Το 1906 ο Βρετανός επιστήμονας Francis Galton πήρε το δρόμο για ένα τοπικό πανηγύρι. Τα βήματα του βαρετά στα 80 του χρόνια, αλλά ήταν αποφασισμένος να παρακολουθήσει το διαγωνισμό για την καλύτερη εκτίμηση του βάρους ενός βοδιού. Με μόνο 6 πέννες μπορούσε κάποιος να αγοράσει ένα εισιτήριο, στο πίσω μέρος του οποίου μπορούσε να γράψει πόσα υπολόγιζε ότι ήταν το βάρος του βοδιού. Η πλησιέστερη εκτίμηση θα κέρδιζε πολλά δώρα. Ο Galton μέτρησε 800 τέτοια εισιτήρια και αφού απέρριψε τα 13 ως δυσανάγνωστα του έμειναν τα 787. Ο μέσος όρος της εκτίμησης ήταν 1,197 pounds. Το πραγματικό βάρος του ζώου ήταν πάρα πολύ κοντά στην τιμή αυτή, δηλαδή 1,198 pounds. Ο Galton άρχισε να διερωτάται.

Αυτό που ανακάλυψε ο Galton εκείνη τη μέρα, το διαπραγματεύεται και το αποδεικνύει ο James Surowiecki στο βιβλίο του «The Wisdom of Crowds» (η σοφία του πλήθους). Ότι δηλαδή κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες οι εκτιμήσεις/εντυπώσεις του κόσμου είναι σωστές. 

Το όφελος, η σοφία προκύπτει από τη διαφορετικότητα. Δηλαδή, αν μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων που ποικίλλουν σε μορφωτικό επίπεδο, κοινωνική τάξη, πολιτικές πεποιθήσεις και διορατικότητα, σχηματίσουν μιαν εντύπωση για κάποιον/α συνήθως  είναι το σωστό συμπέρασμα. Προϋπόθεση τα άτομα της ομάδας να είναι ανεξάρτητα (να μην παίρνουν γραμμή από κανένα κόμμα). Ομάδες ομοϊδεατών ανθρώπων, π.χ του ιδίου κόμματος, είναι συνήθως θύματα αυτού που ονομάζουν οι ψυχολόγοι “groupthink”. Ο James ανάλυσε την Αμερικανική εξωτερική πολιτική στον Κόλπο των Χοίρων και στο PearlHarbor υποδεικνύοντας ότι τα άτομα που πήραν λανθασμένες αποφάσεις σκέφτονταν παρόμοια και έτσι δεν έλαβαν υπόψη όλες τις παραμέτρους, ήταν θύματα group think.

Ας πάρουμε συγκεκριμένα παραδείγματα από την κυπριακή πραγματικότητα. Ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης έχει πείσει την πλειοψηφία του Κυπριακού λαού, παρόλο τον ανελέητο πόλεμο που δέχεται, για την τιμιότητα του και την ορθότητα των αποφάσεων του. Έχουμε όλοι καταλάβει ποιοί προσπαθούν να τον πλήξουν (οργανωμένες, ορχηστρωμένες επιθέσεις) και δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε και το γιατί. Τα διαπλεκόμενα συμφέροντα, τα χρήματα που κάποιος απέκτησε ξαφνικά, και τι κρύβεται πίσω από αυτά. Σίγουρα η οξυδέρκεια του Οδυσσέα θα ανακαλύψει τι κρύβεται πίσω. Η τελευταία επίθεση το μόνο που κατάφερε ήταν να αυξήσει κατακόρυφα τους υποστηρικτές του έργου του. 

Οδυσσέα, συνέχισε και ο κόσμος είναι μαζί σου, δεν αμφισβητεί κανένας ότι επάξια κατέχεις τη θέση σου.

Το αισθητήριο του λαού αλάνθαστο. 

Ας δούμε και την αντίθετη περίπτωση. 

Η Αυστριακή Μαρία Αντουανέτα (1755-1792) έγινε βασίλισσα (1774-1792) της Γαλλίας όταν παντρεύτηκε τον Λουδοβίκο ΙΣΤ’ σε μια φαντασμαγορική και πολυέξοδη τελετή. Ξόδευε αμύθητα ποσά κάθε μήνα για τη μόδα, τις κομμώσεις, τα πολυτελή κοσμήματα, και πολυτελή κτίσματα στις Βερσαλλίες. Αυτά όλα γίνονταν ενώ μεγάλο μέρος του γαλλικού πληθυσμού πέθαινε από την πείνα, γι’ αυτό όλοι ήταν δυσαρεστημένοι μαζί της. Ταυτόχρονα οργίαζαν οι φήμες γύρω από την ίδια και την ιδιωτική της ζωή, όπως και τις σεξουαλικές της προτιμήσεις. Η οικονομική και πολιτική κατάσταση της Γαλλίας χειροτέρευε συνεχώς και της αποδίδεται η θρυλική φράση: «Αν δεν έχει ο λαός ψωμί, ας φάει παντεσπάνι». 

Το 1789 ξέσπασε η Γαλλική Επανάσταση και ο λαός ξεχύθηκε στο βασιλικό ανάκτορο των Βερσαλλιών και αυτή μόλις γλύτωσε το λυντσάρισμα. Η βασιλική οικογένεια τελικά αιχμαλωτίστηκε. Προσπάθησαν να δραπετεύσουν στο εξωτερικό, με τη βοήθεια φίλων και συγγενών. Απέτυχαν και συνελήφθησαν κοντά στα σύνορα με το Βέλγιο. Ήταν εύκολο να αναγνωριστούν αφού ούτε και τότε δεν έλαβαν τις απαραίτητες προφυλάξεις για τη μεταμφίεσή τους. Φορούσαν τα πανάκριβα ρούχα και κοσμήματά τους και ταξίδευαν και με πολλά αντικείμενα αξίας μέσα στην άμαξα που τους μετέφερε. Η Μαρία Αντουανέτα δεν μπορούσε να αποχωριστεί τα πανάκριβα φορέματά της και τα «χρυσά βρακιά» της κόρης της, η οποία χρειαζόταν ολόκληρη περιουσία για να συντηρηθεί. Αφού φυλακίστηκαν για κάποιο χρονικό διάστημα η Μαρία Αντουανέτα και ο σύζυγος της Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ (1754-1793) αποκεφαλίστηκαν δημόσια στην γκιλοτίνα.

Η Μαρία Αντουανέτα ήταν πλούσια, γνωστή η πηγή του πλούτου της. Κάποιος είπε ότι όταν κάποιος πλουτίσει ξαφνικά σημαίνει απάτη που έγινε καλά. 

Μήπως υπάρχουν και στην Κύπρο Μαρίες Αντουανέτες;

Σαφώς ναι, και προκαλούν όταν δηλώνουν ότι έχουν «αποενοχοποιήσει τη χλιδή», σε περίοδο οικονομικής κρίσης που πολλοί έχασαν τη δουλειά τους και αρκετοί πεινούν.

Όταν ξεσηκώνεται θύελλα γύρω από ένα όνομα, μήπως πρόκειται για το αλάνθαστο αισθητήριο της συλλογικής σοφίας;