Τιμητική αναφορά στο μικρό εκείνο παιδί-θαύμα, τον «Βάγγο», που έγινε ο παγκόσμιος και Οσκαρικός «Vangelis», ο οποίος έφυγε απ’ τη ζωή την προηγούμενη Τρίτη επικοινωνώντας για πάντα με τα άστρα που τόσο καθόρισαν το έργο του.

1950. Η αναφορά στον… μικρό -τότε- Βαγγέλη, ανήκει στον Στρατή Μυριβήλη, από ένα ταξιδιωτικό του αφήγημα, στην έκδοση «Απ’ την Ελλάδα»: «Ανάμεσα στις ευχάριστες εκπλήξεις που με περίμεναν στον Βόλο, ήταν και ένα παιδάκι έξι ή εξίμισι χρονών που ανακάλυψα, προικισμένο με το θείο δώρο του ταλέντου. Ο μικρός αυτός με τις ποδίτσες της πρώτης δημοτικού και με τα γκρίζα γελαστά ματάκια του, είναι από τώρα ένας αυτοδίδακτος μικροσκοπικός συνθέτης. Πρέπει να δει κανείς τα μικροσκοπικά δαχτυλάκια του να αγωνίζονται να πιάσουν τις θαυμάσιες συγχορδίες που κανείς δεν του δίδαξε, πρέπει ν’ ακούσει τους χρωματισμούς και τα χαριτωμένα ευρήματά του, για να καταλάβει το νόημα του Ευαγγελιστού που είπε: “Πνεύμα ο Θεός και όπου θέλει πνει”. Για να δούμε, τι επιφυλάσσει η μοίρα σε τούτο το Βολιωτάκι…». Ο μικρός Βάγγος του Στράτη Μυριβήλη δεν ήταν άλλος από τον Βαγγέλη Παπαθανασίου – το «παιδί-θαύμα» του Βόλου, που στα τέσσερά του άρχισε να παίζει πιάνο και να συνθέτει, και στα έξι του μόλις χρόνια, έδωσε την πρώτη συναυλία με έργα του, ενώπιον 2.000 ακροατών! Εντυπωσιακό δε ήταν ότι ο Vangelis -όπως έγινε διεθνώς γνωστός, πολύ αργότερα- δεν διάβαζε ούτε έγραφε νότες, κάτι που δεν άλλαξε ως το τέλος της ζωής του. Πίστευε, άλλωστε, στην αυθόρμητη μουσική δημιουργία, που «ακούει» τη μουσική του σύμπαντος. «Από μικρός, περνούσα ώρες ολόκληρες παράγοντας ήχους ή παίζοντας στο πιάνο ό,τι μου περνούσε από το νου. Δεν θυμάμαι ποτέ τον εαυτό μου να μη συνθέτει», θα πει ο ίδιος σε μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις του. 

Για τους περισσότερους, το μεγαλύτερο επίτευγμά του ήταν οι «Δρόμοι της Φωτιάς» («Chariots of Fire») – η μουσική αυτής της ταινίας ήταν -άλλωστε- που του χάρισε το Όσκαρ το 1982, ενώ το μουσικό θέμα της είναι μέχρι σήμερα ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Έγραψε, επίσης, σπουδαία μουσική για αρκετές ταινίες μυθοπλασίας, ντοκιμαντέρ και τηλεοπτικές παραγωγές: Από το «Blade Runner», στον «Χριστόφορο Κολόμβο», στον «Αλέξανδρο» κι ύστερα στον «Ελ Γκρέκο»· κάθε έργο του είχε μεγάλο βάθος και τεράστια αξία, ενώ τον καθόρισε και η μεγάλη μουσική του για σημαντικά events του αθλητισμού (όπως το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 2002 και η τελετή έναρξης του 6ου Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ανοιχτού Στίβου). Απ’ την άλλη, η «Μυθωδία» του κι ολόκληρος ο ηχητικός κόσμος του διαστήματος, χάρισαν στον Βαγγέλη Παπαθανασίου ακόμη πιο μεγάλη παγκόσμια αναγνώριση, αφού η συγκεκριμένη σύνθεση επελέγη από τη ΝΑΣΑ, τιμώντας τον, ως η επίσημη μουσική για την αποστολή της «2001 Οδύσσεια στον Άρη» ενώ, λίγα χρόνια αργότερα, το 2013, η ΝΑΣΑ υιοθέτησε για δεύτερη φορά τη μουσική του Vangelis με ένα πρωτότυπο μουσικό έργο που δημιουργήθηκε για να πλαισιώσει το βίντεο από την αποστολή Ήρα (Τζούνο), που απεικονίζει συγχρόνως την κίνηση της Γης και της Σελήνης μαζί, για πρώτη φορά. 

Καθόλου τυχαία όλα αυτά, αφού η εξερεύνηση του διαστήματος ενθουσίαζε τον Βαγγέλη Παπαθανασίου από τα πρώτα του παιδικά χρόνια, όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος – γι’ αυτό και ένα μεγάλο μέρος από τα έργα του είναι αφιερωμένο σε αυτό, ενώ διαχρονικά κι άλλοι κορυφαίοι διαστημικοί οργανισμοί τον εμπιστεύτηκαν για να πλαισιώσει εικόνες με τη μουσική του. Έτσι, το 1995, ως φόρος τιμής στη μουσική του προσφορά αλλά και στην αγάπη του για το διάστημα, το Minor Planet Center της Διεθνούς Αστρονομικής Ένωσης έδωσε το όνομα του Βαγγέλη Παπαθανασίου στον Αστεροειδή της Κύριας Ζώνης «6354», που πλέον ονομάζεται «6354 Vangelis».

Πολύ πριν γράψει αυτές τις εκπληκτικές μουσικές βέβαια, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου είχε γίνει πασίγνωστος μέσα από τα συγκροτήματα που ήταν μέλος -η επιτυχία δε των «Aphrodite’s Child», μαζί με τους Λουκά Σιδερά και Ντέμη Ρούσσο, ήταν τεράστια, με τα κομμάτια τους να ακούγονται μέχρι σήμερα και να θεωρούνται κλασσικά-, ενώ στην διεθνή μουσική του καριέρα περιλαμβάνονται πια πάνω από εξήντα άλμπουμ και διπλάσια singles, που κυκλοφόρησαν σε διαφορετικές εκδόσεις σε δεκάδες χώρες του κόσμου, δεκάδες soundtracks και συναυλίες (όπως το «Project Eureka», στο Ρότερνταμ, μπροστά σε διακόσιους χιλιάδες θεατές), μουσική για θεατρικά έργα (όπως για την «Ηλέκτρα», σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη, το 1983, στην Επίδαυρο, ή για την ισπανική «Μήδεια», με την Ειρήνη Παπά) και για μπαλέτα (όπως το «Φράνκενσταϊν – ο σύγχρονος Προμηθέας» στο Covent Garden, το 1985), ενώ μουσικές του χρησιμοποιήθηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο και σε μεγάλες διαφημιστικές καμπάνιες.

Κατά τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, σε μία από τις σπάνιές του συνεντεύξεις: «Η μουσική μας καθορίζει πάντα! Δεν την καθορίζουμε εμείς». Δεν θυμόταν, άλλωστε, ποτέ τον εαυτό του χωρίς μουσική. «Η επαφή μου με τον έξω κόσμο ήταν πάντοτε μέσω των μουσικών ήχων. Δεν ένιωσα ποτέ τη μουσική ως “επάγγελμα”, ή ως συνυφασμένη με κάτι που είχε σχέση με τη δόξα», έλεγε. Με το βλέμμα στραμμένο στα άστρα, εκεί όπου είναι και ο ίδιος ονομαστικά, αποχαιρετώντας αυτόν τον κορυφαίο Έλληνα -και πραγματικά διεθνή- μουσικό (αλλά ποτέ το μεγάλο του έργο), λόγια δικά του: «Εάν δεν επικοινωνήσει ο άνθρωπος με το σύμπαν, με τι θα επικοινωνήσει; Η μουσική δεν είναι η πιο “ευγενής” έκφραση του ήχου του σύμπαντος. Η μουσική είναι το ίδιο το σύμπαν!».

Ελεύθερα, 22.5.2022.