Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης (Ιω. 8:1-11) διασώζει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ανδροκεντρικής θέσμισης της κοινωνίας: Μια ομάδα ανδρών, με επικεφαλής Γραμματείς και Φαρισαίους, προσάγουν στον Χριστό μια γυναίκα την οποία είχαν συλλάβει επ᾽ αυτοφώρω σε μοιχεία, καλώντας τον να αποφανθεί αν πρέπει να τη λιθοβολήσουν ή όχι.

Οι Γραμματείς είναι αυτοί που ερμήνευαν τον Ιουδαϊκό Νόμο και οι Φαρισαίοι εκείνοι που αφιερώθησαν σ’ αυτόν. Αλλά, οι κατ᾽ εξοχήν γνώστες και θιασώτες του νόμου, όταν το θέμα αφορά γυναίκες, χωρίς καμμιά δυσκολία παραβλέπουν τις διατάξεις του. Η γυναίκα συνελήφθη επ’ αυτοφώρω: Ο άνδρας, όμως, δεν συλλαμβάνεται. H ποινή για μοιχεία ήταν ο στραγγαλισμός: Αυτοί, όμως, προτιμούν πιο επώδυνη εκτέλεση, αυτήν του λιθοβολισμού.

Συνοπτικά: Ένας άνδρας και μια γυναίκα μετέχουν εξίσου σε μια πράξη. Γι’ αυτήν την πράξη η γυναίκα ευθύνεται, ενώ ο άνδρας όχι.

Πολύ περισσότερο, γι’ αυτήν την πράξη -στην οποία ένας άνδρας μετέχει εξίσου με μια γυναίκα- ο άνδρας: α) Κατηγορεί τη γυναίκα, β) δικάζει τη γυναίκα, γ) καταδικάζει τη γυναίκα, και δ) θανατώνει τη γυναίκα.

Αρνούμενος ο Xριστός να υιοθετήσει τον ανδροκεντρισμό και τη διπλή ηθική, καλεί όποιον κατήγορο θεωρεί τον εαυτό του ως αναμάρτητο να ρίξει τον πρώτο λίθο. Τούτο δεν συνεπάγεται απουσία κρίσης για τις ανθρώπινες πράξεις: Απεναντίας, ο Χριστός διευρύνει την ευθύνη για τα συμβαίνοντα στην κοινωνία. Έτσι, καλεί τους κατηγόρους της γυναίκας να αναλογισθούν τη δική τους ευθύνη για την κατάστασή της. Ή την αδιαφορία τους για τα αίτια δημιουργίας και την ύπαρξη τέτοιων καταστάσεων. Ή το γεγονός ότι ανάμεσά τους μπορεί να βρισκόταν και ο άνδρας που είχε συνευρεθεί μαζί της. Ο Χριστός θυμίζει ότι οι αμαρτίες των ανθρώπων, δηλαδή οι υπαρξιακές τους αστοχίες, δεν είναι αμαρτίες της ανθρώπινης φύσης αλλά αμαρτίες του ανθρώπινου προσώπου.

Ήτοι, δεν αμαρτάνει κάποιος λόγω ενός χαρακτηριστικού της φύσης του, το ότι π.χ. είναι γυναίκα, λευκός, ψηλός κ.λπ., αλλά αμαρτάνει ως ελεύθερο πρόσωπο. Συνεπώς δεν υπάρχουν γυναικείες ή ανδρικές αμαρτίες αλλά αμαρτίες των ανθρώπων. Πράγμα που εξυπακούει την αυτή δικαιοσύνη για όλους.

Όταν οι κατήγοροι αποχωρούν, ο Χριστός καλεί τη συγκεκριμένη γυναίκα να αναθεωρήσει τη ζωή της, να δημιουργήσει άλλης ποιότητας υπαρξιακούς δεσμούς. Με τη στάση του ο Xριστός απορρίπτει τον ανδροκεντρισμό και, συνάμα, ζητεί τη δημιουργία ενός κόσμου στον οποίο άνδρας και γυναίκα να βιώνουν εξίσου και αδιακρίτως οτιδήποτε αληθινό. Η ηγεμονία του ενός φύλου και οι κυριαρχικές σχέσεις πρέπει να αντικασταθούν από την ισότητα και την αμοιβαία δοτικότητα. Η αληθινή ετερότητα δεν είναι αιτία αλληλομαχίας αλλά έναυσμα αυθεντικής κοινωνίας, διαφοράς στην ενότητα και ενότητας στη διαφορά: Το εγώ και το εσύ συγκατοικούν αρμονικά στο εμείς.

Παρά ταύτα, ο ανδροκεντρισμός επαναλαμβάνεται και σήμερα: Στην οικογένεια, στην εργασία, στην πολιτική και άλλες εκφάνσεις της ζωής, εξακολουθούν να υπάρχουν διακρίσεις σε βάρος των γυναικών. Περαιτέρω, η σύγχρονη κοινωνία αντικειμενικοποιεί τη γυναίκα και φετιχοποιεί το σώμα της· η σεξουαλικότητα εμπορευματοποιείται και ο έρωτας εκπίπτει σε ανέραστη τριβή επιδερμίδων. Παρά την επιτευχθείσα νομική ισότητα μεταξύ των φύλων, η συνειδησιακή νοοτροπία υποτίμησης της γυναίκας εξακολουθεί να ταλαιπωρεί ανθρώπους και κοινωνία.

Μια ελευθεροποιός παιδεία, απορρίπτοντας κάθε πουριτανισμό του σώματος ή της ψυχής, οφείλει να συνεισφέρει στη σύνδεση σεξουαλικότητας και έρωτα, έρωτα και αγάπης. Οφείλει να μάθει τους ανθρώπους ότι το ανθρώπινο σώμα είναι τα ένσαρκα όριά του και, συνάμα, η γέφυρά του προς τους άλλους. Συνεπώς, κάθε αληθινή ερωτική συνάντηση προϋποθέτει το ελεύθερο άνοιγμα και την πλήρη αυτοπαράδοση στον αγαπημένο.

Ο έρωτας ως έκσταση του ανθρώπου από το εαυτό του, ως σωματοψυχική μέθεξη με τον άλλο, ως δωρούμενη και δωροδόχος ταυτο-ετερο-κατάφαση, ως βίωμα γλυκασμού της ζωής, οφείλει να αποτελεί πρώτιστη στοχοθεσία της διαφυλικής αγωγής.

*Καθηγητής στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου, Τακτικό Μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας