Ο τίτλος παραπέμπει στο βιβλίο του Δημήτρη Χατζή «Το τέλος της μικρής μας πόλης» που, κι αυτό, με τη σειρά του, παραπέμπει στο βιβλίο «Η μικρή μας πόλη» του Αμερικανού συγγραφέα Thornton Wilder.

Μην ανησυχείτε. Δεν σκοπεύω να σας πανικοβάλω. Δεν προβλέπω καμιά φυσική ή πολιτική καταστροφή της χώρας μας, αν και, θεωρητικά, κι αυτό θα μπορούσε να συμβεί στο απώτερο μέλλον. Απλώς, διαπιστώνω το σταδιακό τέλος του τρόπου ζωής στο νησί μας που άρχισε από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα και συνεχίζεται.

Θυμούμαι τις ιστορίες που μου διηγόντουσαν οι γιαγιάδες κι οι παππούδες μου και οι γονείς μου από τη ζωή τους, με στιγμιότυπα από τη δική τους εποχή, πριν και μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, τον καιρό της αγγλοκρατίας και, πιο πριν, ιστορίες που άκουγαν οι ίδιοι από τους δικούς τους παππούδες και γιαγιάδες για τον καιρό της τουρκοκρατίας. Ολόκληρη η ιστορία του τόπου μας από τα μέσα του 19ου αιώνα, μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα. Στη συνέχεια, έχω κι εγώ τις δικές μου παιδικές αναμνήσεις από τα τελευταία χρόνια της αγγλοκρατίας, από τον αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. και από τα πρώτα χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας που ήταν τα μοναδικά καλά χρόνια για την Κύπρο μας.

Ύστερα, άρχισαν οι καταστροφές: Η τουρκική ανταρσία του τέλους του 1963 και μετέπειτα, το προδοτικό πραξικόπημα του Ιουλίου του 1974 και η τουρκική εισβολή που ακολούθησε, η τουρκική κατοχή του 40% του εδάφους της μικρής μας πατρίδας και η προσφυγοποίηση χιλιάδων συμπατριωτών μας που συνεχίζεται μέχρι σήμερα και που δεν γνωρίζουμε πόσο θα διαρκέσει. Δυστυχώς, «το παρελθόν άτροπον και το μέλλον αβέβαιον»!

Όμως, από όλα όσα έχουν συμβεί, συγκρατώ στη μνήμη μου, όχι μόνο τα κακά που μας έπληξαν, αλλά και τα καλά μιας εποχής που πέρασε, μέσα στην οποία διαμορφώθηκε ο χαρακτήρας μας: Στιγμιότυπα από την αθωότητα της παιδικής μας ηλικίας μέσα στη γλυκιά ασφάλεια της οικογένειας, αργότερα την κοινωνικοποίησή μας μέσα στα σχολεία μας με ελληνοκεντρική παιδεία, με τους αυστηρούς δασκάλους της εποχής εκείνης που μας μεταλαμπάδευσαν τα ιδεώδη και ιδανικά για τη μελλοντική μας ζωή, την αγάπη για την πατρίδα, τις αρετές του αλληλοσεβασμού, της άδολης φιλίας και του αλτρουισμού και την αναζήτηση της αλήθειας και, στη συνέχεια, την ανεμελιά της φοιτητικής μας ζωής στην Ελλάδα με τις διαδηλώσεις μας εναντίον της χούντας. Μιας εποχής που, όσο ξεμακραίνει, τόσο γίνεται πιο γλυκιά η ανάμνησή της.

Όλες αυτές τις ιστορίες, παλιές και νεότερες, διηγούμαι κι εγώ σήμερα, γιαγιά πλέον, στα εγγόνια μου, συνδέοντας τις ζωές τους με το παρελθόν, μ’ ένα αόρατο νήμα, που είναι όμως αρκετά γερό, ώστε να τα κρατά σφικτά δεμένα με τις ρίζες τους.

Είναι αναγκαίο να ανατρέχουμε στο παρελθόν για να στηρίζουμε το παρόν και το μέλλον, δίνοντας συνέχεια στη ζωή μας και θεμελιώνοντας το αύριο. Χωρίς γνώση του παρελθόντος είμαστε μετέωροι, ξεκομμένοι από τις ρίζες μας. Κι αν, με όσα ζήσαμε και θυμόμαστε, συνειδητοποιούμε ότι σήμερα όλα έχουν αλλάξει και ότι φθάσαμε στο τέλος του τρόπου ζωής στη μικρή μας χώρα, όπως την ξέραμε ή αντιλαμβανόμαστε, η γνώση του παρελθόντος θα είναι πάντα ο συνδετικός κρίκος για μια νέα εποχή για τη χώρα μας, την οποία καλείται η νέα γενιά να φτιάξει καλύτερη. «Αλλά θαρσείν χρη, τάχ’ αύριον έσσετ’ άμεινον» (αλλά πρέπει να αισιοδοξούμε ότι το αύριο θα είναι καλύτερο).

Μ’ αυτές τις σκέψεις, αποχαιρετώ το 2021 και προσβλέπω με ελπίδα σ’ ένα καλύτερο 2022. Πολλές ευχές σ’ όλους σας.

*Δικηγόρος, πρώην Εισαγγελέας της Δημοκρατίας