Η αυλή του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης στη Λάρνακα, είναι πλέον καθημερινά γεμάτη. Ουκρανοί πρόσφυγες σπεύδουν για να εξασφαλίσουν τις ειδικές κάρτες παραμονής, οι οποίες αποτελούν το «διαβατήριο» τους στη χώρα μας, στην οποία μπορούν να μείνουν για δώδεκα μήνες, έχοντας πρόσβαση στην αγορά εργασίας, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και την εκπαίδευση. 

Στις ουρές που σχηματίζονται, περιμένουν κυρίως γυναίκες με μικρά παιδιά. Οι πλείστες είναι βυθισμένες στις σκέψεις τους. Το μυαλό τους είναι στους συζύγους τους και τους συγγενείς τους που έμειναν πίσω. Κάθε μία από αυτές, έχει να διηγηθεί μια ιστορία πόνου και βίαιου ξεριζωμού. 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Οι ΗΠΑ θεωρούν πως η Ρωσία εισέρχεται σε νέα φάση πολέμου

Στο στεγασμένο υπόστεγο, οι εργαζόμενοι προσφέρουν καρέκλα σε μια νεαρή γυναίκα, η οποία κρατά στην αγκαλιά της το παιδί της που αποκοιμήθηκε. Είναι η Λίζα Καβαρόσκαγια, που εγκατέλειψε τη χώρα της, προκειμένου να μην κινδυνεύσει ο τρίχρονος γιος της. Από τις 12 Μαρτίου, βρίσκονται στην Κύπρο και φιλοξενούνται σε σπίτι που τους παραχώρησαν Ουκρανοί εθελοντές. 

«Είμαστε στο Ντνίπρο», λέει ψιθυριστά και εξηγεί πως πρόκειται για μια πόλη μεγάλο μέρος της οποίας έχει βομβαρδιστεί. «Ήταν πολύ δύσκολο να φύγουμε. Μας πήρε ο άντρας μου στα σύνορα, πήγαμε στη Μολδαβία, μετά στη Ρουμανία, μετά στη Σερβία και μετά ήρθαμε στην Κύπρο. Χρειαστήκαμε δέκα μέρες να φτάσουμε εδώ».

Ο σύζυγός της επέστρεψε πίσω, κατατάγηκε στο στρατό και πλέον βρίσκεται σε ομάδα περιφρούρησης στην πόλη τους. «Φοβόμαστε πολύ. Μπορεί να είμαστε εδώ αλλά το μυαλό μας δεν φεύγει από τους δικούς μας στην Ουκρανία. Είναι πολύ δύσκολο. Ανησυχώ και για τον πατέρα μου, είναι μεγάλος σε ηλικία και δεν μπορεί να φύγει. Η μητέρα μου κατάφερε να πάει στη Γερμανία. Αυτό που θέλω είναι να επιστρέψω πίσω στον σύζυγό μου, στη ζωή μου».

Στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, τη μετέφερε ένας νεαρός, ο οποίος μιλώντας σπαστά ελληνικά, μας ανέφερε πως λέγεται Αντρέι Φιλιπένγκο και έχει καταγωγή από τη Ρωσία. Όπως είπε, είναι εναντίον του πολέμου και εντάχθηκε σε εθελοντική ομάδα, προκειμένου να βοηθήσει Ουκρανούς πρόσφυγες που φτάνουν στην Κύπρο. «Στις 24 Φεβρουαρίου, όταν ξέσπασε ο πόλεμος είχα ταραχθεί πολύ και είπα ότι πρέπει να κάνω κάτι. Πήγα απέναντι από τον Αστυνομικό Σταθμό στις Φοινικούδες και έκανα μόνος μου διαμαρτυρία υπέρ της ειρήνης. Πήγαινα εκεί για μέρες. Την πέμπτη ημέρα με πλησίασε μια γυναίκα από την Ουκρανία, που εγκλωβίστηκε στη Λάρνακα και μου έδειξε ένα γκρουπ στο telegraph το CY4UA. Εντάχθηκα σε αυτό και από τότε προσφέρω εθελοντική εργασία. Ο πόλεμος είναι κόλαση, πρέπει να σταματήσει». 

«Δεν μας έμεινε τίποτα»

Η Ελένα Αντριγιένκο μαζί με το γιο της, έφτασαν στην Κύπρο πριν από πέντε ημέρες. Κατάγονται από το Ιρπίν και έζησαν όπως λέει με τρεμάμενη φωνή, εφιαλτικές στιγμές. Το σπίτι τους καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς, το ίδιο και η επιχείρηση τους. Η έγνοια της ίδιας και του συζύγου της, ήταν να μην πάθει τίποτα ο Ζαχαρίεφ, ο 14χρονος γιος τους. Έτσι αποφάσισαν να φύγουν. Το ταξίδι τους ήταν πολύ επικίνδυνο, αφού έγινε ανάμεσα σε βομβαρδισμούς. «Ξεκινήσαμε οδικώς για να πάμε Πολωνία. Πίσω μας βομβάρδιζαν συνεχώς. Φοβόμαστε πάρα πολύ. Τώρα φοβάμαι πολύ για τον άντρα μου επειδή μας άφησε και επέστρεψε στο Ιρπίν για να πολεμήσει. Δεν ξέρω τι θα κάνουμε. Τώρα η ζωή μας είναι στο μηδέν. Δεν έχουμε λεφτά, δεν έχουμε πού να μείνουμε. Δεν έχουμε τίποτα. Θα ψάξω αμέσως να βρω δουλειά, επειδή πρέπει να σκεφτώ τον γιο μου». 

Πιο πίσω μια γυναίκα κουρασμένη από την αναμονή, κάθεται στο γρασίδι. Είναι η Αντζέλικα Σλίσενγκο που έφτασε στην Κύπρο στις 30 Μαρτίου, μαζί με τις δύο κόρες της και τους γονείς της. Κατάγεται από το μαρτυρικό Ντονέτσκ, από το οποίο πρόλαβαν να φύγουν τρεις μέρες πριν την εισβολή. «Πήγαμε σε μια άλλη πόλη της Ουκρανίας κοντά στη Ρουμανία. Ο πατέρας μου είναι 59 χρονών και δεν επιτρεπόταν να φύγει από την Ουκρανία, αλλά τελικά του επέτρεψαν επειδή είναι άρρωστος. Ήρθαμε στην Κύπρο επειδή παλιά ζούσα εδώ. Μένουμε σε ένα διαμέρισμα στην Ορόκλινη. Βρήκα ήδη δουλειά σε ένα ξενοδοχείο στη Λάρνακα, επειδή μιλώ λίγα ελληνικά, αγγλικά και ρωσικά». 

Το μυαλό της γυρίζει στον πόνο των ανθρώπων που έχασαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα. «Για το μόνο που νιώθω άσχημα είναι για τους ανθρώπους που χάνονται. Όταν ήμουν στην Ουκρανία μιλούσα με μικρά παιδιά που έχασαν τον πατέρα τους, τα αδέλφια τους. Θέλεις να κλαις όλη την ώρα. Είδα πολλούς άνδρες σε νοσοκομεία, που δεν θέλουν να πάνε πίσω και να πεθάνουν». 

Ανάμεσά τους είναι και η Ελεονώρα Κοτσούρα, μια 33χρονη δικηγόρος από το Κίεβο, που ευελπιστεί ότι σε ένα μήνα θα επιστρέψει στη χώρα της. «Όσο ήμουν στο Κίεβο ακούγαμε συνέχεια τους βομβαρδισμούς και βλέπαμε τις ρουκέτες να έρχονται. Ήταν φρικτά. Τα γραφεία της εταιρείας μας καταστράφηκαν. Τώρα θα μείνουμε εδώ, ίσως για ένα μήνα. Θέλουμε να επιστρέψουμε, είναι οι άνθρωποί μας, η γη μας, δεν μπορούμε να μείνουμε εδώ. Ανησυχώ πάρα πολύ για τους γονείς μου που δεν ήθελαν να φύγουν. Δεν μπορώ να κοιμηθώ τις νύκτες. Περιμένω να ξημερώσει για να πάρω τηλέφωνο τους γονείς μου και τις αδελφές μου για να δω εάν είναι καλά». 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών, μέχρι τις 31 Μαρτίου 3.173 πρόσφυγες από την Ουκρανία υπέβαλαν αίτηση για να λάβουν τις ειδικές κάρτες αναμονής, με τον αριθμό να έχει αυξηθεί αισθητά τις τελευταίες ημέρες. Εκτιμάται δε ότι στη χώρα μας, βρίσκονται ήδη πάνω από 15 χιλιάδες Ουκρανοί πρόσφυγες, οι πλείστοι εκ των οποίων διαμένουν σε συγγενικά τους πρόσωπα.