«Θα μπορούσαν να ξέρουν. Θα έπρεπε να έχουν προετοιμαστεί. Δεν άκουσαν». Με αυτές τις τρεις κοφτές φράσεις περιέγραψε το ψηφιακό ειδησεογραφικό πόρταλ «Politico» το πανευρωπαϊκό φιάσκο αντιμετώπισης της πανδημίας. Εύγλωττος και ο τίτλος: «Πώς η Ευρώπη απέτυχε στο τεστ του κορωνοϊού». Δεν είναι υπερβολή. Η Γηραιά Ήπειρος είναι και σήμερα το επίκεντρο της πανδημίας, με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς και εκατοντάδες χιλιάδες κρούσματα. Η καμπύλη έχει αρχίσει να κατεβαίνει στις πληγείσες χώρες, αλλά σίγουρα το τέλος δεν είναι κοντά.
Οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές είναι αναμφίβολα η πιο σημαντική επίπτωση. Δεν είναι, όμως, η μόνη. Την επόμενη μέρα, η ζωή στον πλανήτη θα είναι τελείως διαφορετική, απ’ αυτή που ξέραμε στις αρχές του 2020. Η μετακίνηση θα καταστεί απόλυτη ταλαιπωρία. Αυτά που ζήσαμε μετά το χτύπημα στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης, τον Σεπτέμβριο του 2001, δεν θα είναι τίποτα μπροστά στα μέτρα που θα λαμβάνονται στα αεροδρόμια. Η τεχνολογία μπορεί μεν να μειώνει τους θανάτους, αλλά οι προσωπικές ελευθερίες σε μεγάλο βαθμό πάνε περίπατο. Και οι οικονομικές επιπτώσεις, ειδικά στη ζώνη του ευρώ, που έχει μεν ενιαίο νόμισμα αλλά διαφορετικές εθνικές πολιτικές, θα είναι μεγάλες. Αναλυτές τις υπολογίζουν σε τρισεκατομμύρια.
Οι ηγέτες των μεγάλων, των ισχυρών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είδαν το κακό να έρχεται.  Ακόμα και τώρα, που έχουμε μια καλή ιδέα της κατάστασης που αντιμετωπίζουμε, ο ευρωπαϊκός βορράς αδυνατεί να αντιληφθεί βασικά πράγματα. Γερμανία, Ολλανδία ηγούνται των χωρών που δείχνουν να μην μπορούν να φύγουν, ούτε για λίγο, από τα εθνικά τους καλούπια. Με αποτέλεσμα η κοινότητα, που δημιούργησαν φωτισμένοι άνθρωποι μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, να χωλαίνει επικίνδυνα. 
Τρανό παράδειγμα, τα όσα συνέβησαν αυτή τη βδομάδα στο Eurogroup. Οι δεκαεννιά υπουργοί Οικονομικών Ευρωζώνης, με ορατή δυσκολία συμφώνησαν τελικά να διαθέσουν πεντακόσια δισεκατομμύρια για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας. Ακούγονται πολλά. Δεν φθάνουν, όμως, αν πραγματικά οι πολιτικές ηγεσίες θέλουν να διατηρήσουν εν ζωή τις επιχειρήσεις και να μη χαθούν πάρα πολλές θέσεις εργασίας. Σε αυτή την κρίση υπάρχει μία σταθερή, κοινή για όλους. Οι οικονομίες των κρατών μελών πλήττονται από εξωγενή παράγοντα. Η ύφεση δεν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης αστοχίας, όπως το 2009-2013. Ουδείς αμφιβάλλει πως για να βγει η ζώνη του ευρώ από το τούνελ χρειάζεται μια τεράστια χρηματοδοτική ένεση. Το αναγνωρίζουν και οι κυβερνήσεις, για αυτό και συμφώνησαν στο Eurogroup το πακέτο. Εκεί που διαφωνούν, είναι στο ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό.
Εννιά χώρες της ευρωζώνης, ανάμεσά τους η Ιταλία και η Ισπανία (που έχουν τα περισσότερα κρούσματα και νεκρούς), λένε πως οι χώρες του ευρώ πρέπει να τυπώσουν χρήμα, όπως οι ΗΠΑ και να μοιραστούν το κόστος του πληθωρισμού. Κάτι ανάλογο υποστήριξε και ο Μάριο Ντράγκι, ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο άνθρωπος που έσωσε το ευρώ στην προηγούμενη κρίση. Κάλεσε τις κυβερνήσεις να ανοίξουν τα κρατικά ταμεία, να χρεωθούν στις αγορές και να χαρίσουν δάνεια. Μόνο έτσι, είπε, θα ξεπεραστεί το οικονομικό τσουνάμι, μετά την πανδημία. Γερμανοί, Ολλανδοί και άλλοι Βόρειοι, το βλέπουν διαφορετικά.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, το γεγονός της απροθυμίας για πραγματική, ουσιαστική στήριξη παραμένει. «Χωρίς αλληλεγγύη δεν μπορεί να υπάρξει συνοχή. Και χωρίς συνοχή η αξιοπιστία της ΕΕ πλήττεται θανάσιμα». Είναι τα λόγια του Πρωθυπουργού της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ. Ζήτησε ένα νέο «σχέδιο Μάρσαλ» για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης, μετά τον κορωνοϊό. Η ντε φάκτο ηγέτιδα της Ένωσης η καγκελάριος της Γερμανίας, Άγκελα Μέρκελ, έσπευσε να τονίσει ότι η χώρα της «θα πάει καλά, μόνο αν η ΕΕ πάει καλά». Είπε, επίσης, ότι η απάντηση στην πανδημία είναι «μια ισχυρότερη Ευρώπη για όλα τα μέλη της». Μακάρι να το εννοεί. Αν όχι, τότε η Κοινότητα που ξέραμε, θα συνεχίσει για λίγο να σκοντάφτει, περπατώντας με δυσκολία. Και στη συνέχεια, αναπόφευκτα, θα πέσει. 

[email protected]

 
Φιλελεύθερα, 12.4.2020.