Του Hal Brands

Τα κέρδη τα οποία προέκυψαν από την τολμηρή επίθεση της Ουκρανίας είναι πραγματικά, θεαματικά και προϊόν μιας αξιοσημείωτης συνεργασίας με την Ουάσιγκτον. Η επιτυχία, ωστόσο, μπορεί να δοκιμάσει οποιαδήποτε σχέση και οι νίκες της Ουκρανίας στο πεδίο της μάχης θα μπορούσαν, κατά ειρωνικό τρόπο, να πυροδοτήσουν νέες εντάσεις με τις ΗΠΑ.

Αυτή τη στιγμή, αξιωματούχοι και στις δύο χώρες απολαμβάνουν την επίτευξη μιας σημαντικής στρατιωτικής επιτυχίας. Οι New York Times αναφέρουν ότι το Πεντάγωνο συμμετείχε σε βάθος στον σχεδιασμό των ουκρανικών αντεπιθέσεων στην ανατολική και νοτιοανατολική Ουκρανία, κάνοντας εκτενείς προσομοιώσεις και απομακρύνοντας την κυβέρνηση του προέδρου Βολόντιμιρ Ζελένσκι από ένα πιο επικίνδυνο επιθετικό στοίχημα, δηλαδή από μια κίνηση προς ανακατάληψη της Μαριούπολης.

Αυτό το επίτευγμα αντιπροσωπεύει το αποκορύφωμα, μέχρι στιγμής, μιας σχέσης η οποία έχει αναπτυχθεί ραγδαία μετά την γενική επίθεση του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν τον Φεβρουάριο κατά της Ουκρανίας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ο Πούτιν και η πιθανότητα ήττας στην Ουκρανία

Τα χρήματα, οι πληροφορίες και τα όπλα τα οποία παρέχονται από τις ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες ενίσχυσαν την ουκρανική αντίσταση και βοήθησαν το Κίεβο να προκαλέσει απώλειες – ίσως και δεκάδες χιλιάδες νεκρούς στις μάχες – στις δυνάμεις της Μόσχας. Η Ουκρανία έχει αποδείξει ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτή τη βοήθεια για να απελευθερώσει μεγάλες εκτάσεις της επικράτειάς της, κάτι που λογικά θα της εξασφαλίσει τη συνέχιση της υποστήριξης από πλευράς του δυτικού συνασπισμού για τον κρύο χειμώνα που πλησιάζει γοργά.

Ψυχρός υπολογισμός

Ας μην πιστεύει κανείς ωστόσο ότι η Ουάσιγκτον βοηθά την Ουκρανία αποκλειστικά από ευγενές πνεύμα ή ότι σπαταλά τα δολάρια των φόρων των Αμερικανών πολιτών – όλα αυτά έχουν υποστεί ένα εξαιρετικό “ζύγισμα” από τον θείο Σαμ. Η Ουκρανία είναι το καλύτερο “εργαλείο” το οποίο θα μπορούσαν να έχουν οι ΗΠΑ για να χτυπήσουν και να βαλτώσουν τον ρωσικό στρατό ώστε να μην μπορεί να επιδιώξει επιθετική δράση οπουδήποτε αλλού στον κόσμο και, ίσως, για να οδηγήσουν τον Πούτιν σε μια ήττα από την οποία δεν θα μπορεί να συνέλθει σύντομα.

“Πληρώνουμε μια άλλη χώρα για να πολεμά έναν φρικτό πόλεμο στο δικό της έδαφος, ώστε να μην χρειαστεί να πολεμήσουμε έναν χειρότερο πόλεμο στο έδαφος ενός συμμάχου μας στο ΝΑΤΟ”, μου είπε ο Φρέντερικ Κάγκαν από το American Enterprise Institute. “Ακούγεται μάλλον ψυχρό όταν τίθεται με αυτόν τον τρόπο, δεν νομίζεις;”.

Οι ΗΠΑ και η Ουκρανία έχουν μια κλασική σχέση προστάτη-προστατευόμενου. Αυτές είναι πάντα τεταμένες, γιατί τα μέρη έχουν διαφορετικά επίπεδα εξουσίας και διαφορετικά εθνικά συμφέροντα, ακόμη και όταν μοιράζονται έναν κοινό εχθρό. Όσο πιο κοντά πλησιάζει η Ουκρανία στη νίκη σε αυτόν τον πόλεμο, τόσο περισσότερο αυτές οι διαφορές μπορεί να αρχίσουν να διαφαίνονται.

Η κυβέρνηση του Ζελένσκι έχει υπάρξει ξεκάθαρη ως προς τους στόχους της: απελευθέρωση όλου του ουκρανικού εδάφους, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας και των άλλων περιοχών τις οποίες κατέλαβε η Μόσχα το 2014, καθώς και αποζημιώσεις και δίωξη Ρώσων εγκληματιών πολέμου. Με κάθε τετραγωνικό χιλιόμετρο εδάφους το οποίο ανακτά η Ουκρανία, η πεποίθησή της ότι μπορεί να εξασφαλίσει τους παραπάνω στόχους αυξάνεται.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Οι Ρώσοι χάνουν ένα τάγμα την ημέρα από τη διπλή ουκρανική αντεπίθεση

Ηθική και Κριμαία

Υπάρχει μεγάλο δίκιο από ηθικής άποψης σε αυτές τις απαιτήσεις και, σε έναν ιδανικό κόσμο, η Ουάσιγκτον σίγουρα θα τις υποστήριζε. Όμως, ενώ η κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν αρνήθηκε συνετά να εκφράσει δημόσια διαφωνία για τους πολεμικούς στόχους της Ουκρανίας όταν η επιβίωση της χώρας ήταν εξαιρετικά αμφίβολη, διστάζει ταυτόχρονα να υιοθετήσει τους πολεμικούς στόχους του Κιέβου ως δικούς της.

Η ομάδα του Μπάιντεν πιθανόν να ανησυχεί ότι εάν η Ουκρανία τραβήξει το σκοινί πολύ μακριά και υπερεκταθεί, θα μπορούσε να οδηγήσει τον πόλεμο σε ένα δαπανηρό αδιέξοδο, το οποίο θα κατανάλωνε αέναα τους πόρους των ΗΠΑ, τη στιγμή που αυξάνεται ο κίνδυνος σύγκρουσης της Ουάσινγκτον με την Κίνα. Ή ίσως ο Πούτιν να κλιμάκωνε ριζικά τη συγκρουση, χρησιμοποιώντας ακόμη και τακτικά πυρηνικά όπλα για να αποφύγει την κατάρρευση του στρατού του και την απώλεια της Κριμαίας, για την οποία ισχυρίζεται (παράνομα) ότι αποτελεί ρωσικό έδαφος.

Οι πόλεμοι ενάντια σε φαινομενικά ταλαιπωρημένους εχθρούς μπορούν να έχουν άσχημη εξέλιξη, όπως έμαθε η Αμερική όταν προσπάθησε να απελευθερώσει ολόκληρη την Κορεατική Χερσόνησο στα τέλη του 1950, αλλά βρέθηκε τελικά εν μέσω μιας μεγαλύτερης, πιο επικίνδυνης σύγκρουση εκεί, με τη συμμετοχή της Κίνας. Αναμφίβολα η κυβέρνηση Μπάιντεν εξετάζει προσεκτικά ποιοι στόχοι του πολέμου των Ουκρανών είναι επιθυμητοί από την ίδια και ποιων η επίτευξη είναι πραγματικά απαραίτητη.

Μια Ουκρανία πολιτικά ανεξάρτητη, οικονομικά βιώσιμη και στρατιωτικά υπερασπίσιμη είναι σίγουρα ένας από αυτούς. Το ίδιο είναι κι ένα αποτέλεσμα το οποίο να αφήνει τον Πούτιν τόσο “αιμόφυρτο” και στερημένο από νέα κέρδη που κανένας λογικός παρατηρητής να μην μπορεί να θεωρήσει ότι η επιθετικότητά του ανταμείφθηκε.

Όλα τα παραπάνω περιλαμβάνουν την απώθηση της Ρωσίας πίσω στα εδαφικά όρια της 24ης Φεβρουαρίου 2022, αν όχι και πιο πίσω. Ωστόσο, μπορεί, κατά την άποψη του Μπάιντεν, να μην απαιτείται η επιστροφή της Κριμαίας στην Ουκρανία ή μια δίκη του Πούτιν και των υποστηρικτών του.

“Σύνεση”

Μια συζήτηση για τον τερματισμό του πολέμου δεν είναι άμεσα επικείμενη – θα χρειαστούν περαιτέρω επιθέσεις για να εκδιωχθεί τη Ρωσία από τη γη που έχει καταλάβει από τον Φεβρουάριο. Ο Ζελένσκι μπορεί τελικά να αποδειχθεί πρόθυμος να ανταλλάξει ορισμένες απαιτήσεις του προκειμένου να εξασφαλίσει άλλες. Ή ίσως να υπάρξει μια ρωσική στρατιωτική κατάρρευση την οποία ο Πούτιν θα αποδεχθεί πειθήνια.

Εάν ωστόσο εξαιρέσουμε αυτό το καλύτερο πιθανό αποτέλεσμα, τους επόμενους μήνες μπορεί να υπάρξουν μερικές δύσκολες συνομιλίες μεταξύ των ΗΠΑ και της Ουκρανίας σχετικά με το πόσα θα πρέπει να αναζητήσει το Κίεβο σε μια ειρηνευτική συμφωνία με τη Μόσχα – και κάποια εσωτερική “αναζήτηση” στην Ουάσιγκτον για το κατά πόσον θα προσπαθήσει να συγκρατήσει τον Ζελένσκι αν πιέσει για περισσότερα κέρδη από εκείνα τα οποία θεωρεί συνετά ο Μπάιντεν.

Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που ένας σύμμαχος των ΗΠΑ θα κατέληγε απογοητευμένος. Ο πρόεδρος Ντουάιτ Αϊζενχάουερ υποχρέωσε τελικά τον Σίνγκμαν Ρι της Νότιας Κορέας να αποδεχθεί μια συμβιβαστική ειρήνη και μια διαιρεμένη χερσόνησο.

Το 1990, η Ουάσιγκτον ουσιαστικά ανάγκασε τους Κόντρας της Νικαράγουας να συνάψουν ειρηνευτική συμφωνία η οποία προέβλεπε τον αφοπλισμό τους, μολονότι οι εχθροί τους, Σαντινίστας, θα διατηρούσαν τον έλεγχο της κυβέρνησης και του στρατού της χώρας.

Σήμερα, η Ουκρανία πολεμά τη μάχη του ελεύθερου κόσμου ενάντια στη Μόσχα. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα λάβει όλα όσα της αξίζουν.

Πηγή: BloombergOpinion