Από τις διαμαρτυρίες των φορέων που εκπροσωπούν τους επαγγελματίες υγείας για τον αποκλεισμό τους από την πρόσβαση στους ηλεκτρονικούς φακέλους των ασθενών τους, αλλά και την ενόχληση των νοσηλευτών από τις τοποθετήσεις εκπροσώπων του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου για τα προσόντα του νοσηλευτικού προσωπικού στην Κύπρο, σημαδεύτηκε η χθεσινή συνεδρίαση της Επιτροπής Υγείας της Βουλής, η οποία άρχισε τη συζήτηση των Κανονισμών που διέπουν τον τρόπο ένταξης, συμμετοχής και αποζημίωσης των επαγγελματιών υγείας στο Γενικό Σύστημα Υγείας.

Φυσιοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, διαιτολόγοι και ψυχολόγοι, εξέφρασαν τη διαμαρτυρία τους για το γεγονός ότι ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας δεν διαβουλεύθηκε μαζί τους για την ετοιμασία των Κανονισμών που αφορούν την ένταξή τους στο ΓεΣΥ. Όπως ανέφεραν στην Επιτροπή Υγείας, ο ΟΑΥ, στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης τούς κάλεσε να καταθέσουν τις θέσεις και εισηγήσεις τους αλλά, όπως επεσήμαναν στη συνέχεια διαπίστωσαν ότι στο τελικό κείμενο που κατέληξε στη Βουλή δεν προστέθηκε καμία από τις δικές τους θέσεις και τόνισαν ότι στους Κανονισμούς αυτούς υπάρχουν κενά ή πρόνοιες οι οποίες θα προκαλέσουν στη συνέχεια διάφορα προβλήματα. 

Όλοι ανεξαιρέτως τόνισαν εξάλλου την έντονη δυσφορία τους για το γεγονός ότι οι Κανονισμοί που συζητούνται από τη Βουλή, τους αποκλείουν από την πρόσβαση στους φακέλους των ασθενών και υποστήριξαν ότι εάν αυτό εφαρμοστεί στην πράξη, τότε οι ίδιοι δεν θα μπορούν να παρέχουν σωστές υπηρεσίες στους δικαιούχους του ΓεΣΥ. Για παράδειγμα, είπαν, εάν ένας διαιτολόγος δεν έχει πρόσβαση στον φάκελο του ασθενούς, πώς θα μπορεί να βγάλει ένα σωστό πρόγραμμα στον ασθενή αυτό; Επιπρόσθετα, όταν οι λοιποί επαγγελματίες υγείας δεν μπορούν να γνωρίζουν το ιστορικό ενός ατόμου δεν θα είναι δυνατό να του παρέχουν τις κατάλληλες για την περίπτωσή του υπηρεσίες. 

Στις διαμαρτυρίες αυτές, ο ΟΑΥ απάντησε ότι η πρόνοια που αφορούσε την πρόσβαση των επαγγελματιών υγείας στους φακέλους των ασθενών διαγράφηκε ύστερα από παρέμβαση της Επιτρόπου Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Όπως ανέφερε η διευθύντρια του Οργανισμού, Έφη Καμίτση, ο ΟΑΥ δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα να υπάρχει πρόσβαση των επαγγελματιών στους φακέλους, ωστόσο «όταν υπάρχει θέμα το οποίο τίθεται από την Επίτροπο εμείς πρέπει να ακολουθούμε τις συστάσεις της». 

Στους ισχυρισμούς των επαγγελματιών ότι ο ΟΑΥ δεν διαβουλεύθηκε μαζί τους, η κ. Καμίτση απάντησε ότι οι Κανονισμοί έχουν τεθεί στη δημόσια διαβούλευση, έχουν ληφθεί οι επισημάνσεις των εμπλεκομένων φορέων και ακολουθήθηκε η διαδικασία που ακολουθείται πάντα. Είπε παράλληλα ότι οι Κανονισμοί αυτοί «δεν αφορούν ούτε τους καταλόγους δραστηριοτήτων των επαγγελματιών ούτε και το ύψος της αμοιβής τους αλλά αποτελούν το περίγραμμα του τρόπου με τον οποίο θα εντάσσονται στο Σύστημα, τις ελάχιστες απαιτήσεις σε ό,τι αφορά προσόντα, υποδομή, εξοπλισμό κ.λπ. και τον τρόπο με τον οποίο θα αποζημιώνονται». Αυτά, είπε, «είναι θέματα τα οποία θα απασχολήσουν τη διαβούλευση που θα ακολουθήσει το επόμενο διάστημα με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς». 

Όλοι οι βουλευτές της Επιτροπής Υγείας επεσήμαναν με τη σειρά τους στον ΟΑΥ ότι πριν την κατάθεση των Κανονισμών στη Βουλή θα έπρεπε να είχε γίνει διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή κάλεσε τον ΟΑΥ να έχει κατά τη διάρκεια της εβδομάδας συναντήσεις με τους επαγγελματίες υγείας για να μπορέσει να συνεχίσει στην κατ’ άρθρο συζήτηση των Κανονισμών την ερχόμενη Πέμπτη, όπως είναι προγραμματισμένο.

Οι τόνοι προς στιγμής ανέβηκαν όταν η Επιτροπή συζητούσε τους Κανονισμούς που αφορούν τη συμμετοχή νοσηλευτών και μαιών στο Σύστημα, αφού οι εκπρόσωποι του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου στις τοποθετήσεις τους έθεταν προϋποθέσεις για την ένταξη αυτής της ομάδας επαγγελματιών Υγείας στο ΓεΣΥ, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να ασκείται συνεχής έλεγχος από πλευράς των γιατρών. Εκείνο που φαίνεται να ενόχλησε όμως περισσότερο, ήταν η τοποθέτηση των εκπροσώπων του ΠΙΣ σε αναφορά του Παγκύπριου Συνδέσμου Νοσηλευτών και Μαιών σε πρακτικές που ακολουθούνται στο εξωτερικό, κατά τις οποίες οι νοσηλευτές προχωρουν σε διάφορες πράξεις όπως η συνταγογράφηση συγκεκριμένων φαρμάκων κ.λπ.

Όπως ανέφερε η εκπρόσωπος του ΠΙΣ Αναστασία Συμεού, «δεν είναι ασφαλές και σκόπιμο να λέμε ότι το τι συμβαίνει σε άλλες χώρες είναι καλό για την υγεία του κόσμου. Εκεί όπου δεν υπάρχουν γιατροί και ο πληθυσμός είναι αραιοκατοικημένος σίγουρα θα αξιοποιηθεί ο νοσηλευτής. Στην Κύπρο όμως που έχουμε γιατρούς και πολύ καλά αποτελέσματα σε διάφορους τομείς, υπάρχει λόγος να πειραματιζόματε και να αλλάζουμε πράγματα τα οποία δουλεύουν και να φέρνουμε συνθήκες άλλων χωρών;» Σχολιάζοντας επίσης το αίτημα των μαιών να μπορούν να πραγματοποιούν, χωρίς την παρουσία γυναικολόγου/μαιευτήρα τοκετούς, η εκπρόσωπος του ΠΙΣ είπε, «μπορεί στη Λετονία η γυναίκα να δέχεται να τη γεννήσει η μαία. Στην Κύπρο δηλαδή θα πάμε πίσω-πίσω και θα χρησιμοποιούμε χαμηλότερων προσόντων επαγγελματίες ή θα συγκρίνουμε τώρα τις υπηρεσίες που προσφέρει ο γιατρός με τις υπηρεσίες ενός νοσηλευτή;»

Η απάντηση του ΠΑΣΥΝΜ ήταν άμεση, με τον πρόεδρο του Συνδέσμου, Γιάννη Λεοντίου, να αναφέρει ότι «το τι μπορεί ένας νοσηλευτής και μια μαία να κάνει καθορίζεται από τον νόμο που αφορά τα προσόντα τους κ.λπ. Το επάγγελμα του νοσηλευτή είναι κατοχυρωμένο μέσα από τη νομοθεσία και αυτούς τους ρόλους δεν θα δεχθούμε από κανέναν άλλον επαγγελματία να μας τους στερήσει. Είναι προκλητικές οι τοποθετήσεις των γιατρών».

Δεν έμειναν παθολόγοι για τα ενδονοσοκομειακά

Ως προσωπικοί γιατροί έχουν ενταχθεί στο Γενικό Σύστημα Υγείας οι περισσότεροι παθολόγοι της Κύπρου, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να προκύπτει ζήτημα επαρκούς στελέχωσης των παθολογικών τμημάτων, τόσο των ιδιωτικών όσο και των δημόσιων νοσηλευτηρίων με γιατρούς οι οποίοι θα έχουν υπό την ευθύνη τους τη νοσηλεία των ασθενών. Ταυτόχρονα, αρκετοί προσωπικοί γιατροί οι οποίοι έχουν το δικαίωμα εντός του ΓεΣΥ να καλύπτουν και την ενδονοσοκομειακή περίθαλψη των δικαιούχων που έχουν εγγεγραμμένους στον κατάλογό τους, συνεργάζονταν μέχρι τώρα με νοσηλευτήρια ή κλινικές που δεν έχουν ενταχθεί στο Σύστημα, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να μην μπορούν να εξυπηρετήσουν τους ασθενείς τους, εκτός βεβαίως εάν βρουν άλλη «στέγη». 

Το θέμα αυτό προέκυψε κατά τη συζήτηση στην Επιτροπή Υγείας της Βουλής του προβλήματος που υπάρχει στη Λεμεσό με τους ιδιώτες γιατρούς του ΓεΣΥ, οι οποίοι συνεργάζονταν ή ήταν μέτοχοι στην «Πολυκλινική Υγεία» η οποία δεν έχει ενταχθεί στο Σύστημα και πλέον είναι άστεγοι και αρκετοί από τους ασθενείς τους έχουν ήδη πάρει αναβολή στη θεραπεία τους.

Μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής, ο πρόεδρος της Παθολογικής Εταιρείας, Ανδρέας Ιωάννου, ανέφερε ότι «το πρόβλημα αυτό είναι πολύ σοβαρό διότι ειδικά στη Λεμεσό αυτή τη στιγμή ο αριθμός των διαθέσιμων κλινών για παθολογικούς ασθενείς είναι μικρός» και σίγουρα το φθινόπωρο όταν οι ανάγκες θα αυξηθούν λόγω των διαφόρων λοιμώξεων, περιλαμβανομένου και του κορωνοϊού, το πρόβλημα θα γίνει ακόμα πιο μεγάλο.

Σε ό,τι αφορά τους άστεγους γιατρούς της Λεμεσού, ο πρόεδρος της Ένωσης Ιδιωτών Ιατρών Κύπρου, Χάρης Αρμεύτης, εξήγησε ότι «δεν είναι η Πολυκλινική που έδιωξε τους γιατρούς αυτούς αλλά ο νόμος είναι που απαγορεύει σε γιατρό εντός ΓεΣΥ να εργάζεται σε νοσοκομείο που παραμένει εκτός του Συστήματος. Άρα η Πολυκλινική ακολούθησε πιστά και κατά γράμμα τον νόμο». 

Από πλευράς του ΟΑΥ, ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής του Οργανισμού, Άθως Τσινωντίδης, ανέφερε ότι ήδη υπάρχουν εξελίξεις γύρω από αυτό το θέμα αφού άλλες κλινικές της Λεμεσού, οι οποίες έχουν ενταχθεί στο ΓεΣΥ, βρίσκονται σε διαβούλευση για να στεγάσουν τους συγκεκριμένους γιατρούς. 

Στη συζήτηση τέθηκε και το δικαίωμα των αναισθησιολόγων να συμμετέχουν σε χειρουργικές επεμβάσεις είτε αυτές διενεργούνται εντός είτε εκτός Συστήματος. Από πλευράς των εκπροσώπων του ΠΙΣ τέθηκε θέμα άσκησης ιδιωτικής ιατρικής, ωστόσο ο ΟΑΥ εξήγησε ότι από τη στιγμή που υπάρχουν γιατροι εκτός ΓεΣΥ πρέπει να υπάρχει και ο τρόπος για να εξυπηρετούνται.