Η μεγαλύτερη κόρη του Μάριου Τόκα, αποφασίζει να μιλήσει -για δεύτερη φορά στη ζωή της- για τον μπαμπά της.
 
Είχαμε συνεννοηθεί να τα πούμε την επόμενη μέρα της «επετείου» του βιολογικού (μόνο) θανάτου του Μάριου – στις 27 Απριλίου συμπληρώθηκαν 12 χρόνια από εκείνη τη μέρα. Στο τηλέφωνο ήταν ψύχραιμη – κάτι ήρεμο και ευγενές (όπως ακριβώς λειτουργούσε και ο μπαμπάς της, για όσους τον γνώρισαν) ήταν εμφανές στη χροιά της φωνής της, στοιχεία που χαρακτηρίζουν, άλλωστε και τα μικρότερα δίδυμα αδέλφια της. Η Χαρά (βαφτίστηκε έτσι από την Κύπρια γιαγιά της, μητέρα του Μάριου), όταν πέθανε ο πατέρας της ήταν σχεδόν 21 ετών. Πλέον είναι δικηγόρος -αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή της Αθήνας, όπου και ολοκλήρωσε και τις μεταπτυχιακές της σπουδές στον τομέα του Εμπορικού Δικαίου- ενώ σήμερα είναι υποψήφια διδάκτωρ του Δικαίου της Πνευματικής Ιδιοκτησίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου – όχι τυχαία, προφανώς, η επιλογή. Αν και πηγαινοέρχεται πολύ συχνά στην Κύπρο λόγω της διατριβής της, τις τελευταίες βδομάδες βρίσκεται στο σπίτι της, στην Αθήνα.

Να υποθέσω πώς μεγάλωσες μέσα σε ένα σπίτι γεμάτο από μουσική – όλη μέρα, κάθε μέρα;
Είχα την ευτυχία να μεγαλώσω σε ένα πολύ ζωντανό σπίτι, γεμάτο από μουσικές και συζητήσεις. Το πιάνο του πατέρα μου ήταν -και είναι ακόμη- στο σαλόνι, δίπλα από τον καναπέ όπου καθόμασταν ή παίζαμε όταν ήμασταν παιδιά. Οπότε, η μουσική του ήταν κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Θυμάμαι πως μπορούσε να γράφει στο πιάνο του ακόμη και όταν η τηλεόραση ήταν στη διαπασών…Νομίζω, όμως, ότι απολάμβανε να γράφει τα βράδια που εμείς πηγαίναμε για ύπνο και εκείνος έμενε με τη μητέρα μας, σε ένα σαφώς πιο ήσυχο σπίτι. 

 
Συνήθως οι μπαμπάδες έχουν πολύ μεγάλη αδυναμία στις κόρες τους. Αυτό συνέβαινε και μ’ εσένα; 
Νομίζω ότι είχε στον καθένα μας ξεχωριστή αδυναμία. Γιατί με τον καθένα μας μοιραζόταν διαφορετικές στιγμές και εμπειρίες. Αλλά η αλήθεια είναι ότι ήμουν το πρώτο του παιδί και ήμουν και κοριτσάκι…Οπότε, ναι, ίσως, μου είχε μια μικρή αδυναμία… 
 
 
 
Υπάρχει κάποιο περιστατικό, από όσα έζησες με τον πατέρα σου, που ανακαλείς συχνά όταν τον σκέφτεσαι; 
Είναι κάπως περίεργο, αλλά αυτό που πιστεύω ότι θα δεν θα φύγει ποτέ από το μυαλό μου είναι ότι τα βράδια -όλα τα βράδια!- όταν έπεφτα για ύπνο και μέχρι να κοιμηθώ, τον άκουγα να δουλεύει στο πιάνο του…Η ανάμνηση αυτή θα μου προκαλεί πάντα ένα συναίσθημα γαλήνης και ηρεμίας.
 
Σε ποια μουσική του είναι πιο πολύ ο πατέρας σου μέσα σ’ αυτήν, κατά τη γνώμη σου;
Τον ακούω, κυρίως, σε όσα τραγούδια ξέρω ότι τα λόγια τους τον σημάδεψαν. Στο «Δεν κλαίω» του Γιάννη Ρίτσου, στο «Κιφ» του Άλκη Αλκαίου και στο «Άσπρο μαντίλι» του Κώστα Φασουλά. Ξέρω ότι, ίσως, οι περισσότεροι, δεν έχουν ακούσει ποτέ αυτά τα τραγούδια. Αλλά σας διαβεβαιώ ότι μερικά από τα μεγαλύτερα διαμάντια του κρύβονται σε δίσκους που δεν γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία.
 
Εμείς τον έχουμε στο μυαλό μας -πέρα από εξαιρετικά ταλαντούχο- και ως έναν πολύ ευγενή άνθρωπο. Τι άλλο ήταν ο Μάριος;
…Αγαπούσε πολύ βαθιά τον άνθρωπο. Κάθε του σκέψη ή πράξη, συνειδητά ή ασυναίσθητα, είχε ως γνώμονα τον απόλυτο σεβασμό στην ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης του ανθρώπου που είχε απέναντί του. Και αυτό είναι κάτι που δεν συναντάς εύκολα. 
 
Με ποιο τρόπο έμαθε σ’ εσένα να αγαπάς την Κύπρο;
Ο πατέρας μου είχε ένα σπάνιο χάρισμα: έκανε τους ανθρώπους γύρω του να αγαπάνε όσα αγαπούσε και εκείνος. Έτσι μας έκανε και εμάς να αγαπάμε την Κύπρο. Μαγειρεύοντας μαζί του ραβιόλες και σεφταλιές, φουρνίζοντας ψωμί με κόλιανδρο, κάνοντας βόλτες στο Τρόοδος ή στην παραλία της Λεμεσού και φυσικά, τραγουδώντας. Αλλά, κυρίως, χαρίζοντάς μας για φίλους δικούς του φίλους από την Κύπρο. Και αυτοί οι άνθρωποί, τα παιδιά τους και όλοι εκείνοι που γνώρισα τα τελευταία χρόνια στο νησί, κάνουν τη σύνδεσή μου με τον τόπο που γεννήθηκε ο πατέρας μου ακόμα πιο δυνατή.
 
Η 27η Απριλίου τι είναι, τελικά, για σένα; Άλλη μια μέρα πένθους;
Όχι, όχι. Δεν πιστεύω στις ημέρες πένθους. Στο πέρασμα των χρόνων κατάλαβα ότι η απουσία ενός δικού σου ανθρώπου μπορεί να γίνει αισθητή οποιαδήποτε στιγμή, μιας οποιασδήποτε ημέρας. Αρκεί να δεις, να σκεφτείς, να ακούσεις ή να μυρίσεις κάτι…Αυτό που κάνει διαφορετική την 27η Απριλίου, για εμένα, είναι οι όμορφες σκέψεις που κάνουν για τον πατέρα μας και μοιράζονται μαζί μας γνωστοί και φίλοι αλλά και άνθρωποι που, χωρίς να τον γνωρίσουν ποτέ, τον αγάπησαν μέσα από τα τραγούδια του. Φέτος, για παράδειγμα, προετοιμάζαμε με τα αδέλφια μου, περίπου ένα μήνα, τις τέσσερις ταινίες μικρού μήκους που αναρτήσαμε στους επίσημους λογαριασμούς του πατέρα μας στα social media και στην επίσημη ιστοσελίδα μας – τα σχόλια και η αγάπη που λάβαμε για εκείνον μας έδωσε δύναμη που δεν είχαμε φανταστεί. Ξέρετε, ο πατέρας μου, φεύγοντας από τη ζωή, εμπιστεύτηκε στη μητέρα μας και σε εμάς την ευθύνη της διαχείρισης ενός σπουδαίου καλλιτεχνικού έργου, στο οποίο περιλαμβάνεται και πλούσιο ανέκδοτο υλικό. Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, έχει συσταθεί από την οικογένειά μας και λειτουργεί το Ίδρυμα Μάριος Τόκας -η επίσημη ιστοσελίδα είναι mariostokas.com.cy και στο facebook Μάριος Τόκας/ Marios Tokas- ένας οργανισμός που φιλοδοξούμε ότι, τα επόμενα χρόνια, θα διαδραματίσει ενεργό ρόλο στη διάδοση του έργου του πατέρα μου. 
 
Έτσι όπως μιλάμε γι’ αυτόν τα τελευταία είκοσι λεπτά, πώς έχεις τον Μάριο στο μυαλό σου;
…Στο σπίτι μας στην Τζιά. Να ατενίζει το ηλιοβασίλεμα…

[email protected]

 
Φιλελεύθερα, 3.5.2020.