Ο Τούρκος πρόεδρος, Ταγίπ Ερτογάν, παρά τη φθορά που έχει υποστεί μετά από μία εικοσαετία στην εξουσία και τη βαθιά οικονομική κρίση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα του, έχει ακόμα πολιτικές αντοχές, εκτιμά ο διευθυντής του IGA, αναπληρωτής καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδας, Κωνσταντίνος Φίλης. Εξηγεί ότι ο Τούρκος Πρόεδρος έχει ακόμα χαρτιά για να ρίξει στο τραπέζι προκειμένου να κερδίσει τουλάχιστον ακόμα μία θητεία, σημειώνοντας παράλληλα το γεγονός ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν αποτελούν προς το παρόν εναλλακτική λύση για μεγάλη μερίδα των Τούρκων ψηφοφόρων.

Αναφέρεται στις σχέσεις της Τουρκίας με Ελλάδα και Κύπρο, υποδεικνύοντας ότι είναι βαθιά εμπεδωμένη στους Τούρκους μια εθνικιστική αντίληψη, υπενθυμίζοντας ότι τον αριθμό των ελληνικών νησιών και βραχονησίδων που αμφισβητεί η Άγκυρα τον έχει ορίσει η αντιπολίτευση. Εκτιμά ότι οι σχέσεις του Ελληνισμού πρέπει να ορίζονται μέσα από το δίπτυχο, αποτροπής και πολιτικής του «καρότο μαστίγιο». Αναφέρεται στη σημασία των τριμερών και τετραμερών σχημάτων συνεργασίας της Κύπρου και Ελλάδας με χώρες της περιοχής, ιδιαίτερα με το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Την ίδια ώρα, αναφέρει ότι αυτή η κίνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας έπρεπε ταυτόχρονα να συνδυαστεί με μία κίνηση προς τους Τουρκορκυπρίους προκειμένου να αφαιρέσει το όποιο άλλοθι στην Τουρκία. Να σημειωθεί ότι ο κ. Φίλης παρέστη την προηγούμενη Τρίτη στη συνεδρία της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εξωτερικών και ακολούθως σε γεύμα εργασίας που παρέθεσε ο ΔΗΣΥ, στο οποίο ήταν ομιλητής με θέμα: «Η Τουρκία και οι εξελίξεις στο εσωτερικό της».

– Ποια είναι η εκτίμησή σας για το μέλλον του Ταγίπ Ερντογάν δεδομένης της βαθιάς οικονομικής κρίσης στην οποία έχει περιέλθει η Τουρκία;

– Είναι πρόωρο να λέμε ότι ο Ερντογάν έχει τελειώσει πολιτικά. Είναι λογικό ότι έχει υποστεί φθορά μετά από είκοσι χρόνια στην εξουσία. Θα έλεγα όμως ότι η φθορά που έχει υποστεί είναι μικρότερη του αναμενομένου ή που θα είχε μια ηγεσία σε μία άλλη χώρα με διαφορετικά χαρακτηριστικά από αυτά της Τουρκίας. Σε κάθε περίπτωση όμως δείχνει αντοχές. Η οικονομική κρίση είναι βαθιά και αγγίζει πλέον και ψηφοφόρους του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) και αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα του Τούρκου ηγέτη, διότι επηρεάζει αρνητικά την προσέγγισή τους. Όμως, η προδιάθεση των ψηφοφόρων του παραμένει θετική, διότι ο Ερντογάν ήταν αυτός που τους έβγαλε από το οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο και σε αυτόν πιστώνουν όσα θετικά αποκόμισαν τα τελευταία είκοσι χρόνια. Ως εκ τούτου, είναι πολύ δύσκολό όταν βρεθούν μπροστά στην κάλπη να ψηφίσουν οτιδήποτε άλλο. Διότι από τους κεμαλιστές έχουν πολύ λίγα να παίρνουν. Απ’ εκεί και πέρα η κρίση έχει και άλλες διαστάσεις, που κάποιος θα πρέπει να λάβει υπόψη του. Κρατάμε σε αυτό το σημείο το ότι ο Ερντογάν δεν έχει τελειώσει πολιτικά και δείχνει να έχει αποθέματα και κυρίως έχει ακόμα χαρτιά στο μανίκι του, τα οποία μπορεί να ρίξει στο τραπέζι για να εξασφαλίσει μία ακόμα θητεία. Δεν είναι εύκολο να το πετύχει, αλλά εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Αντιθέτως, η αντιπολίτευση δείχνει ότι έχει μεγάλη δυσκολία στο να μπορέσει να βρει ένα, κοινό υποψήφιο πίσω από τον οποίο θα στοιχηθεί σύσσωμη για να ανατρέψει τον Ερντογάν. Σε αυτό το σημείο, καταλυτικός είναι ο ρόλος των Κούρδων ψηφοφόρων.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

– Πώς βλέπετε την επόμενη μέρα της Τουρκίας, με ή χωρίς τον Ερντογάν και γενικότερα και απέναντι στον Ελληνισμό; 

– Η στάση της Τουρκίας απέναντι στον Ελληνισμό δεν πρόκειται να αλλάξει και δεν αναμένω κάποια εξέλιξη προς το καλύτερο. Δεν είναι μόνο ο Ταγίπ Ερντογάν, αλλά γενικά το τουρκικό πολιτικό σύστημα έχει γαλουχήσει τους Τούρκους με πολύ συγκεκριμένες απόψεις για τις σχέσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο. Με τον Τούρκο ηγέτη εντάθηκε αυτή η αντίληψη, διότι ακολούθησε ένα μείγμα πολιτικής που συνδυάζει την πολιτική διάσταση του Ισλάμ με τον κεμαλικό εθνικισμό -εξ ου και η σύμπραξη με τον Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Αλλά πέραν αυτού, ειδικά η αξιωματική αντιπολίτευση των κεμαλιστών πολλές φορές προσπαθεί να ανακαλέσει τον Ερντογάν στην τάξη διότι θεωρούν ότι είναι ιδιαίτερα ενδοτικός απέναντι σε Ελλάδα και Κύπρο. Η αντιπολίτευση ήταν αυτή που όρισε τον αριθμό των νησιών και των βραχονησίδων που υποτίθεται ότι η Ελλάδα παρανόμως κατέχει και η αντιπολίτευση είναι αυτή που μονίμως υπερθεματίζει τον εθνικισμό απέναντι σε Ελλάδα και Κύπρο, ενώ μπορεί να διαφοροποιείται σε άλλες πολιτικές του Ερντογάν σε Συρία και Λιβύη. Διαχωρίζω από την αντιπολίτευση το τουρκικό φιλοκουρδικό κόμμα. Οπόταν δεν θεωρώ ότι μπορεί κάποιος να περιμένει κάτι διαφορετικό. Ο οποιοσδήποτε νέος ηγέτης, πώς θα μπορέσει να αποκηρύξει το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας»; Κανένας, διότι ακριβώς είναι δόγμα της εξωτερικής πολιτικής. Συνεπώς, στο καλό σενάριο, ο επόμενος ηγέτης θα μπορούσε να επιδιώξει μία προσέγγιση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και γενικότερα με τη Δύση και να καταστήσει την Τουρκία πιο προβλέψιμη και πιο αξιόπιστη δύναμη. Αυτό ο Ελληνισμός μπορεί να το αξιοποιήσει για να μπορέσει να βάλει φρένο  στην τουρκική επιθετικότητα και κυρίως για να θέσει στην Τουρκία ένα πλαίσιο συμπεριφοράς και διαπραγμάτευσης μελλοντικά. Όμως, αυτό είναι ένα πάρα πολύ καλό σενάριο. Στα όρια του ιδανικού για την ώρα, διότι προϋποθέτει ότι ο επόμενος ηγέτης δεν θα τα κάνει όλα αυτά με τη Δύση μόνο και μόνο για να κερδίσει την εύνοιά της και να έχει την ανοχή της στην επιθετικότητά της έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου.

– Πώς θα μπορούσαν Ελλάδα και Κύπρος να αντιμετωπίσουν αυτή την επιθετικότητα;

– Για μένα υπάρχουν δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι αυτό της αποτροπής. Πρέπει να υπάρξει τέτοια ισχύς ούτως ώστε το κόστος για την Τουρκία σε περίπτωση που θελήσει να μπει σε περιπέτειες να είναι τόσο μεγάλο ώστε να λειτουργεί αποτρεπτικά. Η Ελλάδα σε μεγάλο βαθμό το έχει καταφέρει με τη συμφωνία με τη Γαλλία. Είναι μία συμφωνία η οποία είναι εκτός ΝΑΤΟ και ΕΕ και έρχεται να συμπληρώσει αυτό που είχε η Ελλάδα.. Η Κύπρος δεν το έχει καταφέρει αυτό.

– Θα μπορούσε ποτέ η Κύπρος να αναπτύξει την αποτρεπτική ισχύ της;

– Θεωρώ ότι για να αναπτύξει η Κύπρος την αποτρεπτική ισχύ της θα πρέπει να κινηθεί πιο ευέλικτα και να σκεφθεί λίγο έξω από το κουτί. Διότι αποτρεπτική ισχύς δεν είναι μόνο το στρατιωτικό κομμάτι, που δυστυχώς η Τουρκία καταλαβαίνει καλύτερα από κάθε άλλο. Η αποτρεπτική ισχύς είναι και άλλα πράγματα. Το κομμάτι της ενέργειας και της οικονομίας θα μπορούσε να ήταν, αλλά δυστυχώς οι ποσότητες που έχουν εξευρεθεί στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν επιβεβαιώνουν αυτή την εκτίμηση. Εφόσον λοιπόν δημιουργηθεί η αποτρεπτική ισχύς, το επόμενο βήμα είναι η δημιουργία εκείνων των προϋποθέσεων και συνθηκών για μία διαπραγμάτευση. Η οποία διαπραγμάτευση θα πρέπει να γίνει με κανονικούς όρους που αυτή τη στιγμή δεν υφίστανται, διότι υπάρχει απέναντι μία χώρα που λειτουργεί με αντικανονικούς όρους.

– Με τη λογική του καρότου και του μαστιγίου…

– Θέλουμε το καρότο γιατί πρέπει να υπάρχει κίνητρο προς την Τουρκία, θέλουμε και το μαστίγιο γιατί πρέπει να υπάρχουν όρια και πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο που πρέπει να τεθεί στην Τουρκία.

– Πώς βλέπετε την προσέγγιση Τουρκίας-Ισραήλ και ΗΑΕ, αλλά και για την αναθέρμανση των σχέσεων με τις ΗΠΑ; Πιστεύετε ότι μπορεί ο Τούρκος πρόεδρος να αποκτήσει ξανά τη διπλωματική αξιοπιστία του;

– Ο Τούρκος ηγέτης προσπαθεί να αποκαταστήσει την αξιοπιστία του αλλά δεν θα τα καταφέρει. Δεν μπορεί να τον εμπιστευθεί καμία από τις ηγεσίες της περιοχής, ακόμα και στις χώρες που κάνει κινήσεις καλής θέλησης απέναντί τους. Και φυσικά δεν μπορούν να τον εμπιστευτούν ούτε οι Αμερικανοί. Όμως, μία χώρα δεν βλέπει την άλλη μόνο μέσα από τα μάτια της παρουσίας ενός ηγέτη, διότι αυτός ο ηγέτης δεν μπορεί να είναι αιώνια. Βλέπει την άλλη χώρα και μέσα από τα γεωστρατηγικά της συμφέροντα σε αυτή. Άρα μπορεί οι Αμερικανοί να μην θέλουν τον Ερντογάν ως συνομιλητή και να θέλουν και να εύχονται να χάσει τις εκλογές, όμως η Τουρκία δεν έχει πάψει να είναι μία σημαντική για τα αμερικανικά συμφέροντα χώρα, παρά το γεγονός ότι είναι απρόβλεπτη και παρά το γεγονός ότι είναι αναξιόπιστη η τωρινή της ηγεσία. Το ίδιο όμως ισχύει και για χώρες όπως το Ισραήλ. Στα δέκα χρόνια της κρίσης του Ισραήλ με την Τουρκία δεν χάλασαν οι εμπορικές τους σχέσεις. Ακόμα και τα χρόνια της κρίσης πολλοί Ισραηλινοί έκαναν σκέψεις για να περάσουν το ισραηλινό αέριο μέσω Τουρκίας για να καταλήγει στην ευρωπαϊκή αγορά. Οπόταν τώρα που ο Ερντογάν κάνει μία αναδίπλωση κοινώς κωλοτούμπα, οι Ισραηλινοί δεν έχουν λόγο να μην τη δεχθούν. Το ίδιο και Αμερικανοί. Δεν μπορεί να πιστεύει κανένας ότι θα μπορούσαν αυτές οι χώρες να αρνηθούν συνεργασία με την Τουρκία που τους απλώνει χέρι και μάλιστα από θέση αδυναμίας. Με την Αίγυπτο είναι λίγο διαφορετικά τα πράγματα λόγω της οργανικής σχέσης που έχει ο Ερντογάν με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. 

– Ποια η άποψή σας για το θέμα του αγωγού EastMed και πώς είδατε τη στάση των ΗΠΑ; Συνδέεται θεωρείτε με τα πιο πάνω;

– Ήταν θεωρώ μία άστοχη ενέργεια από πλευράς των Αμερικανών, η οποία έγινε σε λάθος χρόνο. Λέω λάθος χρόνο, διότι οι Αμερικανοί δεν έχουν κάποιο ιδιαίτερο διακύβευμα σε σχέση με τον EastMed για να τοποθετηθούν. Δεν είναι ούτε χρηματοδότες, ούτε έχουν κάποια συμμετοχή. Το έκαναν γιατί ήθελαν να χαϊδέψουν τα αυτιά της Τουρκίας, να της δείξουν ότι δεν υποστηρίζουν κάθε σχέδιο στην περιοχή, αλλά από την άλλη άφησαν ανοικτή την πόρτα -ως όφειλαν- για την καλωδίωση για τον αγωγό ηλεκτρικής ενέργειας και για τον EuroAsia και για τον EuroAfrica, ισορροπώντας ανάμεσα στα εμπλεκόμενα μέρη. Θεωρώ όμως ότι ήταν άστοχο σε σχέση με την Τουρκία, γιατί ναι μεν ο EastMed δεν είχε προοπτική υλοποίησης για μία σειρά οικονομικών και τεχνικών λόγων, ναι μεν τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιήθηκε για πολιτικούς λόγους από τα εμπλεκόμενα μέρη παρόλο που δεν ήταν ψηλά στις προτεραιότητες της αγοράς, όμως η κίνηση αυτή που έκαναν οι Αμερικανοί δίνει ένα κακό μήνυμα προς την Τουρκία. Δηλαδή, ότι η πολιτική των εκβιασμών της Άγκυρας είχε αποτέλεσμα. Από την άλλη, βέβαια, αντίστοιχο ζήτημα μπορεί να δημιουργήσει η Τουρκία και για τον αγωγό τον καλωδίων. Διότι δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι δεν θα επιχειρήσει να εμποδίσει τη δημιουργία του αγωγού.

Το άλλοθι της Τουρκίας για τους Τουρκοκύπριους…

– Η δημιουργία των τριμερών και τετραμερών σχηματισμών θεωρείται ως ένα είδος ενίσχυσης της αποτρεπτικής ισχύος της Κύπρου;

– Ασφαλώς. Είναι δεδομένο ότι η Κυπριακή Δημοκρατία εκτίμησε σωστά σε μεγάλο βαθμό ότι αυτού του είδους οι συμπράξεις, θα μπορούσαν κάλλιστα να την ενισχύσουν και να την κατοχυρώσουν έναντι στην Τουρκία. Ειδικά η σύμπραξη με το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Είναι μία σωστή προσέγγιση αλλά δεν είναι αρκετή, διότι έπρεπε να ακολουθήσει ακόμα μία άλλη πρόθεση που θα αφαιρούσε άλλοθι από την Τουρκία σε σχέση με τους Τουρκοκύπριους. Η Τουρκία έτσι και αλλιώς θα έκανε αυτά που κάνει στην κυπριακή ΑΟΖ, αλλά τώρα επικαλείται ως άλλοθι τους Τουρκοκύπριους και όχι μόνο.

– Πώς θα μπορούσαν να εμπλακούν και οι Τουρκοκύπριοι σε αυτή την εξίσωση;

– Θα μπορούσε να είχαν εξαντληθεί τα περιθώρια για την εξεύρεση μίας συνολικής φόρμουλας που θα οδηγούσε σε μία ουσιαστική συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων στο αναλογούν ποσοστό. Η φόρμουλα αυτή δεν θα προσέφερε ούτε άμεση ούτε έμμεση αναγνώριση του ψευδροκράτους, αλλά θα έδινε τη δυνατότητα για την έξωθεν καλή μαρτυρία αλλά και για την πραγματικότητα, στην Κυπριακή Δημοκρατία να κερδίσει και τους όχι και τόσο πολλούς εναπομείναντες Τουρκοκύπριους με κυπριακή συνείδηση. Διότι αυτή η δημογραφική μεταβολή που έχει συντελεστεί στα κατεχόμενα με την παρουσία εποίκων σε συνδυασμό με τη σημερινή ηγεσία των Τουρκοκυπρίων, που είναι μια μαριονέτα της Άγκυρας, οδηγούν στην τουρκοποίηση των κατεχομένων που δεν είναι προς όφελος του Ελληνισμού. 

Μια συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων -όχι κατ’ ανάγκη στη λήψη αποφάσεων- θα έδειχνε ότι οι Ελληνοκύπριοι με κάτι χειροπιαστό θέλουν τα όποια οφέλη από την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου να μοιραστούν αναλογικά στις δύο κοινότητες.