Μείζον θεσμικό ζήτημα ανέκυψε κατά τη χθεσινή συνέδρια της Επιτροπής Ελέγχου της Βουλή, με την Επίτροπο Διοικήσεως Μαρία Λοττίδη να αρνείται τον διαχειριστικό έλεγχο από τον Γενικό Ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη, όπως και να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις του Γενικού Εισαγγελέα, επικαλούμενη την ανεξαρτησία της. Μάλιστα, για τον Γενικό Εισαγγελέα η κ. Λοττίδη ανέφερε ότι δεν υπάρχει ιεραρχική σχέση, ούτε νομικός της σύμβουλος είναι, για να υιοθετεί τις γνωματεύσεις και τις υποδείξεις του. Από την άλλη, ο Γενικός Ελεγκτής επιμένει στη θέση του για διαχειριστικό έλεγχο στο Γραφείο της κ. Λοττίδη, την κατηγορεί ότι ερμηνεύει την κείμενη νομοθεσία κατά το δοκούν, αποκαλύπτοντας παράλληλα στους βουλευτές πως σε περίπτωση που η Επίτροπος συνεχίσει να αρνείται τον διαχειριστικό έλεγχο, τότε θα προσφύγει εκ νέου στον Γενικό Εισαγγελέα, ζητώντας ενεργοποίηση των διατάξεων του περί Καταθέσεως Στοιχείων και Πληροφοριών στον Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας Νόμου, με σκοπό την ποινική δίωξη της κ. Λοττίδου με την κατηγορία της άρνησης κατάθεσης στοιχείων. Σύμφωνα με την εν λόγω νομοθεσία, προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 12 μηνών ή χρηματική ποινή μέχρι €1.700 ή και στις δύο αυτές ποινές. 
 
Οι σχέσεις των υπό αναφορά ανεξάρτητων αξιωματούχων οδηγούνται στα άκρα καθώς η κ. Λοττίδου κατέστησε σαφές χθες στους βουλευτές της Επιτροπής Ελέγχου πως δεν πρόκειται να επιτρέψει διαχειριστικό έλεγχο στο Γραφείο της από τον Γενικό Ελεγκτή. «Έχω την υποχρέωση να υπερασπιστώ το κύρος και την ανεξαρτησία του θεσμού που υπηρετώ» είπε. Κατά τη συνεδρία δεν έλειπαν οι προσβολές και οι ειρωνείες μεταξύ των δύο αξιωματούχων. 
 
Ο Γενικός Ελεγκτής θέλει να διενεργήσει διαχειριστικό έλεγχο προκειμένου να διαπιστώσει την παραγωγικότητα του Γραφείου της Επιτρόπου, καθώς υπάρχουν ενδείξεις, όπως είπε, για χαμηλή παραγωγικότητα σε σύγκριση με την προκάτοχό της, Λίζα Σαββίδου. Συγκεκριμένα, ο Γενικός Ελεγκτής ζήτησε στοιχεία που σχετίζονται με τον αριθμό των παραπόνων που υποβλήθηκαν στο Γραφείο της κ. Λοττίδη για τα έτη 2015, 2016 και 2017, καθώς επίσης και τον αριθμό των παραπόνων που διεκπεραιώθηκαν. Στοιχεία τα οποία δεν παραχωρήθηκαν στον Οδυσσέα Μιχαηλίδη, με την Επίτροπο Διοικήσεως να υποστηρίζει ότι το Γραφείο της υπόκειται μόνο σε δημοσιονομικό και όχι σε διαχειριστικό έλεγχο από τον Γενικό Ελεγκτή. 
 
 
Ειρωνείες, προσβολές και «καθαρά χέρια»
 
Κατά τη συνεδρία της Επιτροπής Ελέγχου, η βουλευτής του ΑΚΕΛ Σκεύη Κουκουμά κατηγόρησε την Επίτροπο Διοικήσεως ότι προσβάλλει τους βουλευτές. «Εμένα να δείτε τι μου λέει» σχολίασε ο Γενικός Ελεγκτής. Οι αντιδράσεις προκλήθηκαν με την αναφορά της Επιτρόπου ότι δεν μπορεί ο καθένας να εκφράζει νομική γνώμη χωρίς να έχει τις νομικές βάσεις που να το επιτρέπουν. Η μπηχτή της Επιτρόπου μάλλον στρεφόταν προς το πρόσωπο του Γενικού Ελεγκτή παρά στους βουλευτές. Σε κάποια άλλη στιγμή, ενώ είχε τον λόγο η Επίτροπος, γέλασε ο Γενικός Ελεγκτής. «Με ειρωνεύεστε;», ρώτησε ενοχλημένη η κ. Λοττίδη. «Θα μου πείτε και πότε θα γελάω;», διερωτήθηκε ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης. 
 
Στην τοποθέτησή της, η Επίτροπος Διοικήσεως κατήγγειλε ότι κάποιοι προσήλθαν σ’ αυτή τη συνεδρία χωρίς αγνές προθέσεις ή και αποκρύπτοντας στοιχεία, αναφέροντας τον όρο «χωρίς καθαρά χέρια» που χρησιμοποιείται κατά κόρον στις δικαστικές αίθουσες. Τέτοιες αναφορές δεν λέγονται, ούτε γίνονται αποδεκτές, υπέδειξε ο πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου της Βουλής Ζαχαρίας Κουλίας. «Αυτή η τάση αμφισβήτησης του Γενικού Ελεγκτή και του Γενικού Εισαγγελέα από πλευράς κυβερνώντων και ανεξάρτητων θεσμικών αξιωματούχων δεν πρέπει να μας εκπλήττει, αφού ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνει συχνά-πυκνά το παράδειγμα» δήλωσε από την πλευρά της η βουλευτής του ΑΚΕΛ Ειρήνη Χαραλαμπίδου.
 
 
Ανοικτό το ενδεχόμενο παρέμβασης της Βουλής
 
Η συνεδρία της Επιτροπής Ελέγχου ολοκληρώθηκε χωρίς κατάληξη για τον τρόπο που θα επιλυθεί η διαφορά των υπό αναφορά αξιωματούχων. Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου Ζαχαρίας Κουλίας δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο παρέμβασης της Βουλής για επίλυση του ζητήματος με νομοθετική ρύθμιση.
 
Η θέση της Επ. Διοικήσεως 
 
Μιλώντας ενώπιον των βουλευτών της Επιτροπής Ελέγχου, η Επίτροπος Διοικήσεως Μαρία Λοττίδη υποστήριξε, μεταξύ άλλων, τα εξής: 
 
>> Η Επίτροπος Διοικήσεως δεν εμπίπτει στις πρόνοιες της νομοθεσίας που καθορίζει ποιοι υπόκεινται στον διαχειριστικό έλεγχο του Γενικού Ελεγκτή. Σύμφωνα με την κ. Λοττίδη, στις διατάξεις του εν λόγω νόμου δεν περιλαμβάνεται η ίδια καθότι δεν είναι ούτε υπουργείο, ούτε ημικρατικός οργανισμός, ούτε δήμος ή κοινότητα και, βεβαίως, ούτε ταμείο ή οργανισμός. Αντίθετα, υπέδειξε ότι ο θεσμός του Επίτροπου Διοικήσεως είναι προσωποπαγής και ανεξάρτητος και ως Ελεγκτικός Μηχανισμός ελέγχει τις υπηρεσίες της Δημοκρατίας και τους αξιωματούχους που προΐστανται αυτών. Σύμφωνα με την κ. Λοττίδη, για το έργο της λογοδοτεί μόνο στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή.
 
>> Η συμπεριφορά του Γενικού Ελεγκτή να ερμηνεύει κατά το δοκούν και «κατ’ αρεσκείαν» τους νόμους είναι αυθαίρετη και επικίνδυνη, διότι, κατά την Επίτροπο Διοικήσεως, μπορεί με την ίδια ευκολία να θέσει υπό διαχειριστικό έλεγχο και άλλο φορέα εξουσίας, ο οποίος με βάσει την οικεία νομοθεσία δεν τίθεται κάτω από τέτοιο έλεγχο. Κατηγόρησε, επίσης, τον Γενικό Ελεγκτή ότι την απειλεί και την εκφοβίζει με τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων. 
 
>> Ο Γενικός Εισαγγελέας, με βάση το Άρθρο 113 του Συντάγματος, είναι ο νομικός σύμβουλος της Δημοκρατίας, του Προέδρου, των υπουργών και του Υπουργικού Συμβουλίου. Δεν είναι νομικός σύμβουλος του Γενικού Ελεγκτή, ούτε της Επιτρόπου Διοικήσεως, τόνισε η κ. Λοττίδη. Θα ήταν, άλλωστε, σχήμα οξύμωρο ελεγκτικοί μηχανισμοί της Δημοκρατίας και η Δημοκρατία να είχαν τον ίδιο νομικό σύμβουλο. Είναι σαν να έχουν τον ίδιο δικηγόρο ο ενάγων και ο εναγόμενος, υπέδειξε. 
 
>> Το Διεθνές Ινστιτούτο Διαμεσολαβητών (International Ombudsman Institute) απέστειλε στις 13/3/2018 υποστηρικτική επιστολή προς την κ. Λοττίδη, στην οποία αναφέρονται ανάμεσα σε άλλα και τα ακόλουθα: «Έχουμε λάβει με ανησυχία την επιστολή σας και την έκθεση για τη αυτεπάγγελτή σας έρευνα. Είναι σαφές ότι οποιαδήποτε προσπάθεια που αντικαθιστά την κρίση της Επιτρόπου με αυτή του Γενικού Ελεγκτή κατά τη διάρκεια ενός ελέγχου θα παραβίαζε την ανεξαρτησία σας και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο το Διεθνές Ινστιτούτο Διαμεσολαβητών θα εξέταζε το ενδεχόμενο λήψης περαιτέρω μέτρων. (…) Ο Επίτροπος Διοικήσεως δεν πρέπει να υπόκειται σε κανένα έλεγχο όπου διακυβεύονται αποφάσεις σε διάφορες υποθέσεις. Διαφορετική προσέγγιση θα υπονόμευε την ανεξαρτησία του».

Η θέση του Γ. Ελεγκτή 

Από την πλευρά του, ο Γενικός Ελεγκτής Οδυσσέας Μιχαηλίδης υποστήριξε τα ακόλουθα:

>> «Με δεδομένη την ύπαρξη στοιχείων που δεικνύουν σαφή μείωση στο παραγόμενο έργο από το Γραφείο της Επιτρόπου Διοικήσεως σε σχέση με προηγούμενες περιόδους, η Υπηρεσία μας θεώρησε αναγκαία τη διεξαγωγή διαχειριστικού ελέγχου ώστε να διαφανεί κατά πόσο χρησιμοποιεί τους διαθέσιμους ανθρώπινους πόρους κατά τρόπο οικονομικό, αποδοτικό και αποτελεσματικό». Με τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη να καταγγέλλει, παράλληλα, τα εξής: «Παρά τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, στην οποία σαφώς καταγράφεται η εξουσία του Γενικού Ελεγκτή να διεξάγει διαχειριστικό έλεγχο στο Γραφείο της Επιτρόπου και παρά το γεγονός ότι εξηγήθηκε στην Επίτροπο πως σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει πρόθεση άσκησης ελέγχου ή κριτικής ή άλλης παρέμβασης οποιασδήποτε μορφής στο περιεχόμενο των εκθέσεών της, εντούτοις η Επίτροπος αρνείται να επιτρέψει στην Υπηρεσία μας τη διεξαγωγή του συγκεκριμένου ελέγχου».

>> Λόγω της άρνησης της κ. Λοττίδη να καταθέσει στοιχεία στον Γενικό Ελεγκτή, ο τελευταίος αποτάθηκε στον Γενικό Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη για να ξεκαθαρίσει το θέμα. Με επιστολή του, ημερομηνίας 8/3/2018, που απέστειλε στην κ. Λοττίδη, ο Γενικός Εισαγγελέας της υποδεικνύει ότι τόσο η ίδια όσο και το προσωπικό της υπέχουν υποχρέωσης κατάθεσης στοιχείων στον Γενικό Ελεγκτή. Προειδοποιώντας την παράλληλα πως θα διαπράξει ποινικό αδίκημα σε περίπτωση που αρνηθεί να καταθέσει τα στοιχεία. Ειδικότερα, στην επιστολή του προς την Επίτροπο Διοικήσεως, ο κ. Κληρίδης καταλήγει με τα εξής: «Είμαι πεπεισμένος ότι η Επίτροπος και οι λειτουργοί του Γραφείου της υπέχουν υποχρέωση –επί ποινική ευθύνη– να παρέχουν το ταχύτερο δυνατό στον Γενικό Ελεγκτή αυτοπροσώπως, ή σε εξουσιοδοτημένο από αυτόν λειτουργό της Υπηρεσίας του ή άλλο πρόσωπο, πληροφορίες ή στοιχεία που κατά την κρίση του Γενικού Ελεγκτή μπορούν να τον βοηθήσουν στην εκτέλεση του έργου του καθώς και να παρέχουν σε τέτοιο πρόσωπο πλήρη και ελεύθερη πρόσβαση στα έντυπα ή ηλεκτρονικά δεδομένα που αναλυτικά παρατίθενται στο άρθρο 4(γ) των οικείων Νόμων. Δεδομένης της άνω ευρείας και σαφούς νομικής υποχρέωσης, η άρνηση ή αμέλεια εκπλήρωσής της συνιστά ποινικό αδίκημα κατά το άρθρο 5, επισύροντας στον υπαίτιο τις ποινικές επιπτώσεις που προβλέπονται σε αυτό. Ενόψει των ανωτέρω, εισηγούμαι όπως προχωρήσετε στην παροχή των ζητουμένων στοιχείων προς αποφυγή περαιτέρω προώθησης του εγερθέντος θέματος».