Το 1981 είχα δεχτεί, ως Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας, την επίσκεψη μιας αντιπροσωπείας των Υπουργείων Εξωτερικών και Γεωργίας της Κύπρου. Ήταν πρόσφατο το κλείσιμο των ενταξιακών μας διαπραγματεύσεων στην ΕΟΚ, στις οποίες είχα μετάσχει ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής,  που διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις σε επίπεδο Αναπληρωτών Υπουργών. Οι φίλοι Κύπριοι ήθελαν να ενημερωθούν σχετικά με τις ενταξιακές μας διαπραγματεύσεις και γενικότερα για θέματα ΕΟΚ.

Η Κύπρος είχε συνάψει Συμφωνία Σύνδεσης με την ΕΟΚ από το 1973 και οι επισκέπτες μού εξέφρασαν την πικρία τους για αδικαιολόγητη κωλυσιεργία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την προώθηση της Συμφωνίας. Ιδιαίτερα, είχε καθηλωθεί η διαδικασία προς την τελωνειακή ένωση που προέβλεπε η Συμφωνία.

Με ενόχλησε ιδιαίτερα αυτή η στάση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και σκεπτόμουν πώς θα μπορούσα να βοηθήσω μέσω των σχέσεων που είχα αναπτύξει στις Βρυξέλλες κατά τη διάρκεια των δικών μας ενταξιακών διαπραγματεύσεων.

Όμως, τον ίδιο χρόνο έγιναν εκλογές και η νέα Κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου απέλυσε με ειδικό νόμο (νόμο Κουτσόγιωργα) όλους τους Γενικούς Διευθυντές.

Ωστόσο, το 1982, έλαβα μέρος σε διαγωνισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και κατάκτησα ανώτερη θέση στον τομέα της Γεωργίας. Ήμουν επιφορτισμένος με τις διαπραγματεύσεις που διεξήγαγε η COMMISSION με τρίτες χώρες. Ο γεωγραφικός μου τομέας ήταν η Αφρική, η Καραϊβική, ο Ειρηνικός και οι δώδεκα χώρες της Μεσογείου, μεταξύ των οποίων η Τουρκία και η Κύπρος.

Μόλις ανέλαβα, θυμήθηκα τα παράπονα των αδελφών Κυπρίων και ζήτησα από τη Γαλλίδα προκάτοχό μου να με ενημερώσει σχετικά με την πορεία της Συμφωνίας Σύνδεσης με την Κύπρο. Με πληροφόρησε ότι η Συμφωνία είχε παγώσει για πολιτικούς λόγους. Απάντησα ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ο θεματοφύλακας των Συνθηκών, απόρροια των οποίων η Συμφωνία Σύνδεσης με την Κύπρο (άρθρο 238 της Συνθήκης της Ρώμης). Κατά συνέπεια, έχουμε υποχρέωση να προωθήσουμε την εν λόγω Συμφωνία και να αφήσουμε τα κράτη μέλη να επικαλεσθούν πολιτικούς λόγους. Συμφώνησε μαζί μου και μου παρουσίασε τον σχετικό φάκελο.

Διαπίστωσα τα ακόλουθα:

Η συμφωνία σύνδεσης ΕΟΚ – Κύπρου  προέβλεπε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο το οποίο αφορούσε κυρίως δασμολογικές μειώσεις, έληξε το 1977. Κατά τη διάρκεια των δέκα οχτώ μηνών πριν εκπνεύσει το πρώτο στάδιο, έπρεπε να καθοριστεί με διαπραγματεύσεις το περιεχόμενο του δευτέρου σταδίου που θα οδηγούσε στην τελωνειακή ένωση. Αυτό δεν έγινε με πρόσχημα την τουρκική εισβολή και κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου. Ήδη, βρισκόμασταν στις αρχές του 1983 και δεν είχε γίνει τίποτα. Όταν έθεσα το θέμα στις συναρμόδιες υπηρεσίες, άκουσα μερικά “μουρμουρητά” σχετικά με αντιδράσεις χωρών-μελών, για μπλεξίματα με την Τουρκία κ.ά. Επανέλαβα αυτά που είχα πει στην προκάτοχό μου και πρόσθεσα ότι δεν μπορούμε να τιμωρούμε μία χώρα η οποία υπέστη εισβολή και κατοχή ενός τμήματός της για να μην έχουμε μπλεξίματα με τον εισβολέα. Δεν μπορούμε να τιμωρούμε το θύμα για να μην δυσαρεστήσουμε τον θύτη. Δεν ξανάκουσα ενστάσεις αυτού του είδους.

Την εποχή εκείνη, πρέσβης της Κύπρου στις Βρυξέλλες ήταν ένας δραστήριος διπλωμάτης, ο Αγαθοκλέους, με τον οποίον είχαμε πολύ καλή συνεργασία. Οι συνδυασμένες μας ενέργειες οδήγησαν στην έναρξη των διαπραγματεύσεων για το πέρασμα στο δεύτερο στάδιο. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν εντατικά, ώστε να καταλήξουν σε συμφωνία για την τελωνειακή ένωση πριν από την δική μου αλλαγή τομέα (από τη Γεωργία στην Ανάπτυξη). Είχα εντυπωσιαστεί από την άριστη προετοιμασία και την διαπραγματευτική ικανότητα της κυπριακής αντιπροσωπείας σ’ αυτές τις διαπραγματεύσεις. Έτσι, είχε ωριμάσει το κλίμα, όταν ο Υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου Ιακώβου υπέβαλε αίτηση για ένταξη τον Ιούλιο του 1990 που είχε, ως γνωστόν, αίσιο πέρας. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων πραγματοποίησα δύο αποστολές στην Κύπρο, προσκεκλημένος από δημόσιους φορείς. Είχα αναπτύξει, σε ομιλίες μου τα θέματα της “νέας μεσογειακής πολιτικής της διευρυμένης κοινότητας” και τις “εξελίξεις της κοινής αγροτικής πολιτικής”.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που πραγματοποιούσα επίσημες αποστολές στη Κύπρο. Προς το τέλος της δεκαετίας του 1960, ως επικεφαλής του “προγράμματος ανάπτυξης των υδάτινων πόρων Ανατολικής Κρήτης” με οικονομική και τεχνική στήριξη του UNDP – FAO, είχα προσκληθεί να ενημερώσω σχετικά τις αρμόδιες κυπριακές αρχές. Έτσι, οι Κύπριοι δημιούργησαν παρόμοιο πρόγραμμα με τη στήριξη των ιδίων διεθνών οργανισμών. 

 

* Επίτιμος Διευθυντής Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πρ. Γενικός Διευθυντής Υπουργείου Γεωργίας. Μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ

(Από το Capital.gr, αποκλειστική συνεργασία με Φιλελεύθερο)