Η φωνή (και η ψυχή) του Ιδαίον Project, δεν πιστεύει ότι το δόσιμο σε ένα μουσικό ιδίωμα είναι αποτέλεσμα μιας μεταφυσικής μοίρας.

– Κάνοντας αρχή από την επερχόμενη εμφάνιση του Ιδαίον Project στο «World Music Fest», τι θα παρουσιάσετε στο φεστιβάλ; Θα είναι η πρώτη φορά που το Ιδαίον Project εμφανίζεται με τη βασική τριμελή του σύνθεση σε μεγάλη διοργάνωση στην Κύπρο. Είναι η σύνθεση που αποτέλεσε και τη βάση του επερχόμενου πρώτου, ομώνυμου δίσκου μας. Στο σημαντικό και μακρόβιο φεστιβάλ που διοργανώνει το Ριάλτο, θα προ-παρουσιάσουμε για πρώτη φορά στην Κύπρο αυτό το υλικό, ως ένα corpus με εσωτερική συνέχεια και συνοχή.

– Είχε προηγηθεί για σας μια δυναμική περιοδεία στην Ελλάδα. Πώς ζήσατε την επιστροφή στις ανοικτές συναυλίες; Προσωπικά, τι συνειδητοποίησες ότι σου είχε λείψει περισσότερο; Περιοδεύσαμε στην Κρήτη και στην Αθήνα αρχές Ιουνίου, με ένα παλιό Volkswagen που αγκομαχούσε: τρεις μουσικοί, ο camera man μας, μία ακόμα φίλη, που μας συντρόφευσε, ένα σετ drums, ένα κοντραμπάσο, ένα λαούτο και αποσκευές. Ήταν ένα παιδικό όνειρο, οπότε αντιλαμβάνεσαι τη συγκίνηση. Αυτό που ξεχώρισα είναι κάτι που είχε σχεδόν εκλείψει πολύ πριν από την έλευση της πανδημίας: τον τρόπο με τον οποίο διαφορετικοί άνθρωποι, μπορούν να δημιουργούν με ειλικρίνεια κάτι πέρα από το άθροισμά τους σε δύσκολες και απαιτητικές συνθήκες. Να θέλουν να συνεννοηθούν ουσιαστικά. Όχι απλά «να περνούν καλά». Να μπορούν να συνεργαστούν, ώστε μέχρι τη στιγμή που εκτίθενται στους ανθρώπους που τους πρόσφεραν τον χρόνο τους, η αλληλεγγύη και ο αλληλοσεβασμός να έχουν κάνει το θαύμα τους και το group να μην το παίζει ομάδα. Να είναι. 

 

– Εκτός από εσένα, το Ιδαίον Project αποτελούν επίσης ο Hugo Enrique Olivos και ο Μίμης Σανδαλής. Μπορείς με λίγες λέξεις να περιγράψεις τη μουσική προσωπικότητα του καθενός; Ο Hugo είναι ο άνθρωπος με τον οποίο το ταξίδι ξεκίνησε. Ο Hugo, αν και drummer που προέρχεται από ένα τελείως διαφορετικό μουσικό περιβάλλον όπως το σκληρό metal – ή, τώρα που το σκέφτομαι, χάρη σ’ αυτό – αποφάσισε να βουτήξει σε ένα τελείως διαφορετικό ύφος. Είναι εκρηκτικός και δοτικός. Στις ιδέες που του πρωτοπαρουσίασα έβαλε το beat που έψαχνα εδώ και χρόνια. Ο Μίμης είναι φίλος «μπιστικός», όπως θα λέγανε στην Κρήτη. Τον γνώρισα παίζοντας λαούτο στον δρόμο, στο Παρίσι, το 2011. Στάθηκε διακριτικά απέναντί μου για ένα μισάωρο και στο τέλος ήρθε και μου είπε: «Φίλε, Ρέθυμνο;». «Φίλε, Πάτρα» του απάντησα και γελάσαμε σαν δυο άνθρωποι που γνωρίζονταν χρόνια. Ο Μίμης δίνεται στη μουσική με τον ίδιο τρόπο που γνωριστήκαμε. Δεν κρατάει πισινές για χάρη μιας σοβαροφάνειας που το επίπεδο των μουσικών του γνώσεων θα «ζητούσε» από αυτόν. Πείραμα «is his middle name»! Ο εκλεκτικός χαρακτήρας του Ιδαίον Project τού πάει γάντι. Άσε που αν δεν ήταν αυτός, ο δίσκος που έρχεται, δεν θα ήταν ο ίδιος.

– Ποιος είναι ο ήχος του Ιδαίον Project και τι θέλετε ως ομάδα να επικοινωνήσετε μέσω αυτού;  Το Ιδαίον Project είναι οι μουσικοί του, τα μουσικά τους όργανα και οι αναφορές τους. Μπορεί να ακούγεται κάπως κλισεδιάρικο αλλά ισχύει. Ο ήχος μας ξεκινά από την Κρήτη και εν γένει την τροπική μουσική κύρια κοιτίδα της οποίας είναι η Ανατολική Μεσόγειος. Χάρη στους μουσικούς του, έρχονται να συναντηθούν πολλά και ετερόκλητα είδη: stoner rock, power metal, flamenco, funk. Οι ιστορίες των κομματιών μας, από την άλλη, είναι θέματα και πρόσωπα που μας έχουν χαράξει όπως για παράδειγμα η Μάγδα Φύσσα, ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος, ο Ουαλός ποιητής Dylan Thomas κ.ά.

– Ως καλλιτέχνης έχεις μια ιδιαίτερη αδυναμία στην κρητική μουσική. Πώς οδηγήθηκες εκεί; Τι σε γοητεύει τόσο πολύ στο συγκεκριμένο είδος; Θυμάμαι ότι από μικρός συγκλονιζόμουν από αυτή την απόκοσμη αλλά και οικεία μουσικοχορευτική κουλτούρα. Αυτός ο συνδυασμός σταθερής λιτότητας και στιγμιαίας υπερβολής μού προκαλεί μεταιχμιακά συναισθήματα. Σπέρνει στην ψυχή μου μια δημιουργική αντίφαση μεταξύ της αυτάρκους ηρεμίας αλλά και της διαρκούς υπέρβασης. Έχω μικρασιάτικες ρίζες, ο πατέρας μου έπαιζε στο μπουζούκι ταμπαχανιώτικα, αυτό το περίφημο αμάλγαμα κρητικής, ρεμπέτικης και μικρασιάτικης υφής. Από την άλλη, έπαιζα έγχορδα από μικρός. Κάποια στιγμή ήρθε στα χέρια μου και το λαούτο. Το δόσιμο σε ένα μουσικό ιδίωμα δεν είναι μία στιγμή ή μια συρραφή συγκυριών. Δεν είναι ούτε μια μεταφυσική μοίρα. Είναι κάτι υλικό αλλά σύνθετο. Έχεις μεγαλώσει με έναν τρόπο που σε ωθεί καλλιτεχνικά προς κάπου αλλά και αυτό το «κάπου» είναι εκεί και περιμένει τους ανθρώπους του!

– Από την Πάτρα στην Αθήνα και από εκεί στη Νίκαια της Γαλλίας και τα τελευταία χρόνια στη Λευκωσία. Ποια επιρροή είχαν στην προσωπικότητα αλλά και στην καλλιτεχνική σου ταυτότητα όλες αυτές οι μετακινήσεις; Το ότι δεν έγινα ρατσιστής και το ότι δεν αφήνω τον σωβινιστή μέσα μου να κυριαρχήσει. Δημιουργικά, αυτό μεταφράζεται με απλό αλλά και απαιτητικό τρόπο: Αν θες να μοιραστείς τον κόσμο σου, πρέπει να τον αφήσεις να αλλάξει, χωρίς να αλλοιωθεί. Δεν είμαι ένθερμος οπαδός του «Πρέπει να χαθείς για να βρεις τον εαυτό σου». Είμαστε ήδη χαμένοι στο αχαρτογράφητο σύμπαν της ύπαρξης. Τον εαυτό μου προσπαθώ να τον βρω αναζητώντας την αγάπη, τη συντροφιά. Δεν μπορώ συνεχώς να «χάνομαι». Ο τιτάνας Καβάφης το έγραψε τόσο αφοπλιστικά: 

«Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες

Είναι πολύ δύσκολο να είσαι συνεχώς σε κίνηση και να νοιάζεσαι για τους γύρω σου και τον εαυτό σου. Αλλά αυτή είναι και μια σπουδαία καλλιτεχνική πρόκληση: Πώς θα παραμείνω ειλικρινής, ενώ μετακινούμαι για παράδειγμα από το ένα μουσικό είδος στο άλλο; Ο καλλιτεχνικός εαυτός δεν διαχωρίζεται από την προσωπικότητα. Αν είσαι καλός άνθρωπος, μπορεί να γίνεις και καλός καλλιτέχνης. Το αντίστροφο μού φαίνεται κάπως δύσκολο.

– Στους καλλιτεχνικούς κύκλους της Κύπρου φέρεις γενικά την «ταμπέλα» του πολυπράγμονα. Είσαι όντως έτσι; Το θέμα είναι να κάνεις ό,τι κάνεις, για να πεις αυτό που εσύ θεωρείς σημαντικό να ειπωθεί. Και να το κάνεις με σεβασμό στο άτομο που έρχεται να το ακούσει. Να μην κάνεις οποιουδήποτε είδους αρπαχτές, να μην παίζεις τον καμπόσο και να αποτίεις σεβασμό ακόμα και σε έναν και μοναδικό θεατή. Αν το καταφέρνω αυτό – και το εύχομαι με όλη μου την ψυχή – ας μου βγει και τ’ όνομα!

– Νομικός, κειμενογράφος, ποιητής, μουσικός. Μέσα από ποια από τις ιδιότητές σου νιώθεις περισσότερο εσύ; Μέχρι πρόσφατα ένιωθα πως ό,τι κάνω, το συνέχει λίγο-πολύ η μαγεία του λόγου. Πρόσφατα διάβασα το «Η γέννηση της τραγωδίας» του Νίτσε. Εκεί, ο νεαρός τότε φιλόσοφος, αποκαλύπτει ότι μητέρα της πιο αυθεντικής δημιουργίας είναι η συνάντηση του λόγου με τη διονυσιακή μήτρα της μουσικής ως άγριας, αδιαμεσολάβητης, δημιουργικής ροπής. Ακόμα και ως νομικός, νιώθω ότι στον πυρήνα των επιχειρημάτων μου ενεδρεύει μια τάση να συνδέεται η θεωρία με τα τερτίπιτα, τα καπρίτσια και τις αδυναμίες των ανθρώπων. Ίσως γι’ αυτό και δεν έγινα ποτέ δικηγόρος. Νιώθω περισσότερο ο εαυτός μου ακόμα και στον καναπέ, παρακολουθώντας χαζομάρες στο YouTube, αρκεί να το κάνω απενοχοποιημένα και χωρίς να νιώθω ότι κρίνομαι από κάποια «Αόρατον Αρχήν».

– Καλλιτεχνικά έχεις ασχοληθεί με μια ευρεία θεματολογία. Πώς αποφασίζεις κάθε φορά το αντικείμενο που φωτίζεις; Δεν ξέρω αν «αποφασίζω». Όλο αυτό το παιχνίδι δεν έχει τόσο συνειδητούς κανόνες. Ο λόγος που κάτι μπορεί να με κεντρίσει, μπορεί να οφείλεται σε ένα ευρύτατο φάσμα αιτιών οι οποίες, ενδεχομένως, εκτείνονται από την παιδική μου ηλικία μέχρι κάποιο πρόσφατο αναπάντεχο συμβάν. Συνήθως πρώτα γράφω ένα κομμάτι, ένα θεατρικό έργο ή ένα ποίημα και μετά ψάχνω να βρω τι το προκάλεσε. Επιλέγω να μην σκοτώνω τη δημιουργία εν τη γενέσει της. Θα ήταν σαν να κλείνω το στόμα μου με το χέρι μου, όταν αρχίζω να τραγουδώ ένα τραγούδι στο αυτοκίνητο. Φαντάζεσαι τι θα γινόταν αν κάθε φορά που σου χτυπούσε την πόρτα η δημιουργικότητα εσύ καθόσουν να αυτοναλυθείς, για να βρεις τον λόγο που αυτό συνέβη; Θα ήμασταν μια ακόμα πιο αυτιστική και αβίωτη κοινωνία.

 

 

 

– Με τη Μαρίνα Κατσαρή, τη σύντροφό σου, έχετε παράξει ένα σημαντικό καλλιτεχνικό έργο. Με ποιο τρόπο ο ένας συμπληρώνει αλλά και εμπνέει την τέχνη του άλλου; Πριν από ένα χρόνο αποκτήσαμε έναν γιο. Ο μικρός με κάνει κάθε μέρα να καταλαβαίνω ότι στη βάση της τέχνης είναι η αφειδώλευτη αγάπη για τον άνθρωπο. Το να δίνεσαι χωρίς αναστολές, να βουτάς από ψηλά στη σκέψη του άλλου και να μην φοβάσαι ότι δεν θα ξαναβγείς στην επιφάνεια. Και το άλλο άτομο, όμως, οφείλει να ξέρει να διαχειριστεί αυτή την εθελούσια βύθιση. Να μην σε αφήσει να πνιγείς. Αυτό μάς ενώνει με τη Μαρίνα καλλιτεχνικά. Δινόμαστε σε ό,τι κάνουμε και ρίχνουμε ματιές να σιγουρευτούμε ότι ο άλλος είναι εκεί και είναι καλά. Όσο απλό και «ρομαντικούλι» και αν ακούγεται, δεν υπάρχει κάτι πιο δύσκολο μεταξύ δύο ανθρώπων που ζουν και εργάζονται μαζί.

– Καλλιτεχνικά, τι ακολουθεί για σένα στο αμέσως επόμενο διάστημα; Ο δίσκος του Ιδαίον Project. Έχουμε ολοκληρώσει τις ηχογραφήσεις στις οποίες συμμετείχαν και φίλοι σπουδαίοι μουσικοί διεθνούς εμβέλειας και αυτό μας τιμά πολύ. Θα ανακοινωθεί πολύ σύντομα. Επίσης, με τη Μαρίνα θα παρουσιάσουμε ξανά το μουσικό αναλόγιο «Κανένας: Όμηρος – Joyce – Καζαντζάκης» στο Φεστιβάλ Αντίσκηνο, στον Πύργο, στις 27/7, καθώς και στο Buffer Fringe Festival στις 7/10 στο βιβλιοπωλείο Rustem, στην κατεχόμενη Λευκωσία.

– Δεδομένου ότι έχεις καταπιαστεί (σχεδόν) με τα πάντα, νιώθεις σήμερα να έχεις καλλιτεχνικά απωθημένα; Πράγματα που θα ήθελες πολύ να κάνεις αλλά δεν σου έχει δοθεί ακόμα η ευκαιρία; Θα ήθελα να μην ξεχάσω ποτέ το ρωμαϊκό ρητό «Memento mori» («Θυμήσου τον θάνατο»). Ή αλλιώς, «Η ζωή είναι μεγάλη, μην την κάνεις καρναβάλι»! Ελπίζω κάθε φορά που θα μου δίνεται η ευκαιρία να αξιολογώ αν ακολουθώ αυτή την αρχή στη ζωή μου, να μπορώ να χαμογελάω.

Info: «Ιδαίον Project»: 21/7, 21:00, Πάρκινγκ ΣΕΚ (πίσω από Θέατρο Ριάλτο), Λεμεσός. Τηλ.: 77777745.

Ελεύθερα, 17.7.2022.