Η γλώσσα μεταφέρει ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό φορτίο, καθώς αντανακλά κατασκευάζει και συντηρεί τον σεξισμό, αλλά είναι και ένας ζωντανός και μεταβαλλόμενος «οργανισμός» που μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στην εξάλειψη των διακρίσεων σε βάρος του θηλυκού ανθρώπου. Αυτό είναι ένα από τα βασικά μηνύματα του σεμιναρίου με θέμα τον «Σεξισμό στη γλώσσα και τον ρόλο των ΜΜΕ» που οργάνωσε στις 4 Μαρτίου 2022 η Βουλή των Αντιπροσώπων με πρωτοβουλία της Προέδρου του Σώματος Αννίτας Δημητρίου σε συνεργασία με το Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου (MIGS), με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας. 

Όπως χαρακτηριστικά παρατήρησε η εκπαιδεύτρια του σεμιναρίου κοινωνιολόγος Μαρία Αγγελή, ερευνήτρια και συντονίστρια προγραμμάτων του MIGS, μη κυβερνητικού οργανισμού συνδεδεμένου με το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, «η Ελλάδα είναι τελευταία στους δείκτες ισότητας του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων – η Κύπρος είναι λίγο ψηλότερα – αλλά πάντως υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στο ότι όσο δικαιότερη γίνεται η κοινωνία σε μια χώρα, τόσο δικαιότερη γίνεται η γλώσσα». 

Σημειώνουμε τη διαβεβαίωση της Αννίτας Δημητρίου ότι «η Βουλή των Αντιπροσώπων έχει θέσει ως προτεραιότητες ζητήματα όπως η ισότητα, η ενδυνάμωση των γυναικών και των νέων ανθρώπων, καθώς και η ίση και δίκαιη εκπροσώπηση και η αντιμετώπιση και αυτή είναι η κατεύθυνση την οποία θα δρομολογήσει με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και δράσεις η Βουλή το αμέσως επόμενο διάστημα». Τονίσθηκε στη διάρκεια του σχεδόν τρίωρου σεμιναρίου η ανάγκη χρήσης ευαίσθητης ως προς το φύλο γλώσσας στον γραπτό και προφορικό δημόσιο λόγο, στη δημοσιογραφία, στην πολιτική και στην εκπαίδευση και έγινε προς τούτο ένας παραγωγικός διάλογος, με σχόλια και ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των γυναικών και των ανδρών που συμμετείχαν σε αυτό.

Ουδετεροποίηση και θηλυκοποίηση λέξεων

«Σήμερα  θα ασχοληθούμε με παραδείγματα για το πώς θα εξαλείψουμε τον σεξισμό από τη γλώσσα και φεύγοντας από αυτή την αίθουσα πρέπει να ξέρουμε γιατί νιώθουμε άσχημα διαβάζοντας ένα κείμενο ή ακούγοντας μια κουβέντα, εντοπίζοντας την, ή τις λέξεις που μας ενοχλούν και γιατί μας ενοχλούν», τόνισε η Μαρία Αγγελή. «Η ιδιαιτερότητα της ελληνικής γλώσσας είναι ότι ανήκει στις γλώσσες με τα γραμματικά γένη (αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο +άρθρα). Κάθε ουσιαστικό έχει γένος και είναι αδύνατον λεξικολογικά να αναζητηθούν ουδέτεροι ως προς το φύλο, τύποι. Η ελληνική δεν έχει την ευελιξία της αγγλικής να κάνει μερική ουδετεροποίηση όπως π. χ. τη λέξη spokesman» να την κάνει «spokesperson». Θα μπορούσε π. χ. την «υιοθεσία» να την κάνει «τεκνοθεσία». Μέσα στις συστάσεις για την εξάλειψη του γλωσσικού σεξισμού, είναι η αναφορά στο διπλό γένος όπως π.χ. μαθητής/τρια, μαθήτρια/της, μαθήτρια και μαθητής, μαθητής και μαθήτρια. Η μετάφραση στα γερμανικά της συνθήκης της Λισαβόνας περιλαμβάνει τη χρήση του διπλού γένους, ενώ στα ελληνικά δεν την περιλαμβάνει. Πολλές φορές δεν είναι εύκολο να μιλάμε έμφυλα, δεν βρίσκουμε τη λέξη π.χ. «η πλειοψηφία των αλλοδαπών στην Κύπρο που αναγνωρίστηκαν ως μόνιμοι κάτοικοι, εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα». Δεν βρέθηκε η θηλυκή λέξη στη γενική πληθυντικού της λέξης «αλλοδαπός». Στο εγχειρίδιο για τη μη σεξιστική χρήση της γλώσσας αναφέρεται αντί τούτου «η πλειοψηφία των γυναικών και ανδρών αλλοδαπών στην Κύπρο που αναγνωρίστηκαν ως μόνιμες/οι κάτοικοι, εργάζονται στον ιδιωτικό  τομέα». Μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση για να αποφευχθούν τα γένη, είναι η χρήση εννοιών όπως «η μαθητική κοινότητα» αντί μαθητές/τριες και λέξεων όπως «οι εκπαιδευτικοί» αντί καθηγητές/τριες».

 Η Μαρία Αγγελή αναφέρθηκε και στο φαινόμενο της αντιστροφής της έμφυλης επιβολής στη γλώσσα και στο παράδειγμα του καθηγητή μ. Χρήστου Θεοφιλίδη που τις δεκαετίες 1980-90 προσφωνούσε όλες και όλους στην Παιδαγωγική Ακαδημία «φοιτήτριες», λέγοντας «γιατί για χάριν 2-3 αντρών να προσφωνώ τόσες γυναίκες «φοιτητές;»… Αυτή είναι μια άβολη θέση για τους άνδρες για πολλούς λόγους…όταν δηλαδή θηλυκοποιούνται οι λέξεις…». 

Απαξίωση χωρίς γεωγραφικούς φραγμούς

Η Μαρία Αγγελή αναφέρθηκε στον τρόπο που άνδρες πολιτικοί χρησιμοποιούν τον σεξισμό πιο… «περίτεχνα» και τόνισε ότι «ο σεξισμός είναι ένα φαινόμενο χωρίς γεωγραφικούς φραγμούς». Παρουσίασε μάλιστα στοιχεία από παγκόσμια μελέτη της Διακοινοβουλευτικής Ένωσης με παραδείγματα σεξισμού από τα κοινοβούλια σε ολόκληρο τον κόσμο: «Είπε από μικροφώνου ευρωβουλευτής σε ευρωβουλεύτρια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: «Είναι πολύ σημαντικό αυτό που θες να πεις; Αν όχι, μην πάρεις καλύτερα τον λόγο»… Είπε βουλευτής στο Ελληνικό Κοινοβούλιο απευθυνόμενος στα άλλα μέλη του Σώματος, μετά που κάποια βουλεύτρια είχε μιλήσει σε έντονο ύφος: «Όταν κάνει παιδί θα ηρεμήσει»… Βουλεύτριες στο Αφγανιστάν δήλωσαν ότι δέχονται βία, ότι τους υποδείχθηκε να μη μιλούν πολύ στη Βουλή κι όταν δεν υπακούν, τους κλείνουν τα μικρόφωνα. Ενώ στην κυπριακή Βουλή ακούστηκαν από βουλευτές εκφράσεις και χαρακτηρισμοί που αναφέρονταν σε βουλεύτριες όπως: «Ποια είναι η κυρία και μιλά;» και «Τσουλάκι»… 

Μια άλλη μορφή σεξισμού στη γλώσσα είναι να διακόπτεται μια γυναίκα ενώ μιλά», ανέφερε η κυρία Αγγελή. Πρόσθεσε τα εξής: «Το καταγράψαμε σε έρευνα μας στα σχολεία, στο πλαίσιο της οποίας καθόμουν στο πίσω μέρος της τάξης και σημείωνα τις περιπτώσεις που παιδιά διέκοπταν άλλα παιδιά ενώ μιλούσαν. Διαπίστωσα ότι αριθμητικά ήταν συντριπτικά περισσότερα τα αγόρια που θεωρούσαν ότι είχαν δικαίωμα να διακόπτουν συμμαθήτριες τους ενώ μιλούσαν. Ένα τέτοιο… παιδί είναι και ο Ντόναλτ Τραμπ που σε ένα πάνελ διέκοψε τη Χίλαρι Κλίντον 51 φορές, ενώ εκείνη τον διέκοψε 17 φορές…». 

Σχολιάζοντας παρατήρηση ότι υπάρχει σεξισμός στη γλώσσα όχι μόνο από άνδρα σε βάρος γυναίκας, αλλά και από γυναίκα σε βάρος άνδρα, όπως και από γυναίκα σε βάρος γυναίκας, η κυρία Αγγελή δεν απέκλεισε τέτοια περιστατικά. «Όμως», πρόσθεσε, «έχω την εντύπωση ότι αν ήταν άνδρας Πρόεδρος της Βουλής, μπορεί να μην ήμασταν σήμερα εδώ, γιατί οι γυναίκες έχουμε περισσότερη ευαισθησία στο θέμα και γιατί οι γυναίκες, σύμφωνα με διακρατικές έρευνες, είναι πιο συχνά θύματα του φαινομένου αυτού».

Οι εκπαιδευτικοί ως δρώντα υποκείμενα…

«Όταν ήμουν διευθύντρια σε κάποιο λύκειο ζήτησα και περίμενα για πολλούς μήνες να φέρουν την πινακίδα «Διευθύντρια» και όταν την έφεραν δεν αφαίρεσαν την παλιά… την έβαλαν πάνω από την πινακίδα «Διευθυντής» γιατί στην επόμενη αλλαγή ήταν σίγουροι ότι ο διευθυντής θα ήταν άντρας», είπε στη διάρκεια του σεμιναρίου η εκπαιδευτικός Χριστίνα Καρατζιά. Ανέφερε τα ακόλουθα στον «Φ» σε σχέση με το θέμα του γλωσσικού σεξισμού στον χώρο της εκπαίδευσης: «Η σχέση των δύο φύλων είναι ιεραρχική-εξουσιαστική που κατοχυρώνεται με το εθιμικό δίκαιο και τους νόμους και διαμορφώνει τα κοινωνικά πρότυπα που ολοκληρώνονται με επιρροές από φορείς, όπως η  ικογένεια, το σχολείο, τα ΜΜΕ και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. 

Το εκπαιδευτικό σύστημα ως ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους, (ανα)παράγει και ενισχύει τον γλωσσικό σεξισμό, διαιωνίζει τις ανισότητες, τόσο στον επίσημο λόγο του σχολείου – νόμοι, κανονισμοί – όσο και στον ανεπίσημο. Για άμβλυνση αυτών των φαινομένων θα πρέπει να διερευνηθούν οι ανισότητες στον κυρίαρχο/επίσημο λόγο και να αναδειχτεί η αλληλεπίδραση κοινωνίας και γλώσσας. Όταν αυτά κατανοηθούν από όλους/ες, θα γίνει αντιληπτή και η επίδραση τους στις/στους εκπαιδευτικούς αναφορικά με τις προσδοκίες τους για κορίτσια και αγόρια, αλλά και στις/στους μαθήτριες/ές, αναφορικά με τις σχέσεις και την αλληλεπίδραση τους στο σχολείο. Για να είναι αποτελεσματικές οι ενέργειες αυτές, δεν επαρκεί η ατομική και περιστασιακή πρωτοβουλία, προαπαιτείται ανάληψη συλλογικής ευθύνης και δράσης. 

Στη βάση της σχέσης σκέψης και λόγου, γίνεται κατανοητό πως η αποφυγή της σεξιστικής γλώσσας, συμπεριφοράς και πρακτικών από τους εκπαιδευτικούς, άνδρες και γυναίκες, προϋποθέτει αλλαγή στη σκέψη τους που σταδιακά με τη γλωσσική, θα φέρει και την κοινωνική αλλαγή. Αυτή σημαίνει ανάπτυξη κριτικής σκέψης, ώστε να συνειδητοποιηθούν οι κοινωνικές, πολιτισμικές και πολιτικές συνθήκες που επηρεάζουν σημαντικά τη ζωή τους. Σημαίνει κριτική εξέταση και αποδόμηση, ώστε τα άτομα να αναπτύξουν απελευθερωτικές δυνάμεις και να διαμορφώσουν απελευθερωτικές αντιλήψεις. Έτσι οι εκπαιδευτικοί-διανοούμενοι, άνδρες και γυναίκες, θα είναι σε θέση να αναζητούν και να αναδεικνύουν τα κοινά και όχι τις διαφορές κοριτσιών και αγοριών. Έτσι θα μειώνεται ο κίνδυνος αναπαραγωγής των έμφυλων στερεοτύπων. Θα μπορούν με ευφάνταστες παιδαγωγικές προσεγγίσεις, χωρίς να το επιβάλλουν, να βοηθήσουν τις/τους μαθήτριες/ές, να κατανοήσουν τα θετικά και αρνητικά  τέτοιων συμπεριφορών. Προϋπόθεση, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, ανδρών και γυναικών, ώστε να μπορούν να διαχειριστούν τα θέματα αυτά. 

Το σχολείο όμως μόνο του δεν μπορεί να αλλάξει την κοινωνία. Η παιδεία, οι αντιλήψεις, η νοοτροπία, οι στάσεις, διαμορφώνονται παράλληλα από την οικογένεια, τα ΜΜΕ και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης που ως κύριες πηγές πληροφόρησης συμβάλλουν στην παγίωση του γλωσσικού σεξισμού. Συνεπώς αποτελεί ευθύνη του σχολείου η απάλειψη σεξιστικών εκφράσεων και αντιλήψεων από τα προγράμματα σπουδών, τα βιβλία, τους κανονισμούς και η κριτική αντιμετώπιση του γλωσσικού σεξισμού. Στόχος η κατανόηση του φαινομένου και η αποδόμησή του. Μέσα από τέτοιες διαδικασίες οι εκπαιδευτικοί, άνδρες και γυναίκες, μπορούν να λειτουργούν ως δημιουργοί, ως υποκείμενα δρώντα και όχι ως ενεργούμενα».   

Συνταγματική αλλαγή για το θηλυκό γένος

Με την ανακοίνωση μιας σημαντικής είδησης ξεκίνησε την παρέμβασή της στο σεμινάριο η Πρόεδρος της Βουλής, επισημαίνοντας ότι «σύμφωνα με τη συνταγματική διάταξη οι νόμοι του κράτους είναι γραμμένοι μόνο στο κυρίαρχο αρσενικό γραμματικό γένος, ενώ το θηλυκό γένος απουσιάζει και απλώς… εξυπακούεται ότι συμπεριλαμβάνεται – κυριαρχούν δηλαδή λέξεις όπως «ο πρόεδρος», «ο βουλευτής», «ο νομοθέτης» κ.λπ… Να λοιπόν ένα μικρό μυστικό: οι υπηρεσίες της Βουλής ετοίμασαν συνταγματική αλλαγή που θα τους τη φέρουμε σιγά-σιγά (γέλια), ώστε να συμπεριληφθεί και το θηλυκό γραμματικό γένος. Όταν ανοίξουμε ένα λεξικό θα δούμε ότι τα πλείστα επαγγέλματα που θεωρούνται κύρους, αποδίδονται μόνο με αρσενικούς χαρακτηρισμούς όπως «ο πρόεδρος», «ο δικαστής», «ο γιατρός» κ.λπ. Στο ίδιο λεξικό αυτά που θεωρούνται υποδεέστερα, αποδίδονται μόνο με θηλυκούς χαρακτηρισμούς και επίθετα π. χ. χορεύτρια, πωλήτρια, κ.λπ. Με ενοχλεί πολύ που η γυναίκα στον επαγγελματικό ή στον πολιτικό της χώρο κρίνεται είτε για την εμφάνιση της, είτε για τον τρόπο που μιλά, ενώ θα έπρεπε να κρίνεται μόνο για το περιεχόμενο. Η μόνιμη ερώτηση που μου υπέβαλλαν όταν επιδίωξα να κάνω την πρακτική μου μόλις τέλειωσα τις σπουδές μου, ήταν αν θα παντρευτώ! Αλλά γιατί να ενδιαφέρει στο πλαίσιο της επαγγελματικής μου σταδιοδρομίας, αν θα κάνω οικογένεια; Να σας πω κάτι να γελάσετε: To 2016 την πρώτη φορά που πήγα ως βουλεύτρια σε ένα χωριό της Λάρνακας, μου λέει κάποιος «πόσων χρονών είσαι κορούα μου;». Του λέω «τριάντα»… μου λέει «μπράβο είσαι παντρεμένη;». Του λέω «ναι»… μου λέει «έχεις παιδάκια;», του λέω «όχι ακόμη»… μου λέει «μάνα μου εν κάμνεις;»…

Η αρχιτεκτόνισσα, η κοσμήτειρα και η βουλεύτρια

Η Μαρία Αγγελή αναφέρθηκε και στον πειραματισμό και στο δικαίωμα στην επιλογή και στην κατασκευή λέξεων, λέγοντας ότι «η γλώσσα την ίδια στιγμή που είναι συλλογική σύμβαση και συλλογικό βίωμα, είναι και προσωπική υπόθεση. Και το λέω αυτό – πρόσθεσε – γιατί είμαι κι εγώ σε ένα προσωπικό δίλημμα. Έχω δύο φίλες αρχιτεκτόνισσες, αλλά μόνο η μια αποδέχεται τον όρο αρχιτεκτόνισσα, ενώ η άλλη μου είπε ότι δεν τον αποδέχεται και ότι προτιμά τον όρο «αρχιτέκτονας». Άλλο παράδειγμα είναι η κυρία Αικατερίνη Λαμπρινού, αναπληρώτρια Καθηγήτρια – Κοσμήτειρα Σχολής Επιστημών Υγείας στο Τμήμα Νοσηλευτικής του ΤΕΠΑΚ, που όταν έγινε Κοσμητόρισσα (υπάρχει και χρησιμοποιείται ο όρος αυτός στα ελληνικά) αποφάσισε να την αποκαλούν «κοσμήτειρα» – κατά το «αυτοκράτειρα» – και όχι «κοσμητόρισσα» και το δέχτηκε το ΤΕΠΑΚ». 

Αν δούμε τι μας διδάσκει η ιστορία της αλλαγής των λέξεων, θα βρούμε τη λέξη «βουλεύτρια» που είναι μελέτη περίπτωσης. Πριν πέντε χρόνια δεν υπήρχε δημοσιογραφικά η λέξη αυτή και έχουμε τη λανθασμένη εντύπωση ότι πρόκειται για νεολογισμό. Όμως η σχετική συζήτηση άνοιξε ιστορικά με την εκλογή της πρώτης Ελληνίδας βουλεύτριας της Ελένης Σκούρα που μπαίνοντας στη Βουλή το 1953 αποκαλείτο από τον Τύπο «η πρώτη γυναίκα βουλευτίνα». 

Το 1988 η συγγραφέας και καθηγήτρια κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Άννα Φραγκουδάκη έγραψε ένα εξαιρετικό άρθρο με τίτλο «Γλώσσα λανθάνουσα – ή γιατί δεν υπάρχουν βουλεύτριες παρά μόνον χορεύτριες;» (σ. σ. στο άρθρο αυτό αναφέρθηκε στο σεμινάριο και η Πρόεδρος της Βουλής), ενώ το 2021 ο γνωστός Έλληνας γλωσσολόγος Γεώργιος Μπαμπινιώτης είπε δημόσια για πρώτη φορά σε κυπριακή ραδιοφωνική εκπομπή ότι ο όρος «βουλεύτρια» είναι αποδεκτός γλωσσολογικά και γλωσσικά».

ΕΔΩΣΑΝ ΤΟ ΠΑΡΩΝ ΤΟΥΣ

Στους συμμετέχοντες στο σεμινάριο περιλαμβάνονταν δημοσιογράφοι έντυπων και ραδιοτηλεοπτικών ΜΜΕ, κειμενογράφοι από διαφημιστικά γραφεία, περιλαμβανομένης της προέδρου του Συνδέσμου Διαφήμισης – Επικοινωνίας,  Δέσπως Λευκαρίτη, λειτουργοί και καθηγήτριες/ές και φοιτήτριες/ές από το Πανεπιστήμιο Κύπρου και από ιδιωτικά πανεπιστήμια. Παρόντες/ούσες ήταν και ο εκπρόσωπος Τύπου του υπουργείου Άμυνας αντισυνταγματάρχης Χρίστος Πιερής, ο εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας ανώτερος υπαστυνόμος Χρίστος Ανδρέου, η λειτουργός του Κλάδου Επικοινωνίας της Αστυνομίας λοχίας Μαρίνα Χριστοδουλίδου και η δημοσιογράφος Έλλη Κοτζιαμάνη πρόεδρος της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Σημαντική συμβολή στην επιτυχία της εκδήλωσης είχαν από το Γραφείο της Προέδρου της Βουλής η εκπρόσωπος Τύπου Σώτια Ζένιου και η λειτουργός Νάτια Καραγιάννη, όπως και άλλες λειτουργοί υπηρεσιών της Βουλής.