Το πρώτο ας πούμε, χάριν της συζήτησης, ότι το έχουμε εξασφαλισμένο. Διαφορετικά, αλλάζει τελείως η βάση και το θέμα μας θα έπρεπε να είναι άλλο. Άσε που έχει φτάσει να αμφισβητείται και η διατροφική του αξία. Το δεύτερο υπάρχει μόνο ως ιδέα, ως ιδανικό, ως σύνθημα. Το «κυνηγάμε» μέσω της θεσμικής εκπαίδευσης, αλλά μοιάζει περισσότερο με άπιαστο όνειρο. Το τρίτο αγνοείται.
Η σχολική χρονιά άρχισε εντελώς στραβά, μέσα στην ένταση, στα νεύρα, στις αντεγκλήσεις. Το μέτρο χάθηκε σχεδόν από την πρώτη μέρα. Σαν να μην έφτανε το πρωινό μαρτύριο στους δρόμους που όσο πάει και χειροτερεύει, κάνει τα νεύρα μας τσατάλια, απειλεί την υγεία μας και υποβαθμίζει την ποιότητα ζωής μας, έχουμε και τα κακά της μοίρας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Αναχρονιστικές νοοτροπίες, κακές συνθήκες μάθησης, βάσιμη αμφισβήτηση της παιδευτικής διεργασίας εκ των έξω αλλά και εκ των έσω, πιεσμένοι εκπαιδευτικοί, αλλόφρονες γονείς, ξενερωμένοι μαθητές. Και την ίδια στιγμή στα ανώτατα κλιμάκια του Υπουργείου οι ανευθυνοϋπεύθυνοι νοιάζονται μόνο για τη θεσούλα ή την προαγωγούλα τους και ο Υπουργός για την επικοινωνιακή του ανακούφιση.
 
Αυτό είναι καινούριο «φρούτο» για τον συγκεκριμένο και μου κάνει εντύπωση. Πέρσι έμοιαζε να πηγαίνει κόντρα τόσο στο κοινό αίσθημα όσο και στις εκπαιδευτικές οργανώσεις και να κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να «αυτοκτονήσει» πολιτικά. Δεν λέω ότι τότε έπραττε σωστά και τώρα όχι, ούτε το αντίθετο. Όσο να ‘ναι όμως, ακόμη πιο αποκρουστική από την εικόνα ενός άτσαλου και αποπροσανατολισμένου υπουργού είναι η εικόνα ενός υπουργού που άγεται και φέρεται από την κοινή γνώμη, που φλερτάρει με τα ΜΜΕ και πασχίζει να ρετουσάρει τη δημόσια εικόνα του. Και μαζί να ρετουσάρει και την εικόνα του δημόσιου σχολείου.
 
Ας μη σταθούμε όμως στον Κώστα Χαμπιαούρη διότι το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο. Χρόνια τώρα η κυπριακή πολιτεία μοιάζει αναποφάσιστη και διστακτική μπροστά στο καυτό ερώτημα «τι σχολείο θέλουμε». Και αμφιρρέπει μπροστά στο επόμενο βήμα. Που δεν είναι απλώς να γυρίσει τη σελίδα, αλλά να προβεί σε μια εκ βάθρων αναδόμηση του εκπαιδευτικού συστήματος. Η νυν κυβέρνηση είχε όλο τον χρόνο του κόσμου να κάνει ουσιαστικές τομές, να σπάσει αυγά και να εφαρμόσει μια ουσιαστική μεταρρύθμιση με μπούσουλα στοιχειώδεις κοινωνικές ιδέες. Ναι, αυτό μπορεί να γίνει και σε σύμπλευση με τους υπόλοιπους εταίρους στον τομέα.
Η δημόσια εκπαίδευση στην Κύπρο στέκει αμήχανη μπροστά στο τρέχον διεθνές σκηνικό. Μοιάζει να κυνηγάει την ίδια της τη σκιά. Είναι έρμαιο των ίδιων της των εγγενών παθογενειών, που ανάγονται στα συνταγματικά παράδοξα της δεκαετίας του ’60 και τα παρελκόμενα των πολιτικών ανωμαλιών. Και η κυβέρνηση εμμένει σε μια παρωχημένη δημαγωγική προσέγγιση, αντιεπιστημονική, με ολέθριες επιπτώσεις για το μέλλον του τόπου σε όλους τους τομείς. Παράλληλα, επιτρέπει ανερυθρίαστα στο μακρύ πλοκάμι της Εκκλησίας να παρεμβαίνει κατακόρυφα.
 
Έχω γράψει ξανά ότι η σημερινή κατάσταση βρίσκεται πιο κοντά στο Μεσαίωνα παρά σ’ αυτό που επιτάσσει η εποχή. Μια προβληματική, μπαλωματική, αποπροσανατολισμένη και ανεύθυνη εκπαίδευση που εγκλωβίζει τους μαθητές. Οι τελευταίοι εισπράττουν και ρουφούν το τοξικό κλίμα σαν σφουγγάρια. Είναι ένας φαύλος κύκλος που υπονομεύει το ίδιο μας το μέλλον. Και δεν είναι μόνο το καμπανάκι των επιδόσεων σε βασικά μαθήματα που πρέπει να μας προβληματίσει.
 
Χρειάζεται σχέδιο και βούληση για μια παιδεία που σε βάθος χρόνου θα αλλάξει την ίδια την κουλτούρα της κοινωνίας μας. Το δίκαιο της ανάγκης που το 1965 επέβαλε τη διάλυση της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης και την ίδρυση του Υπουργείου Παιδείας, το 2019 επιβάλλει βαθιές τομές που θα συνδέσουν με τις προκλήσεις της εποχής τον πλέον ευαίσθητο τομέα. Σήμερα μοιάζει περισσότερο μ’ ένα απαρχαιωμένο, γραφειοκρατικό και κοστοβόρο τέρας, πασπαλισμένο με ψηφιακά στρασάκια. Και μπουχτισμένο από αόριστα ευχολόγια.
 
Φιλgood, τεύχος 238