H ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί ένα λεπτό ζήτημα πρώτο γιατί από το 1964 λειτουργούμε κάτω από το Δίκαιο της Ανάγκης μετά την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από την κυβέρνηση, και δεύτερο, γιατί η τουρκική εισβολή και κατοχή μας φέρνει στο μυαλό την σκοτεινή εικόνα της ανυπαρξίας σε ένα πιθανό σενάριο ολικής τουρκικής κατάληψης. Δεν είναι σοφό να την απαξιώνουμε για τον οποιοδήποτε λόγο από την στιγμή που δεν έχουμε κάτι άλλο στα χέρια μας. Κάποτε είχαμε το ιερό όραμα της Ένωσης με την Ελλάδα και τη δημιουργία ενός δυνατού έθνους-κράτους που θα εκτεινόταν από το ανατολικότερο σημείο της Μεσογείου μέχρι την Βόρειο Ήπειρο και την Βουλγαρία. 

Η ιδέα της Ένωσης γεννήθηκε πριν τουλάχιστο δύο αιώνες. Η πρώτη νύξη έγινε τον Δεκέμβριο του 1821 στην Ρώμη με την υπογραφή σχετικής διακήρυξης από ιεράρχες και πρόκριτους που διέφυγαν από τις σφαγές της 9ης Ιουλίου. Ακολούθησαν εκκλήσεις Κυπρίων προς τους αρχηγούς της Επανάστασης. Στις 5 Ιανουαρίου 1824 υποβλήθηκε υπόμνημα από κατοίκους της Βοστώνης προς την Αμερικανική Βουλή και την Γερουσία όπου εκφράστηκε έντονο ενδιαφέρον για την πολιτική κατάσταση του λαού της Ελλάδας και για την δημιουργία ενός νέου ελεύθερου κράτους που να συμπεριλαμβάνει την Κρήτη και την Κύπρο. Επίσης από το 1825, Κύπριοι παρευρίσκονταν στις ελληνικές Εθνοσυνελεύσεις κάτι που υποδηλώνει ότι θεωρούσαν την Κύπρο ως μέρος του ελληνικού έθνους. Από το 1828 ξεκίνησαν εκκλήσεις προς τον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια ο οποίος θεωρούσε την Κύπρο ελληνική (ο ίδιος είχε κυπριακή καταγωγή από την πλευρά της μητέρας του). Σημαντικό στοιχείο αποτελεί η συμμετοχή εκατοντάδων Κυπρίων στην Ελληνική Επανάσταση, με δεσπόζουσα μορφή τον Ιωάννη Σταυριανό από την Λόφου ο οποίος με άλλους 7 αγωνιστές πήραν τον δρόμο για την Ελευθερία.

Εκατό χρόνια μετά την Επανάσταση, την 25η Μαρτίου του 1921 πραγματοποιήθηκε το πρώτο Ενωτικό Δημοψήφισμα στην Κύπρο κατά το οποίο οι κάτοικοι του νησιού συγκεντρώθηκαν σε εκκλησίες όπου διαβάστηκε το σχετικό κείμενο, επικυρώθηκε δια βοής και με υπογραφές από ιερείς, δασκάλους και σχολικούς επιτρόπους. Εννιά χρόνια αργότερα ακολούθησε το δεύτερο Ενωτικό Δημοψήφισμα το οποίο διεξήχθη με ανάλογο τρόπο. Την επόμενη χρονιά το 1931, ξέσπασε κύμα εξεγέρσεων, τα γνωστά Οκτωβριανά. Αφορμή αποτέλεσε η επιβολή ενός νέου φόρου από τον Κυβερνήτη των αποικιοκρατών και αίτια η αβάσταχτη φορολογία, η οικονομική εξαθλίωση και η έντονη επιθυμία για Ένωση με την Ελλάδα. Οι συγκεντρώσεις και τα συλλαλητήρια που διοργανώθηκαν μετά το κάλεσμα του Επισκόπου Κιτίου Νικόδημου Μυλωνά οδήγησαν σε αιματηρά επεισόδια όπου προέκυψαν τραυματισμοί και τελικά ο θάνατος ενός εφήβου. Οι αναταραχές συνέχισαν για μέρες. Ο Μυλωνάς μαζί με άλλα ηγετικά στελέχη εξορίστηκαν ενώ άλλοι φυλακίστηκαν. Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι Άγγλοι εφάρμοσαν συστηματική προσπάθεια αφελληνισμού των Κυπρίων έτσι ώστε να αποφευχθούν μελλοντικά παρόμοιες εξεγέρσεις.

Ο Απελευθερωτικός Αγώνας του 1955-59 είχε ως απώτερο σκοπό την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και την Ένωση με την μητέρα πατρίδα. Αυτό ήταν και το αίτημα του κυπριακού λαού μετά το Δημοψήφισμα του 1950 το οποίο οργανώθηκε από τις τότε πολιτικές δυνάμεις σε συνεργασία με την Εκκλησία, πετυχαίνοντας το συντριπτικό 95.7% υπέρ της Ένωσης με 215.108 υπογραφές. Μετά το δημοψήφισμα δημιουργήθηκε επιτροπή που στόχο είχε την επίσημη προώθηση των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος στις κυβερνήσεις Ελλάδας, Μεγάλης Βρετανίας και ΗΠΑ. Στην Ελλάδα παραδόθηκε στον τότε Πρόεδρο της Βουλής, η Μεγάλη Βρετανία αρνήθηκε να το παραλάβει αφού δεν το αναγνώριζε και στις ΗΠΑ δόθηκε στην Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών. Η απόπειρα προώθησης του δημοψηφίσματος επαναλήφθηκε χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Εν ολίγοις, το δημοψήφισμα του 1950 πέρασε απαρατήρητο από την διεθνή κοινότητα.

Οι Κύπριοι αγωνιστές πολέμησαν για 4 ολόκληρα χρόνια και έπεσαν για ιδανικά πέρα από οτιδήποτε θα μπορούσαμε να διανοηθούμε σήμερα, σε μια εποχή όπου οι πλείστοι ασχολούνται με την προσωπική ανέλιξη και τον υλικό πλούτο. Αρκετοί διερωτώνται σήμερα «για ποιο πράγμα θα πολεμήσουμε» ενώ κάποιοι πιστεύουν ότι δεν είμαστε Έλληνες αλλά μίγμα διαφόρων λαών οπότε δεν υπάρχει λόγος κάποιοι να κόπτονται για εθνικά ιδεώδη. Δυστυχώς σήμερα μία μεγάλη μερίδα πολιτών και πολιτικών εκπρόσωπων δεν έχουν χειραφετηθεί από την αέναη υποτέλεια του κατακτημένου. Δεν παραδειγματίστηκαν από την πλούσια ιστορία μας. Οι Αγωνιστές, και όσοι στήριζαν έμπρακτα τον Αγώνα, είχαν εξουδετερώσει την υποτέλεια, κάτι που εκδηλώνεται τόσο μέσα από τις πράξεις τους κατά την διάρκεια του αγώνα όσο και με τον θαρραλέο τρόπο με τον οποίο έδωσαν την ζωή τους.

Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν οι Άγγλοι κάτω από τέτοιες συνθήκες ήταν να εφαρμόσουν το «Διαίρει και Βασίλευε». Κατασκεύασαν με ραδιουργίες τη διχόνοια μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου και επανατοποθέτησαν την Τουρκία στο παιγνίδι για την Κύπρο μετά την Τριμερή Διάσκεψη στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 1955. Αυτό έγινε κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάνης και ώθησε στα πογκρόμ της Κωνσταντινούπολης. Το σύνταγμα που μας πρόταξαν το 1959 δεν πήγαζε από την βούληση του κυπριακού λαού αλλά από τα συμφέροντα των αποικιοκρατών. Περιείχε τα στοιχεία του διαχωρισμού και του δικοινοτισμού με τρόπο που μαθηματικά θα οδηγούσε σε ίντριγκες. Αυτό αποδείχθηκε 3 χρόνια αργότερα με την απόπειρα διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας από μέρους της τουρκικής κοινότητας. Στις 20 Αυγούστου 1964 όταν μας προσφέρθηκε η Ένωση από τις ΗΠΑ με το 2ο Σχέδιο Άτσεσον, η Τουρκία θα διατηρούσε για 50 χρόνια μία βάση με ενοίκιο και πιθανόν να έπαιρνε το Καστελόριζο. Η Ελλάδα ήταν σύμφωνη, αυτή την φορά όμως, η ευθύνη μη υλοποίησης βαραίνει την Κύπρο.

Αυτό που πήραμε το 1960 δεν ήταν ανεξαρτησία αλλά εξάρτηση. Η ύπαρξη εγγυητριών δυνάμεων στο σύνταγμα αποδείχθηκε μοιραία το 1974. Έδωσε το πάτημα που πάντοτε έψαχνε η Τουρκία με το που μπήκε στην εξίσωση του κυπριακού. Επιπρόσθετα, η διατήρηση των Αγγλικών βάσεων που είχε προκαθοριστεί από τους εμπνευστές του συντάγματος, κρίθηκε παράνομη στην περίπτωση του Μαυρικίου από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Το σύνταγμα μας χρειάζεται αναθεώρηση με βάση το Διεθνές Δίκαιο έτσι ώστε να έχουμε ένα κράτος για όλους χωρίς κανένα διαχωρισμό. Η Ένωση, στο παρόν στάδιο, μπορεί να επιτευχθεί γεωστρατηγικά με οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου και επαναπροσδιορισμό του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος σε Δόγμα Κοινής Αποτροπής, αφού η Κύπρος εξοπλιστεί πρώτα επαρκώς δημιουργώντας όλες τις απαιτούμενες αμυντικές υποδομές με τα μεγάλα κεφάλαια που διατίθενται για την άμυνα.