Τον τελευταίο καιρό οι Τράπεζες αποφάσισαν να αποφύγουν να βρίσκονται αντιμέτωποι με τους δανειολήπτες, σε σχέση ειδικότερα με το πρόβλημα που δημιουργείται με την εκποίηση ή αποξένωση των περιουσιών τους. Για να το πετύχουν αυτό κατέφυγαν στη μέθοδο των πωλήσεων των δανείων σε τρίτα πρόσωπα, χωρίς τη συγκατάθεση των δανειοληπτών. Πρόσφατα  έγινε μια σειρά τέτοιων πωλήσεων και έτυχαν πλατιάς δημοσιότητας. 
Υπάρχει η άποψη ότι εφόσον το δάνειο ανήκει στην Τράπεζα, μπορεί να το διαθέσει όπως νομίζει. Αυτή η άποψη παραγνωρίζει το γεγονός ότι το δάνειο είναι αντικείμενο σύμβασης μεταξύ του δανειολήπτη και της Τράπεζας και είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτήν. Για να φτάσει στο δάνειο, η Τράπεζα πρέπει να διαπεράσει μέσω του σχετικού συμβολαίου, το οποίο και πρέπει να εφαρμόσει για να προχωρήσει σε πώληση του δανείου. Αν αυτό γίνει χωρίς τη συγκατάθεση του αντισυμβαλλόμενου δανειολήπτη, εγείρεται θέμα κατά πόσο δικαιούται η Τράπεζα να πωλήσει τότε τη σύμβαση, ανεξαρτήτως της θελήσεως του δανειολήπτη. Τέτοια ενέργεια είναι, πιστεύω, αντισυνταγματική. Δηλαδή η πώληση του συμβολαίου σε τρίτους με αποτέλεσμα την αντικατάσταση του ενός συμβαλλομένου χωρίς τη συγκατάθεση του άλλου δεν συμβαδίζει με το Άρθρο 26 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει τα εξής, «έκαστος έχει το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι ελευθέρως». Παρόμοια πρόνοια βρίσκεις και σε άλλα συντάγματα όπως το Σύνταγμα της Ινδίας, όπου τα σχετικά συγγράμματα του Συνταγματικού δικαίου, αναφέρουν τα εξής: «αυτή η ελευθερία έγκειται στην επιλογή του αντισυμβαλλομένου με τον οποίο θα συνάψει ένας τη σύμβαση».
Την ίδια αρχή την βρίσκουμε και σε άλλα συγγράμματα του Συνταγματικού δικαίου. Για παράδειγμα ο καθηγητής Δαγτόγλου, ένας από τους επιφανείς Συνταγματολόγους της Ελλάδας, στο σύγγραμμά του «Συνταγματικό Δίκαιο» αναφερόμενος στο δικαίωμα της ελευθερίας των συμβάσεων τονίζει τα εξής (σελ. 968 4η έκδοση): «Η ελευθερία των συμβάσεων περιλαμβάνει την ελευθερία, με ποιον να συναφθεί (ελευθερία επιλογής του αντισυμβαλλομένου)».
Επεξηγώντας δε την ελευθερία των συμβάσεων ο εν λόγω Συνταγματολόγος αναφέρει τα εξής: «Η ελευθερία των συμβάσεων είναι το σπουδαιότερο τμήμα της ιδιωτικής αυτονομίας, της νομικής δηλαδή αυτοδιαθέσεως του ιδιώτη. Η κατάλυση της ιδιωτικής αυτονομίας σημαίνει τη μετάβαση στο ολοκληρωτικό κράτος που ορίζει ολόκληρη τη ζωή του ανθρώπου και δεν αφήνει τίποτα στην ελεύθερη απόφασή του… Η ελευθερία των συμβάσεων ειδικότερα είναι αναγκαία για να αποδείξει την κεντρική σημασία που έχει η ελευθερία αυτή σε οποιοδήποτε κράτος που σέβεται την ελευθερία εν γένει… μέσα στα όρια που προβλέπει το Σύνταγμα έκαστος δικαιούται να αρνηθεί να συνάψει μια σύμβαση, γενικά ή με ορισμένο αντισυμβαλλόμενο». Το Κυπριακό Σύνταγμα στο Άρθρο 26 όπως αναφέραμε πιο πάνω υιοθετεί την ελευθερία του συμβάλλεσθαι. Με κάποιον που συζήτησα το θέμα επικαλέστηκε το γεγονός ότι το Άρθρο 26 επιτρέπει την επιβολή όρων περιορισμών ή δεσμεύσεων επί τη βάσει των γενικών αρχών του δικαίου των συμβάσεων. Εφόσον δε επιτρέπεται η εκχώρηση στις συμβάσεις, άρα επιτρέπεται βάσει των εν λόγω όρων και γενικά τέτοια εκχώρηση. Αυτή η άποψη, μου είναι ακατανόητη διότι ισοδυναμεί με τη δυνατότητα ενός περιορισμού μιας ελευθερίας να σκοτώσεις την ελευθερία αυτή καθεαυτή. Κάποιος άλλος, μου είπε ότι τα δάνεια ανήκουν στις Τράπεζες και μπορεί να τα διαθέσουν οι ίδιες χωρίς τη συγκατάθεση του αντισυμβαλλομένου. Η άποψη αυτή παραγνωρίζει, το γεγονός ότι το δάνειο δεν μπορεί να χωριστεί από τη σύμβαση η οποία το δημιούργησε και συνεπώς πουλώντας το δάνειο, πουλάς και τη σύμβαση του που προβλέπει δικαιώματα και υποχρεώσεις αμφοτέρων των συμβαλλομένων.
 Οι πιο πάνω απόψεις, είναι αποτέλεσμα κάποιας έρευνας που έκανα σε σχέση με μια υπόθεση που μου ανατέθηκε. Προσωπικά αισθάνθηκα την ανάγκη να δημοσιοποιήσω τα πιο πάνω λόγω της διάστασης που πήρε το θέμα και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα δάνεια την σήμερον ημέρα. Θεωρώ ότι η ενημέρωση του κοινού για θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος, έστω και αν προκύπτουν από επαγγελματικές ενέργειες, πρέπει να κυκλοφορούν δημοσίως κατά την άσκηση του δικαιώματος μεταδόσεως πληροφοριών και ιδεών, εφόσον δεν θίγουν τη δημόσια ασφάλεια ή την συνταγματική τάξη.  
 Όσον αφορά τον πιθανό προβληματισμό ή ερώτημα αν η πώληση επηρεάζει ή βλάπτει το δανειολήπτη, η απάντηση είναι καταρχάς, ότι όπως κάθε σύμβαση δημιουργεί μια προσωπική σχέση και επικοινωνία με τον αντισυμβαλλόμενο, και έτσι ωφελεί περισσότερο τη λειτουργία της σύμβασης παρά εάν ο αντισυμβαλλόμενος είναι άλλος και πιο απόμακρος από αυτόν που επιλέγει αρχικά. Εκείνο που έχει ακόμη περισσότερη σημασία είναι ότι η πώληση ενός συμβολαίου/δανείου χωρίς τη συγκατάθεση του αντισυμβαλλομένου δανειολήπτη, του εξουδετερώνει κατά κύριο λόγο το συνταγματικό του δικαίωμα της ελευθερίας του συμβάλλεστε, δηλαδή την ελευθερία να επιλέξει ο ίδιος τον αντισυμβαλλόμενο. Αυτό όπως εξήγησα πιο πάνω είναι ανεπίτρεπτο ως αντισυνταγματικό και συνεπώς παράνομο και άκυρο.