Του Hal Brands

Είναι μια δύσκολη χρονιά για τον συνασπισμό της “αυτοσυγκράτησης” – εκείνο το χαλαρό δίκτυο αναλυτών, υποστηρικτών και πολιτικών που ζητούν μια απότομη περιστολή και μείωση του ρόλου των ΗΠΑ στον κόσμο. Έχοντας φτάσει στο αποκορύφωμα της επιρροής της με την αμερικανική αποχώρηση από το Αφγανιστάν, η συγκεκριμένη ομάδα βρέθηκε αρχικά περιθωριοποιημένη από τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Η διάλυση της Ρωσίας ο τρόπος να νικηθεί ο ιμπεριαλισμός της;

Τώρα, το πλήθος των οπαδών της “αυτοσυγκράτησης” προσφέρει μια ανανεωμένη κριτική στην πολιτική των ΗΠΑ, μια κριτική η οποία πιθανότατα θα αποδειχθεί επίμονη, αν και όχι πειστική.

Το μπλοκ της “αυτοσυγκράτησης” είναι μια πλατιά “εκκλησία”. Περιλαμβάνει από ακαδημαϊκούς αντι-παρεμβατιστές, που συχνά αυτοχαρακτηρίζονται ως μη ιδεολογικά φορτισμένοι “ρεαλιστές”, μέχρι καλά χρηματοδοτούμενα think tanks όπως το Quincy Institute.

Περιλαμβάνει ελευθεριακούς (libertarians), όπως ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Ραντ Πολ, ο οποίος αποδοκιμάζει το οικονομικό κόστος της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και ριζοσπάστες αριστερούς οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η αμερικανική παγκοσμιοποίηση αποτελεί προκάλυμμα ιμπεριαλισμού και νεοφιλελευθερισμού.

Υπάρχουν εκεί ειρηνιστές οι οποίοι πιστεύουν ότι όλοι ανεξαιρέτως οι πόλεμοι είναι εγκληματικοί, καθώς και εθνικιστές όπως ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Τζος Χόλεϊ, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι το να είσαι κατάλληλα επιθετικός απέναντι στην Κίνα προϋποθέτει να είσαι υφεσιακός έναντι σχεδόν όλων των υπολοίπων.

Ορισμένοι της τάσης της “αυτοσυγκράτησης” επιδιώκουν παγκόσμια μείωση παρέμβασης. Άλλοι καταγγέλλουν κυρίως τη συνεχιζόμενη εμπλοκή των ΗΠΑ στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Εκείνο που τους ενώνει είναι η πεποίθηση ότι η υπερβολική χρήση της ισχύος των ΗΠΑ στο εξωτερικό ήταν καταστροφική για την Αμερική και τον κόσμο.

Αυτός ο συνασπισμός φαινόταν ανερχόμενος πριν από έναν χρόνο, όταν ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν κατήγγειλε τους “αέναους πολέμους” ενώ αποχωρούσε από το Αφγανιστάν. Αυτή η απόφαση, υποστήριζαν δύο αναλυτές, “χρωμάτισε” τον Μπάιντεν ως σκληροτράχηλο ρεαλιστή – και ίσως σύμμαχο του συγκεκριμένου μπλοκ στον αγώνα για την αναμόρφωση της αμερικανικής διπλωματίας.

Η Ουκρανία άλλαξε το “παιχνίδι”

Κι όμως το μομέντουμ αυτό δεν κράτησε. Η κατάρρευση του αφγανικού κράτους ακόμη και πριν οι ΗΠΑ ολοκληρώσουν την αποχώρηση έδειξε ότι, ενώ η διεξαγωγή πολέμων είναι ακριβή υπόθεση, η απώλεια τους μπορεί να επιβάλλει επίσης σοβαρά κόστη.

Μετά ήρθε η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία. Καθώς οι δυνάμεις του Βλαντιμίρ Πούτιν προσπαθούν να αποκαταστήσουν τη σοβιετική αυτοκρατορία και δολοφονούν Ουκρανούς πολίτες, αποκάλυψαν παράλληλα πόσο απαίσιος θα μπορούσε να είναι ένας κόσμος ο οποίος θα διαμορφώνεται από τις άλλες μεγάλες δυνάμεις, χωρίς την παρέμβαση της Ουάσιγκτον.

Πράγματι, ο Μπάιντεν δεν λαμβάνει πολλούς επαίνους από τους αυτοαποκαλούμενους ρεαλιστές σήμερα. Αν και αρνείται να επέμβει στρατιωτικά, ο Μπάιντεν έχει υποστηρίξει την Ουκρανία με χρήματα, όπλα και άλλα είδη βοήθειας. Το ΝΑΤΟ – η ειρηνική επέκταση του οποίου υποτίθεται ότι ανάγκασε τον Πούτιν να διατάξει μια εκστρατεία επιθετικότητας και αιματοκυλίσματος – φαίνεται τώρα πιθανό να προσθέσει δύο νέα μέλη, τη Φινλανδία και τη Σουηδία. Ο Μπάιντεν επικαλέστηκε ακόμη και τη ρητορική κληρονομιά των προκατόχων του της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, δηλώνοντας ότι η Ουκρανία είναι ένα ζωτικό μέτωπο στον αγώνα για τη διάσωση του ελεύθερου κόσμου.

Σε απάντηση, ο συνασπισμός της αυτοσυγκράτησης άνοιξε ο ίδιος ένα νέο μέτωπο, βρίσκοντας πολλούς λόγους για να επιτεθεί στην πολιτική του Μπάιντεν στην Ουκρανία.

Κριτική

Ο πρώτος είναι το οικονομικό κόστος. Η διατήρηση της λειτουργικότητας μιας μεσαίου μεγέθους χώρας υπό άγρια ​​στρατιωτική επίθεση είναι εξαιρετικά ακριβό σπορ. Το τελευταίο πακέτο υποστήριξης των ΗΠΑ προς την Ουκρανία ανέρχεται συνολικά σε περίπου 40 δισεκατομμύρια δολάρια – χρήματα, παραπονέθηκε ο Χόλεϊ, τα οποία θα ήταν προτιμότερο να δαπανηθούν προκειμένου να δοθεί γενναιόδωρη αύξηση στο στρατιωτικό προσωπικό των ΗΠΑ. Μερικοί Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο φαίνεται να συμφωνούν – 57 βουλευτές και 11 γερουσιαστές ψήφισαν, ανεπιτυχώς, κατά του πακέτου βοήθειας.

Ο δεύτερος είναι οι κίνδυνοι. Κανείς δεν ξέρει πώς θα τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Εάν οι ΗΠΑ βοηθήσουν την Ουκρανία να υπερασπιστεί τον εαυτό της με “υπερβολική” επιτυχία, λέει το συγκεκριμένο επιχείρημα, τότε ίσως μια ταπεινωμένη Ρωσία να κλιμακώσει ανεξέλεγκτα ​​την κατάσταση αντί να αποδεχθεί την ήττα της.

Τέλος, υπάρχει και η πολιτική πλευρά. Με τον Μπάιντεν να μπαίνει “με τα μπούνια” στην υποστήριξη της Ουκρανίας, υπάρχει ελάχιστος χώρος για το τμήμα του μετώπου της “αυτοσυγκράτησης” στα αριστερά. Ωστόσο, ο Χόλεϊ και άλλοι Ρεπουμπλικάνοι οι οποίοι επιδιώκουν να κληρονομήσουν την πολιτική βάση του Ντόναλντ Τραμπ πιστεύουν ξεκάθαρα ότι υπάρχει μια βάση για τους ισχυρισμούς τους ότι η υποστήριξη μιας ευάλωτης δημοκρατίας στο εξωτερικό ισοδυναμεί με το να βάζει κανείς την “Αμερική τελευταία” και όχι πρώτη στην ατζέντα του.

Δεν είναι σωστό να χαρακτηρίζουμε τέτοια επιχειρήματα ως “φιλοπουτινικά”. Σαράντα δισεκατομμύρια δολάρια είναι πραγματικά πολλά χρήματα, δεδομένου ότι το Πεντάγωνο αγωνίζεται να βρει το ένα δέκατο από αυτά για επείγουσες βραχυπρόθεσμες βελτιώσεις στη στρατιωτική κατάσταση της Αμερικής στον Ειρηνικό. Υπάρχει, αναμφίβολα, κίνδυνος στην περίπτωση επιβεβαίωσης ενός σεναρίου με βάση το οποίο ο Πούτιν θα ανησυχήσει ότι χάνει τον πόλεμο – και κατά συνέπεια ότι χάνει και το κεφάλι του.

Θα βελτίωνε την κατάσταση;

Το μόνιμο πρόβλημα με την αυτοσυγκράτηση, ωστόσο, είναι η αντίστοιχη απροθυμία να εξετάσει κανείς τι θα συνέβαινε μετά την αποχώρηση της Αμερικής. Ας υποθέσουμε ότι η Ουάσιγκτον μειώνει την υποστήριξη στην Ουκρανία και αφήνει την ευρωπαϊκή ασφάλεια στους Ευρωπαίους. Τι θα φέρει ενώπιόν μας μια τέτοια στάση;

Κρίνοντας από τον περασμένο αιώνα – ή ακόμα και από τους τελευταίους έξι μήνες – η απάντηση δεν είναι μια σταθερή Ευρώπη και μια πιο φερέγγυα Αμερική. Αντίθετα, το αποτέλεσμα είναι πιθανό να είναι ένας μερικώς επιτυχημένος κατακτητικός πόλεμος της Ρωσίας, ο οποίος θα δημιουργήσει διάχυτη ανασφάλεια στην Ευρώπη. Μια ήπειρο η οποία, στερούμενη αμερικανικής ηγεσίας, θα είναι λιγότερο ενωμένη και θα έχει λιγότερη αυτοπεποίθηση να εναντιωθεί στον Πούτιν. Μια μεγαλύτερη παγκόσμια αστάθεια, η οποία τελικά θα καθιστούσε πιο δύσκολο και τον περιορισμό της Κίνας.

Ομοίως, στη Μέση Ανατολή, λογικοί άνθρωποι μπορούν να συζητούν για το κατάλληλο επίπεδο ανάμειξης των ΗΠΑ ή το τι αποτελεί εύλογο κίνδυνο σε διάφορα ζητήματα, από τον περιορισμό του Ιράν έως την αντίθεση στις φιλοδοξίες του Πούτιν στην Ουκρανία.

Όμως τα πρόσφατα γεγονότα μάς υπενθύμισαν ότι ένας κόσμος λιγότερο επηρεασμένος από τις ΗΠΑ θα είναι ένας κόσμος στον οποίο η αυταρχική αρπαγή θα είναι πιο συνηθισμένο φαινόμενο. Ο πόλεμος της Ουκρανίας υπενθύμισε στον κόσμο την πεισματική επιμονή του Κακού. Με αυτόν τον τρόπο, φώτισε ταυτόχρονα τις αρετές της αμερικανικής ισχύος.

Πηγή: BloombergOpinion