Kάτι σαν ανέκδοτο έχει γίνει το πολύ σοβαρό θέμα του κατώτατου μισθού, με τους συνδικαλιστές και τις εργοδοτικές οργανώσεις να πηγαινοέρχονται στον Υπουργό Εργασίας, Κυριάκο Κούσιο, σε μια προσπάθεια ο δεύτερος να βρει τη σολομώντεια λύση. Πρωτίστως ικανοποιημένοι πρέπει να μείνουν οι εργαζόμενοι και σ’ αυτό πάνω πρέπει να στηριχθεί η κυβερνητική πολιτική και όχι να μπαίνουν συνεχώς εξαιρέσεις, αναπροσαρμογές και ιδιάζουσες συνθήκες σε εξειδικευμένους επαγγελματικούς κλάδους. Και μόνο το γεγονός ότι μπαίνουν στη συζήτηση ηλικιακές κατηγορίες για τον κατώτατο μισθό ή εξαιρέσεις για επαγγελματικούς κλάδους, όπως ο επισιτιστικός, καταλαβαίνει κάποιος ότι κάποιοι εργοδότες τα θέλουν όλα δικά τους. Και μόνο ότι το θέμα του κατώτατου μισθού παραμένει ακόμη ανοιχτό, αρχίζει και προκαλεί το κοινό αίσθημα. Όσο προχωράει η συζήτηση με τους κοινωνικούς εταίρους, τόσο πιο πολύ ξεχειλώνει το ύψος του κατώτατου μισθού. Το χειρότερο είναι ότι η Κυβέρνηση δεν φαίνεται να βάζει όρια για να κλείσει το θέμα όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Προσπαθεί να βρει τη φόρμουλα για να την «πουλήσει» προς τα έξω ως μεγάλο επίτευγμα προσπαθειών και αγώνων που έδωσε. 

Όλοι πρέπει να καταλάβουν ότι η εργασία είναι το καλύτερο μέσο αντιμετώπισης της φτώχειας. Εκτός αν η Κυβέρνηση θέλει να δημιουργήσει τεμπέληδες, οι οποίοι θα προτιμούν να παίρνουν κοινωνικά επιδόματα ή το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, γιατί θα τους συμφέρει περισσότερο από το να δουλεύουν με κατώτατο μισθό πείνας. Πάρα πολλά νεαρά ζευγάρια κάνουν σκέψεις για να αποκτήσουν παιδί ή να προχωρήσουν με τη ζωή τους, γιατί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά. Γι’ αυτό και ο κατώτατος μισθός δεν είναι ένα οικονομικό ζήτημα, είναι ένα ευρύτερο κοινωνικό και δημογραφικό ζήτημα και έτσι πρέπει να το αντιμετωπίσει η Πολιτεία. Θα πρέπει, κανονικά, να μπορεί κάποιος ο οποίος παίρνει τον ελάχιστο κατώτατο μισθό να έχει αξιοπρεπή διαβίωση, η οποία να του καλύπτει τα έξοδα στέγης, διατροφής και διακίνησης, μαζί με το ελάχιστο που απαιτεί μια ανθρώπινη επιβίωση στην Κύπρο.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα έπρεπε με συνοπτικές διαδικασίες να έκλεινε το θέμα, με τον κατώτατο μισθό να μην είναι κάτω από 950 ευρώ και να εξαιρεθούν, όπως ήταν το αρχικό σχέδιο, οι οικιακοί βοηθοί, οι εργάτες στον τομέα της γεωργοκτηνοτροφίας και οι ναυτικοί. Μέχρι εκεί και να μην μπαίνουν στο τραπέζι άλλα θέματα. Αλλά δυστυχώς, το γεγονός ότι ακόμη η συζήτηση συνεχίζεται, δημιουργείται πρόσφορο έδαφος για χαλαρώσεις εις βάρος των εργαζομένων. Σύμφωνα με τον ορισμό της Eurostat, οι άνθρωποι διατρέχουν κίνδυνο εργασιακής φτώχειας όταν εργάζονται για περισσότερο από το ήμισυ του έτους και το ετήσιο διαθέσιμο εισόδημά τους είναι χαμηλότερο από το 60% του εθνικού διάμεσου εισοδήματος των νοικοκυριών μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις.

Σημειώνεται μάλιστα ότι οι χαμηλοί μισθοί δεν αυξήθηκαν με τον ίδιο ρυθμό με άλλους τύπους μισθών σε πολλά κράτη μέλη, επιδεινώνοντας τις εισοδηματικές ανισότητες και τη φτώχεια των εργαζομένων και μειώνοντας την ικανότητα των χαμηλόμισθων να αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες.

Ο ευρωπαϊκός θεσμός του κατώτατου μισθού δημιουργήθηκε για να βάλει ένα κατώτατο όριο στο επίπεδο διαβίωσης των εργαζομένων και στο εργατικό κόστος, στο οποίο πρέπει οι επιχειρήσεις να προσαρμόσουν τη λειτουργία τους. Ωστόσο, με την συζήτηση που γίνεται και με τις διάφορες σφήνες που μπαίνουν από τους εργοδότες, ο κατώτατος μισθός απέχει πολύ από το να καταστεί ένα θεσμικό εργαλείο. Αν θέλει η Κυβέρνηση να κάνει σοβαρή δουλειά, να παρουσιάσει μελέτη πόσοι εργαζόμενοι στην Κύπρο ζουν σε συνθήκες υλικής στέρησης και τι μισθό λαμβάνουν. Σε μια εποχή που ο πληθωρισμός κάθε μήνα αυξάνεται, τα ενοίκια βρίσκονται στα ύψη, οι δόσεις των δανείων έχουν αυξηθεί, οι λογαριασμοί του ρεύματος είναι τσουχτεροί, οι τιμές των προϊόντων για τα είδη βασικής διατροφής έχουν αυξηθεί, είναι προκλητικό η κυβέρνηση να μην κλείνει το θέμα του κατώτατου μισθού προς όφελος όχι μόνο των εργαζομένων και αλλά και της κοινωνίας γενικότερα.