Η σπουδαία και ακριβοθώρητη ερμηνεύτρια είναι πεπεισμένη ότι αν δεν πέθαινε πρόωρα ο Μάνος Λοΐζος, δεν υπήρχε περίπτωση να μην είχαν συνεργαστεί.

Ο μέντοράς της, Μίκης Θεοδωράκης, δεν υπάρχει πια στη ζωή. Ούτε και η ΕΣΣΔ στην οποία ο κορυφαίος μουσουργός την εντόπισε πριν από μισό περίπου αιώνα για να την αναδείξει, από τα 17 της, σε μια ερμηνεύτρια πρώτης γραμμής. Σήμερα, παρακολουθεί με σπαραγμό τον πόλεμο στη δεύτερή της πατρίδα. Και παρατηρεί με περιέργεια την ανθρωπότητα και την τέχνη να εισέρχονται σε μια νέα εποχή. Αποτραβηγμένη εδώ και δεκαετίες από τις σκηνές και τα φώτα, αλλά όχι αποστρατευμένη από το μέτωπο της δημιουργίας, συνεχίζει διακριτικά και αντισυμβατικά μια ουσιαστική διαδρομή με γνώμονα τα δικά της «θέλω». Η Μαργαρίτα Ζορμπαλά, σε μια από τις «συλλεκτικές» πια παραστάσεις της, σκύβει για πρώτη φορά επισταμένα πάνω στο έργο του Μάνου Λοΐζου, 40 χρόνια μετά τον θάνατό του. Μαζί με τον Απόστολο Ρίζο και τον Νεοκλή Νεοφυτίδη, προσεγγίζουν ευλαβικά το έργο του μεγάλου Κύπριου συνθέτη σε δύο συναυλίες σε Λευκωσία και Λεμεσό, με την ίδια να αισθάνεται ότι αντλεί ενέργεια και δύναμη από τη συνεργασία με νεότερους καλλιτέχνες.

– Γεννηθήκατε στην Τασκένδη και μεγαλώσατε στη Μόσχα. Με ποια συναισθήματα παρακολουθείτε σήμερα τις τραγικές εξελίξεις στην Ουκρανία; Ο πόλεμος, όπως και να έχει, είναι πάντα άδικος. Αυτό που δεν μου αρέσει είναι να κάνω τον ειδικό και να μοιράζω γεωπολιτικές αναλύσεις. Το σίγουρο είναι ότι με στενοχωρεί αφάνταστα αυτό που συμβαίνει. Είναι σπαρακτικό, αδιανόητο. Έζησα στην ΕΣΣΔ, όπου όλες αυτές οι Δημοκρατίες συνιστούσαν μια ενιαία χώρα. Έτσι, για μένα είναι σαν να γίνεται ένας εμφύλιος πόλεμος. Κι επειδή προέρχομαι από μια οικογένεια που έζησε στο πετσί της και τον Εμφύλιο στην Ελλάδα, με πονά ακόμη περισσότερο. Πρόκειται για πολύ κοντινούς, αδελφικούς λαούς και είναι με πολύ μεγάλα γράμματα ΤΡΑ-ΓΙ-ΚΟ αυτό που διαδραματίζεται, να σκοτώνονται άμαχοι, να ξεριζώνονται και να εκτοπίζονται άνθρωποι. Υπάρχουν οι ειδικοί για ν’ αναλύσουν το τι και πώς, να προβλέψουν τι θα συμβεί και τι δεν θα συμβεί. Εγώ ειδική θέλω να πιστεύω ότι είμαι πάνω στο αντικείμενό μου, στο τραγούδι, τη μουσική. Εκεί μπορώ να μιλήσω και ν’ αναλύσω. Σε άλλα θέματα αποφεύγω να πω τη γνώμη μου δημόσια γιατί δεν αισθάνομαι ειδική κι είναι πιθανό να εκτεθώ. 

– Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να κάνετε τώρα μια συναυλία αφιερωμένη στον Μάνο Λοΐζο; Για μένα είναι η πρώτη φορά που ασχολούμαι τόσο σοβαρά και εκτενώς με τον συγκεκριμένο συνθέτη. Σε αρκετές συναυλίες έχω πει τραγούδια του, αλλά αυτή τη φορά έσκυψα πολύ σοβαρά πάνω στο έργο του. Το μελέτησα βαθιά, ολοκληρωμένα, τον αγάπησα πολύ περισσότερο ταξιδεύοντας στη μουσική και τους στίχους του. Κι όσο τραγουδάω τα κομμάτια του τόσο περισσότερο τ’ αγαπάω. Αυτό μού συμβαίνει με τραγούδια που έχουν πολύ βάθος κι είναι στέρεα. Μερικές φορές σου ελκύει το ενδιαφέρον ένα τραγούδι, μαθαίνεις να το τραγουδάς και σε μια εβδομάδα ή ένα μήνα το βαριέσαι. Με τα τραγούδια του Λοΐζου συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: όσο περισσότερο τα τραγουδάω, τόσο περισσότερο μου αρέσουν, τόσα περισσότερα πράγματα ανακαλύπτω. Επίσης, ο Λοΐζος είναι μελωδιστής. Εγώ είμαι λυρική τραγουδίστρια, ερμηνεύτρια της μελωδίας και ίσως γι’ αυτό να βρήκα και πρόσφορο καλλιτεχνικό έδαφος να πατήσω. 

– Ο Μάνος Λοΐζος πέθανε νωρίς και δεν είχατε την ευκαιρία να συναντηθείτε καλλιτεχνικά. Πιστεύετε ότι αν ζούσε λίγο περισσότερο θα είχατε συνεργαστεί; Το 1982 όταν «έφυγε» εγώ ήμουν στο συγκρότημα του Θεοδωράκη. Με τον Λοΐζο βρεθήκαμε δια ζώσης μόνο μια φορά και μου είπε, κοιτάζοντάς με με νόημα, ότι κάποια στιγμή θα συνεργαστούμε. Δεν προλάβαμε. Έφυγε από τη ζωή στα 45 του, πάρα πολύ νωρίς, Αλλά ξέρετε τι συνειδητοποίησα τώρα που ασχολήθηκα με τα τραγούδια του; Πραγματικά, αν ζούσε, δεν υπήρχε περίπτωση να μη συνεργαστώ μ’ αυτόν τον άνθρωπο. Τον νιώθω σαν αδερφή ψυχή. 

– Γιατί επιλέξατε για τίτλο της συναυλίας το συγκεκριμένο τραγούδι του; Είναι από τα λιγότερο γνωστά τραγούδια του, αλλά εμένα μου αρέσει πολύ. Για κάποιον λόγο, μου φαίνεται ότι του ταιριάζει. Σε πολλά τραγούδια του αναφέρεται το φεγγάρι. Υπάρχουν τρεις λέξεις- κλειδιά στα τραγούδια του Λοΐζου: το φεγγάρι, ο ήλιος και τα μάτια. Τις συναντάς σε όλα σχεδόν τα κομμάτια που συνέθεσε. Από εκεί και πέρα, πολλές φορές η επιλογή του τίτλου δεν είναι κάτι που γίνεται και τόσο συνειδητά. 

– Ο Μίκης Θεοδωράκης είναι ένας συνθέτης που σας σημάδεψε από τα πρώτα σας βήματα. Ποιες σκέψεις κάνετε τώρα ατενίζοντας τη «μεταθεοδωρακική» εποχή; Αυτή η εποχή έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια κι όχι τώρα που «έφυγε» ο Μίκης. Τα πράγματα έχουν αλλάξει. Βέβαια, επειδή μιλάμε για έναν πολύ μεγάλο συνθέτη και μια τεράστια προσωπικότητα με βαρύ και ανεξίτηλο αποτύπωμα, δεν είναι ακριβές να λέμε ότι έχει «φύγει». Η εποχή εδώ και χρόνια προσπαθεί ν’ αλλάξει, όμως και πάλι όταν ζορίζουν τα πράγματα και δεν μπορούμε ν’ ανασάνουμε, καταφεύγουμε πάλι στα τραγούδια του Θεοδωράκη, του Χατζιδάκι, του Λοΐζου, όπως και του Μαρκόπουλου, του Ξαρχάκου κ.ο.κ. Εκεί είναι οι βάσεις μας, οι ρίζες μας, από εκεί πιανόμαστε. Πιανόμαστε επίσης από τους στίχους των ποιητών και των μεγάλων στιχουργών όπως ο Γκάτσος κι ο Μάνος Ελευθερίου. Παρατηρείται μια αλλαγή επιφανειακά, αλλά από κάτω η βάση παραμένει κι όταν χρειάζεται πατούν πάνω σ’ αυτή κι οι νεότεροι καλλιτέχνες.

– Γιατί μοιάζει να έδυσε η εποχή των μεγάλων συνθετών; Καταρχάς, ας μην το μηδενίζουμε. Δεν ανήκω σ’ αυτούς που θεωρούν ότι ζούμε σε μια στείρα εποχή. Ακούω ωραία πράγματα από νέα παιδιά, άλλωστε έτσι κι αλλιώς κάθε εποχή πρέπει να έχει τη δική της φωνή. Αλλιώς θα ήμασταν στάσιμοι και ανακυκλωμένοι. Εκεί που διαφωνώ είναι στο να χάνουμε την ελληνικότητά μας, να παραγκωνίζουμε τον ελληνικό λόγο, την υπέροχη γλώσσα μας και να εστιάζουμε τραγουδιστικά μόνο στα αγγλικά και σε δυτικότροπες μελωδίες. Ας τα δοκιμάζουμε κι αυτά, αρκεί να μη ξεχνάμε τις ρίζες μας. Να συνυπάρχουν αρμονικά.

– Κάτι έχει αλλάξει, πάντως. Λείπουν οι δημιουργοί- φάροι και σημεία αναφοράς, τα μεγάλα μεγέθη. Δεν τους έχουμε ανάγκη σήμερα; Αυτό δεν ισχύει μόνο για τη μουσική. Αφορά όλες τις μορφές τέχνης, αλλά και την πολιτική, ακόμη και την επιστήμη. Πράγματι, τα μεγέθη μοιάζουν να έχουν μικρύνει. Λείπουν οι μεγάλες προσωπικότητες, οι ογκόλιθοι ζωγράφοι, σκηνοθέτες, ηθοποιοί, ποιητές, στιχουργοί. Πιστεύω ότι είναι απλώς ένα σημείο των καιρών. Είναι κοινωνικοπολιτικά τα αίτια, σε σχέση με το πώς εξελίσσεται μια κοινωνία, αλλά κι ολόκληρος ο πλανήτης. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο εδώ, αλλά παντού. Η ανθρωπότητα περνά από διάφορα στάδια κι έχει διακυμάνσεις. Σ’ αυτή τη φάση μπορεί να φαίνεται ότι κατεβαίνει, κάποια στιγμή πάλι θ’ ανέβουμε. Τότε θα προκύψουν και πάλι μεγάλες προσωπικότητες. Γιατί θα τις χρειαστούμε. 

– Οι άνθρωποι είναι προϊόντα των καιρών; Μα, είναι τυχαίο άραγε ότι την ίδια χρονιά, το 1925, γεννήθηκαν κι ο Θεοδωράκης και ο Χατζιδάκις; Είναι σύμπτωση; Εγώ δεν το νομίζω.  

 

– Δείχνετε ιδιαίτερα δραστήρια αυτό το διάστημα… Με πήγε πίσω κι εμένα η πανδημία. Μπορεί να έκανα κάτι πιο νωρίς, αλλά γενικά δεν κάνω πολλές παραστάσεις. Έτυχε αυτή την περίοδο να έχω κάποια απανωτά πράγματα, όπως αυτές τις δύο παραστάσεις για τον Λοΐζο, μια σειρά στην Αθήνα με τον Μανώλη Μητσιά για τον Θεοδωράκη, ενώ το ερχόμενο καλοκαίρι θα συνεργαστώ με το Μουσικό Σχολείο Πάφου, μαζί με περίπου 100 παιδιά, σε 4-5 συναυλίες για μεγάλους ανοιχτούς χώρους. Μ’ ενδιαφέρει πολύ η επαφή με παιδιά, να μπορώ να τους μεταλαμπαδεύσω γνώσεις και εμπειρίες, ή ακόμη και να τους διηγηθώ ιστορίες μ’ αυτούς τους σπουδαίους ανθρώπους όπως τους έζησα από κοντά.

– Υπάρχει μια αίσθηση ότι γενικά κρατάτε μια απόσταση από τα μουσικά πράγματα εδώ και κάμποσα χρόνια. Ισχύει αυτό; Αυτό το αισθάνεστε εσείς πιο πολύ παρά εγώ. Και σκέφτομαι και ασχολούμαι και οργανώνω, απλώς ίσως να μου χρειάζεται περισσότερος χρόνος για να φτιάξω κάτι. Για το συγκεκριμένο πρόγραμμα, λ.χ., έχω δώσει όλο μου το είναι. Κοιμάμαι και ξυπνάω με τ’ όνομα του Λοΐζου εδώ και πέντε μήνες. Πέρσι που ήμασταν στην καραντίνα σκεφτόμουν άλλα πρότζεκτ, μάθαινα τραγούδια. Δεν παύει, ευτυχώς, μέσα μου η ανάγκη για δημιουργία. Βεβαίως, αυτό βγαίνει στον κόσμο πιο αραιά. Είναι επιλογή μου, από τη στιγμή που έχω κιόλας αυτή την άνεση. Ίσως είναι και ο χαρακτήρας μου έτσι. Προτιμώ να ωριμάζουν μέσα μου τα πράγματα. Πώς να σας το πω; Θέλω να το θέλω. Θέλω να επιθυμώ πολύ αυτό που θα κάνω. Να έχω κέφι, όρεξη, να μου λείπει η αίσθηση της σκηνής.

– Σας έχει λείψει η αίσθηση της σκηνής; Ξέρετε πόσο μου λείπει αυτή τη στιγμή; Φοβάμαι ότι θα βγω και στα πρώτα λεπτά αντί να τραγουδώ, θα κλαίω. Πραγματικά, στη σκέψη μόνο ότι θα βγω ξανά στη σκηνή ανατριχιάζω. Νιώθω τεράστια ευγνωμοσύνη που μπορώ να το κάνω αυτό.  

 – Είναι απελευθερωτικό να αισθάνεται κάποιος ότι μπορεί να κάνει αυτό που αγαπά μόνο όταν πραγματικά το θέλει; Είναι μαγεία. Κι είμαι πραγματικά από τους τυχερούς ανθρώπους που μπορώ να το κάνω. Δεν μπορείς πάντα να το επιλέγεις αυτό. Υπάρχουν πολλές δυσκολίες σ’ αυτή τη στάση ζωής. Έχω την πολυτέλεια να μπορώ να το κάνω κι αυτό δώρο, ευλογία. Και δεν είναι ότι κάποιος μου το χρωστούσε κι έπρεπε οπωσδήποτε να μου τύχει. Κάποιος μου το δωρίζει. Κι ευχαριστώ αυτόν τον κάποιον που μου δίνει αυτή τη δυνατότητα. 

– Νιώθετε ότι συστήνεστε με κάποιον τρόπο κάθε φορά που ανεβαίνετε στη σκηνή; Όχι, δεν μπορώ να πω ότι συστήνομαι. Αλίμονο σ’ αυτή την ηλικία να ένιωθα έτσι. Όσοι έρχονται να μ’ ακούσουν πάνω- κάτω με ξέρουν. Αυτό που προσπαθώ είναι, ακόμη και σ’ αυτή την ηλικία, να παρουσιάζω κάτι καινούριο, να ψάχνω, να σκάβω μέσα μου για να βγει κάτι νέο, να μαθαίνω απ’ αυτό που κάνω. Μου αρέσει να μαθαίνω, έχω τις κεραίες πάντα τεντωμένες. Βαριέμαι εύκολα, οπότε θέλω να βρίσκω συνεχώς καινούρια ερεθίσματα. Θα είναι ο στίχος; Οι τονισμοί; Θα είναι η κίνηση; Θα είναι κάποια πράγματα που θα πω στον κόσμο από τη σκηνή; Συνέχεια, κάτι ψάχνω. Κι αυτό είναι πολύ δημιουργικό. Βασικά, αυτό είναι που μου δίνει ζωή και θέληση να συνεχίζω. 

– Έχετε κάποιο απωθημένο, κάτι που δεν κάνατε στον χώρο της μουσικής; Για παράδειγμα μια ροκ συναυλία; Για ροκ συναυλία δεν νομίζω να με παίρνει πια (γέλια). Παλιότερα, ναι. Κάποια στιγμή νόμιζα ότι είμαι ροκ τραγουδίστρια και προσπάθησα να κάνω κάτι. Μετά κατάλαβα ότι τελικά δεν είμαι κι είπα «καλύτερα άφησέ το σε ανθρώπους που μπορούν». Γενικά, έχω καταλήξει ότι δεν είμαστε όλοι για όλα. Να κάνουμε πράγματα που μας πηγαίνουν και που είναι κοντά στον ψυχισμό και την ιδιοσυγκρασία μας, να μην απλωνόμαστε από εδώ κι από εκεί. Νεότερη έκανα τα πειράματά μου, τις δοκιμές μου, τις απόπειρές μου. Είναι εμπειρίες που με βοήθησαν στο είδος τραγουδιού που κάνω τώρα. Άλλωστε και τα λάθη βοηθάνε. Δεν μετανιώνω για πράγματα που έχω δοκιμάσει. Επιβάλλεται να δοκιμάζουμε. 

– Νιώθετε ότι κάνατε αυτό που θέλατε στη ζωή σας; Να σας πω κάτι; Εμείς οι καλλιτέχνες ποτέ δεν χορταίνουμε. Είμαστε αχόρταγα άτομα. Δύσκολα ένας καλλιτέχνης θα σας πει ότι είναι ικανοποιημένος για όσα έκανε. Θέλει να κάνει κι άλλα κι άλλα- αν είναι δυνατόν μέχρι να τελειώσει η ζωή του. Αν έχουμε τη φωνή και το σώμα μας σε καλή κατάσταση, θέλουμε να τραγουδάμε μέχρι να πεθάνουμε. Πάνω στη σκηνή, αν είναι δυνατόν. Αυτό είναι κι ένα κίνητρο. 

– Πέρασε ποτέ από το μυαλό σας τι θα γινόταν αν επιλέγατε να επικεντρωθείτε στο θέατρο αντί για το τραγούδι; Νομίζω ότι θα ήμουν πολύ καλή ηθοποιός (γέλια). Το λατρεύω το θέατρο, το δοκίμασα, το έκανα κι αυτό. Όμως διαπίστωσα ότι δεν είναι λειτουργικό να σκορπιέσαι σε διαφορετικά πράγματα. Προτίμησα να επικεντρωθώ στο τραγούδι, πήρα την απόφαση ότι είμαι τραγουδίστρια με κάποιες χρήσιμες θεατρικές γνώσεις. 

– Να μην περιμένουμε να σας δούμε στο σανίδι; Ποτέ δεν ξέρεις. Μπορεί ξαφνικά να μου ‘ρθει η τρέλα, ή κάποια φοβερή πρόταση και να πάω να παίξω, δεν το αποκλείω. Βεβαίως, με τα χρόνια αυτές οι πιθανότητες λιγοστεύουν. Δεν επιζητώ αυτή την προοπτική, όπως συμβαίνει με το τραγούδι που κάνω δικές μου παραγωγές, γεννάω ιδέες κ.λπ. Πρέπει να έρθει μια πρόταση κι αυτό είναι δύσκολο όταν δεν σ’ έχουν στο κάδρο για ηθοποιό.

– Από δω και πέρα ποιες είναι οι προτεραιότητές σας; Εκτιμώ πολύ την ηρεμία στη ζωή μου. Ίσως γι’ αυτό να επέλεξα την Κύπρο ως τόπο διαμονής. Σε σχέση με την Αθήνα και γενικά την Ελλάδα η ζωή εδώ κυλά πολύ πιο ήρεμα και κατασταλαγμένα. Μπορείς να παίρνεις τις αναπνοές σου στον ρυθμό που εσύ θέλεις κι όχι στον ρυθμό που ορίζουν άλλοι. Τη βρήκα αυτή την ηρεμία στο νησί, γι’ αυτό και ζω εδώ σχεδόν 30 χρόνια. Επίσης, δεν εμφανίζομαι και πουθενά, αρκετός κόσμος δεν γνωρίζει καν ότι διαμένω εδώ. Δεν είμαι πολύ των εκδηλώσεων και της δημόσιας ζωής. Μου αρέσουν οι χαμηλοί τόνοι. Δεν επιδιώκω να παρουσιάζω τον εαυτό μου. Δεν χρησιμοποιώ καθόλου αυτά τα σύγχρονα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είμαι παντελώς άσχετη. Δεν μου πάει και μάλλον δεν μου χρειάζεται κιόλας έτσι όπως ζω. 

– Παρακολουθείτε την καλλιτεχνική δραστηριότητα στην Κύπρο; Σας ενδιαφέρει; Ναι, μ’ ενδιαφέρει αλλά για κάποιον λόγο το τελευταίο διάστημα έχω αποστασιοποιηθεί. Ειδικά, τα τελευταία δύο χρόνια δεν πάω πουθενά, έχω κλειστεί στο σπίτι. Προηγουμένως πήγαινα, αλλά όχι όσο θα έπρεπε. Και λέω «έπρεπε» γιατί είμαι άνθρωπος του θεάτρου, μου αρέσει το θέατρο. Φταίω εγώ. Παρακολουθώ και εισπράττω ότι γίνεται καλή δουλειά τα τελευταία χρόνια, γνωρίζω και κάποιους ηθοποιούς που είναι εξαιρετικοί. Δεν πλησιάζω κι είναι δικό μου το φταίξιμο. Ακόμη και στην Αθήνα δεν παρακολουθώ πια θέατρο, που παλιότερα όταν πήγαινα έβλεπα όλες τις παραστάσεις.

– Μουσική ακούτε; Ναι. Βέβαια, επειδή είμαι κι η ίδια τραγουδίστρια, περισσότερο μ’ ενδιαφέρουν οι φωνές. Ανακαλύπτω αρκετές καλές γυναικείες φωνές που ξεπετάγονται τελευταία. Νομίζω ότι τα κορίτσια αυτή τη στιγμή έχουν βγει πιο δυναμικά, έχουν προβάδισμα. Ακόμη και γυναίκες τραγουδοποιοί. Στα δικά μου αυτιά ακούγονται πιο ενδιαφέροντα αυτή την περίοδο αυτά που ακούω από κορίτσια παρά από αγόρια. Παίζει ρόλο η εποχή; Ίσως. Δεν ξέρω.

  • «Με φάρο το φεγγάρι», 21/3 Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου & 23/3 Παττίχειο Θέατρο Λεμεσού, 8.30μ.μ. Tickethour.com, 77777040 και ACS couriers