Και επίσημα χθες οι ηγέτες των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ προσκάλεσαν τη Σουηδία και τη Φινλανδία να ενταχθούν στην Συμμαχία, μια μέρα μετά την άρση του εμπάργκο από την Τουρκία. 

  Πέρα απ’ όλα τα «μα», «πώς», «γιατί» και «με ποια ανταλλάγματα», (θα τα δούμε και θα τα εκτιμήσουμε και αυτά ψύχραιμα και εν ευθέτω χρόνω), θεωρώ την εξέλιξη, με την συμφωνία τελικά του Ερντογαν, ως σημαντική και ιστορική.

  Σόρι εάν κάποιους στεναχωρώ, αλλά ακόμα κι αν δεν μας αρέσει, ακόμα κι αν υπάρχει σαφώς ένα θέμα ηθικής διάστασης, κυρίως ως προς την επιθετικότητα και τον ενίοτε εκβιαστικό τρόπο που ο Τούρκος πρόεδρος διεκδικεί αυτά που πιστεύει ότι δικαιούται, η πολιτική δεν είναι για …κότες! Και σίγουρα δεν είναι για …σχολιαστές! Από τους οποίους έχουν όχι λίγους στο πολιτικό μας ρόστερ…

  Η Φινλανδία και η Σουηδία είναι ήδη δύο σύγχρονες, δυτικές δημοκρατίες με άριστα εκπαιδευμένους και καλά εξοπλισμένους στρατούς, που μάλιστα έχουν συνηθίσει και διαθέτουν την εμπειρία να επιχειρούν συχνά υπό δύσκολες συνθήκες στον Απώτερο Βορρά της Ευρώπης, σημειώνει στο BBC, ο έμπειρος στρατηγικός αναλυτής, Φρανκ Γκάρντνερ.

  «Η ενσωμάτωσή τους, όταν ολοκληρωθεί και τυπικά, θα ανεβάσει σε 8 τις χώρες της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας που θα συνορεύουν τη Βαλτική Θάλασσα, καθιστώντας την κατ’ ουσία, σε μια λιμνοθάλασσα του ΝΑΤΟ», λέει ο Γκάρντνερ. Και συνεχίζει:

  «Τα δύο περάσματα της Ρωσίας προς τη Βαλτική, στην Αγία Πετρούπολη και στο Καλίνινγκραντ, θα βρεθούν να είναι ακόμα πιο απομονωμένα, αυξάνοντας έτσι την παράνοια του Κρεμλίνου».

  Είναι κοινός τόπος ότι Σουηδία και Φινλανδία μπαίνουν στο ΝΑΤΟ επειδή η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Αυτή η εισβολή, παρατηρεί ο Γκάρντνερ, είχε σκοπό να απωθήσει το ΝΑΤΟ ακόμα πιο μακριά από τα ρωσικά σύνορα. Τελικά, πέτυχε ακριβώς το αντίθετο!

  Υπενθυμίζουμε ότι ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, είχε επικαλεστεί την πιθανή είσοδο της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ως τον βασικό του λόγο για εισβολή στη γειτονική του, ανεξάρτητη χώρα. Τώρα που θα μπουν Σουηδία και Φινλανδία, τι θα κάνει; 

  Δεν θέλω καν να σκέφτομαι τις πιθανές απαντήσεις που μπορεί να έχει μες το μυαλό του. Αλίμονο όμως εάν οι χώρες έπαιρναν τις αποφάσεις τους από τα «θέλω» και τους εκβιασμούς ενός ανθρώπου που εμφανώς δεν έχει σώας τα φρένας. 

  Σχόλιο: Μέχρι στιγμής, ο Ερντογάν δεν έχει ψευδίσει ούτε λέξη για αποστρατικοποίηση των ελληνικών νησιών, για την κυριαρχία τους και για «λύση δύο κρατών» στη Κύπρο. Πήρε αυτά που ήθελε (από Σουηδία, για τους Κούρδους, και από Ουάσινγκτον για αναβάθμιση των F-16) και μάλλον θα επικεντρωθεί πια στους εσωτερικούς του «πονοκεφάλους» που, μετά τη Μαδρίτη, σίγουρα θα υποχωρήσουν. Θα επανέλθει όμως αν χρειαστεί – ας μην έχουμε καμία αμφιβολία.

  Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς, που συνήθως είμαστε θεατές στα γεγονότα, κλεισμένοι πάντα μέσα στον ασφυκτικό μικρόκοσμό μας; Λειτούργησε ένας ολόκληρος μηχανισμός εξωτερικής πολιτικής για να φτάσει ο Ερντογάν στη Συμφωνία της Μαδρίτης. Και θα συνεχίσει να λειτουργεί ωσάν να μην πέτυχε τίποτα. Λυπούμαι να πω ότι οι δικοί μας αντίστοιχοι μηχανισμοί δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων. Δεν έχει σημασία που είμαστε μικροί. Το πρόβλημα είναι ότι είμαστε … ιδρυματοποιημένοι και αποσπασματικοί!

  Θυμάμαι από τα χρόνια που έζησα και εργάστηκα στο Λονδίνο ότι οι φορές που κληθήκαμε ως δημοσιογράφοι από την τουρκική πρεσβεία για μπρίφιγκ και ανοικτές, οφ-δη-ρέκορντ συζητήσεις για ζητήματα που «έκαιγαν» εκείνη την περίοδο, ήταν απείρως πιο συχνές, καλύτερα οργανωμένες και –τολμώ να πω και– πιο ενδιαφέρουσες από τις πενιχρές δικές μας.

  Η δική μας στόχευση, ανέκαθεν, ήταν να κερδίζουμε συμπάθειες! Οι Τούρκοι, μπορεί να ήταν ή και να φαίνονταν αντιπαθείς, αλλά σχεδόν πάντα κέρδιζαν πολλά από εκείνα που ήθελαν. Και ο λόγος δεν ήταν μόνο επειδή ήταν –και παραμένουν– μια μεγάλη και ισχυρή χώρα, σε πολύ «ευαίσθητη» γεωγραφική θέση. Σίγουρα «παίζει» και αυτό. Ήταν και είναι ότι έχουν σχέδιο και διεκδικούν.