Μετά από μια οδυνηρή διαδικασία που διήρκεσε περισσότερο από πέντε εβδομάδες, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έφτασαν σε μια απροσδόκητη συμφωνία για να καλύψουν τα ύπατα αξιώματα του μπλοκ. Ήταν ουσιαστικά ένα χαστούκι στο πρόσωπο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά και του 51% του ευρωπαϊκού εκλογικού σώματος που πήγε να ψηφίσει στις εκλογές του Μαΐου.

Το όνομα στο ρόστερ που προκάλεσε τη μεγαλύτερη έκπληξη είναι αυτό της Γερμανίδας υπουργού Άμυνας και επί μακρόν συμμάχου της Angela Merkel,  Ursula von der Leyen. Καθώς η υποψηφιότητά της αναμένει την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη με αντιδράσεις –και όχι αδικαιολόγητα.

Η συμφωνία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μοιάζει να προσπαθεί να περιορίσει την ολοένα και αυξανόμενη επιρροή του Κοινοβουλίου στον καθορισμό της ημερήσιας διάταξης και να κρατήσει υπόλογη ολόκληρη την ΕΕ. Παρά το γεγονός ότι προέρχεται και εκείνη από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, ήταν ο Manfred Weber, και όχι η von der Leyen, που συμμετείχε ως βασικός υποψήφιος κόντρα στον σοσιαλδημοκράτη Frans Timmermans και τους άλλους βασικούς υποψηφίους από όλη την Ευρώπη.

Η λύση του Συμβουλίου είναι μια, όχι και τόσο λεπτή, επίθεση σε μια θεμελιώδη αρχή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο του συστήματος του Spitzenkandidat, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιλέγεται μεταξύ των υποψηφίων που προτείνουν οι κύριες κοινοβουλευτικές ομάδες. Το σύστημα αυτό ξεκίνησε μόλις το 2014 και είχε τους επικριτές του, αλλά ήταν πολύ πιο διαφανές από τη διαδικασία της μυστικής στρογγυλής τραπέζης του παρελθόντος. Για να ευθυγραμμιστεί τώρα με το Συμβούλιο, το Κοινοβούλιο πρέπει να εγκαταλείψει τη θεσμική του εξουσίας, σε μια εντυπωσιακή αντιστροφή της σταθερής αύξησης της επιρροής του Κοινοβουλίου με την πάροδο του χρόνου.

Υπάρχουν κι άλλα προβλήματα με τη λύση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ενώ θα ήταν καλό να δούμε μια γυναίκα στο ρόλο αυτό και η von der Leyen ξέρει σίγουρα πώς να επιβιώνει πολιτικά, δεν υπήρξε ποτέ υποψήφια για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μην έχοντας αναλάβει το “τιμόνι” της κυβέρνησης, παραμένει μια άγνωστη πολιτική ποσότητα έξω από τα προηγούμενα εθνικά της χαρτοφυλάκια. Βέβαια, ούτε και ο Weber έχει ηγηθεί ποτέ της κυβέρνησης, αλλά οι κοινοβουλευτικές του θέσεις ήταν γνωστές.

Το πολιτικό ιστορικό της Von der Leyen δεν δείχνει ιδιαίτερα ότι είναι έτοιμη να αγκαλιάσει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη, από το ζήτημα της μετανάστευσης έως την κλιματική αλλαγή ή ακόμα και το Brexit. Οι απόψεις της για τα περιβαλλοντικά ζητήματα είναι στην καλύτερη περίπτωση ασαφείς και στη χειρότερη ανύπαρκτες. Η θητείας της ως υπουργού Άμυνας της Γερμανίας έχει επικριθεί ευρέως και όχι μόνο απλώς ως αναποτελεσματική. Το γερμανικό κοινοβούλιο διεξάγει επί του παρόντος ακροάσεις σχετικά με ισχυρισμούς ότι το γραφείο της von der Leyen παραβίασε τους κανόνες περί δημοσίων συμβάσεων για την ανάθεση επικερδών συμβάσεων.

Υπάρχει ένας ακόμη λόγος που πρέπει να ωθήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να καταψηφίσει το διορισμό της. Η υποψηφιότητά της προέκυψε ως συμβιβασμός για να ικανοποιηθούν οι χώρες της ομάδας του Visegrad -Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία και Τσεχική Δημοκρατία- αφού άσκησαν βέτο σε ένα σχέδιο που προώθησε η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της Ομάδας των G20 στην Οσάκα βάσει του οποίου ο Timmermans θα γινόταν Πρόεδρος της Κομισιόν και ο Weber θα αναλάμβανε την ηγεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Οι χώρες του Visegrad βλέπουν τον Timmermans ως αντίπαλο αφού τάχθηκε υπέρ των μέτρων για την επιβολή κανόνων της ΕΕ αναφορικά με τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου στην Ουγγαρία και την Πολωνία. Ο εκπρόσωπος του Ούγγρου Πρωθυπουργού Viktor Orban καλωσόρισε τη συμφωνία του Συμβουλίου με ένα tweet όπου ανέφερε ότι οι τέσσερις του Visegrad “έχουν βάλει στο τραπέζι της ΕΕ ένα πακέτο που κερδίζει αποδοχή από έναν αυξανόμενο αριθμό κρατών μελών.” Το Κοινοβούλιο ρισκάρει να στείλει ένα επικίνδυνο μήνυμα ότι η δέσμευση της ΕΕ στο κράτος δικαίου είναι αδύναμη.

Φυσικά δεν υπάρχει τίποτα προκαθορισμένο σχετικά με την πρόταση: το Κοινοβούλιο μπορεί να πει όχι. Τότε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα έχει ένα μήνα για να καταλήξει σε μια άλλη ιδέα. Παρόλο που θα ήταν άνευ προηγουμένου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να απορρίψει έναν προταθέντα Πρόεδρο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι ευρωβουλευτές συχνά αρνούνται και αρνούνται τους Επιτρόπους που ορίζονται από μεμονωμένα κράτη μέλη και είναι πιθανό να κάνουν το ίδιο και τους επόμενους μήνες. Το Κοινοβούλιο πρέπει να επιφυλάξει τα ίδια επίπεδα ελέγχου και σκεπτικισμού για τον υποψήφιο για τον επικεφαλής της επόμενης Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

 

Του Alberto Alemanno

Πηγή: Bloomberg