Πόσο θα διαρκέσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και ποιος θα είναι ο νικητής; Ένα ερώτημα για το οποίο δεν φαίνεται ακόμα να υπάρχει καμία σίγουρη απάντηση. Προς το παρόν, χαμένοι με μεγάλες ανθρώπινες απώλειες και με σοβαρό οικονομικό κόστος είναι οι δυο πλευρές, Ουκρανία και Ρωσία, ενώ το σύνολο της διεθνούς κοινότητας πληρώνει τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής και των κυρώσεων. 

Με την πάροδο του χρόνου, ο κόσμος και οι κυβερνήσεις χάνουν το ενδιαφέρον τους για τα όσα τραγικά εξελίσσονται, όπως άλλωστε έχει συμβεί στο παρελθόν και σε άλλες περιπτώσεις (Κύπρος, Παλαιστίνη, Αφγανιστάν, Ιράκ, Συρία, Λιβύη). Επιπλέον, η όλη κατάσταση επιφέρει περαιτέρω προβληματισμό μπροστά σε πιθανές εξελίξεις: από πυρηνικό «ατύχημα» έως παγκόσμια ενεργειακή ή επισιτιστική κρίση. Τον τελευταίο καιρό, προβάλλεται όλο και περισσότερο η άποψη ότι για χάρη της ασφάλειας και της οικονομικής σταθερότητας θα πρέπει να υπάρξουν συμβιβασμοί, κυρίως από μέρους του Κιέβου. 

Την ίδια στιγμή, θεωρείται ότι η τωρινή εισβολή της Ρωσίας είναι πολύ πιο σοβαρή από την προηγούμενη και η ανθρωπότητα δεν έχει την πολυτέλεια να αδιαφορήσει και να επιδείξει κόπωση. «Ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν θέλει απλώς να καταλάβει περισσότερο ουκρανικό έδαφος. Οι φιλοδοξίες του δεν σταματούν καν στην κατάληψη του ελέγχου ολόκληρης της χώρας μας. Θέλει να εξουδετερώσει την ουκρανική εθνότητα και να εξαφανίσει τον ουκρανικό λαό από τον χάρτη, τόσο σφάζοντας όσο και καταστρέφοντας τα χαρακτηριστικά της πατρίδας μας. Με άλλα λόγια, συμμετέχει σε μια εκστρατεία γενοκτονίας» υποστήριξε ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας, Ντμίτρο Κουλέμπα, σε άρθρο του στο «Foreign Affairs».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Από τις 24 Φεβρουαρίου της τρέχουσας χρονιάς, όπου η Ρωσία εξαπέλυσε στρατιωτική επίθεση κατά της Ουκρανίας, η Δύση έχει παράσχει δισεκατομμύρια σε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια στο Κίεβο. Μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν μέχρι στιγμής περισσότερα από 8 δισεκατομμύρια δολάρια και αναμένεται το ποσό να αυξηθεί μέσα στους επόμενους μήνες. Σύμφωνα με αναλύσεις ειδικών, τα όπλα της Δύσης «έκαναν τη διαφορά» στο πεδίο της μάχης, δίνοντας τη δυνατότητα στις ουκρανικές δυνάμεις να αποκρούσουν επιθέσεις και να προβούν σε αντεπιθέσεις. 

Η διασφάλιση της Μαύρης Θάλασσας θεωρείται ο πιο κρίσιμος παράγοντας για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανθεκτικότητα της Ουκρανίας. Γι’ αυτό, πριν ακόμη εκδηλωθεί η ρωσική εισβολή, οι περισσότεροι αναλυτές στις ΗΠΑ είχαν υποστηρίξει ότι ο Ρώσος πρόεδρος είχε στόχο να μετατρέψει την Ουκρανία σε περίκλειστο κράτος. Έξι μήνες μετά, φαίνεται ότι ο Πούτιν απέτυχε να υλοποιήσει τους στόχους του τόσο στη νότια όσο και στην ανατολική Ουκρανία.

Η μεγάλη χρονική διάρκεια όμως αυτού του πολέμου είναι πολύ πιθανόν να επιφέρει ανατροπές και στις δύο πλευρές, σε σχέση με τις επιδιώξεις τους, όσον αφορά στον στρατιωτικό τομέα, τόσο σε έμψυχο όσο και σε άψυχο υλικό. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να βλέπουν την Κίνα ως τη μεγαλύτερη μακροπρόθεσμη πρόκληση, πράγμα που σημαίνει ότι περισσότερο από το βάρος για την ασφάλεια της Ευρώπης θα πέσει τελικά στις 29 ευρωπαϊκές χώρες που είναι μέλη του ΝΑΤΟ (σύντομα θα γίνουν 31 με τη Σουηδία και τη Φινλανδία)» επισημάνθηκε ενδεικτικά σε ανάλυση της «Νιου Γιορκ Τάιμς», υπογραμμίζοντας ότι «η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει δεσμευτεί να στηρίξει την Ουκρανία και να επενδύσει στην ευρύτερη ευρωπαϊκή ασφάλεια, αλλά το παράθυρο αλλαγής της τροχιάς του πολέμου στενεύει».

Σε μια άλλη ανάλυση στην «Ουάσινγκτον Ποστ» διατυπώθηκε η άποψη ότι «ο Πούτιν και όχι ο Ζελένσκι, είναι αυτός που μπορεί να τερματίσει τον πόλεμο. Ο πρόεδρος της Ουκρανίας λαμβάνει τελευταία πολλές συμβουλές για το πώς μπορεί να τερματίσει τον πόλεμο στη χώρα του και οι περισσότερες από αυτές ωθούν προς μία κατεύθυνση: «Ανταλλάξτε μέρος της κυριαρχίας σας με την ειρήνη» και ότι «αν δώσετε στον Πούτιν άλλο ένα κομμάτι ουκρανικής επικράτειας, ο πόλεμος θα τελείωνε». Επίσης, σελίδες με άρθρα στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν γεμίσει με αυτοπροβαλλόμενους στρατηγούς που προτείνουν τρόπους στον Ζελένσκι για να σταματήσει τη σφαγή». 

Στο ίδιο άρθρο αναφέρθηκε ότι «η πραγματική διπλωματία χρειάζεται δύο για το ταγκό. Οι συστάσεις για ειρήνη που «δίνουν εντολή» μόνο στον Ζελένσκι να συνθηκολογήσει είναι όχι μόνο αποκρουστικές, αλλά και εξαιρετικά μη ρεαλιστικές. Ο Πούτιν δεν προκλήθηκε να εισβάλει. Η Ρωσία δεν αντιμετώπισε καμία απειλή για την ασφάλειά της από την Ουκρανία. Ο Πούτιν έχει αναγνωρίσει δύο περιοχές της Ουκρανίας (το Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ) ως ανεξάρτητα κράτη και έχει σχέδια να τις προσαρτήσει, μαζί με άλλες πόλεις και περιοχές της νότιας Ουκρανίας που για τον Ρώσο ηγέτη είναι αυτό που αποκαλεί “Νοβοροσίγια”. Το να προσπαθήσουν να ευχαριστήσουν τον Πούτιν δίνοντάς του περισσότερο έδαφος, θα τον ενθαρρύνουν με τις προσαρτήσεις και θα ανταμείψουν τον ιμπεριαλισμό του. Ο Πούτιν δεν θα σταματήσει να πολεμά έως ότου ο στρατός του δεν θα μπορεί πλέον να προχωρήσει».

Απρόβλεπτες στροφές

Σε εκτενή παρουσίαση από την αμερικανική δεξαμενή σκέψης «Atlantic Council», όσον αφορά στην κατάσταση στην Ουκρανία και τα πιθανά σενάρια (για το τέλος του πολέμου), σημειώθηκε ότι υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες για το τι μπορεί να συμβεί, καθώς και αρκετά ενδεχόμενα που θα καθόριζαν τις εξελίξεις, όπως η ποσότητα και το είδος της στρατιωτικής υποστήριξης που θα συνεχίσει να προσφέρει η Δύση στην Ουκρανία, καθώς και μέχρι πότε οι περισσότερες δυτικές χώρες θα είναι διατεθειμένες να προσφέρουν οικονομική βοήθεια και να επιβάλλουν κυρώσεις, από τη στιγμή που επηρεάζονται και οι δικές τους οικονομίες. Μεταξύ άλλων, συμπεριλήφθηκε και η εκτίμηση ότι αν ο Ρώσος πρόεδρος αντιμετωπίσει «εσωτερική πρόκληση» για την εξουσία του, δεν αποκλείεται να κάνει χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων ή να προκαλέσει αντιπαράθεση με το ΝΑΤΟ. Όπως σημειώθηκε, «οι πόλεμοι σπάνια ακολουθούν ένα σενάριο. Και αυτός ο πόλεμος έχει πάρει απρόβλεπτες στροφές. Το πώς και αν τελειώσει, υπό ποιες συνθήκες και ποιες θα είναι οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του στην παγκόσμια τάξη, θα αρχίσουν να αποσαφηνίζονται τους επόμενους μήνες».