Σαν η διαδικασία του Brexit να μην ήταν αρκετά “γεμάτη” με αντιθέσεις και κινδύνους, το Ηνωμένο Βασίλειο κατευθύνεται πλέον προς τις τρίτες γενικές βουλευτικές εκλογές του μέσα σε διάστημα τεσσάρων χρόνων, με την οικονομία, την πολιτική ενότητα των τεσσάρων χωρών που το αποτελούν και τις μελλοντικές σχέσεις του με την Ευρώπη να κρέμονται όλες από μια κλωστή. Η νέα προσφυγή στις κάλπες θα μπορούσε να διαμορφώσει αποφασιστικά το μέλλον της χώρας. Ή θα μπορούσε να μην επιλύσει απολύτως τίποτε. Για τους ψηφοφόρους, οι επιλογές δεν είναι διόλου προφανείς ή αξιοζήλευτες.

Από τη μια πλευρά θα βρίσκεται το Συντηρητικό Ενωτικό Κόμμα, το οποίο προτείνει έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της συμφωνίας που διαπραγματεύτηκε ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον νωρίτερα μέσα στον Οκτώβριο. Είναι μια κακή συμφωνία, η οποία πιθανότατα θα αποδυναμώσει την οικονομία της Βρετανίας, θα δημιουργήσει προβλήματα στο επίπεδο του εμπορίου, θα βλάψει τις επιχειρήσεις και ενδεχομένως θα αποσταθεροποιήσει την ενότητα του ΗΒ, δημιουργώντας διαφορετικό ρυθμιστικό πλαίσιο για τη Βόρεια Ιρλανδία. Θα πρόκειται ωστόσο για αποφυγή των χειρότερων (σ.μ. “ασύντακτο” Brexit) και θα δίνει έστω την αίσθηση μιας κάποιας προόδου.

Το Εργατικό Κόμμα του Τζέρεμι Κόρμπιν, αντίθετα, ελπίζει να διαπραγματευτεί μια νέα συμφωνία με την ΕΕ και στη συνέχεια να την υποβάλει σε επιβεβαιωτικό δημοψήφισμα, διατηρώντας ταυτόχρονα το δικαίωμα να ψηφίσει εναντίον του αποτελέσματος της ίδιας του της διαπραγμάτευσης. Αυτό το αλλοπρόσαλλο σχέδιο μπορεί να βρει ορισμένα ευήκοα ώτα σε όσους θέλουν να αντιστρέψουν την πορεία προς το Brexit. Πηγαίνει όμως “πακέτο” με την πλέον ριζοσπαστική και ανόητη οικονομική ατζέντα οποιουδήποτε μεγάλου πολιτικού κόμματος στον δυτικό κόσμο, που βασίζεται στην “προκατακλυσμιαία”, αραχνιασμένη διαλεκτική του Κόρμπιν και στη γενική του απέχθεια για τη λειτουργία μιας καπιταλιστικής οικονομίας.

Στη συνέχεια, υπάρχουν οι μπαλαντέρ. Το Κόμμα του Brexit του Νάιτζελ Φάρατζ θα μπορούσε να τραβήξει ψηφοφόρους από τους Τόρις, με την υπόσχεση μιας – μαζοχιστικής όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα – έξοδου της Βρετανίας από την ΕΕ χωρίς συμφωνία. Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες τα πηγαίνουν αρκετά καλά στις δημοσκοπήσεις δεσμευόμενοι απλώς να προχωρήσουν στην ανάκληση της διαδικασίας του Άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, δηλαδή να τερματίσουν οριστικά τη διαδικασία εξόδου του ΗΒ από την ΕΕ. Ταυτόχρονα, τα δύο βασικά κόμματα (Συντηρητικοί και Εργατικοί) έχουν το καθένα το δικό του μερίδιο ανταρτών βουλευτών και ανυπότακτων που θα μπορούσαν να περιπλέξουν τα πράγματα προς απρόβλεπτες κατευθύνσεις και στο νέο κοινοβούλιο.

Με αυτές τις δυναμικές στο “τραπέζι”, ένα κοινοβούλιο χωρίς ξεκάθαρη κυβερνητική πλειοψηφία και χωρίς ξεκάθαρη πλειοψηφική θέση για την πορεία που θα πρέπει να πάρει η διαδικασία του Brexit, τελικά χωρίς κατεύθυνση για τίποτε, δεν είναι καθόλου απίθανο να προκύψει από τις εκλογές της 12ης Δεκεμβρίου. Δεδομένου του χαοτικού αδιεξόδου που χαρακτηρίζει τη βρετανική πολιτική σκηνή από το δημοψήφισμα του 2016 και εξής, αυτό θα μπορούσε να φανεί έως και… φυσιολογικό. Θα παρατείνει ωστόσο την αβεβαιότητα, θα εμβαθύνει το κλίμα εχθρότητας και διάσπασης και θα επιδεινώσει σε όλα τα επίπεδα μια ήδη κακή κατάσταση.

Την ίδια στιγμή, οι κύριες δυνάμεις οι οποίες υποστηρίζουν τη διεξαγωγή ενός δεύτερου δημοψηφίσματος – το οποίο ακόμη και σήμερα παραμένει ο καλύτερος τρόπος για να βγει η χώρα από το χάος σχετικά με το Brexit – αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερες εσωτερικές αντιθέσεις. Οι ηγέτες της ΕΕ εξοργίζονται και εξαντλούνται όσο το Λονδίνο αφήνει τον χρόνο να κυλάει χωρίς απτά αποτελέσματα. Και σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, σε έναν μυθιστορηματικό συμβολισμό, το Βασιλικό Νομισματοκοπείο του ΗΒ λιώνει χιλιάδες αναμνηστικά κέρματα που προορίζονταν να αποτελέσουν ενθύμια για την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ στις 31 Οκτωβρίου.

Ίσως οι εκλογές να επιλύσουν τελικώς το ζήτημα που έχει προκαλέσει τόσο πικρές και τοξικές διαιρέσεις εντός της βρετανικής κοινωνίας. Ίσως και όχι. Εν μέσω χάους, ωστόσο, ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: οι Βρετανοί πολιτικοί πρέπει να αφιερώσουν μεγαλύτερη προσοχή – σε σχέση με όσα έχουν πράξει το τελευταίο διάστημα – στην αποκατάσταση της δυνατότητας για διαφωνία καλή τη πίστει και για ομαλό δημοκρατικό διάλογο. Δυστυχώς, αυτά πλέον δεν μπορούν να θεωρούνται δεδομένα. Και κάνουν το διακύβευμα των πρόωρων εκλογών του Δεκεμβρίου σημαντικότερο απ’ όσο ίσως θεωρούμε αυτή τη στιγμή.

Πηγή: Bloombeg View