Σε ερωτήσεις δημοσιογράφων απάντησε ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κ. Γιώργος Σαββίδης, στο περιθώριο σημερινής φιλοφρονητικής συνάντησης που ο ίδιος κι ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας κ. Σάββας Αγγελίδης είχαν το πρωί με την Πρόεδρο της Βουλής κα Αννίτα Δημητρίου. Ερωτηθείς ποιες νομοθεσίες κρίνει ως Γενικός Εισαγγελέας ότι χρειάζονται τροποποίηση, μεταξύ άλλων ο κ. Σαββίδης αναφέρθηκε στον περί Θανατικών Ανακριτών Νόμο, αλλά και των νόμων που αφορούν τις πυρκαγιές. Τόνισε ότι “έχουμε εισηγηθεί την εισαγωγή κάποιου αυστηρού ποινικού αδικήματος εκεί όπου δημιουργούνται φωτιές, δηλαδή στην περίπτωση του καψαλίματος, το οποίο εισηγούμαστε να τιμωρείται με πολύ αυστηρό τρόπο, ώστε να μπορέσουμε, με τον τρόπο αυτό, να κτυπήσουμε το κακό στη ρίζα του. Δηλαδή, να μην επιτρέπεται καθόλου το καψάλιμα και να τιμωρείται κάποιος από εκείνη τη στιγμή, ανεξάρτητα εάν η πράξη του προκάλεσε πυρκαγιά ή όχι. Πιστεύουμε ότι αυτό είναι κάτι που  θα βοηθήσει στην πρόληψη των πυρκαγιών», είπε ο Γενικός Εισαγγελέας.

Αρχικά, χαρακτηρίζοντας τη συνάντηση με την κα Δημητρίου ως ουσιαστική, ο Γιώργος Σαββίδης σημείωσε πως έγινε εκτενής συζήτηση επί διαφόρων θεμάτων τα οποία άπτονται της συνεργασίας που υπάρχει μεταξύ του θεσμικού ρολού της Βουλής των Αντιπροσώπων και του θεσμικού ρόλου του Γενικού Εισαγγελέα και της Νομικής Υπηρεσίας. Μια συνεργασία την οποία, όπως είπε, θα προσπαθήσουμε να αναβαθμίσουμε ώστε να υποστηρίξουμε τη Βουλή στη βοήθεια που ζήτησε από τη Νομική Υπηρεσία στο κοινοβουλευτικό της έργο.

«Διαπιστώσαμε πλήρη σύμπτωση απόψεων, η οποία συνίσταται στο γεγονός ότι και εμείς ως Νομική Υπηρεσία, και η Βουλή ως Βουλή, επιθυμούμε να υπάρχει καλύτερη και στενότερη επαφή και βοήθεια από πλευράς Νομικής Υπηρεσίας στο κοινοβουλευτικό έργο της Βουλής και των Επιτροπών της, κάτι το οποίο και μάς ζητήθηκε και θα προσπαθήσουμε να αναβαθμίσουμε σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό», είπε ο κ. Σαββίδης, σημειώνοντας τις οδηγίες που δόθηκαν από πλευράς των επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας για τακτική συμμετοχή λειτουργών της Νομικής Υπηρεσίας κατά τη συζήτηση σοβαρών θεμάτων και προτάσεων νόμου στη Βουλή, εν αντιθέσει με το ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν.

«Είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος της Βουλής των Αντιπροσώπων και παρά το ότι η Νομική Υπηρεσία είναι, βάσει του Συντάγματος, ο νομικός σύμβουλος της εκτελεστικής εξουσίας και του Προέδρου της Δημοκρατίας, έχουμε πολύ σημαντικό ρόλο να διαδραματίσουμε τόσο με τη σύνταξη και προώθηση των νόμων όσο και του σωστού τρόπου με τον οποίον οι νόμοι θα εγκριθούν από τη Βουλή. Προς αυτό διαβεβαιώσαμε για την πρόθεσή μας να ανταποκριθούμε στην καλύτερη αυτή συνεργασία μεταξύ των θεσμών», επεσήμανε ο Γενικός Εισαγγελέας.

Πρόσθεσε ακόμη πως κατά τη συνάντηση συζητήθηκαν και θέματα που αφορούν στη διαδικασία της Βουλής καθώς και το θέμα των νομοθεσιών που χρειάζονται τροποποίηση. Εξ ου και είμαστε διαθετημένοι, «αν μας ζητηθεί, να παρευρεθούμε σε μια σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών των κοινοβουλευτικών κομμάτων ώστε να συζητήσουμε και να θέσουμε σε καλύτερη βάση τη συνεργασία μεταξύ Νομικής Υπηρεσίας και Βουλής των Αντιπροσώπων».

Ερωτηθείς ποιες νομοθεσίες κρίνει ως Γενικός Εισαγγελέας ότι χρειάζονται τροποποίηση, ο κ. Σαββίδης είπε ότι τον τελευταίο καιρό έχουν γίνει εισηγήσεις από πλευράς του Γραφείου του για αριθμό νομοθεσιών που πρέπει να αλλάξουν, φέροντας σχετικά παραδείγματα. «Είναι ο περί Θανατικών Ανακριτών Νόμος, για τον οποίον πολύ πρόσφατα αποστείλαμε επιστολή [προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης] ότι πρέπει να αλλάξει. Είναι, επίσης, είναι η πολύ πρόσφατη επιστολή μας σε σχέση με τις πυρκαγιές προς τα Υπουργεία Γεωργίας, Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, όπου εκεί εισηγηθήκαμε την σε βάθος εκτίμηση των νόμων που υπάρχουν –και υπάρχουν πολλοί νόμοι που καλύπτουν το ίδιο θέμα με αλληλοκάλυψη και διαφορετικές ποινές. Επίσης, έχουμε εισηγηθεί την εισαγωγή κάποιου αυστηρού ποινικού αδικήματος εκεί όπου δημιουργούνται φωτιές, δηλαδή στην περίπτωση του καψαλίματος, το οποίο εισηγούμαστε να τιμωρείται με πολύ αυστηρό τρόπο, ώστε να μπορέσουμε, με τον τρόπο αυτό, να κτυπήσουμε το κακό στη ρίζα του. Δηλαδή, να μην επιτρέπεται καθόλου το καψάλιμα και να τιμωρείται κάποιος από εκείνη τη στιγμή, ανεξάρτητα εάν η πράξη του προκάλεσε πυρκαγιά ή όχι. Πιστεύουμε ότι αυτό είναι κάτι που  θα βοηθήσει στην πρόληψη των πυρκαγιών», είπε ο Γενικός Εισαγγελέας.

Πρόσθεσε ακόμη ότι με αφορμή το θέμα που προέκυψε με την ονομασία κάποιων κομμάτων πριν από την υποβολή των υποψηφιοτήτων στις Βουλευτικές,  ο ίδιος και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας συζήτησαν με την Πρόεδρο της Βουλής κάποιες από τις επισημάνσεις τους σε σχέση, με τους εκλογικούς νόμους, καθώς και το πότε μπορεί κάποιος να προσφύγει στο Εκλογοδικείο. «Την παρούσα στιγμή, η προσφυγή στο Εκλογοδικείο μπορεί να γίνει μόνο μετά από τις εκλογές, ενώ ενδεχομένως θα έπρεπε να υπάρχει δυνατότητα να γίνει και σε προγενέστερο των εκλογών στάδιο», ο κ. Σαββίδης εξήγησε.

Στο θέμα της βελτίωσης του νομοθετικού πλαισίου, ειδική αναφορά έγινε από τον Γενικό Εισαγγελέα στον νέο περί Επικίνδυνων Μολυσματικών Ασθενειών Νόμο που εγκρίθηκε την περασμένη εβδομάδα από το Υπουργικό Συμβούλιο και κατατέθηκε στη Βουλή, ο οποίος, όπως είπε, ετοιμάστηκε από τη Νομική Υπηρεσία με πρόθεση να αντικαταστήσει τον αποικιοκρατικό περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμο που σήμερα βρίσκεται σε ισχύ. «Η Νομική Υπηρεσία ετοίμασε πολύ πρόσφατα για βελτίωση και εκσυγχρονισμό του περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμου –ο οποίος μπήκε στη ζωή μας πέρυσι και έχει παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και στην καταστολή του κορωνοϊού- ένα νομοσχέδιο, τον περί Επικίνδυνων Μολυσματικών Ασθενειών Νόμο, ο οποίος αναμένεται να αντικαταστήσει τον παλιό, αποικιοκρατικό περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμο, που συντάχθηκε κάποια στιγμή πριν από την ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο νέος νόμος, που ετοιμάστηκε με βάση τις εμπειρίες μας σε αυτή τη χρονική περίοδο των 16 μηνών, ετοιμάστηκε από μια ομάδα λειτουργών του Συνταγματικού Δικαίου, του Ποινικού Δικαίου, αλλά και των διαφόρων Υπηρεσιών της Νομικής Υπηρεσίας ώστε να καλύπτει καλύτερα το αντικείμενο αυτό. Το νομοσχέδιο εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο την περασμένη εβδομάδα και έχει κατατεθεί στη Βουλή.»

Σημειώνοντας το μεγάλο ενδιαφέρον που η Πρόεδρος της Βουλής επέδειξε για το έργο της Νομικής Υπηρεσίας, ο κ. Σαββίδης συμπλήρωσε πως η κα Πρόεδρος «μας ζήτησε να συνεχίσουμε τη συνεργασία μας, γιατί είναι πάρα πολύ σημαντικό, και το αναγνωρίζουμε αμφότεροι ότι, προκειμένου να μπορέσουμε να αναβαθμίσουμε την εντύπωση που ο κόσμος έχει για τους πολιτικούς και τους θεσμούς, αλλά και για τη δική μας την Υπηρεσία, είναι πολύ σημαντικό να λειτουργήσουμε όλοι με ένα τρόπο υπεύθυνο, ο καθένας να κάνει τη δουλεία του, μακριά από λαϊκισμούς ή άλλη ενέργεια που να μην βασίζεται στην επιστημοσύνη και στον σωστό τρόπο αντιμετώπισης καταστάσεων.»

Κληθείς ακόμη να σχολιάσει τα φαινόμενα απειθαρχίας που παρατηρήθηκαν από μερίδα πολιτών και επιχειρηματιών σε σχέση με την εφαρμογή του Safepass, ο Γενικός Εισαγγελέας χαρακτήρισε ως πάρα πολύ λυπηρό το γεγονός να μην υπάρχει η συνεργασία και η συνεννόηση που θα έπρεπε να υπάρχει μεταξύ των αστυνομικών Αρχών, που κάνουν τη δουλεία τους, και διαφόρων ομάδων πολιτών. «Ελπίζω τα περιστατικά αυτά να είναι μεμονωμένα», είπε. «Από τη δική μας την πλευρά ως Νομική Υπηρεσία, μόλις έρθουν κοντά μας περιστατικά και καταγγελίες για απρεπή συμπεριφορά και για άλλα ποινικά αδικήματα, να είστε σίγουροι ότι οι υπεύθυνοι θα οδηγηθούν στα Δικαστήρια».

Ερωτηθείς εάν η έκδοση Διαταγμάτων θα συνεχίσει να αποτελεί τον τρόπο λειτουργίας για αποτροπή της διασποράς του κορωνοϊού και αν ο περί Επικίνδυνων Μολυσματικών Ασθενειών Νόμος προνοεί παρόμοιες διατάξεις, ο Γενικός Εισαγγελέας απάντησε πως εκ της φύσεως του συγκεκριμένου αντικειμένου και της αναγκαιότητας για τη λήψη άμεσων μέτρων με ουσιαστικά άμεση ισχύ, η οποιαδήποτε καθυστέρηση που θα προκαλείται -είτε από την ανάγκη να συνέρχονται κάθε φορά κοινοβουλευτικές Επιτροπές και η Ολομέλεια της Βουλής είτε γιατί υπάρχουν περίοδοι όπου η Βουλή είναι κλειστή- δεν θα μπορέσει να βοηθήσει τους σκοπούς για τους οποίους η νομοθεσία αυτή υπάρχει.

«Η φιλοσοφία και στον νέο νόμο είναι ότι θα μπορούν τα Διατάγματα που χρειάζονται να εκδίδονται είτε από το Υπουργικό Συμβούλιο είτε από τον Υπουργό Υγείας, να εκδίδονται με τον τρόπο που εκδίδονται σήμερα. Ξέρω ότι υπάρχουν αρκετές απόψεις για το θέμα αυτό. Για εμάς είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι το κύριο πρόβλημα που έχουμε αυτή τη στιγμή, είναι να μπορέσουμε να κερδίσουμε πίσω τις ζωές μας και να επιστρέψουμε στην κανονικότητα. Ήδη έχουν γίνει πολλές θυσίες από όλους μας για να φθάσουμε σε αυτό το σημείο. Πιστεύω ότι αυτό που έχει προτεραιότητα είναι να δούμε πώς θα μπορέσουμε να πετύχουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εμβολιαστική κάλυψη, γιατί φαίνεται ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε το πρόβλημα. Βεβαίως, εκεί και όπου συνάδελφοι δικηγόροι ή πολίτες κρίνουν ότι τα δικαιώματά τους παραβιάζονται, έχουν κάθε δικαίωμα να προσφύγουν -και έχουν προσφύγει αρκετοί- στα Δικαστήρια. Ήδη έχουν αρχίσει να εκδίδονται και ορισμένες αποφάσεις, με πιο πρόσφατη αυτήν που το Γραφείο μου ανακοίνωσε την περασμένη Παρασκευή, όπου σε αίτημα μιας μεγάλης ομάδας πολιτών να κριθούν όλα αυτά τα θέματα περί αντισυνταγματικότητας, περί επέμβασης στις ανθρώπινες ελευθερίες ή θέματα βασανιστηρίων κ.ά.,  το Δικαστήριο επέρριψε το αίτημά τους και τους καταδίκασε στα έξοδα», συμπλήρωσε ο κ. Σαββίδης.

Είπε τέλος ερωτηθείς σχετικά ότι οι ποινές που προβλέπει ο περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμος είναι αρκετά σοβαρές, υπενθυμίζοντας τους κανονισμούς που ψήφισε πέρυσι η Βουλή για την επιβολή μεγάλων εξώδικων προστίμων, ανάλογα με το μέγεθος της κάθε επιχείρησης, σε ιδιοκτήτες επιχειρήσεων που παραβιάζουν τα μέτρα κατά της διασποράς του κορωνοϊού. «Πιστεύω», είπε ο κ. Σαββίδης «ότι αυτά τα εξώδικα είναι ικανοποιητικά και αρκετά αποτρεπτικά. Δεν ξέρω αν θα κριθεί από τα αρμόδια Υπουργεία ή τη Βουλή, σε κάποιο στάδιο, ότι θα χρειαστούν μεγαλύτερες ποινές, αλλά θεωρώ ότι τα σημαντικά εξώδικα πρόστιμα που προβλέπει ο περί Λοιμοκάθαρσεως Νόμος και τα οποία ως η εισήγησή μας είναι να συνεχίσουν να ισχύουν και με τον νέο νόμο, είναι πιστεύω ικανοποιητικά.  Παράλληλα, υπενθυμίζω ότι υπάρχει και δικαίωμα εκεί όπου μια επιχείρηση παραβιάζει για δεύτερη ή συνεχόμενη φορά τα μέτρα να υπάρχει αύξηση του προστίμου αυτού, καθώς και το δικαίωμα στον Αρχηγό Αστυνομίας να εκδώσει Διάταγμα άρσης της λειτουργίας μιας επιχείρησης, η οποία παραβιάζει τον περί Λοιμοκάθαρσεως Νόμο. Αυτά περιλαμβάνονται και στον νέο νόμο», επεσήμανε ο Γενικός Εισαγγελέας.