Μέσα στους τελευταίους μήνες, οι Ρεπουμπλικανοί κυβερνήτες της Φλόριντα και του Τέξας έστειλαν δεκάδες χιλιάδες μετανάστες στη Νέα Υόρκη και η Δημοκρατική ηγεσία της πόλης και της πολιτείας βρέθηκαν μπροστά σε μία πρωτοφανή κατάσταση. Όπως συμβαίνει σχεδόν παντού, για να εξασφαλιστούν σε πρώτη φάση αξιοπρεπείς συνθήκες για τη διαβίωσή τους και στη συνέχεια για να επιχειρηθεί η ένταξή τους στην κοινωνία και την αγορά εργασίας δεν απαιτούνται μόνο τεράστια χρηματικά ποσά, αλλά και επίδειξη ανθρωπιάς από πλευράς πολιτών και ηγεσιών. 

Ο δήμαρχος Έρικ Άνταμς αναγκάστηκε μέσα στην πρώτη εβδομάδα του Οκτώβρη να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω των χιλιάδων λατινοαμερικανών μεταναστών (κυρίως από τη Βενεζουέλα) που μεταφέρθηκαν με λεωφορεία στη Νέα Υόρκη από τα νότια σύνορα των ΗΠΑ, ασκώντας πίεση στο σύστημα φιλοξενίας αστέγων και μπορεί να κοστίσει στην πόλη ένα και πλέον δισεκατομμύριο δολάρια. Ο κ. Άνταμς δήλωσε ότι ποτέ δεν φανταζόταν ότι θα χρειαστεί να στηθούν μεγάλες λευκές σκηνές στη Νέα Υόρκη για να αντιμετωπιστεί μια τέτοια κρίση και ζήτησε οικονομική στήριξη από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.

Σε μία πόλη που υπερηφανεύεται για την ιστορία της ως «σπίτι μεταναστών», υπάρχει σήμερα μια νέα πραγματικότητα σε σχέση με το μεταναστευτικό ζήτημα. Τα καταφύγια αστέγων στην πόλη της Νέας Υόρκης καταγράφουν ρεκόρ πληρότητας. Το 20% των ατόμων που μένουν στα καταφύγια είναι πρόσφατοι μετανάστες (αιτούντες άσυλο), ενώ γιγάντιες λευκές σκηνές που στήθηκαν στο νησί Ράνταλ αποτελούν το  «προσωρινό καταφύγιο» για μετανάστες.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Διερεύνηση FBI για τον Τραμπ μέσω της Κύπρου

Οι Δημοκρατικοί επικρίνουν τους Ρεπουμπλικανούς κυβερνήτες του Τέξας και της Φλόριντα ότι χρησιμοποιούν τους μετανάστες ως «πολιτικά εργαλεία», ενώ από την πλευρά τους οι Ρεπουμπλικανοί κατηγορούν την κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν ότι δεν κατάφερε να ανακόψει την εισροή στα σύνορα και έχει μετατρέψει τη χώρα σε «ξέφραγο αμπέλι». Οι περισσότεροι υποψήφιοι του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για ομοσπονδιακά, πολιτειακά και τοπικά αξιώματα (και ειδικότερα όσοι υποστηρίζονται από τον πρώην πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ) επιχειρούν να συνδέσουν την κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας με τη διόγκωση του μεταναστευτικού ρεύματος προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για τη θέση του κυβερνήτη της Νέας Υόρκης, Λι Ζέλντιν, έχει «αξιοποιήσει δεόντως» τη μεταναστευτική κρίση και την αύξηση της εγκληματικότητας, με αποτέλεσμα να μειώσει το προβάδισμα της Δημοκρατικής νυν κυβερνήτης Κάθι Χόκολ στις 11 ποσοστιαίες μονάδες, από τις 17 μονάδες του περασμένου μήνα. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις σε εθνικό επίπεδο, γενικά οι Ρεπουμπλικανοί υποψήφιοι διαθέτουν «σημαντικό πλεονέκτημα» λόγω του πληθωρισμού και της οικονομικής ύφεσης, ενώ το έγκλημα συγκαταλέγεται μεταξύ των κορυφαίων ανησυχιών των ψηφοφόρων σε εθνικό επίπεδο.

Η κ. Χόκολ και ο κ. Ζέλντιν χρησιμοποιούν τις τελευταίες μέρες σκληρούς χαρακτηρισμούς, αλληλοκατηγορούμενοι για «ακραίες και επικίνδυνες» πολιτικές θέσεις. Η Δημοκρατική υποψήφια θεωρεί τον Ρεπουμπλικανό αντίπαλό της, ο οποίος υποστηρίζεται από τον Ντόναλντ Τραμπ, ως απειλή για την αυστηρή προστασία της πολιτείας κατά των αμβλώσεων, ενώ ο κ. Ζέλντιν την κατηγορεί για το μεταναστευτικό ζήτημα και ότι οι επιλογές της συμβάλλουν στην αύξηση του εγκλήματος και του κόστους ζωής στη Νέα Υόρκη.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση σε εθνικό επίπεδο, το 40% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων υποστηρίζει ότι οι Ρεπουμπλικανοί είναι «καλύτερα εξοπλισμένοι» για να αντιμετωπίσουν ζητήματα μετανάστευσης σε σχέση με τα όσα πράττει τα δυο τελευταία χρόνια η Δημοκρατική κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν, καθώς και οι Δημοκρατικοί κυβερνήτες. Με βάση μια άλλη δημοσκόπηση, ένα ποσοστό ισπανόφωνων ψηφοφόρων που υποστήριξε Δημοκρατικούς υποψηφίους σε προηγούμενες προεδρικές και ενδιάμεσες εκλογές, τώρα υποστηρίζει Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους. Όπως αναφέρθηκε από αρκετούς αναλυτές, παρά τις έντονες επικρίσεις που δέχονται οι Δημοκρατικοί για το θέμα της μετανάστευσης, οι Ρεπουμπλικανοί υποψήφιοι δεν έχουν σαφείς και ξεκάθαρες θέσεις σχετικά με τις αλλαγές που θέλουν να κάνουν και την ατζέντα τους σε περίπτωση που αποκτήσουν τον έλεγχο της Βουλής.

Ο αριθμός ρεκόρ παράνομων διελεύσεων στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό τα τελευταία δυο χρόνια έχει βάλει την Δημοκρατική κυβέρνηση σε θέση άμυνας. Ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε στείλει στο Κογκρέσο ένα «ολοκληρωμένο νομοσχέδιο», όπως επισημάνθηκε από μερίδα αναλυτών, για την αναθεώρηση του μεταναστευτικού συστήματος, από τις πρώτες μέρες της θητείας του, αλλά δεν έχει ξοδέψει κανένα πολιτικό κεφάλαιο για να το προωθήσει, παρά το γεγονός ότι οι Δημοκρατικοί ελέγχουν τη Βουλή και τη Γερουσία.

Κορυφαία ζητήματα

«Η μετανάστευση δεν έχει περάσει στην κορυφαία βαθμίδα των θεμάτων της προεκλογικής περιόδου» τόνισε ο ομογενής Ντέιβιντ Παλαιολόγος, διευθυντής του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας του Πανεπιστημίου Σάφολκ, σημειώνοντας ότι «τα τρία κορυφαία ζητήματα σε εθνικό επίπεδο εξακολουθούν να είναι η οικονομία, οι αμβλώσεις και οι απειλές για τη δημοκρατία». Σε δημοσίευμα του «Politico» αναφέρθηκε ότι οι Ρεπουμπλικανοί ξόδεψαν σχεδόν 1,4 εκατομμύρια δολάρια σε διαφημίσεις με επίκεντρο τη μετανάστευση κατά την εβδομάδα που ο κυβερνήτης της Φλόριντα ξεκίνησε να στέλνει μετανάστες στο νησί Μάρθας Βίνγιαρντ, που θεωρείται παραθεριστικό μέρος, κυρίως για την ελίτ των Δημοκρατικών.

Η αποστολή μεταναστών σε «προπύργια των Δημοκρατικών» εξελίσσεται σε ένα είδος «επιθετικής πολιτικής» κατά των επιλογών της κυβέρνησης Μπάιντεν και γενικά των Δημοκρατικών. Πρόσφατα, δύο λεωφορεία με μετανάστες, που είχε στείλει ο κυβερνήτης του Τέξας, είχαν φτάσει κοντά στην κατοικία της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις στην Ουάσινγκτον, η οποία έχει αναλάβει να διαχειριστεί το μεταναστευτικό ζήτημα.

 

Παρέμβαση

Ενίσχυση αντιμεταναστευτικής ρητορικής από τα «δυο άκρα»

Πόλεμοι, εμφύλιες συρράξεις, φτώχεια, αυταρχικά καθεστώτα, διεφθαρμένες εξουσίες, επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά και κερδοσκοπικοί μηχανισμοί από εμπόρους ανθρώπινων ψυχών, αποτελούν τις βασικότερες αιτίες της προσφυγιάς και της μετανάστευσης. Δεν είναι καινούριο φαινόμενο και ανέκαθεν ήταν άμεσα συνδεδεμένο με πολιτικές που διχάζουν κοινωνίες και συντείνουν στην έξαρση ακραίων ιδεολογιών. 

Η μετανάστευση προβάλλεται και ως σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια και την κοινωνική συνοχή, ενώ μπορεί να «αξιοποιηθεί» από καθεστώτα και οργανώσεις για την πραγματοποίηση τρομοκρατικών επιθέσεων και για εκδήλωση αποσταθεροποιητικών συμπεριφορών. Σε αρκετές χώρες συνδέεται με την αύξηση της εγκληματικότητας και τη διαμόρφωση συνθηκών ανασφάλειας, ξενοφοβίας και ρατσισμού, καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό το πολιτικό σκηνικό και το εκλογικό αποτέλεσμα. 

Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως, όπως αυτή την περίοδο στις ΗΠΑ εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου, από τη μια πλευρά είναι οι υπερσυντηρητικοί με τις ακραίες θέσεις και θεωρίες τους για τους μετανάστες και από την άλλη είναι οι αποκαλούμενοι προοδευτικοί που εφαρμόζουν λανθασμένες πολιτικές ή προτείνουν παράλογα μέτρα, με άμεση συνέπεια την ενίσχυση της αντιμεταναστευτικής ρητορικής. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ευρώπη με τα «δυο άκρα» του πολιτικού συστήματος.