Η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου 1940, πέραν από το τυπικό μέρος των όποιων τελετουργικών, δοξολογιών, παρελάσεων, πανηγυρικών της ημέρας και όλων των άλλων συναφών και συμπαρομαρτούντων, προσφέρεται έτσι ωμά και για κάποιες άλλες ίσως διαπιστώσεις. Και όμως τις αφήνουμε να περνούν στα ψιλά ή στην καλύτερη περίπτωση ν’ αναδεικνύονται ανώδυνα ως προς τις ευθύνες του σήμερα και την ικανότητα να διδασκόμαστε από την ιστορία και ν’ αποκομίζουμε ανάλογα σε περιεχόμενο μαθήματα. 
Η ψηλάφηση κάποιων πραγματικοτήτων, όπως αυτές απορρέουν μέσα από τα ίδια τα γεγονότα, με την ιστορία όπως γράφτηκε στις συνθήκες που επικράτησαν τότε, δεν απαιτεί ιδιαίτερη ικανότητα στην εκφορά δεινών ρητορικών λόγων και το στήσιμο σκηνικών που παίζουν στο πεδίο των εντυπώσεων. Θέλει μια απλή και ταπεινή προσέγγιση πραγμάτων  και ιστορικών αληθειών. Προπάντων με καλή θέληση και διάθεση και σε απόσταση ασφαλείας πάντα από αλλότριες σκοπιμότητες που παρεισφρέουν και εξανδραποδίζουν ό,τι ιερό και όσιο.
Ο πόλεμος του 1940 είχε συγκλονίσει τότε και το νησί μας. Το μέγεθος των επιδράσεων ήταν τέτοιο ώστε προκάλεσαν και την κατάρρευση της «Παλμεροκρατίας», που ήταν τότε τόσο βαθιά ριζωμένη. Σημαντικά στοιχεία που θα μπορούσε κάποιος ν’ αποκρυπτογραφήσει από τα γεγονότα της εποχής είναι, μεταξύ άλλων, ο ενθουσιασμός που προκλήθηκε ανάμεσα στον πληθυσμό της Κύπρου, τον οποίο αναζωπύρωναν και οι στρατιωτικές επιτυχίες στο πεδίο των μαχών, στη Βόρεια Ήπειρο, αλλά και η πραγματική προθυμία για συμμετοχή και συνεισφορά στον αγώνα της Ελλάδας. Δεν διεξαγόταν μόνο για την προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας, αλλά και για την επικράτηση σ’ όλη την ανθρωπότητα των αρχών και των ιδανικών της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Πραγματικά, η συμβολή της Κύπρου στον αγώνα τότε, ξεπερνούσε κάθε προσδοκία και άγγιζε τα όρια του θαύματος. Όταν γίνεται λόγος για θαύμα, εισερχόμαστε σε αχαρτογράφητα για τη λογική πεδία, που την υπερβαίνουν και αγγίζουν τα όρια του υπέρλογου. Καμιά σχέση πάντως με το παράλογο… που μάς κυκλώνει τόσο ασφυκτικά στο σήμερα. Η πλειοψηφία των κατοίκων του νησιού, ανεξαρτήτως μάλιστα εθνικής καταγωγής, έσπευσε αυθόρμητα για να συμπαρασταθεί με κάθε τρόπο στην Ελλάδα σ’ ένα αγώνα ιερό. Εθελοντές έδωσαν βροντερά το παρόν τους, αψηφώντας τις όποιες δυσχέρειες μετάβασης στην Αθήνα που πρόβαλλαν ανυπέρβλητα. Η στελέχωση του «Κυπριακού Συντάγματος» (Cyprus Regiment), ήταν πολύ μεγαλύτερη από την αναμενόμενη. Ακόμα πιο εντυπωσιακά μεγέθη προκύπτουν από το προϊόν των εράνων που διενεργήθηκαν αυθόρμητα. Έχοντες και μη έχοντες έσπευσαν χωρίς δεύτερη σκέψη να δώσουν και από το περίσσευμα τους, αλλά κυρίως οι περισσότεροι από το υστέρημά τους. Υπολογίζεται ότι μαζεύτηκαν γύρω στις £300-£350 χιλιάδες για ενίσχυση του αγώνα. 
Η διαφορά του τότε με το σήμερα; Ο ορισμός του πατριώτη δόθηκε έμπρακτα και έβγαινε μέσα από την ψυχή. Έτσι λιτά και απέριττα συντέθηκε ένα μεγαλείο που εκκόλαπτε αναστήματα… Σήμερα ο ορισμός αυτός εμφανίζεται τόσο βραχυκυκλωμένος από κάποιους δήθεν «προοδευτισμούς» και «εκσυχρονισμούς», που εκβάλλουν μόνο σε αποδομήσεις, αποκαθηλώσεις και ισοπεδώσεις… Σ΄ ένα πεδίο τόσο θολό…