Tεχνοκράτες του τομέα της ενέργειας, ιδιαίτερα αυτοί που ανήκουν στο ευρύτερο περιβάλλον της ΑΗΚ ή ανήκαν σε αυτό πριν την αφυπηρέτησή τους, πιστεύουν έντονα ότι με τη λειτουργία του μοντέλου ανταγωνιστικής αγοράς, προς τα τέλη του χρόνου, ο ηλεκτρισμός θα ακριβύνει ακόμα περισσότερο, κυρίως για τους οικιακούς καταναλωτές και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Δηλαδή, τη μεγάλη πλειοψηφία.

Φαίνεται πως αυτή η άποψη κερδίζει θιασώτες. Οι οποίοι προειδοποιούν πως αν υλοποιηθεί και στην Κύπρο -όπως σχεδιάστηκε- το λεγόμενο target model της ΕΕ, οι συνέπειες θα είναι ανάλογες των συνεπειών σε πολλές χώρες που εφαρμόζουν το ίδιο σύστημα στην ΕΕ: Πέραν της εκτοξευθείσας τιμής του φυσικού αερίου, στη μεγάλη αύξηση της τιμής του ηλεκτρισμού σε αυτές τις χώρες συμβάλλουν σε μεγάλο ποσοστό τα λεγόμενα «απροσδόκητα» ή «ουρανοκατέβατα» κέρδη, ιδιαιτέρως αυτών που παράγουν ηλεκτρισμό από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Διότι παράγουν με πολύ χαμηλό κόστος και πωλούν, στις περιπτώσεις της προημερήσιας ή ημερήσιας (χρηματιστηριακής) αγοράς, στις τιμές του ακριβότερου παραγωγού ανά περίπτωση. Δηλαδή αυτών που παράγουν με φυσικό αέριο. Αυτό το υπερκέρδος το είχαν και προηγουμένως, αλλά υπό τις σημερινές συνθήκες το υπερκέρδος πολλαπλασιάστηκε, διότι πολλαπλασιάστηκε η τιμή του φυσικού αερίου, άρα και η τιμή στην οποία πωλούν εν τέλει οι παραγωγοί από φωτοβολταϊκά, αιολικά, κλπ!

Αυτά τα ουρανοκατέβατα κέρδη επιχειρούν τώρα κάποιες χώρες της ΕΕ να φορολογήσουν εκτάκτως ή να τα κατακρατήσουν στην πηγή. Κάποιες άλλες προτιμούν την επιδότηση των καταναλωτών ρεύματος ή τη μείωση φόρων, για να χρυσώσουν κάπως το χάπι, κάτι όμως που επιβαρύνει τα δημόσια ταμεία και αφήνει άθικτα τα σκανδαλώδη υπερκέρδη των παραγωγών.

Στην Κύπρο δεν έχουμε ακόμα ανταγωνιστική αγορά ηλεκτρισμού. Θα αποκτήσουμε στο τελευταίο τρίμηνο του 2022. Και θα λειτουργεί σε ένα βαθμό όπως λειτουργεί και στην υπόλοιπη ΕΕ. Δηλαδή, θα παράγονται υπερκέρδη για τους παραγωγούς από ΑΠΕ.

Όμως, από το Υπουργείο Ενέργειας και από τη ΡΑΕΚ επισημαίνεται πως η προημερήσια αγορά (χρηματιστήριο ενέργειας – υπερκέρδη) θα είναι μόνο ένα τμήμα της ανταγωνιστικής αγοράς. Το υπόλοιπο, που μάλλον θα είναι και το μεγαλύτερο, θα αφορά τα διμερή συμβόλαια μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών. Σύμφωνα με αυτή τη θέση, όσοι καταναλωτές υπογράψουν διμερή συμβόλαια με διαθέσιμους προμηθευτές, θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν φθηνότερες τιμές από αυτές της ΑΗΚ. Και αυτό προφανώς είναι αληθές και ήδη συμβαίνει και στην Κύπρο, μέσα από τη μεταβατική ρύθμιση ανταγωνισμού. Ήδη δύο ιδιώτες προμηθευτές προσφέρουν σε πελάτες τους τον ηλεκτρισμό με κάποια έκπτωση σε σχέση με τις τιμές της ΑΗΚ.

Όμως, αυτή η έκπτωση απ’ ότι πληροφορούμαστε είναι γύρω στο 10-15%. Ενώ το κέρδος των παραγωγών και των προμηθευτών είναι αρκετά μεγαλύτερο, αφού παράγουν από ΑΠΕ, τα οποία είναι πολύ φθηνότερα από το πετρέλαιο, σε βαθμό που θα επέτρεπε μεγαλύτερη έκπτωση από το 10%. Γιατί όμως ο ιδιώτης προμηθευτής να σου πωλήσει το ρεύμα με έκπτωση 20 ή 30 ή 40%, αφού το μέτρο σύγκρισης στο πλαίσιο του ανταγωνισμού θα είναι η ΑΗΚ, η οποία παραμένει εγκλωβισμένη στο πετρέλαιο και την ακρίβεια; Συνεπώς, κρυβόμενοι πίσω από την ψηλή τιμή της ΑΗΚ, ιδιώτες προμηθευτές – παραγωγοί θα προσφέρουν κάποια μείωση κόστους ηλεκτρισμού για κάποιους καταναλωτές, αλλά πολλοί ειδικοί προβλέπουν πως αυτή η μείωση θα είναι μικρή και θα αφορά μόνο τους μεγάλους καταναλωτές. Οι οικιακοί καταναλωτές και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (με τους οποίους δεν θα ασχοληθούν, τουλάχιστο σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, οι ιδιώτες επενδυτές) δεν θα έχουν μείωση, αντίθετα είναι πολύ πιθανό να έχουν αύξηση στο κόστος ηλεκτροδότησής τους.

Μπορεί η ΑΗΚ να παράγει φθηνότερα; Δεν γνωρίζω ποιο ποσοστό μείωσης θα μπορούσε να εξασφαλίσει ανά κιλοβατώρα μια μείωση των λειτουργικών της εξόδων. Όμως, ως προς το καύσιμο, αυτό που συζητείται ευρέως είναι η δυνατότητά της να εμπλακεί δυναμικά στον τομέα των ΑΠΕ, όχι μόνο κατασκευάζοντας δικά της συστήματα – πάρκα, αλλά ακόμα αγοράζοντας υφιστάμενες άδειες πάρκων. Με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να διοχετεύει στην ΑΗΚ Παραγωγή (και στο δίκτυο) πολύ φθηνότερο ρεύμα σε σύγκριση με το ρεύμα που παράγεται από πετρέλαιο (και από το ρεύμα που θα πωλούν οι ιδιώτες παραγωγοί ΑΠΕ) και θα μπορούσε να μειωθεί κατά τι το μέσο κόστος.

Θα μπορούσε επίσης, αντί να συνεχίσουμε να δίνουμε όλες τις άδειες για φωτοβολταϊκά σε όποιον ιδιώτη έχει τεμάχια και λεφτά για επένδυση και να τον αφήνουμε μετά να πωλεί την πάμφθηνη ενέργεια λίγο πιο κάτω από το κόστος πετρελαίου της ΑΗΚ (όπως περιγράψαμε ανωτέρω), να προκηρύξουμε και εμείς, ως κράτος, μειοδοτικούς διαγωνισμούς φωτοβολταϊκών ή αιολικών, ώστε να αγοράζουμε ό,τι φθηνότερο μπορεί να παραχθεί από ΑΠΕ. Το έκαναν και το κάνουν πολλές χώρες στην ΕΕ, με μεγάλη επιτυχία.

Το γεγονός ότι εμείς επιχειρούμε σήμερα τα πρώτα μας βήματα στον ανταγωνισμό στην ηλεκτρική ενέργεια είναι άραγε επαρκής λόγος να μην αξιοποιήσουμε ούτε την εν δυνάμει φθηνή παραγωγή της ΑΗΚ, ούτε τους πλειστηριασμούς μεταξύ παραγωγών; Είναι σωστό να αφήσουμε τους ανταγωνιστές της ΑΗΚ αγκαλιά με υπερκέρδη, χωρίς έστω τον ανταγωνισμό των μειοδοτικών διαγωνισμών;

[email protected]