Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας (ΕΔΔ) υιοθέτησε πρόταση για σύσταση δευτεροβάθμιου οργάνου που θα παραπέμπονται κατ’ εξαίρεση περιπτώσεις δημοσιογράφων και Μέσων που, αρνούμενα ν’ αυτορρυθμιστούν, παραβιάζουν με δόλο, κατά συρροή και κατ’ επανάληψη τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.

Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση, τα τελευταία χρόνια οργανωμένοι φορείς, θεσμικά όργανα του Κράτους, αλλά και ενεργοί πολίτες, ασκούν πίεση στην Επιτροπή για λήψη πιο αποτελεσματικών μέτρων για πλήρη συμμόρφωση των δημοσιογράφων με τις πρόνοιες του Κώδικα. Υπό το βάρος αυτής της πίεσης, σημειώνεται, η Επιτροπή ύστερα από έντονο προβληματισμό, υιοθέτησε ομόφωνα πρόταση που κατέθεσε ο τέως Πρόεδρός της μ. Αντρέας Μαυρομμάτης για σύσταση του δευτεροβάθμιου αυτού οργάνου.

Το δευτεροβάθμιο αυτό όργανο, προστίθεται, θα έχει χαρακτήρα «Πειθαρχικού Συμβουλίου», όχι όμως με τη μορφή, τη σύνθεση και τους όρους εντολής που περιέχει το σχετικό νομοσχέδιο που κατέθεσε προς δημόσια διαβούλευση το Υπουργείο Εσωτερικών.

«Η ΕΔΔ σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να συναινέσει στη δημιουργία Πειθαρχικού Συμβουλίου το οποίο θα διορίζεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή οποιονδήποτε άλλο κέντρο κρατικής εξουσίας. Η εν λόγω στάση αποτελεί θέση αρχής τόσο για την Επιτροπή όσο και για την AIPCE (Alliance of Independent Press Councils of Europe) στην οποία η ΕΔΔ είναι πλήρες μέλος. Αυτός εξάλλου είναι και ο κύριος λόγος που η Επιτροπή ποτέ μέχρι σήμερα δεν παρέπεμψε οποιαδήποτε υπόθεση για εξέταση από την Αρχή Ραδιοτηλεόρασης, όπως προνοεί ο περί Pαδιοφωνικών και Tηλεοπτικών Οργανισμών Nόμος του 1998 μέχρι 2020. Η δημοσιογραφική οικογένεια θα πρέπει ν’ αφήνεται ν’ αποφασίζει μόνη για τα του οίκου της. Γι’ αυτό η εισήγηση που κατατέθηκε είναι όπως το δευτεροβάθμιο όργανο να ορίζεται από την ίδια την ΕΔΔ, άρα κατ’ επέκταση από όλους τους φορείς που έχουν σχέση με το δημοσιογραφικό γίγνεσθαι», αναφέρεται.

Σημειώνεται, ότι η Επιτροπή επαναλαμβάνει φορτικά ότι η παραπομπή υποθέσεων στο Πειθαρχικό Συμβούλιο θα γίνεται κατ’ εξαίρεση και μόνο όταν εξαντλούνται όλα τα περιθώρια αυτορρύθμισης. Τονίζεται ακόμη ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο δεν θα επιβάλλει ποινές αλλά κυρώσεις, οι οποίες δεν θα έχουν εξοντωτικό χαρακτήρα, αλλά τουναντίον θα αποτελέσουν ένα μέσο συνέτισης.

Η ΕΔΔ θεωρεί ότι οι προτάσεις της πρέπει ν’ αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης ως έχουν και όχι όπως παρουσιάζονται από τρίτους. Η Επιτροπή εκτιμά ότι ο εποικοδομητικός, ειλικρινής διάλογος και η ανταλλαγή απόψεων θα βοηθήσουν στη βελτίωση της εισήγησης, έτσι ώστε αυτή από τη μια να θωρακίζει τις δημοσιογραφικές ελευθερίες και, από την άλλη, να ικανοποιεί τις αυξημένες ανησυχίες και απαιτήσεις της κοινωνίας και της Πολιτείας.

Η ΕΔΔ, σημειώνεται, ήταν και παραμένει πιστή στην αρχή της αυτορρύθμισης. «Η δεοντολογία είναι συνειδητή  επιλογή, όχι επιβολή. Για αυτό στα 23 χρόνια ζωής της, η Επιτροπή έχει καταβάλει και εξακολουθεί να καταβάλλει άοκνες προσπάθειες προκειμένου να πείσει ΜΜΕ και δημοσιογράφους να τηρούν τον Κώδικα Δεοντολογίας. Η γενική εντύπωση που έχει διαμορφωθεί μέσα από τα χρόνια είναι ότι η καταπληκτική πλειονότητα των δημοσιογράφων, όπως και των Μέσων, ακολουθούν και εφαρμόζουν πιστά τις αρχές της δεοντολογίας. Αυτό μαρτυρεί και το γεγονός ότι κατά μέσο όρο κάθε χρόνο στην Επιτροπή υποβάλλονται μόλις 35 με 40 παράπονα από πολίτες ή/και οργανωμένα σύνολα, αρκετά  δε από αυτά απορρίπτονται αφού δεν αναφέρονται σε καμία παραβίαση του Κώδικα», προστίθεται.

Σημειώνεται, ότι στις πλείστες των περιπτώσεων όπου διαπιστώνεται παραβίαση του Κώδικα Δεοντολογίας, οι δημοσιογράφοι και τα Μέσα με τη συμπεριφορά τους δείχνουν να αποδέχονται την ετυμηγορία της Επιτροπής και να συμμορφώνονται με τις προτροπές της.  

Ωστόσο, την ίδια στιγμή και ασχέτως του αριθμού των παραπόνων, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια αυξητική τάση στις παραβιάσεις της δεοντολογίας.

«Το χειρότερο μάλιστα, είναι ότι ορισμένα Μέσα και δημοσιογράφοι παρουσιάζονται να παραβιάζουν με δόλο, κατ’ επανάληψη και κατά συρροή πρόνοιες του Κώδικα. Και αυτό παρά τις νουθεσίες και τις προτροπές της Επιτροπής. Ενώπιον της δημοσιογραφικής οικογένειας έχει εγερθεί εδώ και καιρό επιτακτικά το ερώτημα για τους τρόπους  αναχαίτισης της συγκεκριμένης τάσης που, κακά τα ψέματα, προσλαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις», προστίθεται.  

Πηγή: Philenews / ΚΥΠΕ