Μελέτη, δεύτερες σκέψεις, αλλαγή γνώμης και υπαναχώρηση από την υπογραφή του για λήψη δανείου δικαιούται ο πελάτης μιας τράπεζας, ο οποίος έχει περίοδο χάριτος, αναλόγως περίπτωσης, πριν αποφασίσει οριστικά να πάρει την πιστωτική διευκόλυνση (δάνειο). Κατά τη σύναψη συμβάσεων καταναλωτικής πίστης (καταναλωτικά δάνεια), υπάρχουν σε ισχύ κανόνες της ΕΕ για την προστασία του πελάτη, πριν από την υπογραφή της σύμβασης, οι οποίοι εξασφαλίζουν τη δυνατότητα υπαναχώρησης. Υπάρχουν και δικαιώματα που πρέπει να γνωρίζει ο πελάτης και πάνω από όλα να έχει πλήρη ενημέρωση από την τράπεζα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει ο «Φ» από την ιστοσελίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εάν αποφασίσει κάποιος να αγοράσει ένα νέο προϊόν με πίστωση (δάνειο), είναι καλύτερα να συγκρίνει προσφορές πριν αποφασίσει. Πριν από την υπογραφή οποιασδήποτε σύμβασης πίστωσης, η τράπεζα οφείλει να δώσει στον πελάτη ένα τυποποιημένο έγγραφο, το λεγόμενο έντυπο τυποποιημένων ευρωπαϊκών πληροφοριών καταναλωτικής πίστης. Στόχος αυτού του εντύπου είναι να ενημερώνει όσο το δυνατόν πληρέστερα σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις οποιασδήποτε σύμβασης πίστωσης που σκέφτεται ο πελάτης να υπογράψει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Κ. Ηροδότου: Πρόκληση η κερδοφορία των τραπεζών

Το έντυπο (πρέπει να) περιλαμβάνει: τα κύρια χαρακτηριστικά της σύμβασης, το ποσό της πίστωσης και το κόστος της, το ετήσιο ποσοστό επιβάρυνσης (αντιπροσωπεύει το συνολικό κόστος της πίστωσης, συμπεριλαμβανομένων του τόκου, της προμήθειας, των φόρων και οποιωνδήποτε άλλων αμοιβών), τον αριθμό, τη συχνότητα και το μέγεθος όλων των πληρωμών, σημαντικές νομικές πτυχές.

Με τον τρόπο αυτό, ο υποψήφιος πελάτης μπορεί να συγκρίνει προσφορές από διαφόρους παρόχους πιστώσεων και να επιλέξει αυτήν που ταιριάζει καλύτερα. Εάν ο εν δυνάμει πελάτης δεν έχει λάβει το έντυπο από την τράπεζα, μπορεί να το ζητήσει.

Υπαναχώρηση από σύμβαση πίστωσης

Αν αλλάξει γνώμη ο υποψήφιος πελάτης για τη σύμβαση καταναλωτικής πίστωσης που υπέγραψε ή συνειδητοποιήσει ότι τελικά δεν τη χρειάζεται, μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση εντός 14 ημερολογιακών ημερών από την υπογραφή της (ανάλογη δυνατότητα για στεγαστικά δάνεια διαρκεί 7 μέρες). Δεν υποχρεούται να δώσει οποιαδήποτε εξήγηση στον πάροχο της πίστωσης, αλλά θα πρέπει να επιστρέψει τα χρήματα που δανείστηκε συν τους τόκους και τυχόν μη επιστρεπτέες δαπάνες που έχουν ήδη καταβληθεί από τον πάροχο της πίστωσης.

Αποπληρωμή του δανείου νωρίτερα

Εάν επιθυμεί ο δανειζόμενος να αποπληρώσει το δάνειο νωρίτερα από την αναγραφόμενη ημερομηνία στη σύμβαση, έχει το δικαίωμα να το πράξει. Πρέπει, όμως, να ληφθεί υπόψη ότι είναι υποχρεωμένος να αποζημιώσει την τράπεζα για το εισόδημα που θα στερηθεί. Αυτή η αντισταθμιστική πληρωμή, ωστόσο, δεν πρέπει να υπερβαίνει το συνολικό ποσό των τόκων που χάνονται.

Οι κανόνες αυτοί ισχύουν για καταναλωτικές πιστώσεις από 200 ευρώ έως 75.000 ευρώ, εξαιρουμένων των δανείων που:

● εξασφαλίζονται με υποθήκη

● συνάπτονται για την αγορά γης ή ακινήτων

● αφορούν συμφωνίες χρηματοδοτικής μίσθωσης ή συμβόλαια μίσθωσης όταν δεν υπάρχει υποχρέωση αγοράς

● είναι άτοκα και χωρίς άλλες επιβαρύνσεις, ή υπό μορφή δυνατότητας υπερανάληψης, η οποία πρέπει απαραίτητα να αποπληρωθεί εντός 1 μηνός

● προκύπτουν από δικαστική απόφαση

● σχετίζονται με δάνεια τα οποία χορηγούνται σε περιορισμένο αριθμό ατόμων.

Στεγαστικά δάνεια

Ένα ενυπόθηκο δάνειο δίνει τη δυνατότητα για αγορά σπιτιού. Τα ενυπόθηκα δάνεια χορηγούνται από τράπεζες ή άλλους πιστωτές και είναι συνήθως εγγυημένα με υποθήκευση του ακινήτου. Τα ενυπόθηκα δάνεια χορηγούνται συνήθως με χαμηλότερο επιτόκιο και μεγαλύτερη περίοδο αποπληρωμής, σε σύγκριση με τα καταναλωτικά δάνεια. Ωστόσο, εάν ο δανειζόμενος δεν μπορεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις όσον αφορά την αποπληρωμή του δανείου και έχει βάλει υποθήκη ένα ακίνητο, οι πιστωτές μπορούν να το κατάσχουν και να το μεταπωλήσουν, για την εξόφληση του δανείου.

Οι τράπεζες είναι ελεύθερες να εγκρίνουν ή να απορρίπτουν την αίτηση για χορήγηση ενυπόθηκου δανείου. Προτού χορηγήσει η τράπεζα το ενυπόθηκο δάνειο, χρειάζεται να εκτιμήσει την πιστοληπτική ικανότητα, δηλαδή αν μπορεί ο πελάτης να καλύψει το κόστος του δανείου.

Αποφασίζει ο πελάτης

Για να αποφασίσει ο πελάτης σχετικά με ένα ενυπόθηκο δάνειο, είναι σκόπιμο να συγκρίνει προσφορές από διάφορους πιστωτές. Μαζί με τη δεσμευτική του προσφορά, η τράπεζα οφείλει επίσης να σας προσκομίσει το Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών (ESIS), το οποίο έχει δημιουργηθεί για να παρέχει την καλύτερη δυνατή ενημέρωση σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις του προσφερόμενου ενυπόθηκου δανείου.

Το ESIS παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

● το ποσό του δανείου

● τη διάρκεια του δανείου

● το είδος επιτοκίου

● το συνολικό ποσό που πρέπει να αποπληρωθεί

● το συνολικό ετήσιο ποσοστό επιβάρυνσης (ΣΕΠΕ): ένα ενιαίο ποσό που αντιπροσωπεύει το συνολικό κόστος του δανείου εκφρασμένο ως ετήσιο ποσοστό. Το ΣΕΠΕ βοηθά να συγκρίνετε διάφορες προσφορές

● τυχόν δαπάνες που πρέπει να καταβάλλει ο δανειζόμενος σε τακτά διαστήματα ή εφάπαξ

● τον αριθμό, τη συχνότητα και το μέγεθος των δόσεων

● πληροφορίες για τους όρους πρόωρης εξόφλησης και το ποσό με το οποίο θα επιβαρυνθείτε αν αποφασίσετε να εξοφλήσετε το δάνειο νωρίτερα από την προβλεπόμενη προθεσμία

● στην περίπτωση δανείου σε ξένο νόμισμα: παραδείγματα που επεξηγούν τις πιθανές επιπτώσεις των συναλλαγματικών μεταβολών στα ενυπόθηκα δάνεια

Το ESIS παρέχει επίσης τη δυνατότητα στον υποψήφιο πελάτη να συγκρίνει τις προσφορές από διαφορετικές τράπεζες και να επιλέξει αυτή που του ταιριάζει καλύτερα. Εάν δεν έχει λάβει το έντυπο ESIS ο υποψήφιος από τον πιστωτικό φορέα, μπορεί  να το ζητήσει.

Επτά μέρες μελέτης

Ο πελάτης έχει τουλάχιστον 7 ημέρες για να εξετάσει μια προσφορά ή να υπαναχωρήσει από τη δανειακή σύμβαση. Σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ, ο πιστωτής ή ο πιστωτικός διαμεσολαβητής οφείλει να δώσει προθεσμία 7 ημερών, τουλάχιστον, για να εκτιμήσει ο δανειζόμενος την προσφορά. Ωστόσο, η εθνική νομοθεσία ορισμένων χωρών της ΕΕ μπορεί να δίνει περισσότερο χρόνο.

Ανάλογα με τη χώρα στην οποία υποβάλλει ο πελάτης αίτηση για το δάνειο, η προθεσμία αυτή μπορεί να είναι:

– η περίοδος εξέτασης, κατά την οποία εξετάζει ο πελάτης κατά πόσο το δάνειο του ταιριάζει

– η περίοδος κατά την οποία μπορεί να υπαναχωρήσει από τη δανειακή σύμβαση που έχει ήδη υπογράψει

– ή συνδυασμός και των δύο.

Πρόωρη εξόφληση του ενυπόθηκου δανείου

Μπορεί,  συνήθως , ο πελάτης να επιστρέψει μέρος ή το σύνολο της οφειλής νωρίτερα από την προθεσμία αποπληρωμής. Με τον τρόπο αυτό, θα σταματήσει να πληρώνει τόκους για το ανεξόφλητο υπόλοιπο του δανείου ή να επιλέξει μια πιο ευνοϊκή προσφορά ενυπόθηκου δανείου, ενδεχομένως από διαφορετικό πιστωτή. Οι εθνικοί κανόνες καθορίζουν, στην περίπτωση αυτή, κατά πόσο ο πιστωτής μπορεί να ζητήσει να καταβάλει ο δανειζόμενος αποζημίωση αν αποπληρώσει το ενυπόθηκο δάνειο νωρίτερα απ΄ό,τι προβλεπόταν. Ανάλογα με την περίπτωση, η αποζημίωση αυτή δεν θα πρέπει να υπερβαίνει την οικονομική ζημία του πιστωτή, δηλαδή της τράπεζας.

Ασφάλιση δανείου όπου θέλει ο πελάτης

Η ασφάλιση ενυπόθηκων δανείων έχει μεγάλη σημασία όταν συντρέχουν λόγοι που εμποδίζουν την εξόφληση της οφειλής, για παράδειγμα σε περίπτωση θανάτου, ασθένειας ή απώλειας της εργασίας. Οι πιστωτές μπορούν να απαιτήσουν να ασφαλίσoυν το ενυπόθηκο δάνειο. Μπορούν να  προτείνουν ασφαλιστικό συμβόλαιο στο ίδιο πακέτο με τη σύμβαση του ενυπόθηκου δανείου, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση του δανείου. Ο πελάτης έχει πάντα το δικαίωμα να αναζητήσει καλύτερους όρους από άλλες ασφαλιστικές εταιρείες, εφόσον το επίπεδο των εγγυήσεων που προσφέρουν είναι αντίστοιχο με αυτό που απαιτεί ο πιστωτής. Τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν, ωστόσο, να υποχρεώσουν τον δανειζόμενο να ανοίξουν σε αυτούς λογαριασμούς πληρωμών ή ταμιευτηρίου, μέσω των οποίων θα αποπληρώνεται το δάνειο.

Αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας

Προτού συμφωνήσει η τράπεζα την χορήγηση δανείου, η τράπεζα πρέπει να αξιολογήσει την πιστοληπτική ικανότητα. Η αξιολόγηση βασίζεται σε διάφορα κριτήρια, όπως: η οικονομική κατάσταση του πελάτη (περιουσιακά στοιχεία, οφειλές, κ.τ.λ.) και η αξία του ακινήτου που έχει υποθηκευτεί ως εγγύηση του δανείου.

Συνεπώς, θα ζητηθεί από τον πελάτη να δηλώσει το εισόδημά του, ώστε ο πιστωτής να μπορεί να ελέγξει την ικανότητα αποπληρωμής δανείου. Η τράπεζα μπορεί να χορηγήσει δάνειο μόνον εάν η εκτίμηση δείξει ότι μπορεί ο δανειζόμενος να εξοφλήσει το δάνειο. Οι πιστωτές συχνά αρνούνται να χορηγήσουν ενυπόθηκα δάνεια για ακίνητα που βρίσκονται σε άλλη χώρα. Επίσης, αρνούνται να χορηγήσουν δάνεια σε άτομα τα οποία κατοικούν ή έχουν εισοδήματα σε χώρα διαφορετική από αυτή στην οποία αυτοί είναι εγκατεστημένοι. Ωστόσο, δεν επιτρέπεται να κάνουν διακρίσεις μεταξύ των πολιτών της ΕΕ αποκλειστικά με βάση την ιθαγένεια.

Διάκριση λόγω ιθαγένειας του πελάτη

Εάν θεωρεί ο υποψήφιος πελάτης ότι έχει υποστεί μειονεκτική μεταχείριση από τράπεζα λόγω της ιθαγένειάς του, μπορεί:

– να επικοινωνήσει με την τράπεζα (την «υπηρεσία καταγγελιών-παραπόνων») για να λάβει εγγράφως επίσημη δήλωση με τους λόγους αυτής της άρνησης,

– εάν η απόρριψη βασίζεται αποκλειστικά στην ιθαγένεια, να ζητήσει συμβουλές και βοήθεια από το FIN-NET (το δίκτυο επίλυσης χρηματοπιστωτικών διαφορών), το οποίο μεσολαβεί σε διασυνοριακές διαφορές μεταξύ καταναλωτών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, όπως οι τράπεζες.