Η μετάβαση από τη συμβατική παραγωγή (με ορυκτά καύσιμα) σε πράσινη ενέργεια, αποτελεί κορυφαία πρόκληση για την Κύπρο και από αυτή τη μεγάλη προσπάθεια δεν είναι νοητό να απουσιάζει ο μεγαλύτερος ενεργειακός οργανισμός της χώρας, η ΑΗΚ, που διαθέτει την αναγκαία εμπειρία και τεχνογνωσία».

Αυτή είναι η απάντηση που έδωσε στον «Φιλελεύθερο» η εκπρόσωπος Τύπου της ΑΗΚ Χριστίνα Παπαδοπούλου, όταν κλήθηκε να σχολιάσει το προσχέδιο απόφασης της ΡΑΕΚ να μην της παραχωρήσει στο παρόν στάδιο άλλες άδειες εγκατάστασης ΑΠΕ.

Σύμφωνα με την κ. Παπαδοπούλου, ένας επίσης σημαντικός στόχος είναι η μείωση του κόστους παραγωγής ηλεκτρισμού. Και όπως εξηγεί, «σύμφωνα με τη μεθοδολογία διατιμήσεων, όπως αυτή είναι εγκεκριμένη από τη ΡΑΕΚ, οποιαδήποτε μείωση προκύπτει στο κόστος ενέργειας, αυτή μετακυλύεται προς όφελος του καταναλωτή. Όσο περισσότερα έργα ΑΠΕ εντάσσονται στο μείγμα παραγωγής της ΑΗΚ, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η μείωση στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας», καθώς, υπενθυμίζει, η ΑΗΚ αποβλέπει στην επίτευξη του ελάχιστου ρυθμιζόμενου, από τη ΡΑΕΚ, κέρδους.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ανάπτυξη €70 εκατομμυρίων από ΑΗΚ και Αρχιεπισκοπή

Εξηγεί επίσης ότι δεδομένης της εκτίναξης του κόστους παραγωγής σε πρωτοφανή επίπεδα «η ένταξη ΑΠΕ στο δυναμικό παραγωγής της ΑΗΚ είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μειωθεί αφενός η εξάρτηση της χώρας μας από συμβατικά καύσιμα και αφετέρου για να καταστεί δυνατή η σταθεροποίηση και η περαιτέρω μείωση των τιμών ηλεκτρισμού σε πιο χαμηλά επίπεδα».

Καλέσαμε την κ. Παπαδοπούλου να απαντήσει στη θέση της ΡΑΕΚ ότι θα πρέπει πρώτα η ΑΗΚ να υλοποιήσει τις άδειες για 60 μεγαβάτ που της παραχωρήθηκαν και μετά να συζητηθεί η παραχώρηση άλλων αδειών και απάντησε πως αυτές οι άδειες θα υλοποιηθούν όταν ολοκληρωθεί η ευρύτερη επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία αδειοδότησης από άλλες υπηρεσίες. Τονίζει όμως στη συνέχεια πως «στο σύνολο της συμβατικής παραγωγής, η ενέργεια που θα παράγεται από τις ήδη αδειοδοτημένες μονάδες ΑΠΕ της ΑΗΚ θα είναι πολύ μικρής ισχύος. Συνεπώς και με βάση τα σημερινά δεδομένα, τα οφέλη προς τον καταναλωτή δεν θα είναι ουσιαστικά. Η ΑΗΚ» πρόσθεσε, «ανταποκρινόμενη στον ρόλο και την αποστολή της, έχει τη θέληση και την ικανότητα να αυξήσει ουσιαστικά τη συμμετοχή της στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας». Και συμπλήρωσε με νόημα: «Ο οργανισμός προσβλέπει ότι δεν θα του τεθούν εμπόδια σε μια προσπάθεια με σημαντικότατο κοινωνικό όφελος».

Ο αδύναμος παίχτης

Σε άλλο σημείο των απαντήσεών της προς τον «Φ», η εκπρόσωπος Τύπου της ΑΗΚ ανέφερε ότι «η παραγόμενη ενέργεια από φωτοβολταϊκά συστήματα στην Κύπρο παράγεται κατά κόρον από ιδιώτες παραγωγούς, ενώ το ποσοστό της ΑΗΚ είναι πάρα πολύ μικρό. Συνεπώς, στο υφιστάμενο περιβάλλον της ανταγωνιστικής αγοράς ΑΠΕ, ο αδύναμος παίχτης είναι η ΑΗΚ και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να τεθεί  θέμα παρεμπόδισης οποιασδήποτε ιδιωτικής πρωτοβουλίας».

Στη συνέχεια ρωτήσαμε την κ. Παπαδοπούλου για το πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζει ο οργανισμός λόγω των τεράστιων αυξήσεων στο κόστος παραγωγής, για το οποίο έγραψε ο «Φ» την Πέμπτη. Επιβεβαίωσε την ύπαρξη προβλήματος ρευστότητας, το οποίο, κατά την ίδια «εκτιμήθηκε ότι θα έφτανε σε οριακά επίπεδα σε σύντομο χρονικό διάστημα, στην περίπτωση που παρέμεναν σε ισχύ οι υφιστάμενες διατιμήσεις και οι υφιστάμενοι συντελεστές ρήτρας καυσίμου, γι’ αυτό και κρίθηκε αναγκαίο να ενημερωθούν οι αρμόδιοι φορείς. Μετά τις πρόσφατες αποφάσεις της ΡΑΕΚ», κατέληξε η εκπρόσωπος της ΑΗΚ, «με τις οποίες θα αναπροσαρμοστούν σύντομα οι νέες διατιμήσεις και οι νέοι συντελεστές ρήτρας καυσίμου, αναμένεται ότι με τα σημερινά δεδομένα δεν θα υπάρξει περαιτέρω επιδείνωση της ρευστότητας του οργανισμού». Αυτό, βέβαια, υπό την προϋπόθεση πως δεν θα υπάρξουν περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων και των δικαιωμάτων των θερμοκηπιακών ρύπων.