Φωνάζουν και διαμαρτύρονται Αθήνα και Λευκωσία για τον τουρκικό αναθεωρητισμό και ορθώς το πράττουν. Η Τουρκία υλοποιεί μια επεκτατική πολιτική σε βάρος της Ελλάδος και της Κύπρου. Οι απειλές που εκτοξεύει είναι συγκεκριμένες και δεν μπορούν ποσώς να υποβαθμιστούν. Είναι ένα διαχρονικό σχέδιο, το οποίο υλοποιείται βαθμηδόν. Ενίοτε χωρίς αντιδράσεις και κόστος. Αυτός ο σχεδιασμός δεν εμφανίσθηκε ξαφνικά. Εκείνο που γίνεται είναι πως η κατοχική δύναμη θεωρεί πως είναι κατάλληλη η σημερινή συγκυρία για ενίσχυση των προσπαθειών της για εφαρμογή των επεκτατικών της επιδιώξεων. Η Άγκυρα εκτιμά πως γεωπολιτικά είναι ενισχυμένη, που έτσι είναι, ενώ φαίνεται να θεωρεί ότι Ελλάδα και Κύπρος, παραμένουν -και με δική τους ευθύνη- ο αδύναμος κρίκος. Η Άγκυρα δεν είναι σήμερα που επιδιώκει τον στρατηγικό έλεγχο της περιοχής μέσω Ελλάδος και Κύπρου. Επιδιώκει τη φινλανδοποίηση των δύο χωρών. Για μια σειρά λόγους, όπως οι πιο πάνω, ο Ερντογάν θεωρεί πως πρέπει να ενισχύσει και να αναβαθμίσει τις προσπάθειες επιβολής.

Φωνάζουν και διαμαρτύρονται σε Αθήνα και Λευκωσία για τις τουρκικές απειλές, αλλά δεν έχουν τόσα χρόνια διαμορφώσει πολιτικές αποτροπής. Κοινές πολιτικές αποτροπής. Η Αθήνα κάνει αγορές οπλικών συστημάτων και τις πολυδιαφημίζει. Οι ισορροπίες δεν καθορίζονται μέσα από την προβολή των αγορών, αλλά με τη διαμόρφωση μιας γραμμής ενίσχυσης της στρατιωτικής ισχύος. Έτσι και μόνο έτσι, στέλλονται συστημένα μηνύματα στον εχθρό. Είχε προ ημερών μεταβεί ο υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδος στην Ουάσιγκτον και ζήτησε, όπως έγινε γνωστό, από τον Αμερικανό ομόλογό του να επικοινωνήσει με τον Τούρκο ΥΠΑΜ για να σταματήσει προφανώς τις απειλές και τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις στο Αιγαίο. Αυτή είναι η αποτρεπτική πολιτική; Από τη μια τα επικοινωνιακά (με τη διαφήμιση των αγορών στρατιωτικού εξοπλισμού) και από την άλλη, να ζητείται η μεσολάβηση των Αμερικανών, με το αζημίωτο πάντα. 

Θα πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους ότι με την Τουρκία δεν έχουμε απλώς κάποια… προβλήματα, όπως με άλλες, ενδεχομένως, γειτονικές χώρες. Είναι χώρα κατακτητής. Κατέχει εδάφη της Κύπρου, «διεκδικεί» διά της αμφισβήτησης, της τακτικής του γκριζαρίσματος περιοχών και από την Ελλάδα. Κατά καιρούς αναπτύσσονται αφηγήματα του τύπου ότι… η Τουρκία εκτοξεύει απειλές, αλλά δεν τις υλοποιεί. Αυτά σιγά-σιγά, άρχισαν να υποχωρούν, γιατί η Άγκυρα, έχει προδήλως αλλάξει τακτική και φλερτάρει συνεχώς με ένα θερμό επεισόδιο. 

Καταγγέλλεται και ορθώς η κατοχική Τουρκία για την αναθεωρητική της πολιτική. Το ζητούμενο, το οποίο παραμένει στα αζήτητα είναι ποια είναι η απάντηση σε αυτή την πολιτική και συμπεριφορά. Το έχουμε προ πολλού εμπεδώσει πως δεν υπάρχει ολοκληρωμένη εθνική πολιτική στο Κυπριακό. Το έχουμε εμπεδώσει πως οι εκάστοτε διαχειριστές κρύβουν την αδυναμία τους γαντζωμένοι σε συνθήματα κενού περιεχομένου. Συνθήματα που δεν μπορούν να δώσουν απαντήσεις στα προφανή και στα αυτονόητα. 

Ο στρατηγικός στόχος της Τουρκίας σε ό,τι αφορά την Κύπρο είναι η παγίωση των κατοχικών δεδομένων. Κι αυτό επιδιώκεται είτε διά συμφωνίας είτε όχι. Άλλωστε, βήματα προς την κατεύθυνση στρατηγικού ελέγχου ολόκληρης της Κύπρου και μέσω αυτής, της ευρύτερης Ανατολικής Μεσογείου, έχουν γίνει. Κι αυτό αφορά και την Ελλάδα, καθώς το «μοντέλο Κύπρου» εφαρμόζεται, σιγά αλλά σταθερά και εκεί. Είτε αυτό το αναγνωρίζει το αθηναϊκό κράτος είτε όχι.

Σαράντα οκτώ χρόνια μετά την εισβολή, αυτός ο σχεδιασμός μπορεί να ανατραπεί, φτάνει να προσπαθήσουμε. Η πεπατημένη, είναι η εύκολη οδός, καθώς δεν ταράζει τα… νερά, ούτε και τη γραμμή Αττίλα, ή την κατοχή. Είναι, όμως, αδιέξοδη. Υπάρχει η αντίληψη πως οτιδήποτε «ταράζει τα νερά» οδηγεί στη διχοτόμηση. Αυτή η στάση διαιωνίζει την πολιτική της προσαρμοστικότητας, που οδηγεί στην ομαλοποίηση με την κατοχή. Αυτό που θέλει, δηλαδή, η Τουρκία. Αυτό που βολεύει και τους εν δυνάμει μεσολαβητές.