Παγώνουν το αίμα οι λεπτομέρειες γύρω από το ειδεχθές έγκλημα στην Πάτρα, καθώς η Τζωρτζίνα φέρεται να είχε επώδυνο θάνατο λόγω της κεταμίνης που ανιχνεύτηκε στο σώμα της, ουσία την οποία κατηγορείται ότι της χορήγησε η μητέρα της, Ρούλα Πισπιρίγκου. Συγκλονισμένη παρακολουθεί η κοινή γνώμη τις εξελίξεις γύρω από την υπόθεση της Πάτρας, μετά την άσκηση της ποινικής δίωξης της μητέρας με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας. Στο μικροσκόπιο, πλέον, οι υποθέσεις θανάτου των άλλων δύο παιδιών της οικογένειας, της 3,5 ετών Μαλένας και της 6,5 μηνών Ίριδας, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν τα δύο παιδιά δολοφονήθηκαν και αυτά. Η 33χρονη κατηγορούμενη παραμένει στα κρατητήρια, ενώ χρειάζεται να βρει υπεράσπιση, καθώς μετά την παραίτηση του πρώτου της δικηγόρου, Απόστολου Λύτρα, ανακοινώθηκε ότι δεν θα αναλάβει ούτε ο δικηγόρος Νίκος Ιωάννου.

Περιγράφοντας τις συνέπειες χορήγησης κεταμίνης σε μεγάλες δόσεις, όπως συνέβη με την Tζωρτζίνα όπου βρέθηκαν 6 mlg ανά λίτρο αίματος, ο καθηγητής Φαρμακολογίας Αντώνης Γούλας, ανέφερε ότι «μπορεί να προκαλέσει τον θάνατο. Αυτή η συγκέντρωση είναι σαφώς μέσα στο εύρος των τοξικώς θανατηφόρων συγκεντρώσεων. Όπως διευκρίνισε, «η χρήση της οδηγεί σε άπνοια. Προκαλεί υψηλή πίεση στο αίμα, ταχυαρρυθμίες, αίσθηση πανικού».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Όλα τα ευρήματα της αστυνομίας στο σπίτι της Πισπιρίγκου

Την ίδια στιγμή συγκλονίζουν τα στοιχεία της προανακριτικής δικογραφίας, καθώς προκύπτει η μεθοδικότητα που χαρακτήριζε τη συμπεριφορά της Ρούλας Πισπιρίγκου σε όλο το διάστημα της νοσηλείας του παιδιού. Φρόντισε να παραμείνει σε μονόκλινο δωμάτιο. Αγωνιούσε να πληροφορηθεί εάν υπάρχουν κάμερες σε αυτό, ενώ παράλληλα, είχε αναλάβει η ίδια τη σίτιση του παιδιού, το οποίο είχε γαστροστομία. Μάλιστα, δήλωσε ότι γνώριζε να χορηγεί τα φάρμακα από τη γαστροστομία και γι’ αυτό αποφασίστηκε να τα δίνει η ίδια στη Τζωρτζίνα. Τελικά, δόθηκε εντολή στο νοσηλευτικό προσωπικό να σταματήσει τη χορήγηση των φαρμάκων η Ρούλα Πισπιρίγκου και να τα αναλάβει αποκλειστικά η νοσοκόμα. Στις 27 Ιανουαρίου 2022, δυο μέρες πριν καταλήξει η Τζωρτζίνα, αποχώρησε ο πατέρας και έμεινε μόνον η μητέρα, τονίζεται στο διαβιβαστικό της Αστυνομίας.

Η 33χρονη μητέρα η οποία βρισκόταν πάντα δίπλα στο παιδί, όπως σημειώνουν γιατροί και νοσηλευτές, έμεινε ατάραχη ακόμη και όταν εκδηλώθηκε το τελευταίο επεισόδιο στην 9χρονη. «Λίγο πριν από τις 2:30 μία από τις νοσηλεύτριες αντιλαμβάνεται τη Ρούλα Πισπιρίγκου να πλησιάζει περπατώντας προς το γραφείο νοσηλείας σαν να έψαχνε κάποιον νοσηλευτή». Ο τρόπος που περπατούσε και το γεγονός ότι δεν καλούσε σε βοήθεια, έδωσαν την εντύπωση ότι θα ζητούσε κάποιο σεντόνι ή κάτι άλλο. Όταν η νοσηλεύτρια κατάλαβε ότι το παιδί εμφάνισε πάλι επεισόδιο ενημέρωσε την γιατρό που εφημέρευε και σε δευτερόλεπτα βρέθηκαν στο θάλαμο. Είδαν το παιδί που είχε κυάνωση, ήταν απνοϊκό και τόσο η γιατρός όσο και η νοσηλεύτρια παρατήρησαν ότι από το οξύμετρο που ήταν συνδεδεμένο με το παιδί δεν ακουγόταν ο χαρακτηριστικός ήχος που κάνει, όταν πέσουν οι σφυγμοί. Το παιδί διασωληνώθηκε και λίγο αργότερα κατέληξε. Όπως ανάφερε ένας γιατρός, «η Τζωρτζίνα ήταν ένα υγιές παιδί. Το πώς κατέστη τετραπληγική, αυτό είναι ένας ακόμα γρίφος».

Τρία σενάρια επικρατούν για τα κίνητρα που οδήγησαν τη Ρούλα Πισπιρίγκου στο ειδεχθές έγκλημα. Σύμφωνα με τον αθηναϊκό Τύπο, κατά το πρώτο ήθελε να δημιουργήσει οίκτο γύρω από το πρόσωπό της. Κατά το δεύτερο ήθελε να εκδικηθεί τον σύζυγο της που έφυγε. Δεν υπολόγιζε ότι μπορεί να ανακαλυφθεί, καθώς αυτό που την ενδιέφερε ήταν να προκαλέσει κακό και να τρομάξει τον άλλον. Ένα τρίτο κίνητρο είναι ότι η Τζωρτζίνα που ήταν το πιο μεγάλο σε ηλικία παιδί, είχε δει πράγματα. Μπορούσε να μιλήσει και οι γιατροί είχαν πει ότι θα γινόταν καλά. Εκεί συναντάται ο μεγαλύτερος βαθμός δόλου, καθώς θα το έκανε για να «κλείσει το στόμα» του παιδιού.

Βαμμένη με αίμα η ιστορία της οικογένειας Πισπιρίγκου

Το έγκλημα φαίνεται να στοιχειώνει την οικογένεια της Ρούλας Πισπιρίγκου, καθώς πριν από 57 χρόνια ο παππούς της δολοφόνησε τη γιαγιά της στην Πάτρα. Η νεαρή Σωτηρία Πεφάνη γνωρίζει τον σύζυγό της Παναγιώτη Πισπιρίγκο, όταν εκείνη είναι μόλις 15 ετών και αυτός 18. Εκείνος συλλαμβάνεται για αποπλάνηση ανηλίκου και προκειμένου να αποφύγει την πιθανή καταδίκη, παντρεύεται στις 27 Φεβρουαρίου 1962 μέσα στο Τμήμα Μεταγωγών, την ανήλικη Σωτηρία, παρά τις σφοδρές αντιδράσεις των γονιών της.

Ο έγγαμος βίος κάθε άλλο παρά ευτυχής χαρακτηρίζεται. Υπάρχουν οικονομικά προβλήματα και ζήλεια. Ωστόσο, σύντομα αποκτούν ένα παιδί, τον Ανδρέα, ο οποίος σήμερα είναι ο πατέρας της Ρούλας Πισπιρίγκου. Τελικά, η νεαρή κοπέλα ζητά διαζύγιο και φεύγει για το πατρικό της, κάτι που δεν αποδέχεται ποτέ εκείνος. Άρχισε να την παρακολουθεί διαρκώς. Την Τετάρτη 21 Ιουλίου 1965, ο Παναγιώτης ζητά από τη Σωτηρία να πάνε κάπου για να μιλήσουν, σε μια νέα προσπάθεια επανασύνδεσης. Το εν διαστάσει ζευγάρι φθάνει στο ραντεβού θανάτου σε απομονωμένη τοποθεσία. Τελικά, επιτίθεται στη Σωτηρία και τη στραγγαλίζει. Τα ξημερώματα της επομένης παραδίνεται στην Αστυνομία.

Όταν οδηγείται στον εισαγγελέα της υπόθεσης, παρότι κινδυνεύει από λιντσάρισμα κοινού και συγγενών του θύματος, ο ίδιος φαίνεται απαθέστατος. Στο κρατητήριο περιγράφεται ως «απαθής μέχρι αναισθησίας. Δεν έχει καμία τύψη για το κακούργημά του». Διαρκούσης της δίκης, ο πατέρας της Σωτηρίας επιτίθεται με μαχαίρι στον πατέρα του δράστη έξω από τα δικαστήρια και συλλαμβάνεται. Τελικά, ο Παναγιώτης Πισπιρίγκος καταδικάζεται σε ισόβια, αλλά αποφυλακίζεται 15 χρόνια αργότερα. Το μόλις 14 μηνών παιδί τους κατά την εποχή του φόνου, Ανδρέας, όταν παντρεύεται και κάνει κοριτσάκι, του δίνει το όνομα Ρούλα.

Δύο φορές ειδοποίησαν το «Χαμόγελο του Παιδιού»

Σε αποκαλύψεις για την ανησυχία και τις υποψίες των γιατρών της 9χρονης Τζωρτζίνας ότι κάτι συμβαίνει με τα περιστατικά που αντιμετώπιζε το παιδί, προχώρησε ο πρόεδρος στο «Χαμόγελο του Παιδιού», Κώστας Γιαννόπουλος. Στην πρώτη επικοινωνία έγινε ενημέρωση για μία οικογένεια που ήδη έχει χάσει δύο παιδιά, ενώ νοσηλευόταν και το τρίτο. Ζητήθηκε συνδρομή ψυχολόγου, την οποία οι γονείς αρνήθηκαν. 

Λίγες ημέρες μετά και αφού η μικρή έπαθε ανακοπή, που την άφησε τετραπληγική, έγινε και δεύτερο τηλεφώνημα. Σε αυτό, ο γιατρός του νοσοκομείου άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο «κάτι περίεργο να συμβαίνει» καθώς δεν δικαιολογούνταν όλα αυτά που αντιμετώπιζε η Τζωρτζίνα. «Μας δήλωσαν κάποιες υποψίες.» 

Τότε, το «Χαμόγελο του Παιδιού» τους κάλεσε να απευθυνθούν στην Εισαγγελία.