Της Allison Schrager

Ξυπνήσαμε το θηρίο και τώρα ίσως πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί του. Μετά από περισσότερα από 20 χρόνια χαμηλού, σταθερού πληθωρισμού, επανέρχεται -σε ποσοστό άνω του 9%- και μπορεί να μην επιστρέψει ποτέ στα προ-πανδημικά επίπεδα.

Έχουμε ήδη χάσει τα πλεονεκτήματα της πάλαι ποτέ οικονομίας μας: τα χαμηλά επιτόκια και τις αυξήσεις μισθών που σε έκαναν πραγματικά πλουσιότερο, όταν τις λάμβανες. Τώρα πρέπει να διαχειριστούμε και έναν νέο κίνδυνο για τη ζωή μας, το θηρίο το οποίο νομίζαμε ότι είχαμε εξημερώσει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ο πληθωρισμός ήρθε για να μείνει, η αξία του Bitcoin θα εκμηδενιστεί

Η πανδημία άλλαξε πολλά πράγματα και με ανάγκασε να εγκαταλείψω, απρόθυμα, τη μακροχρόνια πεποίθησή μου ότι ο πληθωρισμός είναι κάτι που ξέρουμε πώς να ελέγχουμε. Ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να επιλέγουν ένα ποσοστό πληθωρισμού, να τον διατηρούν και όλα από εκεί και πέρα θα πηγαίνουν καλά. Ότι οι Αμερικανοί θα ξέρουν πάντα πόσο αξίζουν πραγματικά τα δολάρια τους.

Η αβεβαιότητα αποτελεί έμμεση μείωση εισοδήματος

Αυτή η βεβαιότητα έχει μεγάλη αξία. Εάν έχετε δύο διαφορετικά περιουσιακά στοιχεία με την ίδια μέση απόδοση, αλλά το ένα είναι πιο ασταθές από το άλλο, το ριψοκίνδυνο περιουσιακό στοιχείο αξίζει λιγότερο – ειδικά για άτομα με χαμηλά εισοδήματα και σφιχτούς προϋπολογισμούς. Η ίδια αρχή ισχύει και για το εισόδημά σας. Το να γνωρίζετε πόσο θα κοστίσει το βόειο κρέας και η βενζίνη σας βοηθάει να προγραμματίσετε και να προϋπολογίσετε τις δαπάνες σας. Έτσι, λιγότερη βεβαιότητα σχετικά με τις τιμές σημαίνει ότι το εισόδημά σας είναι λιγότερο πολύτιμο. Ουσιαστικά, ο πρόσθετος κίνδυνος ισοδυναμεί με μείωση μισθού.

Ο πληθωρισμός στο μέλλον δεν θα είναι μόνο υψηλότερος, αλλά και λιγότερο σταθερός. Και υπάρχουν λόγοι για αυτό.

Η ιστορία μάς παρέχει ένα μακρύ ιστορικό λανθασμένων βημάτων στη νομισματική πολιτική. Οι κεντρικές τράπεζες προκαλούν περισσότερο πληθωρισμό τυπώνοντας πάρα πολλά χρήματα ή μειώνοντας υπερβολικά τα επιτόκια τη λάθος στιγμή. Ο υψηλός και απρόβλεπτος πληθωρισμός ήταν χαρακτηριστικό της οικονομίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Φαινόταν ωστόσο ότι οι οικονομολόγοι το είχαν καταλάβει τη δεκαετία του 1990. Αν απλώς επιλέγαμε έναν στόχο, ας πούμε ένα ποσοστό πληθωρισμού 2%, αυτό θα γινόταν μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Οι άνθρωποι θα μπορούσαν να βασιστούν στη διατήρηση αυτού του επιπέδου πληθωρισμού, επειδή η Federal Reserve θα μπορούσε να το επιτύχει και οι μισθοί και οι τιμές θα αυξάνονταν αναλόγως.

Στις μεταπτυχιακές σπουδές μου, διδάχτηκα ότι η καλύτερη πρακτική στη νομισματική πολιτική είναι να στοχεύεις ένα συγκεκριμένο επίπεδο πληθωρισμού, ας πούμε 2%. Ένας από τους καθηγητές μου από εκείνες τις ημέρες, ωστόσο, ο Jean Boivin, σήμερα Επικεφαλής του Ινστιτούτου Επενδύσεων της BlackRock και πρώην αναπληρωτής διοικητής στην κεντρική τράπεζα του Καναδά, υποστήριξε πρόσφατα ότι οι οικονομολόγοι μπορεί στην πραγματικότητα να μην έλυσαν ποτέ το πρόβλημα του πληθωρισμού. Μπορεί απλώς να ήμασταν πολύ τυχεροί.

Μια ολόκληρη εποχή έχει τελειώσει

Εν μέσω εκτίναξης του διεθνούς εμπορίου και της παγκοσμιοποίησης, ειδικά με πολλά αγαθά να προέρχονται από χώρες με φθηνό εργατικό δυναμικό, η παγκόσμια οικονομία παρουσίαζε μια υπερβολική αφθονία. Η πρόοδος της τεχνολογίας έκανε αυτά τα πράγματα – και τις υπηρεσίες – ακόμη φθηνότερα. Η ζήτηση αυξομειωνόταν, προκαλώντας κατά καιρούς ύφεση. Οι κεντρικοί τραπεζίτες, ωστόσο, ήταν αρκετά καλοί στη διαχείριση μιας οικονομίας η οποία βασιζόταν στη ζήτηση κι έτσι ο πληθωρισμός παρέμενε χαμηλός και σταθερός. Φαινόταν σαν ο πληθωρισμός να ήταν πια ένα πρόβλημα του παρελθόντος, κάτι που οι ικανοί τεχνοκράτες μπορούσαν πια να διαχειρίζονται.

Η Covid-19 γκρέμισε αυτή την ψευδαίσθηση. Ο κόσμος “έκλεισε” μέσω των lockdown και υπήρχε λιγότερο εμπόριο. Η προσφορά συρρικνώθηκε εξαιρετικά για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες. Αυτό πυροδότησε πληθωρισμό σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο ο πληθωρισμός είναι υψηλότερος στις ΗΠΑ λόγω πολιτικών επιλογών. Οι οικονομολόγοι εξακολουθούν να μην διαθέτουν αποδοτικά μοντέλα για την πρόβλεψη του πληθωρισμού, ωστόσο ξέρουμε σίγουρα ότι το να στέλνεις σε όλους τους πολίτες επιταγές δωρεάν χρήματος και να πληρώνεις γι’ αυτό με το βάζεις τη Fed να αγοράζει το χρέος που προκύπτει από τις δαπάνες, είναι πληθωριστική πολιτική.

Προσθέστε τη συρρικνούμενη προσφορά και έχετε τον χειρότερο πληθωρισμό των τελευταίων 40 ετών. Δεν είναι μόνο ψηλά, αλλά συνεχίζει να μας εκπλήσσει. Και η αβεβαιότητα είναι σχεδόν τόσο κακή όσο και οι υψηλότερες τιμές. Όσο περισσότερο ο πληθωρισμός είναι υψηλός και απρόβλεπτος, τόσο περισσότερο ενσωματώνεται στους μισθούς, στα επιτόκια και στις προσδοκίες. Εισχωρεί έτσι στον σκελετό της οικονομίας και είναι πολύ δύσκολο στη συνέχεια κανείς να τον ξεφορτωθεί.

Χρόνια υψηλού πληθωρισμού

Το πρόβλημα του πληθωρισμού το οποίο αντιμετωπίζουμε είναι πρόβλημα προσφοράς και ζήτησης. Η Fed μπορεί να επηρεάσει αποκλειστικά τη ζήτηση, ωστόσο αυτό εξακολουθεί να της δίνει τη δυνατότητα να μειώσει τον πληθωρισμό. Χαμηλότερος πληθωρισμός ωστόσο δεν σημαίνει επιστροφή σε ένα αξιόπιστο 2%.

Ακόμη κι αν ο πόλεμος τελειώσει και η οικονομία της Κίνας επανέλθει πλήρως σε φυσιολογική λειτουργία, οι περιορισμοί στην προσφορά μπορεί να παραμείνουν. Εν μέσω λιγότερης παγκοσμιοποίησης, γήρανσης του πληθυσμού και στόχων για μια πιο πράσινη οικονομία, μπορεί να καταλήξουμε σε μια αλυσίδα εφοδιασμού η οποία να είναι λιγότερο αξιόπιστη και να αναπτύσσεται με πιο αργούς ρυθμούς. Αυτό σημαίνει λιγότερο αποτελεσματική νομισματική πολιτική στο μέλλον.

Ακόμη και πριν από την πανδημία, υπήρχαν ελαττώματα στην ιδέα ότι η Fed μπορούσε πρακτικά να “επιλέξει” το ποσοστό του πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός κυμαινόταν κάτω από τον στόχο για χρόνια, ανεξάρτητα από το πόσο χαμηλά διατηρούσε η Fed τα επιτόκια.

Πλέον πολλοί οικονομολόγοι εικάζουν ότι μόλις η Fed καταφέρει να μειώσει τον πληθωρισμό περίπου στο 4%, μπορεί να εγκαταλείψει την περαιτέρω νομισματική σύσφιξη, ειδικά εάν μέχρι τότε βρισκόμαστε σε ύφεση. Από εκείνο το σημείο και μετά, θα έχουμε πλέον χρόνια πληθωρισμού άνω του στόχου, μετά από όλα αυτά τα χρόνια κάτω από τον στόχο. Ο στόχος του 2% της Fed θα αρχίσει να μοιάζει με κρύο αστείο, απογυμνωμένος από την αξιοπιστία που κάποτε είχε. Οι Αμερικανοί θα πρέπει να προσαρμοστούν στο να ζουν με υψηλότερο πληθωρισμό και λιγότερη βεβαιότητα για την αξία των χρημάτων τους – κι αυτό αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο πλήγμα στην ευημερία του λαού των ΗΠΑ.

Σημαίνει επίσης ότι η νομισματική πολιτική χρειάζεται επανεξέταση, ξεκινώντας με λιγότερη αλαζονεία από πλευράς Fed. Η κεντρική τράπεζα μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση της ζήτησης και – εάν αποφύγει να προσθέσει και νέα λάθη σε εκείνα που έκανε πρόσφατα – να κάνει τον πληθωρισμό λίγο λιγότερο ασταθή.

Ωστόσο, εν μέσω συνεχιζόμενων προβλημάτων εφοδιασμού και μειωμένης αξιοπιστίας, δεν θα προσφέρει πλέον την προβλεψιμότητα την οποία είχαμε συνηθίσει. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με περισσότερη αβεβαιότητα και να αφήσουμε την παρηγορητική ψευδαίσθηση ότι οι τεχνοκράτες μπορούν να διαχειριστούν αυτή τη μεγάλη πηγή κινδύνου για τη ζωή μας. Αν αποτελεί έστω και μικρή παρηγοριά, γνωρίζουμε πια ότι αυτό τελικά αποτελούσε πάντα ψευδαίσθηση.

Πηγή: BloombergOpinion