Με αφορμή την ψήφιση από τη Βουλή των νομοσχεδίων για τη μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δημιουργήθηκε (ξανά) μια αντιπαράθεση σε σχέση με τον Ακάμα. Η δημιουργία του λεγόμενου «δήμου Ακάμα» πυροδότησε σειρά αντιδράσεων από τους κοινοτάρχες της περιοχής (και άλλους παράγοντες). Η προσωπική μου άποψη είναι ότι η υπόθεση της προστασίας του βιότοπου της χερσονήσου του Ακάμα πολύ λίγο ως καθόλου έχει να κάνει με το διοικητικό καθεστώς της περιοχής. Ο Ακάμας είναι ένας βιότοπος παγκόσμιας σημασίας, και το μέλλον του δεν μπορεί να είναι στα χέρια ενός δημάρχου ή τριών κοινοταρχών. Τα σχέδια διαχείρισης του Ακάμα, εντάσσονται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος προστασίας των οικοτόπων Νατούρα 2000, συνεπώς αποτελεί ευρωπαϊκή υπόθεση. Το ανεπαρκές καθεστώς προστασίας που επέλεξε η παρούσα κυβέρνηση, δηλαδή το «Εθνικό Δασικό Πάρκο»,  διαχειρίζεται το Τμήμα Δασών και όχι οι τοπικές Αρχές. Συνεπώς δεν βλέπω να έχει διαφορά από άποψη προστασίας του περιβάλλοντος η διοικητική κατανομή των οικισμών της περιοχής. 

Το θέμα έχει μάλλον συμβολικό χαρακτήρα. Όσον αφορά τις αντιδράσεις κάποιων τοπικών αρχόντων, θα ήθελα να υποδείξω ότι με το ένα ή το άλλο διοικητικό μοντέλο, το πρόβλημα της ικανοποίησης των αναπτυξιακών απαιτήσεων των ιδιοκτήτων γης και των κατοίκων, παραμένει. Επί τούτου θέλω να αναφέρω ξανά ότι κατά την άποψή μου δεν είναι κακό να δοθούν δικαιώματα ανάπτυξης στις κοινότητες της περιοχής Ακάμα στο πλαίσιο του Τοπικού Σχεδίου. 

Εμείς ως Οικολόγοι λέγαμε από τη δεκαετία του 80 ότι για να διευκολυνθεί η κήρυξη της χερσονήσου του Ακάμα σε Εθνικό Πάρκο, θα πρέπει να δοθούν ισχυρά κίνητρα ανάπτυξης στις κοινότητες και στους κατοίκους της περιοχής. Αντίθετα, κάποιοι τότε επέμεναν ότι μόνο με μεγάλες αναπτύξεις -που ήδη από τότε βρίσκονταν σε διαδικασία σχεδιασμού- στην παράκτια περιοχή (στην Τοξέφτρα στη δυτική ακτή ή στη Φοντάνα Αμορόζα στην ανατολική ακτή) θα μπορούσε να δοθεί αξία στις περιουσίες των κατοίκων της περιοχής. 

Μετά από πολλούς αγώνες και μεγάλη καθυστέρηση κατάλαβαν όλοι -σχεδόν- ότι η κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης στην περιοχή είναι η προστασία της Φύσης. 

Αυτό που μας ανησυχεί είναι το γεγονός ότι το Τοπικό Σχέδιο θα έπρεπε να συλλειτουργεί με το Διαχειριστικό Σχέδιο για το Εθνικό Δασικό Πάρκο Ακάμα και το Διαχειριστικό Σχέδιο για την ευρωπαϊκή περιοχή προστασίας της φύσης. Δυστυχώς τα τρία σχέδια μοιάζουν να λειτουργούν προς αντίθετες κατευθύνσεις και στόχους. Για παράδειγμα, αν όντως θέλεις να δώσεις ζωή στις κοινότητες δεν τοποθετείς τις βασικές και εύκολες σε πρόσβαση «πύλες» εισόδου στο πάρκο κατά μήκος της παράλιας ζώνης. Εμείς πάντα λέγαμε ότι θα έπρεπε οι «πύλες» εισόδου στο πάρκο (με όλες τις ανάλογες υποδομές που δημιουργούν ευκαιρίες για απασχόληση και ανάπτυξη) θα έπρεπε να τοποθετούνταν μέσα ή πολύ κοντά στις κοινότητες. Ούτε δημιουργείς μεγάλο αριθμό αναψυκτήριων και χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων μέσα στην προστατευόμενη περιοχή, μετακινώντας δηλαδή τις υπηρεσίες αναψυχής και εστίασης μακριά από τον πυρήνα των κοινοτήτων. 

Τα διάφορα μικροσυμφέροντα και τα κομματικά ρουσφέτια οδήγησαν σε άλλες επιλογές. Βέβαια πάντα υπάρχει μια σοβαρή διαφωνία πάνω στον τρόπο που βλέπουμε την ανάπτυξη. Εμείς όταν λέμε ανάπτυξη εννοούμε τη δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης, επιχειρηματικής δραστηριότητας και επαγγελματικής καριέρας που να έχουν σχέση με το Εθνικό Πάρκο Ακάμα, ενώ κάποιοι άλλοι όταν λένε ανάπτυξη εννοούν αποκλειστικά τη συσσώρευση πλούτου μέσω του real estate. Η άνοδος της αγοραίας αξίας της ακίνητης ιδιοκτησίας από την απόκτηση αναπτυξιακών δικαιωμάτων που θα προσφέρει το νέο τοπικό σχέδιο είναι για κάποιους η μόνη έγνοια. Ως οπαδός της αειφόρου και βιώσιμης ανάπτυξης δεν μπορώ να συναινέσω με αυτή την προσέγγιση, ιδιαίτερα όταν αφορά έναν τόσο σημαντικό βιότοπο όπως ο Ακάμας.  

Ας αφήσουμε λοιπόν την άνευ ουσίας αντιπαράθεση για τον «δήμο Ακάμα» κι ας ασχοληθούμε με την προστασία του Ακάμα, που για ακόμα μια φορά βρίσκεται σε κίνδυνο. 

*Μέλος Πολιτικής Επιτροπής, Κίνημα Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών