Κάθε χρόνο, προς το τέλος της σχολικής χρονιάς, καταγράφεται η διδαχθείσα και εξεταστέα ύλη από τις διδάξασες και τους διδάξαντες εκπαιδευτικούς κάθε μαθήματος. Στην περίπτωση των εξεταζόμενων μαθημάτων και ετοιμασίας ενός γραπτού εξεταστικού δοκιμίου σκεφτόμαστε πού πρέπει να δοθεί έμφαση, κάνοντας τη διερώτηση τι θυμούνται καλύτερα τα παιδιά από όσα διδάχτηκαν. Όπως έχουν αποδείξει οι στατιστικές μελέτες για όλα τα μαθήματα –κάτι που ισχύει γενικά για ό,τι διαβάζουμε -τα παιδιά στην πλειονότητά τους είναι αδύνατο να θυμούνται όλα όσα διδάχτηκαν και δη τις λεπτομέρειες. 

Η εμπειρία μου με «δίδαξε» ότι, καθώς η εκπαίδευση δεν είναι ένας «κουβάς» που τον γεμίζουμε με γνώσεις, αλλά το «άναμμα μιας φλόγας», να μη δίδω έμφαση στην ποσότητα της ύλης, για την οποία άλλωστε υπάρχουν οι Προγραμματισμοί διδασκαλίας του ΥΠΠΑΝ, τους οποίους ακολουθούμε ούτως ή άλλως –πάντα με ευελιξία εννοείται– αλλά στον τρόπο σκέψης. Αρχή της διδασκαλίας, δεν πρέπει να είναι η συσσώρευση και το στοίβαγμα ξερών γνώσεων, αλλά η δυνατότητα χρήσης και αξιοποίησης των γνώσεων. Έτσι λοιπόν στη διαβάθμιση των ερωτημάτων που τίθενται σε ένα εξεταστικό δοκίμιο, τουλάχιστον στη θεωρητική κατεύθυνση, συναριθμούνται οι ερωτήσεις κρίσεως, αλλά και δημιουργικής σύνθεσης, ώστε να μην παρατηρείται και να επικροτείται η στείρα αποστήθιση γνώσεων.

Συνοψίζοντας, ένας μαθητής μετά από χρόνια μπορεί να θυμάται ελάχιστα από τη διδαχθείσα ύλη γιατί οι γνώσεις δεν μένουν πάντα στο μυαλό του. Αντίθετα, αυτό που δεν ξεχνά είναι ο τρόπος που τον έκανες να σκέφτεται και κυρίως να αισθάνεται. Πέρα από τις γνώσεις, λοιπόν –στοιχειώδεις ή εξειδικευμένες– ο εκπαιδευτικός οφείλει να εγκύψει στο ίδιο το παιδί ως μια ευαίσθητη και εξελισσόμενη ύπαρξη, σκάβοντας την ψυχή του ως αρχαιολόγος και διαπλάθοντάς την ως ζυμάρι για να της δώσει νόημα και υπόσταση. Ο εκπαιδευτικός είναι ένας κηπουρός ή ένας γεωργός που θα πάρει μια ρίζα και θα την περιποιηθεί για να τη μετασχηματίσει σε ένα ωραίο λουλούδι ή έναν ωφέλιμο καρπό για την κοινωνία. Θα αφαιρέσει και θα απομακρύνει μεθοδικά όλα τα επιβλαβή ζιζάνια, που περιτριγυρίζουν και τριβελίζουν την ψυχή του –πάθη, αδυναμίες, ένστικτα– τα οποία λειτουργούν παρασιτικά και απειλούν την ομαλή ανάπτυξή του, ώστε να γίνει μια υγιής, ολοκληρωμένη και αυθύπαρκτη προσωπικότητα. Θα του μάθει να σέβεται για να τον σέβονται, να συμπαρίσταται για να του συμπαρίστανται στα δύσκολα, καλλιεργώντας του, έτσι τον αλληλοσεβασμό, την αλληλοεκτίμηση, αλλά και την ανοχή και τη διαλλακτικότητα στη θέση της μισαλλοδοξίας.

Διαποτίζοντας τον εκπαιδευόμενο όπως ένα φυτό με αφειδώλευτη αγάπη, αποδοχή και κατανόηση, θα τον στηρίξει, θα αναπληρώσει τα τυχόν συναισθηματικά κενά που υπάρχουν μέσα του και θα σταθεί αρωγός στους προβληματισμούς και τις ανησυχίες του, όπως μια γέφυρα που θα τον οδηγήσει από το προπαρασκευαστικό στάδιο της ανωριμότητας στην ενηλικίωση και την ωριμότητα.

Ιδιαίτερα, σήμερα που τα φαινόμενα βίας και ψυχικής κακοποίησης πληθαίνουν συνεχώς ή τουλάχιστον αποκαλύπτονται, ο εκπαιδευτικός έχει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ψυχοσυναισθηματική στήριξη των μαθητών του. Δυστυχώς, οι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της περιγραφής της ψυχικής, σωματικής ή σεξουαλικής κακοποίησης που αναδεικνύονται μέσα από τα ΜΜΕ και τα ΜΚΔ μας «δένουν» το στομάχι. Παρακολουθούμε, ετεροχρονισμένα ως θεατές και βιώνουμε το δράμα ενός παιδιού που του ρήμαξε την παιδικότητα και κουρέλιασε τα όνειρά του μια μητέρα ή ένας πατέρας «τέρας». Όμως πού ήμαστε όλοι όταν συνέβαινε το κακό; Μέναμε άπραγοι στην υποψία;

Συχνά πίσω από την παρατήρηση της εικόνας ενός παιδιού όπως π.χ. πρησμένα μάτια, βαθμοί που χειροτερεύουν, έλλειψη προσοχής, «αναιτιολόγητος» θυμός κ.α. έχει αποκαλυφθεί ενδοοικογενειακή βία. 

Ας προσέξουμε, λοιπόν και ας διερωτηθούμε: Τι να κρύβεται πίσω από κάθε παιδί που κοιμάται στο θρανίο, που φέρεται με ανορθόδοξο τρόπο ή παρουσιάζει αποκλίνουσα συμπεριφορά; Ποιο δράμα εκτυλίσσεται πίσω από ένα φοβισμένο βλέμμα, που το εξαναγκάζουν στη σιωπή; Μήπως πρέπει να ψάχνουμε λίγο περισσότερο τα πράγματα, ίσως έτσι σωθεί μια παιδική ψυχούλα –αν δεν έχει προληφθεί το κακό– τουλάχιστον ας βρεθεί μια διέξοδος, να απαλύνει λίγο τον πόνο από το μαρτύριο που θα τη συνοδεύει σ’ ολόκληρή τη ζωή; 

Τι κάνουμε ως κοινωνία, ως οικογένεια, ως σχολείο αλήθεια; Περίπου 40.000 νέοι άνθρωποι αυτοκτονούν κάθε χρόνο γιατί δε βρήκαν άλλη διέξοδο ή δε μαρτύρησαν έγκαιρα τη σεξουαλική ή οποιαδήποτε άλλη κακοποίηση την οποία δέχτηκαν. Κι όμως, συχνά συγγενείς ή μέλη της ίδιας οικογένειας αδιαφορούν ή δε θέλουν να ακούσουν. Πλησιάζοντας και συζητώντας με ένα θύμα και αγγίζοντας ένα τέτοιο θέμα μπορεί να είναι σαφώς «βασανιστικό», αλλά αν τολμήσουμε, τότε μπορεί να μας αγγίξει ουσιαστικά. Η αληθινή εγγύτητα κι ο προβληματισμός μπορεί να ευαισθητοποιήσει και να κάνει καλύτερους ανθρώπους. Πολλοί φοβούνται να κοινοποιήσουν, ενώ λίγοι θα τολμούσαν να θίξουν ένα θέμα που θεωρείται «απαγορευμένο», ενθαρρύνοντας έτσι κι άλλα θύματα να μιλήσουν. Κι όμως πολλοί άνθρωποι, θύματα της οποιασδήποτε μορφής βίας, γίνονται αυτόχειρες γιατί απευθύνονται ή ακούσια εκπέμπουν μηνύματα σε ώτα μη ακουόντων.

*Φιλόλογος- εκπαιδευτικός

[email protected]