν τα πιο κατάλληλα μέτρα αυτά που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Ένωση;

Με τις επιπτώσεις από τα μέτρα που πήρε η Ευρωπαϊκή Ένωση κατά της Ρωσίας να αγγίζουν πλέον κάθε νοικοκυριό και σχεδόν κάθε επιχείρηση και όλες τις χώρες μέλη, τα ερωτηματικά αναφορικά με το κατά πόσον τα μέτρα θα έπρεπε να ήταν διαφορετικά, αυξάνονται και η αμφιβολία μεγεθύνεται.

Στην Κύπρο, για παράδειγμα, έχουμε ακούσει τόσο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας όσο και τον Υπουργό Εξωτερικών να τονίζουν ότι δεν είναι δυνατόν να λαμβάνονται μέτρα που πλήττουν περισσότερο αυτούς που τα παίρνουν, παρά αυτούς στους οποίους απευθύνονται. Στην Κύπρο έχει κυρίως πληγεί ο τουριστικός τομέας, καθώς υπολογίζεται ότι θα χαθούν 800 με 900 χιλ. τουριστικές αφίξεις. 800 χιλ. από τη Ρωσία λόγω της  απαγόρευση των πτήσεων και 100 χιλ. από την Ουκρανία λόγω του πολέμου.

Η δεύτερη πηγή των αρνητικών επιπτώσεων προέρχεται από την ακρίβεια των καυσίμων και κατ’ επέκταση της ηλεκτρικής ενέργειας, για την παραγωγή της οποίας χρησιμοποιείται πετρέλαιο. Στην Κύπρο τα καύσιμα και ο ηλεκτρισμός αποτελούν σημαντικό μέρος του κόστους παραγωγής προϊόντων και παροχής υπηρεσιών και συνήθως οι επιπτώσεις είναι αλυσιδωτές. Είμαστε μια χώρα σχεδόν πλήρως εξαρτημένη από το πετρέλαιο, σε σχέση με άλλες χώρες του νότου και κυρίως της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης που αξιοποιούν για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θέρμανσης το φυσικό αέριο. Είναι επίσης χώρες με ανεπτυγμένες δημόσιες συγκοινωνίες με αποτέλεσμα η χρήση του ιδιωτικού αυτοκινήτου σε αυτές να είναι περιορισμένη.

Στο σημείο αυτό να μου επιτρέψετε να υποστηρίξω ότι αυτή η εξάρτηση της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης από το φυσικό αέριο είναι και ο λόγος για τον οποίο έχει εξαιρεθεί από τα μέτρα της ΕΕ κατά της Ρωσίας. Σύμφωνα μάλιστα με αναλυτές, αυτή η εξάρτηση έχει δημιουργήσει μία λανθασμένη βάση, από την οποία ξεκίνησε η λήψη μέτρων κατά της Ρωσίας.

Σε πρόσφατο άρθρο των FT, το οποίο υπογράφει ο γνωστός αρθρογράφος Martin Wolf, μπαίνουν τρία βασικά ερωτήματα σε σχέση με την αποτελεσματικότητα και κυρίως την ορθότητα των ευρωπαϊκών μέτρων. Ο αρθρογράφος επικαλείται την εργασία των Olivier Blanchard, πρώην επικεφαλής οικονομολόγο του ΔΝΤ και του Jean Pisani-Ferry, Γάλλου οικονομολόγου, που περιγράφουν τις τρεις προκλήσεις – ερωτήματα με τα οποία είναι αντιμέτωπη η ΕΕ. Ένα από αυτά αφορά στο πώς μπορούν «να χρησιμοποιηθούν καλύτερα οι κυρώσεις για να αποτραπεί η Ρωσία, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις δυσμενείς επιπτώσεις για την οικονομία της ΕΕ».

Σύμφωνα με την ανάλυση, το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο δεν επηρεάζει τα έσοδα της Ρωσίας, καθώς αυτά θα είναι αυξημένα κατά 45% σε σχέση με το 2021 και κατά 181% σε σχέση με το 2020, λόγω των αυξήσεων στις τιμές των καυσίμων. Περισσότερο αυτό το μέτρο πλήττει τις χώρες της ΕΕ παρά τη Ρωσία, αναφέρουν.

Απέναντι στο πιο πάνω μέτρο οι δύο αναλυτές σημειώνουν ότι «η αδυναμία της ΕΕ έναντι της Ρωσίας αλλά και η δύναμή της είναι μεγαλύτερες στο αέριο απ’ ό,τι στο πετρέλαιο».

Προτείνουν πως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να μειωθούν τα έσοδα της Ρωσίας δεν είναι ένα εμπάργκο, αλλά ένας τιμωρητικός φόρος ή δασμός. Σημειώνουν επίσης ότι η επιβολή δασμών θα δημιουργούσε έσοδα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να βοηθηθούν αυτοί που υφίστανται απώλειες πραγματικών εισοδημάτων στο σήμερα.

Οι δύο αναλυτές υπογραμμίζουν ότι οι επιπτώσεις στους καταναλωτές της Ευρώπης είναι αναπόφευκτες και προτείνουν «να αυξηθούν οι μεταφορές αγοραστικής δύναμης προς τα ευάλωτα νοικοκυριά και να δίνεται σε αυτά η δυνατότητα να αποφασίσουν το πώς θα την ξοδέψουν».

* Δημοσιογράφος

[email protected]