Το νέο βιβλίο του πρώην Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων και τέως προέδρου της ΕΔΕΚ, Γιαννάκη Ομήρου, αποτέλεσε την αφορμή για τη συνέντευξη αυτή. Από το πολιτικό του γραφείο στην Πάφο και έχοντας, όπως επισημαίνει, την «πολυτέλεια» της απόστασης από τα αυστηρώς κομματικά δρώμενα, μπορεί να παρακολουθεί με περισσότερη άνεση την «μεγάλη εικόνα», αλλά και να απολαμβάνει μικρές απολαύσεις της καθημερινότητας, όπως η πορεία της ποδοσφαιρικής ομάδας της Πάφου.

-Κύριε Πρόεδρε, το βιβλίο με την κατάθεση σας για 50 και πλέον χρόνια παρουσίας στην πρώτη γραμμή των δρώμενων των Κυπριακής Δημοκρατίας, έρχεται σε μια περίοδο που οι ενότητες που πραγματεύεται καθίστανται ξανά επίκαιρες μέσα στην κρισιμότητα των στιγμών. Πώς το προσλαμβάνετε εσείς αυτό;

«Η «Καταγραφή» είναι ένα βιβλίο που θεώρησα καθήκον μου να καταθέσει μετά από όλα όσα έζησα και με στόχο την ενημέρωση των πολιτών και την συλλογική γνώση. Πραγματεύεται γεγονότα των οποίων υπήρξα αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς και στα οποία είχα προσωπική συμμετοχή, ως φοιτητής στην Αθήνα σε μια ταραγμένη περίοδο, ως δικηγόρος, πολιτικός και ενεργός πολίτης την περίοδο του πραξικοπήματος, ως βουλευτής για επτά συνεχόμενες κοινοβουλευτικές θητείες, ως πρόεδρος της ΕΔΕΚ, υπουργός και ως πρόεδρος της Βουλής.

Στόχος του βιβλίου δεν ήταν η καταγραφή της Ιστορίας, αυτή εναπόκειται στον ιστορικό του μέλλοντος. Εγώ καταγράφω γεγονότα και προσπαθώ να μην υπεισέρχεται η προσωπική μου άποψη μέσα στα γεγονότα»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

-Διαβάζοντας το βιβλίο, προσωπικά θεωρώ ως τη σημαντικότερη πτυχή που πραγματεύεται αυτή των S-300. Είναι ενδεικτική των πραγματικοτήτων που αντιμετωπίζουμε και σήμερα. Ως ένα μάθημα, περισσότερο, ότι δεν μπορούμε έστω και αν το θέλουμε να ορίσουμε τη μοίρα μας.

«Νομίζω ότι η παρατήρηση σας είναι πολύ καίρια. Έτσι είναι, αποδεικνύεται από την κατάληξη του θέματος των S-300 ότι ο ελληνισμός στο σύνολο του δεν έχει μια ενιαία πολιτική και στρατηγική στα μεγάλα θέματα που να έχει διαχρονικό χαρακτήρα και ισχύ.

Παραγγέλθηκε και ουσιαστικά αδρανοποιήθηκε το εν λόγω σύστημα, ουσιαστικά επί διακυβέρνησης του ιδίου κόμματος στην Ελλάδα, του ΠΑΣΟΚ! Παραγγέλθηκε το σύστημα αυτό όχι απλώς με συναίνεση, αλλά με παρότρυνση του ελληνικού υπουργείου Άμυνας και του ΓΕΕΘΑ. Και μετά, μια άλλη κυβέρνηση του ιδίου κόμματος, επί Κώστα Σημίτη, ανέτρεψε εκείνη τη στρατηγική επιλογή και λίγο πολύ επέβαλε στην κυπριακή Κυβέρνηση, που έπρεπε βεβαίως να αντισταθεί στις πιέσεις της Αθήνας, την ανατροπή μιας στρατηγικής που οικοδομήθηκε τη δεκαετία του 1990 με το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου.

Άρα, το μεγάλο μάθημα από όλη αυτή την θλιβερή ιστορία είναι η ανάγκη μιας διαχρονικής στρατηγικής στα μεγάλα θέματα του Ελληνισμού».

-Και κυρίως στο Κυπριακό, θα λέγαμε.

«Βεβαίως. Σκεφτείτε ότι 48 χρόνια μετά την τραγωδία εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές ακόμη και στην μορφή λύσης που επιζητούμε. Είναι τραγικό, απέναντι σε μια Τουρκία που από το 1950 κιόλας ακολουθεί μια συγκεκριμένη και σταθερή στρατηγική που κάθε φορά επιβεβαιώνεται από το περίφημο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας τους. Δεν είναι δυνατό να ερίζουμε ακόμη για το τι επιδιώκουμε.

Υπάρχει μια ανέκκλητη ιστορική παραδοχή: Η λύση να είναι ομοσπονδιακή. Όμως, με περιεχόμενο δημοκρατικό, με κατοχύρωση των βασικών ελευθεριών».

-Το θέμα σήμερα, κ. πρόεδρε, είναι ότι πλέον στις εσωτερικές διαφοροποιήσεις προστέθηκε το μέγα θέμα της πλήρους αλλαγής στάσης της τουρκοκυπριακής ηγεσίας με την ξεκάθαρη θέση ότι συζητάνε πια μόνο για δύο κράτη.

«Είναι γεγονός ότι είμαστε στη χειρότερη φάση του Κυπριακού τα τελευταία 48 χρόνια. Είναι πλέον απροκάλυπτη η απαίτηση της Τουρκίας για λύση δύο κρατών, παρόλο που η άποψη η δική μου είναι πως δεν είναι αυτός ο τελικός στόχος της Τουρκίας. Η Τουρκία ποτέ δεν θα ήθελε μια συνοριακή γραμμή της Ελλάδας στην Κύπρο, διότι αυτό θα συμβεί στην περίπτωση δύο κρατικών οντοτήτων: Θα έχουμε ένα ελληνικό και ένα τουρκικό κράτος.

Στόχος της Άγκυρας είναι μια συνομοσπονδιακή λύση η οποία θα επιτρέπει την υλοποίηση αυτού που ο Τάσσος Παπαδόπουλος είχε χαρακτηρίσει ως λύση στην οποία η Τουρκία θα είναι ιδιοκτήτης στο βορρά και συνεταίρος στο νότο, για να έχει ουσιαστικά έλεγχο σε όλη την επικράτεια του νησιού.

Αυτό δεν επιτυγχάνεται με τη λύση δύο κρατών, επιτυγχάνεται με μια χαλαρή συνομοσπονδία στην οποία θα υπάρχει ένας πολιτειακός δεσμός μεταξύ των δύο οντοτήτων μέσω του οποίου θα μπορεί να ελέγχει και το ελληνοκυπριακό κράτος. Κάποια στιγμή η Τουρκία θα παρουσιασθεί ως υποχωρήσασα από την απαίτηση των δύο κρατών με μια λύση χαλαρής συνομοσπονδίας.

Προϋπόθεση για να βγούμε από αυτό το τέλμα είναι μια συνεννόηση στο εσωτερικό μέτωπο. Αντιθέτως, οι κινήσεις που γίνονται σήμερα είναι σπασμωδικές και μετέωρες. Όπως η εκ βάθρων διαφοροποίηση της διαχείρισης του Κυπριακού με τα ΜΟΕ και μάλιστα με μια θλιβερή διαπίστωση: Ότι στόχος είναι να αδειαστεί ο προηγούμενως ΥΠΕΞ. Δεν μπαίνω σε λογικές προεδρολογίας, αλλά είναι αδιανόητο σε ένα τόσο σημαντικό θέμα να ακυρώνεται στα πλαίσια της ίδιας κυβέρνησης μια πολιτική που ίσχυε για κυρώσεις κατά της Τουρκίας μέσω της ΕΕ και να οικοδομείται μια πολιτική ΜΟΕ.

Δεν είμαι εναντίον των μέτρων αυτών, πλην όμως θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με λεγόμενα ΜΟΕ που ουσιαστικά χύνουν νερό στον μύλο της Τουρκίας για αναγνώριση ξεχωριστών οντοτήτων.

Θεωρώ ότι θα πρέπει να υπάρξει ένα ξεκαθάρισμα των τακτικών που ακολουθούνται στο εθνικό μας θέμα, χρειάζεται εθνική συναίνεση και συνεννόηση ως προς τον επιδιωκόμενο στόχο της λύσης και ως προς την τακτική που ακολουθείται σε επιμέρους θέματα».

-Η διεθνής συγκυρία, με την εισβολή στην Ουκρανία, βλέπετε να ευνοεί την πλευρά μας για προώθηση των στόχων αυτών;

«Η Τουρκία, παρά την ισχυρή πλέον αμφισβήτηση του Ερντογάν στο εσωτερικό, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι διαδραματίζει ένα σημαντικό περιφερειακό ρόλο και ότι οι ΗΠΑ παρά τις περί του αντιθέτου προσδοκίες που δημιούργησε η εκλογή Μπάιντεν, εξακολουθούν να θέλουν την Τουρκία μέσα στον δυτικό κόσμο.

Συνεπώς έχουμε μια Τουρκία ισχυροποιημένη σε σχέση με περασμένες δεκαετίες. Αυτό που εμείς θα πρέπει να πράξουμε, πέραν των τριμερών συμμαχιών που βεβαίως έχουν πολύ πιο ισχυρές δυνατότητες από τις υφιστάμενες θεωρητικές διακηρύξεις, είναι να εκμεταλλευθούμε το προνομιακό πεδίο μέσα στην ΕΕ. 

Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αναβαθμίσουμε τις παρεμβάσεις μας μέσα στην Ένωση με δραστήρια συμμετοχή σε όλα τα θεσμικά όργανα και βεβαίως να χειριστούμε αποφασιστικότερα τα αιτήματα μας για παρεμβάσεις των Βρυξελλών στην Τουρκία. Δεν θεωρώ ότι είναι εύκολη υπόθεση οι κυρώσεις, θα πρέπει όμως να συνεχίσουμε αυτή την πολιτική η οποία μπλοκάρεται δυστυχώς από τη Γερμανία λόγω των οικονομικών παραδοσιακά σχέσεων της με την Άγκυρα.

Θα πρέπει κάποτε να σταματήσουμε να είμαστε τόσο «ντροπαλοί». Για παράδειγμα, έχω τοποθετηθεί επανηλειμμένα ότι στην κατεχόμενη Κυθρέα υπάρχει μια δύναμη γερμανικών αρμάτων Leopard. Ουδέποτε η Κυπριακή Δημοκρατία διαμαρτυρήθηκε για αυτό το γεγονός. Είναι δυνατό να είμαστε εταίροι με την Γερμανία στην ΕΕ και η χώρα αυτή να διατηρεί υπερσύγχρονα άρματα μάχης στην κατεχόμενη πατρίδα μας, χωρίς να υπάρξει η παραμικρή διαμαρτυρία;».

Υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για αλλαγή στη διακυβέρνηση

-Στα εσωτερικά θέματα, άπαντες κινούνται ήδη σε ρυθμούς Προεδρικών. Πώς βλέπετε τις προσπάθειες συγκλίσεων που έχουν αρχίσει ήδη στον χώρο της αντιπολίτευσης, εκτιμώντας πλέον τα πράγματα από μια σχετική απόσταση;

«Είναι φυσικό ότι μετά από 10 χρόνια διακυβέρνησης από τον ΔΗΣΥ, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να υπάρξει μια αλλαγή. Είναι λογικό ότι η ευρύτερη αντιπολίτευση αναζητά συμμαχίες για να προσφέρει μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Το ζήτημα είναι μια πραγματική αλλαγή και όχι εναλλαγή προσώπων και να πεισθεί ο λαός ότι υπάρχει μια πρόταση με προοδευτικό αντικείμενο σε όλα τα επίπεδα, ενίσχυση της δημοκρατίας, μια εθνική συνεννόηση για τη διαχείριση του Κυπριακού, βούληση για πάταξη της διαφθοράς και όχι απλές νομοθεσίες. Στόχος πρέπει να είναι η συνολική αναγέννηση των θεσμών και η επανοικοδόμηση ενός κράτους φιλικού στον πολίτη».

-Μιλώντας κ. πρόεδρε για κυρώσεις κατά της Τουρκίας: Με αφορμή όσα γίνονται στην ΑΟΖ, κάποιοι σε Ελλάδα και Κύπρο εμφανίζονται δικαιωμένοι για τη θέση τους ότι η αναμόχλευση από πλευράς Λευκωσίας θέματος φυσικών πόρων μόνο δεινά και κανένα πρακτικό όφελος θα φέρει στη Δημοκρατία. Νιώθετε να έχουν κάποιο δίκαιο;

«Όχι, δεν συμφωνώ καθόλου. Αυτοί που προβάλλουν τέτοιες θέσεις, στην πραγματικότητα είναι οι ίδιοι που σε όλο το φάσμα του κυπριακού προβλήματος παρουσιάζονται πάντοτε απαισιόδοξοι, για να συγκαλύψουν ουσιαστικά τις άνευρες και υποχωρητικές τους θέσεις σε ό,τι αφορά στην επίτευξη μιας δίκαιης λύσης του Κυπριακού.

Πέραν του διεθνούς δικαίου που μας κατοχυρώνει πλήρως, έχουμε συμμαχικές δυνάμεις μέσα από τις τριμερείς που μπορούν να διασφαλίσουν την ανόρυξη και εμπορική εκμετάλλευση των φυσικών μας πόρων.

Οι αντιδράσεις της Τουρκίας είναι αναμενόμενες και θα συνεχίσουν, άρα λοιπόν σε αυτή τη διαπάλη έχουμε υπέρτερες δυνάμεις, δεδομένου ότι θα εξασφαλίσουμε έμπρακτη συμπαράσταση από την ΕΕ, που οφείλει να την προσφέρει».