Η Καθηγήτρια Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας, Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΕΚΠΑ, Χαρά Σπηλιοπούλου μιλά για πρώτη φορά αποκλειστικά στον «Φ» και παρουσιάζει άγνωστες πτυχές ενός επαγγέλματος που ακροβατεί μεταξύ ζωής και θανάτου.
 
«Δίπλα στο νεκρό με σεβασμό και μπροστά στον δικαστή με αίσθημα ευθύνης». Αυτός είναι ή τουλάχιστον αυτός θα έπρεπε να είναι ο ρόλος του ιατροδικαστή σύμφωνα με την Καθηγήτρια Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας, Κοσμήτορα της Σχολής Επιστημών Υγείας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), Χαρά Σπηλιοπούλου. Η εξ Ελλάδος ιατροδικαστής δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις στο κυπριακό κοινό, αφού στο παρελθόν έχει κληθεί πολλές φορές στην Κύπρο, προκειμένου να φωτίσει με τις γνώσεις, την εμπειρία και την πραγματογνωμοσύνη της τις αόρατες πτυχές θανάτων που δεν προήλθαν από φυσικά αίτια.
Σε αποκλειστική συνέντευξη στον «Φ», η κα. Σπηλιοπούλου τονίζει πως ο ιατροδικαστής είναι το πρώτο βλέμμα σε ένα έγκλημα και το τελευταίο άγγιγμα σε μια σορό, επιβεβαιώνοντας εν πολλοίς την επικρατούσα άποψη πως οι νεκροί μιλάνε, αρκεί ο ιατροδικαστής να μπορεί να ακούσει. Είναι γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο που η ίδια θεωρεί πολύ πιο σημαντική την αυτοψία στη σκηνή ενός εγκλήματος από αυτήν την ίδια τη νεκροτομή, εξού και συνηθίζει να λέει στους φοιτητές της ότι «νεκροτομές μπορεί να γίνουν πολλές, αλλά εξέταση της σκηνής γίνεται μόνο μία φορά». Όπως είπε άλλωστε και ο θρυλικός ντεντέκτιβ Sherlock Holmes, τον οποίον επικαλείται προκειμένου να καταδείξει ότι όλη η ουσία μπορεί να κρύβεται στις λεπτομέρειες: «You know my method. It is founded upon the observation of trifles».
Η κα. Σπηλιοπούλου, η ιατροδικαστής που συνέδεσε το όνομά της με τη λύση του γονιδιακού γρίφου στη νόσο της Νάξου, εξηγεί κάτω από ποιες προϋποθέσεις ένας ιατροδικαστής μπορεί να προσφέρει και ζωή, μιλά για την εμπλοκή της σε εκταφές για αναγνώριση και ταυτοποίηση αγνοούμενων της κυπριακής τραγωδίας του 1974, εξηγεί πως γίνεται η διαχείριση πτωμάτων στην Ελλάδα εν μέσω κορωνοϊού και αποκαλύπτει ποια ήταν η δυσκολότερη στιγμή στην καριέρα της, που για την ίδια αποτέλεσε μάθημα ζωής!
 
Στην Κύπρο φαίνεται να υπάρχει μια δυσνόηση ή έστω μια διαφορετική ανάγνωση όσον αφορά στις οδηγίες του ΠΟΥ για τη διαχείριση πτωμάτων εν μέσω κορωνοϊού, με αποτέλεσμα οι ιατροδικαστές να αρνούνται τη διενέργεια νεκροτομών. Στην Ελλάδα πώς ενεργούν οι ιατροδικαστές; Νεκροτομούνται τα επιβεβαιωμένα ή τα ύποπτα κρούσματα κορωνοϊού;
 
Στην Ελλάδα από την πρώτη στιγμή είχαμε οδηγία από το κράτος να μη νεκροτομούνται οι θάνατοι από επιβεβαιωμένο COVID-19. Εξάλλου, στις περιπτώσεις αυτές είναι γνωστή η αιτία του θανάτου και το πιστοποιητικό εκδίδεται από τον θεράποντα ιατρό. Όλα τα άλλα περιστατικά νεκροτομούνται κανονικά. Είχαμε εγκλήματα, θανάτους από τροχαία ατυχήματα, από δηλητηριάσεις, κ.λπ. Πώς μπορούμε να αρνηθούμε νεκροτομή σε ένα άτομο νεαρής ηλικίας που καταλήγει ξαφνικά; Βεβαίως μπορεί να πεθάνει κάποιος και να μη γνωρίζει το περιβάλλον του ότι έχει προσβληθεί από τον ιό. Γι’ αυτό, λαμβάνουμε τα μέτρα ατομικής προστασίας, όπως ακριβώς μας τα ορίζει ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας και η επιστημονική μας εταιρεία, η Ελληνική Εταιρεία Ιατροδικαστικής και Ιατροδικαστικών Επιστημών. Σε «ύποπτα» ή «πιθανά» κρούσματα ζητάμε πλέον να γίνει πριν τη νεκροτομή μοριακός έλεγχος. Έχω κάνει και εγώ τέτοιες δειγματοληψίες, εκτός του χώρου του νεκροτομείου. Παίρνουμε το αποτέλεσμα και προχωράμε κανονικά στη νεκροτομή.
 
Τελικά ποια είναι η αλήθεια; Τα πτώματα μεταδίδουν ασθένειες;
 
Οι συστάσεις που έχουμε από την πολιτεία είναι σαφείς: Όλα τα νεκρά σώματα δυνητικά μπορεί να είναι μολυσματικά. Αν και τα περισσότερα παθογόνα δεν μεταδίδονται από νεκρά σώματα σε υγιή άτομα, κάποια από αυτά (όχι μόνον ο ιός SARS-CoV-2) μπορεί να μεταδοθούν μέσω επαφής με βιολογικά υγρά ή ιστούς του νεκρού.
Με στόχο την ελαχιστοποίηση της μετάδοσης επιβεβαιωμένου ή όχι μεταδοτικού νοσήματος, η διαχείριση των νεκρών σωμάτων πρέπει να γίνεται πάντα με αυστηρή τήρηση των μέτρων ατομικής προστασίας. Έως σήμερα δεν υπάρχουν αναφορές για άτομα που μολύνθηκαν από το χειρισμό νεκρών σωμάτων ασθενών που κατέληξαν από COVID-19.
Ο δυνητικός κίνδυνος μετάδοσης του ιού SARS-CoV-2 που να σχετίζεται με τη διαχείριση νεκρών σωμάτων ασθενών που κατέληξαν από COVID-19 θεωρείται χαμηλός και μπορεί να συμβεί με:
• άμεση επαφή με ιστούς ή υγρά του θανόντος όταν ο ιός είναι παρών
• άμεση επαφή με μολυσμένες επιφάνειες ή αντικείμενα
Άτομα με COVID-19 (διαγνωσμένα ή μη) μπορεί να καταλήξουν στους χώρους παροχής Υπηρεσιών Υγείας, στο σπίτι τους ή σε άλλες δομές. Για τον λόγο αυτό, η ασφάλεια των ατόμων που θα φροντίσουν τα νεκρά σώματα είναι υψηλής  προτεραιότητας εφαρμόζοντας τα συνήθη μέτρα, υγιεινή των χεριών και χρήση του ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού. Η ελάχιστη προστασία περιλαμβάνει γάντια και αδιάβροχη ρόμπα με μακριά μανίκια. Καλύτερη προστασία έχουμε με τις μάσκες FFP2, τις οποίες προμηθευτήκαμε από την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου 2020. Για την απολύμανση των χώρων και επιφανειών έχουμε στη διάθεσή μας όλες τις απλές λύσεις (για παράδειγμα τα διαλύματα χλωρίνης και οινοπνεύματος) και αναλυτικά μπορούν να βρεθούν οι οδηγίες στο διαδίκτυο.
 
Έχετε κληθεί πολλές φορές στην Κύπρο για διενέργεια νεκροτομής. Στο βαθμό της δικής σας εμπλοκής πώς θα αποτιμούσατε το επίπεδο της Ιατροδικαστικής στην Κύπρο, αλλά και τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι Κύπριοι ιατροδικαστές;
 
Δεν θα ήθελα να αναφερθώ δημόσια σχετικά με το επίπεδο της Ιατροδικαστικής στην Κύπρο. Έχω κάνει στο παρελθόν συγκεκριμένες συστάσεις στις αρμόδιες υπηρεσίες της χώρας σας.
 
Ο ρόλος του ιατροδικαστή είναι θα έλεγε κανείς ρυθμιστικός και εγγυητικός της ορθής απονομής της ποινικής δικαιοσύνης, αφού από τη δική του μαρτυρία εξαρτάται εν πολλοίς η καταδίκη ή η αθώωση ενός ανθρώπου. Υπ’ αυτή την έννοια, θα λέγατε ότι από μια ιατροδικαστική εξέταση μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και αν ναι τότε πώς εξηγείτε το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις τα συμπεράσματα ενός ιατροδικαστή διαφέρουν από αυτά ενός συναδέρφου του στην ίδια υπό διερεύνηση υπόθεση;
 
Η Ιατρική είναι μια εμπειρική επιστήμη και συχνά ο κανόνας επιβεβαιώνεται από την εξαίρεση. Στην έκφραση γνώμης μετράει πολύ η εμπειρία του ιατροδικαστή, η επιμέλεια με την οποία εξέτασε το περιστατικό και γενικά οι ιατρικές του γνώσεις. Εγώ όσο περνάει ο καιρός διαβάζω όλο και περισσότερο όταν πηγαίνω σε ένα δικαστήριο, γιατί ακριβώς αντιλαμβάνομαι ότι η ορθή απονομή της Δικαιοσύνης εξαρτάται από την επιστημονική μου μαρτυρία και τελικώς από την αξιοπιστία μου. Πάντως, ο δικαστής όταν δικάζει, δεν έχει ως μόνο αποδεικτικό στοιχείο την ιατροδικαστική έκθεση, έχει το σύνολο των τεκμηρίων και αξιολογεί συνολικά.
 
Αυτό που δεν γνωρίζουν πολλοί στην Κύπρο είναι η εμπλοκή σας σε εκταφή για αναγνώριση/ταυτοποίηση αγνοουμένων της κυπριακής τραγωδίας του 1974. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία;
 
Έχοντας συνάψει συμφωνία με τον Επίτροπο Προεδρίας για Ανθρωπιστικά Θέματα από το έτος 2018, η Μονάδα Δικαστικής Ανθρωπολογίας του Εργαστηρίου μου και εγώ εξετάζουμε περιστατικά του πολέμου του 1974. Από επιστημονικής πλευράς, αυτά τα περιστατικά παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, αφού βλέπουμε τα πολεμικά τραύματα. Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, προσπαθούμε να προσφέρουμε πληροφορίες στην Κυπριακή Δημοκρατία και στους συγγενείς των πεσόντων, σχετικά με τον μηχανισμό και την αιτία του θανάτου. Κάθε φορά που γράφουμε μια τέτοια πολύπλοκη έκθεση είναι σαν να ξύνουμε μια πληγή. Και δεν σας κρύβω ότι πρέπει να το κάνουμε για να διατηρείται η μνήμη αυτών των ανθρώπων και για να αποφύγουμε στο μέλλον τα λάθη του παρελθόντος.
Η Ιατροδικαστική είναι μια επιστήμη που ανιχνεύει το θάνατο, αλλά σώζει και ζωές. Απόδειξη τούτου η διασύνδεση του ονόματός σας με τη λύση του γονιδιακού γρίφου στη νόσο της Νάξου. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό.
 
Πράγματι, η αναζήτηση της γενετικής αιτίας μιας νόσου είναι μια πρόκληση που θυμίζει σε έναν ιατροδικαστή ότι μπορεί να προσφέρει και ζωή! Είμαι πάρα πολύ χαρούμενη, γιατί αυτό που κάναμε με την αναζήτηση των οικογενειών με το λανθασμένο γονίδιο που προκαλεί τη νόσο της Νάξου, οδήγησε την Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας της Ελλάδας, στη χρηματοδότηση ενός μεγάλου προγράμματος με το οποίο καταγράφονται και ερευνώνται όλα τα κληρονομικά νοσήματα της καρδιάς, από κλινικής, γενετικής και ιατροδικαστικής απόψεως, χωρίς, ασφαλώς, να επιβαρύνεται οικονομικά η οικογένεια. Κάθε φορά που πεθαίνει στη χώρα μας ένα άτομο νεαρής ηλικίας (κάτω των 35 ή κάτω των 40 ετών) από ένα κληρονομικό νόσημα, οφείλουν πλέον οι ιατροδικαστές της Ελλάδας να στείλουν την οικογένεια για εξέταση σε συγκεκριμένα νοσοκομεία της χώρας και μάλιστα θα γίνει γονιδιακός έλεγχος στον νεκρό για να δούμε αν έχει το ίδιο «λανθασμένο» γονίδιο και κάποιος εν ζωή συγγενής. Λυπάμαι που δεν υπάρχει κάτι ανάλογο και στην Κύπρο. Θα έδινε λύση σε πολλές οικογένειες, ώστε να μη χαθεί και άλλο άτομο από το ίδιο νόσημα.
 
Κληθήκατε στις πυρκαγιές στο Μάτι. Ήταν μια από τις δυσκολότερες στιγμές της καριέρας σας;
 
Δεν ήταν απλά δύσκολη στιγμή, ήταν ταυτόχρονα ένα μάθημα ζωής από τον κάθε συγγενή και η σύνοψη όλων των μεθόδων της Ιατροδικαστικής σε κάθε περιστατικό που εξετάσαμε. Έπρεπε να συντονίσω την αναγνώριση περίπου 85 ατόμων που είχαν απανθρακωθεί μέσα σε ένα απόγευμα, είκοσι πέντε χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα. Δεν υπάρχει περίπτωση να ξαναπάω ποτέ στο μέλλον στις περιοχές αυτές που κάηκαν τα θύματα αγκαλιασμένα. Δεν το αντέχω.
 
Υπάρχει κάτι που μπορεί να σοκάρει έναν ιατροδικαστή;
 
Αν ξεκινάει τώρα τη σταδιοδρομία του μπορεί να σοκάρεται κάθε μέρα. Εμείς οι μεγάλοι σε ηλικία είμαστε κοντά στο να τα έχουμε δει όλα.
 
Ποια προσόντα πρέπει να διαθέτει κανείς για να γίνει ιατροδικαστής;
 
Πάρα πολλά: να είναι καλός γιατρός και να διαβάζει πολύ, να ακριβολογεί και να μιλάει σωστά ελληνικά για να γράφει καλές ιατροδικαστικές εκθέσεις, να είναι προσεκτικός και παρατηρητικός, να έχει καλή μνήμη, να έχει συνδυαστικές ικανότητες, να είναι υπομονετικός, ευαίσθητος, αμερόληπτος και να μην τον ενδιαφέρει η προσωπική προβολή. Ο ρόλος μας είναι να είμαστε δίπλα στον νεκρό με σεβασμό και μπροστά στον δικαστή με αίσθημα ευθύνης.
 
Τα πτώματα «μιλούν»; Θα λέγατε ότι ο ιατροδικαστής είναι η «φωνή των νεκρών»; Μπορεί μια ιατροδικαστική εξέταση να σκιαγραφήσει το προφίλ του δολοφόνου;
 
Πολλές φορές μιλάνε οι νεκροί, αρκεί ο ιατροδικαστής να ακούει. Είμαστε οι τελευταίοι άνθρωποι που ακουμπούν το άτομο. Αλλά για μένα η εξέταση της σκηνής είναι πιο σημαντική ακόμη και από τη νεκροτομή, εκεί σου «μιλάει» ο νεκρός, αρκεί να θυμάσαι ότι δεν πρέπει να παραλείψεις τίποτα. Λέω στους μαθητές μου: «Νεκροτομές μπορεί να γίνουν πολλές. Η εξέταση της σκηνής γίνεται μόνο μία φορά». 
 
Ισχύει ότι στη δουλειά ενός ιατροδικαστή όλη η ουσία κρύβεται στις λεπτομέρειες;
 
Σας πρόλαβε ο Sherlock Holmes: «You know my method. It is founded upon the observation of trifles». «Ξέρεις τη μέθοδό μου. Βασίζεται στο να παρατηρώ τα μικροπράγματα»!
 

Είναι συχνό φαινόμενο τα περιστατικά ανθρώπων που πεθαίνουν είτε από φυσικά είτε από αφύσικα αίτια και δεν διαπιστώνεται αιτία θανάτου;
 
Είναι πιθανό να γίνει μια νεκροτομή και να μη βρεθούν τα ακριβή αίτια θανάτου, παρά τις ενδελεχείς εργαστηριακές εξετάσεις. Θα σας πω το παράδειγμα μιας καρδιακής αρρυθμίας που προκαλείται από το σύνδρομο Brugada ή το σύνδρομο Long QT. Δεν θα βρούμε τίποτα στη νεκροτομή και η μόνη περίπτωση να καταλήξουμε σε κάποιο συμπέρασμα είναι να έχει κάνει το άτομο εν ζωή ηλεκτροκαρδιογράφημα. Ευτυχώς, τώρα πια, με το γενετικό έλεγχο έχουμε τη δυνατότητα της Μοριακής Ιατροδικαστικής (Molecular Autopsy). Θα αναζητήσουμε το/τα γονίδιο/α στο νεκρό και στους εξ αίματος συγγενείς. Για τα μη παθολογικά αίτια, δηλαδή για τις εγκληματικές ενέργειες που δεν είναι διαγνώσιμες, δεν θα σας πω, για να μη βάζω ιδέες.
 
Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που πεθαίνουν και δεν γίνεται ποτέ γνωστή η ταυτότητά τους; Τι μπορεί να εμποδίσει την αναγνώριση ενός πτώματος;
 
Βέβαια, μπορεί να μην ταυτοποιηθεί ένα άτομο, κάτι που συμβαίνει συχνά σε πρόσφυγες που πνίγονται στις θάλασσές μας. Πολλές φορές ένα άτομο βρίσκεται καμένο ή σε σήψη οπότε δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η φυσική, μακροσκοπική ταυτοποίηση. Δείτε και κάτι άλλο σημαντικό: Όλες οι πρωτογενείς μέθοδοι ταυτοποίησης είναι συγκριτικές. Τα αποτυπώματα του νεκρού πρέπει να συγκριθούν με τα αποτυπώματα που διατηρούνται στα αστυνομικά αρχεία. Τα στοματογναθικά χαρακτηριστικά ενός νεκρού απαιτούν οδοντιατρικά αρχεία του οδοντιάτρου για σύγκριση. Το DNA είναι και αυτό συγκριτική μέθοδος με το DNA συγγενών ή του ίδιου του ατόμου. Αν δεν υπάρχουν αυτά δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί ένα άτομο. Και αν μιλάμε για εγκληματική ενέργεια, η μη ταυτοποίηση πιθανότατα δεν θα οδηγήσει και στον δράστη, γιατί η Αστυνομία δεν ξέρει πού να ψάξει για να βρει στοιχεία.
 
Θεωρείτε ότι η εικόνα που αποτυπώνεται στις τηλεοπτικές σειρές και στις ταινίες για τους ιατροδικαστές, ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ή υπάρχει τάση υπερβολής και μυθοπλασίας;
 
Καταλαβαίνετε ότι μια τηλεοπτική σειρά πάντοτε δείχνει την απλή και τη γοητευτική πλευρά της ζωής ενός ιατροδικαστή, εκείνου που τα βρίσκει όλα σε ελάχιστο χρόνο και δεν τα αμφισβητεί κανένας τεχνικός σύμβουλος. Στις σειρές αυτές βλέπω ακραίες καταστάσεις, επιστημονικά ατεκμηρίωτες. Κάποτε είδα ένα επεισόδιο, με πτώμα που βρέθηκε μετά από δύο βδομάδες μέσα στο νερό, σε σήψη. Πλησίασε ο ιατροδικαστής, ακούμπησε το δάκτυλο του νεκρού σε μια μικρή συσκευή και αμέσως η συσκευή του έβγαλε το όνομα του νεκρού. Άλλη μια μικρή συσκευή προσδιόρισε τον χρόνο του θανάτου. Αδύνατο, γιατί στο νερό τα αποτυπώματα χάνονται, αφού τα δάκτυλα εμφανίζουν διαβροχή και ο χρόνος θανάτου δεν προσδιορίζεται ποτέ με ακρίβεια, ειδικά μετά από πολλές ημέρες. Στην περίοδο της καραντίνας αναγκαστικά μετά τη δουλειά έβλεπα τηλεόραση, οπότε απόλαυσα – για πρώτη φορά – μια αστυνομική σειρά από την Ιταλία, στην οποία μια ιατροδικαστής κινείτο μέσα στα φυσιολογικά πλαίσια ζωής, δουλειάς και δυσκολιών του επαγγέλματός μας.