Πολλές είναι οι αντιδράσεις σχετικά με την επιστολή των 152 επαγγελματιών υγείας, που ζητούν όπως ανοίξουν και πάλι οι εκκλησίες, καθώς όπως πιστεύουν ο κορωνοϊός δεν μεταδίδεται μέσω της Θείας Κοινωνίας.
 
Σε ένα άρθρο της στον scinews.eu, η πανεπιστημιακός Μυρτάνη Πιερή, Μοριακή Βιολόγος, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, τονίζει σε έντονο ύφος πως «το να αποκρύπτεις ή να διαστρεβλώνεις τα επιστημονικά δεδομένα με στόχο να ταιριάξουν στα πιστεύω που έχεις εξ’ αρχής, δεν αποτελεί ορθή επιστημονική πρακτική», ενώ προσθέτει πως η επιστολή των «152», δεν φαίνεται να βασίζεται στην επιστημονική τους γνώση και εμπειρογνωμοσύνη σε θέματα υγείας, αλλά σε θέμα πίστεως.
 
Αυτούσια η τοποθέτησή της:

Η επιστολή των 152 γιατρών και νοσηλευτών που δημοσιεύτηκε σήμερα δεν φαίνεται να βασίζεται στην επιστημονική τους γνώση και εμπειρογνωμοσύνη σε θέματα υγείας όπως διατείνονται. Αντιθέτως, φαίνεται να βασίζεται σε θέμα πίστεως και θα ήταν πιο έντιμο και ειλικρινές αν έγραφαν την επιστολή βασιζόμενοι στην αλήθεια τους αυτή και να άφηναν την επιστήμη απ’ έξω.

Στην επιστολή τους αναφέρουν αυτολεξεί:

«..Όπως γνωρίζετε και εσείς, ως ορθόδοξος χριστιανός, η Θεία Κοινωνία είναι «εφόδιο ζωής αιωνίου» και ότι από αυτή ή μέσω αυτής δεν είναι δυνατόν να μεταφερθούν ιοί, σας αναφέρουμε ότι και επιστημονικά, δεν υπάρχει στη βιβλιογραφία οποιοδήποτε επιστημονικό άρθρο, μελέτη ή έρευνα που να αποδεικνύει ότι με τη Θεία Κοινωνία μεταδίδονται μικρόβια και ιοί. Το μόνο επιστημονικό δεδομένο που μπορεί να υπάρχει και που η επιστημονική κοινότητα αποδέχεται εκεί που δεν υπάρχει συγκεκριμένη επιστημονική έρευνα, είναι η αναδρομική μελέτη της κλινικής εμπειρίας, που στην περίπτωση της Θείας Κοινωνίας αφορά αναδρομική κλινική εμπειρία 2000 χρόνων.”

Το να αποκρύπτεις ή να διαστρεβλώνεις τα επιστημονικά δεδομένα με στόχο να ταιριάξουν στα πιστεύω που έχεις εξ’ αρχής, δεν αποτελεί ορθή επιστημονική πρακτική.

Επί της ουσίας:

Στη επιστολή αναφέρεται πως δεν υπάρχουν επιστημονικές έρευνες που να καταπιάνονται με το θέμα της θείας κοινωνίας και την απόδειξη της μετάδοσης μικροβίων και ιών μέσω αυτής, και πως η μόνη μελέτη είναι η «αναδρομική» η οποία υποδεικνύει πως ουδέποτε υπήρξε πρόβλημα.

Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Μέχρι το 2013 υπήρξαν 5 πειραματικές μελέτες, δύο κείμενα επιστημονικής ανασκόπησης, και αρκετά «opinion papers», όπως ονομάζονται, μόνο στο θέμα της θείας κοινωνίας. Υπάρχουν λοιπόν μελέτες που υποδεικνύουν πως, αν και χαμηλό, το ρίσκο παραμένει για διάφορους μικροοργανισμούς που ελέγχθηκαν. Για μια καλή ανασκόπηση της βιβλιογραφίας εδώ.

Επίσης στην επιστημονική βιβλιογραφία αναφέρεται ότι ο κίνδυνος μόλυνσης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το βακτηριακό ή ιικό φορτίο στο σάλιο των ατόμων που κοινωνούν, η ικανότητα του ιικού παράγοντα να αντέχει στις αντιμικροβιακές ιδιότητες του χρυσού/αργύρου από το οποίο αποτελείται το δισκοπότηρο, την περιεκτικότητα σε αλκοόλ του κρασιού, το λινό πανί που χρησιμοποιείται για να σκουπίσει το χείλος, καθώς και την ικανότητα του παραλήπτη να καταστρέψει τον εκάστοτε παθογόνο οργανισμό. Πληροφορίες που ακόμα δεν γνωρίζουμε επαρκώς για τον νέο ιό Sars-CoV-2 εν το μέσω πανδημίας.

Ρητώς επίσης αναφέρεται στην υπάρχουσα επιστημονική βιβλιογραφία (και αποτελεί και κοινή λογική) πως η μολυσματικότητα του εκάστοτε μικροοργανισμού εξαρτάται από τις ιδιότητες του βακτηριακού η ιικού φορέα.

Ο Sarv-Cov-2 αποτελεί ένα εντελώς νέο ιογενή παράγοντα του οποίου οι ιδιότητες ακόμα δεν έχουν αποσαφηνιστεί συνεπώς το επιχείρημα της ασφάλειας δεν ευσταθεί. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως ο εν λόγω ιός ανήκει στα παθογόνα που μεταδίδονται μέσω σάλιου, στοματικών εκκρίσεων και σταγονιδίων (airborne virus) κάτι το οποίο αυξάνει τις πιθανότητες μετάδοσής του με τις πρακτικές που ακολουθούνται κατά τον εκκλησιασμό (μακάρι να μεταδιδόταν μέσω αίματος ή σεξουαλικής επαφής και δεν θα κάναμε αυτή την κουβέντα).

Τέλος να συμπληρώσω, πως ακόμα και να ίσχυε αυτό που αναφέρεται στην επιστολή ότι δηλαδή “δεν υπάρχουν μελέτες που αποδεικνύουν την σχέση μεταξύ θείας κοινωνίας και μολυσματικότητας ιών”, αυτό δεν σημαίνει πως στην πράξη κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Αν κάτι δεν έχει μελετηθεί (αλλά αποτελεί επιστημονικό ερώτημα) τότε η απουσία απόδειξης, δεν σημαίνει πως κάτι δεν ισχύει. Αυτό αποτελεί ένα λογικό σφάλμα (Προσφυγή στην άγνοια) και μου κάνει εντύπωση που «επιστήμονες» το χρησιμοποιούν ως επιχείρημα.

Άρα, όπως πολύ ορθά ανακοίνωσαν οι αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Υγείας, τα περιοριστικά μέτρα θα αρθούν σταδιακά και σε αυτό το σχεδιασμό σίγουρα συμπεριλαμβάνονται και οι Εκκλησιασμοί.

Μέχρι τότε όμως, ας μην ..”ταλαιπωρούμε” και “παραμορφώνουμε” την Επιστήμη. Δεν μας φταίει σε τίποτα.

Πηγή: philenews