Αυτή την εβδομάδα είδαμε την κατρακύλα της πατρίδας μας στην κατάταξη για την ελευθερία του τύπου από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα κατά 39 ολόκληρες θέσεις, την παραίτηση ενός έγκριτου δημοσιογράφου από το κρατικό μας κανάλι μετά από παρέμβαση, και το νέο διασυρμό της πατρίδας μας για τα «χρυσά» διαβατήρια από την ιταλική τηλεόραση. Με εικόνες μάλιστα από δικηγορικά γραφεία, με έμφαση στο γραφείο που φέρει το όνομα του ίδιου του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Δυστυχώς, όλα αυτά δεν είναι άσχετα μεταξύ τους.

Η ελευθερία του λόγου και η ελευθεροτυπία δεν είναι μόνο βασικά ανθρώπινα δικαιώματα αλλά σε ανεπτυγμένες κοινωνίες αποτελούν πολύ σημαντικά εργαλεία ελέγχου απέναντι στην κρατική παρανομία, στη διαπλοκή και τη διαφθορά. Σύμφωνα με μελέτες, η ελεύθερη δημοσιογραφία είναι ενδεχομένως ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος για ανάδειξη και καταπολέμηση της αυθαιρεσίας ή/και παρανομίας από κυβερνητικά στελέχη και δημόσιους αξιωματούχους. Γι’ αυτό και κράτη με ελευθεροτυπία έχουν γενικά χαμηλότερους δείκτες διαπλοκής και διαφθοράς από κράτη όπου ο τύπος ελέγχεται ή/και φιμώνεται.

Σε γενικές γραμμές η διαφθορά μπορεί να εξηγηθεί από τρεις κύριους γενεσιουργούς παράγοντες: (1) οι ελλιπείς ή/και ανεπαρκείς (εσωτερικές) διαδικασίες, (2) η αδυναμία αντιμετώπισης του φαινομένου από εξωτερικούς παράγοντες (όπως η δικαιοσύνη ή ανεξάρτητοι φορείς ελέγχου) και (3) τα χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας όπως είναι η κουλτούρα, ή/και σημαντικές δομικές αλλαγές ή/και ακραίες συνθήκες που δύνανται να ενυπάρχουν ή να έχουν διαμορφωθεί σε μια κοινωνία.

Σε όλες τις περιπτώσεις, μελέτες έχουν καταδείξει ότι η ελευθεροτυπία μπορεί να καταστεί πολύ σημαντικός μηχανισμός καταπολέμησης τόσο της εκβιαστικής διαφθοράς – όπου ο πολίτης εκβιάζεται για να καταβάλει ένα ποσό (δωροδοκία) για να μπορέσει να εξυπηρετηθεί ή/και να διατηρήσει ένα δικαίωμα, αλλά και της συνωμοτικής διαφθοράς – όπου υπάρχει η συνεργασία του πολίτη με κρατικούς αξιωματούχους με σκοπό την εξαπάτηση του κράτους (για παράδειγμα, σε περιπτώσεις αδειών, δασμών, φόρων, αλλά και πολλές περιπτώσεις «χρυσών» διαβατηρίων).

Και αυτό επειδή η ελεύθερη δημοσιογραφία δημιουργεί σημαντικά κίνητρα για την έρευνα και αποκάλυψη θεμάτων που αφορούν σε διαπλοκή και διαφθορά. Και μέσα από αυτό, εκπαίδευσης της κοινωνίας και δημιουργίας σωστών προτύπων. Σε περιπτώσεις μάλιστα συνωμοτικής διαφθοράς όπου εξωτερικοί παράγοντες, όπως η δικαιοσύνη, είναι ομολογουμένως δύσκολο να είναι αποτελεσματικοί, η διερευνητική δημοσιογραφία – η οποία αποδίδει περισσότερο σε περιπτώσεις μεγαλύτερης ελευθερίας του τύπου – ανεβάζει το κόστος για τον κρατικό αξιωματούχο σε επίπεδο που να μην «συμφέρει» πια η διαδικασία. Εξαιτίας του φόβου έκθεσης και αποκάλυψης. Ενώ στην περίπτωση της εκβιαστικής διαφθοράς, έκδηλα η απειλή δημοσιοποίησης, σε ένα περιβάλλον ελευθερίας του τύπου, δύναται να περιορίσει δραματικά το φαινόμενο.

Τι σημαίνει όμως ελεύθερη δημοσιογραφία;

Μελετητές την καθορίζουν ως εκεί που (1) δεν υπάρχει απειλή προς δημοσιογράφους (2) το θεσμικό πλαίσιο είναι επαρκές και προστατεύει τους λειτουργούς του τύπου (3) δεν υπάρχει πολιτική παρέμβαση  (4) δεν υπάρχει οικονομική παρέμβαση.

Δυστυχώς, η κατρακύλα στη δική μας περίπτωση μπορεί να εξηγηθεί μέσα από σοβαρές αδυναμίες στις δυο τελευταίες προϋποθέσεις για ελεύθερη δημοσιογραφία. Αυτές της πολιτικής και οικονομικής παρέμβασης σε λειτουργούς του τύπου και μέσα μαζικής ενημέρωσης. Σε βαθμό μάλιστα που, με όρους πιο ανεπτυγμένων κοινωνιών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν και κατάφορες παραβιάσεις δεοντολογίας. Και δυστυχώς, τα παραδείγματα είναι πια τόσα πολλά που για όσους ασχολούνται με το χώρο θεωρούνται όχι απλά φυσιολογικά, αλλά αναλύεται μάλιστα ανοικτά και ανερυθρίαστα η προσέγγιση του κάθε μέσου, αναλόγως του ποιος οικονομικός παράγοντας το ελέγχει, ή αν υπάρχει κυβερνητική παρέμβαση, έλεγχος ή/και διορισμός. Το δε φαινόμενο της αυτοφίμωσης δημοσιογράφων όταν ένα θέμα ή ρεπορτάζ οδήγησε ή θα μπορούσε να οδηγήσει σε συμπεράσματα αντίθετα προς τις δεδηλωμένες προτιμήσεις αυτών που ελέγχουν ένα μέσο έχει δυστυχώς καταστεί αυτονόητο. Υφίστανται φυσικά και λαμπρές εξαιρέσεις πεισματικά ανεξάρτητων και αληθινά μαχόμενων λειτουργών του τύπου στην πατρίδα μας, αλλά δυστυχώς πόρρω απέχει πια αυτό από τον κανόνα.

Γι’ αυτό, εάν όντως θέλουμε να καταπολεμήσουμε την διαβρωτική διαπλοκή και διαφθορά, με τις σοβαρές επιπτώσεις στο μέλλον και την πρόοδο της πατρίδας μας, θα πρέπει πρώτα να απαιτήσουμε ως κοινωνία την ελευθεροτυπία.

* Διδάκτορας Χρηματοοικονομικών του Πανεπιστημίου του Cambridge