Να πηγαίνει κανείς στα κατεχόμενα; Από τον Απρίλιο του 2003 που ο Ντενκτάς άνοιξε τα οδοφράγματα εκτονώνοντας την πίεση που δεχόταν εσωτερικά, το ερώτημα αυτό είναι μέχρι σήμερα επίκαιρο. Είναι γεγονός ότι ο σκοπός του Ντενκτάς επιτεύχθηκε και οι διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι ζητούσαν διέξοδο προς την ελευθερία ενόψει της ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. τον επόμενο χρόνο, παρασύρθηκαν από τις ουρές που δημιουργήθηκαν και από τις δύο πλευρές στα σημεία που άνοιξαν – πάντα σύμφωνα με τους όρους και κάτω από τον έλεγχο του παράνομου καθεστώτος. Τα οδοφράγματα έγιναν συνοριακά φυλάκια και βρίσκονται κάθε τόσο στο επίκεντρο έντονης αντιπαράθεσης, οι λόγοι της οποίας, ωστόσο, είναι πολλοί και διαφορετικοί, όπως και οι εκδοχές για τις συνέπειες.

Υπάρχουν πολλοί –και εγώ μαζί– που θεωρούν ότι, περνώντας το σύνορο ανάμεσα στην παρανομία και τη νομιμότητα, αποδέχεσαι στην πράξη το δικαίωμα του καθεστώτος να σου επιτρέψει ή όχι τη διέλευση. Πολλοί επικαλούνται διάφορους «καλούς» λόγους για να πάνε στις κατεχόμενες περιοχές, όπως την επιθυμία να γνωρίσουν την ιστορία και τους τόπους της πατρίδας τους, το σπίτι και το μέρος που γεννήθηκαν και κατοικούσαν οι ίδιοι ή οι δικοί τους άνθρωποι, είτε να γνωρίσουν και να σχετιστούν με τους συμπατριώτες τους που η εισβολή τους αποξένωσε. Σε αντίθεση με μια σειρά από «κακούς» λόγους, όπως το να παίζεις στα καζίνα, να διασκεδάζεις και να ψωνίζεις, συμβάλλοντας στην εικόνα μιας πλασματικής συμβίωσης ενώ ο τόπος σου βρίσκεται πάντα κάτω από την εξουσία του κατακτητή. 

Όλα αυτά αληθεύουν, όμως κανένας λόγος δεν αναιρεί το βασικό γεγονός: Την αποδοχή μιας παράνομης εξουσίας. Θα πρέπει να πω, πάντως, ότι είμαι όλο και λιγότερο σίγουρος για την αποτελεσματικότητα της δικής μου στάσης. Οι απόλυτες βεβαιότητες στους ανθρώπους με τρομάζουν και με ανησυχούν, όπως τα προσβλητικά επίθετα και η αποπροσανατολιστική πρακτική να κρίνεις τις απόψεις κάτω από το πρίσμα και το ποιόν αυτού που τις εκφράζει. Προσφιλής τακτική πολλών που προτιμούν να δείρουν το σαμάρι αντί να τα βάλουν με τον… γάιδαρο: Αντί να κρίνω το συγκεκριμένο που λες, μιλώ για το ποιος είσαι, ποιοι λένε το ίδιο, τι έκανες και τι έχεις πει στο παρελθόν. Για παράδειγμα, το ότι ΕΛΑΜ και ΕΔΕΚ συμφωνούν στο μη άνοιγμα οδοφραγμάτων (Δερύνεια και αλλού), είναι «απόδειξη» ότι ταυτίζονται στα πάντα – μομφή, βεβαίως, με στόχο τη δεύτερη.

Να πηγαίνει, λοιπόν, κανείς στα κατεχόμενα; Το άνοιγμα των οδοφραγμάτων δεν είναι άσπρο-μαύρο, καλό ή κακό. Ίσως το καλύτερο να είναι η επαφή μεταξύ των ανθρώπων. Μόνο όμως άμα αποβλέπει σε μια ειλικρινή συζήτηση και αλληλοκατανόηση, άμα γίνει εργαλείο συμφωνίας και συσπείρωσης σε έναν κοινό στόχο, την κατάργηση της κατοχής – ναι, υπάρχουν πολλοί περισσσότεροι Τουρκοκύπριοι που λένε την κατοχή με το όνομά της από όσους νομίζουμε, ή μας υποβάλλουν οι υπέρμαχοι μιας δήθεν επαναπροσέγισης με λάθος στόχο, λάθος ανθρώπους και λάθος αποτέλεσμα.

(Το ερώτημα του τίτλου είναι δάνειο από τον φίλο μου Μανώλη Ρασούλη: Τιτλοφορούσε ένα, ξεχασμένο πια, βιβλιαράκι της νιότης του.)

[email protected]