Πώς πέθανε – από ποια αίτια; Εύλογα μπορεί να ειπωθεί ότι ο τρόπος θανάτου αφορά ένα από τα πρώτα ερωτήματα που υποβάλλονται γενικότερα στην είδηση αυτού. Ο θάνατος της 72χρονης την περασμένη Τετάρτη, 14 Αυγούστου, στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας, δεν αποτελεί εξαίρεση σε τέτοια ερωτήματα. Το πρόσφατο δημοσίευμα (Philenews) ημερ. 19.8.2019 τιτλοφορούμενου «Περίεργη παρεμπόδιση νεκροτομής καταγγέλλει η οικογένεια θανούσας» αναδύει στην επιφάνεια το ζήτημα νεκροτομής ή άλλως πως «νεκροψίας», ως χρησιμοποιείται και ο όρος από την κείμενη νομοθεσία του περί Θανατικών Ανακριτών Νόμος (ΚΕΦ.153).

Συγκεκριμένα, το εν λόγω δημοσίευμα εξηγεί ανησυχίες της οικογένειας για προσκόμματα στη διαδικασία διενέργειας νεκροτομής επί της σορού της 72χρονης. Η οικογένεια της αποβιώσασας αφήνει σαφείς αιχμές για ενδεχόμενη ιατρική αμέλεια ως λόγο θανάτου της 72χρονης. Το ανησυχητικό είναι ότι οι συγγενείς καταγγέλλουν ότι δέχθηκαν πιέσεις, προκειμένου να αποσύρουν το αίτημα για διενέργεια νεκροτομής, και ως οι ισχυρισμοί τους, η ημερομηνία διενέργειας της νενομισμένης νεκροτομής μετατίθεται συνεχώς λόγω διαφόρων κωλυμάτων συγκεκριμένου ιατροδικαστή του Κράτους, με αποτέλεσμα να καλούν το Υπουργείο Υγείας σε διορισμό άλλου ιατροδικαστή. Επίσης προβάλλουν, μεταξύ άλλων, παρεμπόδιση της παρουσίας του δικού τους ιδιώτη ιατροδικαστή στη διαδικασία.

Το παρόν δημοσίευμα αφορά, κατά την άποψη του δημιουργού του, ζήτημα δημοσίου συμφέροντος. Το δικαίωμα αποτελεσματικής διερεύνησης θανάτου συνδέεται με το δικαίωμα προστασίας της ζωής γενικότερα. Προς αυτού γίνεται τόσο επεξήγηση νομικών ζητημάτων όσο και συσχέτισή τους με συναφή γεγονότα και περιστατικά, όπου εμπλέκονται διάφοροι κρατικοί μηχανισμοί με έμφαση την Ιατροδικαστική Υπηρεσία.

Η Ιατροδικαστική Υπηρεσία 

Είναι αντιληπτό ότι η θανατική ανάκριση αποτελεί ευρύ διερευνητικό έργο της Πολιτείας, μέσω αρμοδίων φορέων. Μεταξύ αυτών, ουσιώδη εμπλοκή έχει και η Ιατροδικαστική Υπηρεσία του Κράτους. Σε σχέση με το πρόσφατο παράδειγμα της 72χρονης αποβιώσασας προκύπτει «για ακόμα μια φορά» το ερώτημα αν υπάρχουν ανησυχητικά κωλύματα στην Υπηρεσία αυτή, ως προς τα σχετικά καθήκοντα που της εναποθέτει η ίδια η Πολιτεία. 

Επίτηδες αναφέρεται η ως ακριβώς ανωτέρω φράση -«για ακόμη μια φορά»- διότι ως πρόσφατα το 2018, η Επιτροπή Υγείας σε συνεδρία της αυτεπάγγελτα εξέτασε πτυχές και ζητήματα της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας του Κράτους. Ο βουλευτής και πρόεδρος της επιτροπής Κώστας Κωνσταντίνου έθιξε τότε, μεταξύ άλλων, ζητήματα για τον βαθμό αξιοπιστίας των ιατροδικαστικών εξετάσεων, καθώς επίσης και για τις πρακτικές και συμπεριφορές στο αρμόδιο τμήμα. Συγκεκριμένα, ως φαίνεται από σχετικό δημοσίευμα σε εφημερίδα ημερ. 22.3.2018, ο ίδιος ανέφερε ότι «[δ]εν μπορεί να υπάρχει νοοτροπία ετσιθελισμού, αλλά και ούτε νοοτροπία κράτους εν κράτει μέσα στο ίδιο το τμήμα και οι συμπεριφορές κάποιων εκ των ιατροδικαστών να είναι ετσιθελικές, να είναι απόλυτες, μονόπλευρες και επιλεκτικές». 

Περαιτέρω οι δηλώσεις του φάνηκαν άκρως αποκαλυπτικές, διότι έθιξε φαινόμενα όπου «αρνούνται κάποιοι να μεταβούν σε συγκεκριμένα νοσοκομεία για να κάνουν τη δουλειά τους γιατί εκεί υπάρχει ο Α ή ο Β βοηθός νεκροτομείου, τον οποίο δεν γουστάρουν ή δεν θέλουν να συνεργαστούν ή να δουλέψουν μαζί του». Ως ανέφερε, αυτό «είναι ένα παράδειγμα τέτοιας νοοτροπίας, η οποία έγινε και παραδεκτή» και ως συνέχισε «όλα αυτά θα πρέπει πρώτα να εκλείψουν». 

Σημαντική κρίνεται και η τότε δήλωση του ότι «[δ]εν πρόκειται ως Βουλή τουλάχιστον ν’ ανεχθούμε επαναλήψεις τέτοιων πρακτικών και συμπεριφορών». Συμπληρωματικά αναφέρεται ότι η γενική διευθύντρια του Υπουργείου Υγείας κατέθεσε τότε υπόμνημα εισηγήσεων στην Επιτροπή, για αλλαγές στη λειτουργία της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας. Παραμένει όμως γεγονός ότι ο θάνατος της 72χρονης με τις ανησυχίες της οικογένειας επαναφέρει προς συζήτηση τέτοια ζητήματα, τα οποία, τόσο η Νομοθετική Εξουσία δηλώνει πλέον ότι δεν θα τα ανεχθεί όσο και το ότι η Εκτελεστική εξουσία επιθυμεί σχετικές αλλαγές στην αρμόδια Υπηρεσία.

Τα δικαιώματα της ζωής στη διαδικασία θανατικής ανάκρισης για νοσοκομειακούς θανάτους

Η 72χρονη έχει αποβιώσει στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας. Σε ευρύτερο πλαίσιο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) τονίζει την υποχρέωση του Κράτους, βάσει του άρθρου 2 – Δικαιώματος της ζωής, της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) (αντίστοιχη διάταξη άρθρο 7 Κυπριακό Σύνταγμα)), για τη θέσπιση ενός αποτελεσματικού δικαστικού συστήματος που αποσκοπεί στην εξακρίβωση της αιτίας θανάτου του προσώπου υπό τη φροντίδα και ευθύνη ιατρικών λειτουργών, αλλά επιπρόσθετα, και την εξακρίβωση κάθε ευθύνης που μπορεί να αποδοθεί σε συγκεκριμένους ιατρικούς λειτουργούς. Σε ιδιαίτερο τόνο, τα μηνύματα της νομολογίας του ΕΔΑΔ προσδίδουν τη θεμελιώδη σημασία της διερεύνησης, μεταξύ άλλων, και των νοσοκομειακών θανάτων. 

Συγκεκριμένα, η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου διατηρεί μια αυστηρή προσέγγιση στη διερεύνηση τέτοιων θανάτων, όπου κάθε άλλο παρά κοινότυπη μπορεί να φανεί. Εν προκειμένω, επισημαίνεται το κρίσιμο της ανάγκης άμεσης ανταπόκρισης και της αποφυγής των οποιωνδήποτε αχρείαστων καθυστερήσεων, εκ μέρους των κρατικών αρχών, στη διαδικασία διερεύνησης. Περαιτέρω, το ΕΔΑΔ διατηρεί ακάθεκτη στάση και υποστηρίζει ότι παρά την ύπαρξη των οποιωνδήποτε εμποδίων ή δυσκολιών, τα οποία ενδέχονται να παρεμποδίσουν τη διερευνητική διαδικασία, εν τούτοις η «αποτελεσματική διερεύνηση» οφείλει να πραγματοποιηθεί για την εξασφάλιση της εμπιστοσύνης του κοινού. Ως ανωτέρω, φαίνεται ότι οι αποφάσεις των Κυπριακών Δικαστηρίων συγκλίνουν με την ως άνω ευρωπαϊκή προσέγγιση.

Όμως, επιπρόσθετα, η ευρωπαϊκή νομολογία τονίζει πως εκτός από την ανάγκη ύπαρξης εθνικού νομοθετικού πλαισίου για τη διαδικασία διερεύνησης, η συγκεκριμένη διαδικασία οφείλει να παρίσταται και «πρακτικά υλοποιήσιμη».

Η διαδικασία της θανατικής ανάκρισης 

Σε επεξήγηση, η νεκροψία αποτελεί ένα από τα αρχικά στάδια της διαδικασίας θανατικής ανάκρισης. Τι είναι επομένως η θανατική ανάκριση; Πρόκειται γενικότερα για δικαστική διαδικασία όπου Επαρχιακός Δικαστής βάσει της κείμενης νομοθεσίας του Κεφ. 153 αναλαμβάνει τον ρόλο Θανατικού Ανακριτή για διερεύνηση θανάτων εντός της επαρχίας του. Σταθερά, η νομολογία των Κυπριακών Δικαστηρίων αναγνωρίζει ως αντικείμενο της θανατικής ανάκρισης τη «διασφάλιση της διαφάνειας ως προς τις συνθήκες θανάτου και η ικανοποίηση τόσο του δημοσίου αισθήματος όσο και αυτού των προσώπων τα οποία έχουν άμεσο ενδιαφέρον από τη διαλεύκανση των αιτιών θανάτου». Χρήσιμος παρουσιάζεται και ο γενικότερος δικαστικός σχολιασμός ότι «το πώς το συγκεκριμένο πρόσωπο απεβίωσε είναι ζήτημα ευρύτερο από το να διαπιστωθεί απλώς η ιατρική αιτία θανάτου. Ο  Θανατικός Ανακριτής πρέπει να διερευνήσει επίσης τις περιστάσεις που περιβάλλουν τον θάνατο».

Μπορεί το κράτος;

Κατ’ εφαρμογή με τα όσα αναφέρονται για την Ιατροδικαστική Υπηρεσία, παρουσιάζεται ενδεχόμενη αδυναμία στην «αποτελεσματική» διερεύνηση θανάτων εντός των νοσοκομείων. Δεν θα είναι παράξενο αυτή να οδηγήσει σε αποτυχία ικανοποίησης των απαιτήσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την προστασία του δικαιώματος της ζωής. 

Ως αναφέρει το δημοσίευμα για την 72χρονη, ο λόγος καθυστέρησης διενέργειας νεκροτομής ως εξήγησε ο Ιατροδικαστής του Κράτους είναι λόγω ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων της αποθανούσας. Ως αναφέρθηκε για την καθυστέρηση, έπρεπε πρώτα να απολυμανθεί κατάλληλα το νεκροτομείο, ώστε να προστατευθεί το προσωπικό, πράγμα που κατέστη ανέφικτο τις προηγούμενες ημέρες λόγω των αργιών του Δεκαπενταύγουστου. Περαιτέρω αναφέρεται στο δημοσίευμα ότι και ο ίδιος ο υπουργός Υγείας είναι με άδεια και επιστρέφει στις 20/8/2019 στα καθήκοντά του. 

Το αυτονόητο όμως δεν είναι «ποιος λείπει σε άδεια … και ποιος επιστρέφει». Θα συμφωνούσε άραγε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αλλά και σε πρώτο βαθμό και τα ίδια τα Κυπριακά Δικαστήρια, αν ο Δεκαπενταύγουστος αποτελεί αιτιολογημένο κώλυμα σε σημαντική διαδικασία ως η νεκροτομή; Το ερώτημα προφανώς δεν είναι όμως αυτό. Η ανησυχία που προκύπτει είναι στο κατά πόσο αφέθηκαν αντικαταστάτες – ή ως άλλως πως, ως μπορεί να ειπωθεί, αν υπήρχε επαρκής στελέχωση για «αντιμετώπιση του Δεκαπενταυγούστου». Επίσης είναι άξιον απορίας πώς δεν υπήρχε ήδη προετοιμασμένο νεκροτομείο για αντιμετώπιση ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων. Αποτελεί τελικά σύνηθες ή ασύνηθες περιστατικό για ένα άτομο που απεβίωσε εντός Νοσοκομείου να συνδέεται με ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, ως η 72χρονη; Δεν είμαστε Ιατροδικαστές, ούτε μπορούμε να αντιληφθούμε αυτό το σοβαρό έργο που επιτελούν σε καθημερινή βάση. Όμως πόσο συχνά εμφανίζονται ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις σε θανάτους εντός νοσοκομείων; Εάν είναι συχνή αυτή η εμφάνιση σε νοσοκομειακούς θανάτους, τότε γιατί χρειάζεται τόσος χρόνος για την προετοιμασία του νεκροτομείου; Δεν έπρεπε να λαμβάνονται καλύτερα μέτρα εάν υπάρχει γνώση περί αυτής της συχνότητας εμφάνισης τέτοιων λοιμώξεων; Είναι αιτιολογημένη αυτή η πρακτική με τις απαιτήσεις για την προστασία του δικαιώματος της ζωής; Αν όχι, τότε τι χρειάζεται; Περισσότερο προσωπικό, περισσότερα νεκροτομία ή και τα δύο; 

Γενικότερα όμως, το κύριο ερώτημα είναι ένα: Μπορεί το Κράτος να εκτελεί απρόσκοπτα τα σχετικά καθήκοντα και υποχρεώσεις του για την αποτελεσματική διερεύνηση θανάτων; Το ερώτημα δεν είναι γενικό, αλλά αφορά ζήτημα που επανήλθε για ακόμη μια φορά στην επιφάνεια με το περιστατικό της 72χρονης αποβιώσασας. Στο επίκεντρο, επομένως, επανέρχονται και οι πρακτικές που ακολουθούνται στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία του Κράτους και περαιτέρω η ανάγκη άμεσης βελτίωσης τους.

Του Αλέξανδρου Ελευθερίου*
*Δικηγόρος