Ξανά, λοιπόν, η διαπίστωση κινείται ανάμεσα στην αμφιβολία και το ευχολόγιο: «Αν φορούσε κράνος ίσως να ζούσε», ή «αν φορούσε ζώνη μπορεί και να μην έχανε τη ζωή του». Σύμφωνοι, αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο το κράτος, ούτε μόνο η ζώνη. Είναι πρωτίστως η υπερβολική ταχύτητα, είτε των ίδιων των θυμάτων των τροχαίων, είτε εκείνων που τα προκαλούν. Αυτή η κοινωνική μάστιγα δεν αντιμετωπίζεται με υποθετικές διαπιστώσεις τύπου «αν φορούσε…ίσως να…». Είναι θέμα κουλτούρας και παιδείας, εκεί πρέπει να εστιάσουμε. Από μικρός μαθαίνει κάποιος να μην τρέχει, να προσέχει, να σέβεται, να παίρνει προφυλάξεις, να μην οδηγεί επιθετικά, να μην παραβιάζει τον κώδικα οδικής συμπεριφοράς, και εννοείται, να βάζει ζώνη και κράνος. 

Παρά τη σαφή πρόοδο που κάναμε τις τελευταίες δεκαετίες, δυστυχώς έχουμε πολύ δρόμο ακόμη μέχρι να απαλλαγούμε από τα συμπλέγματα που ταλαιπωρούν όσους ταυτίζουν την ταχύτητα με την δύναμη, με την ελευθερία, με την μαγκιά και με την παρεξηγημένη αντίληψη ότι διαφέρουν από όλους τους άλλους που οδηγούν προσεκτικά. Θα χρειαστεί να περάσουν πολλά ακόμη χρόνια ώστε να μάθουμε ότι σε μια χώρα τόσο μικρών αποστάσεων είναι ανόητο να τρέχεις ιλιγγιωδώς γιατί σε τελική ανάλυση μόνον μερικά λεπτά θα κερδίσεις, με ρίσκο όμως να χάσεις τη ζωή σου, ή να στερήσεις τη ζωή κάποιου άλλου. 

Είναι αλήθεια ότι το κράτος προσπαθεί αλλά δυστυχώς εκείνο που μετρά είναι το αποτέλεσμα. Φαίνεται ότι θα πρέπει να γίνει πολύ πιο αυστηρό έναντι όσων παραβιάζουν βασικές πρόνοιες του οδικού κώδικα. Στο όριο ταχύτητας, για παράδειγμα, θα πρέπει να θεσμοθετηθούν δρακόντειες ποινές. Και για όσους οδηγούν επικίνδυνα, ή υπό την επήρεια αλκοόλ ή ουσιών, επίσης. Αυτές οι συμπεριφορές δεν αλλάζουν (μόνο) με εξώδικα και με επικοινωνιακές καμπάνιες. 

Όσοι από εσάς ταξιδεύετε συχνά στους υπεραστικούς ή και περιφερειακούς δρόμους, μπορείτε να επιβεβαιώσετε ότι ανάμεσά μας υπάρχουν πολλοί που νομίζουν ότι είναι πιλότοι σε αγώνες ταχύτητας και παίζουν τη ζωή τους κορώνα-γράμματα. Το πρόβλημα μαζί τους δεν είναι που αδιαφορούν για τη δική τους ζωή αλλά που θέτουν σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα αθώων ανθρώπων. Τα παραδείγματα είναι πολλά, κάποτε και καθημερινά. Ας ελπίσουμε ότι το σύστημα με τις κάμερες (επιτέλους) θα συνετίσει ορισμένους που οδηγούν εγκληματικά επικίνδυνα και θα συμβάλει στη μείωση του προβλήματος.

Ένα άλλο πρόβλημα, που δυστυχώς μέχρι σήμερα κανένας δεν άγγιξε στα σοβαρά, ίσως γιατί οι ψήφοι ιεραρχούνται ψηλότερα από τις ανθρώπινες ζωές, είναι η ακαταλληλότητα αρκετών να οδηγούν. Και ασφαλώς δεν αναφέρομαι μόνον στα ηλικιακά κριτήρια. Πρέπει με κάποιο τρόπο να γίνουν τέτοιες ρυθμίσεις ώστε ΟΛΟΙ να περνούμε από επιβεβαιωτικό έλεγχο επάρκειας. Είναι εξωφρενικό να οδηγούμε για τόσα χρόνια, με μόνο τεκμήριο καταλληλότητας την άδεια οδήγησης που αποκτήσαμε πριν από μερικές δεκαετίες αλλά από τότε κανένας δεν μας ρώτησε, ούτε και μας είδε. Τώρα που έχουμε και ΓεΣΥ, και υπάρχει επιτέλους ένα οργανωμένο αρχείο, τι πιο απλό και πρακτικό, να θεσμοθετηθεί ένας έλεγχος για τους οδηγούς, οι οποίοι στο μεταξύ παρουσίασαν κάποια θέματα υγείας, τα οποία ενδεχομένως να επηρέασαν τη δυνατότητά τους να οδηγούν με ασφάλεια. Είμαι βέβαιος ότι οι περισσότεροι από εσάς θα έχετε κάποια περίπτωση που επιβεβαιώνει αυτή την ανησυχία. 

Καταλήγοντας, πιστεύω ότι πιο αυστηρές θα πρέπει να γίνουν οι διαδικασίες ενοικίασης αυτοκινήτου ή μοτοσικλέτας σε ξένους επισκέπτες, ιδιαίτερα σε νεαρούς ή μεγαλύτερους σε ηλικία, πολλοί από τους οποίους μέχρι να συνειδητοποιήσουν ότι οδηγούν στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, γίνονται μακάβριο πρωτοσέλιδο, με τον πανομοιότυπο τίτλο: «Aν φορούσε κράνος (ή ζώνη), ίσως να ήταν ανάμεσά μας». Κι όμως δεν είναι ανάμεσά μας, πιθανότατα γιατί αυτά τα δακρύβρεχτα δεν είναι τόσο αποτελεσματικά όσο νομίζουν αυτοί που αποφασίζουν. Χρειάζονται δραστικές λύσεις, χθες. 

Ελεύθερα, 3.7.2022.