Αφού σχεδόν δεν έμεινε γιατρός στα Τμήματα Πρώτων Βοηθειών των κρατικών νοσοκομείων, η Κυβέρνηση αποφάσισε την περασμένη εβδομάδα να αυξήσει το κατ’ αποκοπή επίδομα για τους εν λόγω γιατρούς, από €800 σε €1.200 τον μήνα και ορθά ο πρόεδρος της συντεχνίας των γιατρών του Δημοσίου (ΠΑΣΥΚΙ) Σωτήρης Κούμας διερωτήθηκε, γιατί 1.200 ευρώ το επίδομα και όχι 1.500 ή χίλια. Ήθελε να υποδείξει ότι δεν προηγήθηκε μια συνολική μελέτη με τα επιδόματα των γιατρών στον δημόσιο τομέα και οι αποφάσεις που λαμβάνονται είναι σπασμωδικές.
Εγώ δεν μπορώ να έχω άποψη εάν το κατ’ αποκοπή ποσό πρέπει να είναι 1.200 ευρώ τον μήνα, μικρότερο ή μεγαλύτερο. Θα συμφωνήσω όμως με τον κ. Κούμα ότι γίνονται πράγματα στο πόδι, καθώς το κράτος τρέχει πίσω από τις εξελίξεις για να διορθώσει, εάν τα καταφέρει, ό,τι διορθώνεται.
 
Από την αρχή είχα την άποψη, και εξακολουθώ να έχω την ίδια, ότι σε σχέση με το ΓεΣΥ έγιναν πολλά λάθη. Και το αποδεικνύουν τα ίδια τα γεγονότα. Όπως:
* Το σύστημα έχει ελλείψεις σε γιατρούς, ιδιαίτερα ειδικούς.
* Ο τρόπος με τον οποίο αποφασίστηκε να αποζημιώνονται οι γιατροί οδήγησε σε δύο μεγάλα προβλήματα: Στην αποψίλωση των δημοσίων νοσηλευτηρίων και στην απόφαση μεγάλης μάζας γιατρών του ιδιωτικού τομέα να μην ενταχθούν στο ΓεΣΥ.
* Είναι ορατό το ενδεχόμενο να μείνουν εκτός Συστήματος και τα πλείστα ιδιωτικά νοσηλευτήρια.
 
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μόλις τον περασμένο Ιούνιο το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε την παραχώρηση έξτρα ποσού €3 εκατ. σε ιδιωτικά νοσηλευτήρια στο πλαίσιο παροχής κινήτρων για να συμβληθούν με το ΓεΣΥ. Ούτε το ότι στο παρασκήνιο αναγνωρίζεται πως διαφορετική θα έπρεπε να είναι η οικονομική σχέση ΟΑΥ – ιδιωτών γιατρών και τώρα φαίνεται να ψήνονται αλλαγές.
 
Το ΓεΣΥ είναι απαραίτητο. Απαραίτητες όμως είναι και οι αλλαγές σε αυτό. Χωρίς προκαταλήψεις, εγωισμούς, πείσματα και ωραιοποιήσεις. Διότι ήδη ο πολίτης πληρώνει αρκετά και ακριβά, χωρίς να έχει ως ανταπόδοση το καλύτερο για την υγεία του…

[email protected]