Του Martin Ivens

Περιδιάβαινα τα σοκάκια της Μόσχας στις αρχές Οκτωβρίου του 1993, περνώντας δίπλα από στρατιώτες οι οποίοι πολιορκούσαν τον Λευκό Οίκο, το επιβλητικό κτίριο του ρωσικού κοινοβουλίου.

Προορισμός μου: η φυλακή Λεφόρτοβο, όπου επρόκειτο να πάρω συνέντευξη από εθνικιστές βουλευτές και ενόπλους οι οποίοι ήταν αντίπαλοι του τότε πρόεδρο της Ρωσίας Μπόρις Γέλτσιν – ο οποίος τούς είχε φυλακίσει πριν προλάβουν να συμμετάσχουν στην εξέγερση του νομοθετικού σώματος κατά της κυβέρνησής του.

Ήταν μια εποχή που από πολλές απόψεις αντηχεί στη σύγχρονη αναταραχή την οποία βιώνουμε.

Οι ατημέλητοι άνδρες οι οποίοι είχαν συγκεντρωθεί σε αυτή τη διαβόητη πολιτική φυλακή μισούσαν τον Γέλτσιν και τον προκάτοχό του, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, για τον ρόλο τους στην διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει θρηνήσει την κατάρρευσή της ως “τη μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή” του 20ου αιώνα. Ήδη στο Λεφόρτοβο του 1993, η αίσθηση της ταπείνωσης ήταν απτή.

Προθέσεις και πραγματικότητα

Κατά ειρωνικό τρόπο, η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης απείχε παρασάγγας από τις προθέσεις του Γκορμπατσόφ όταν διέλυε την ευρύτερη άτυπη αυτοκρατορία της στην Ανατολική Ευρώπη: τα πρώην δορυφορικά κράτη της Πολωνίας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας, της Τσεχοσλοβακίας και της Ανατολικής Γερμανίας, τα οποία αποτελούν πλέον μεγάλο μέρος της ανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πώς ο Γκορμπατσόφ οδήγησε στον Πούτιν

Αν και δικαίως θρηνήθηκε από πολλούς στη Δύση αυτή την εβδομάδα για τον ρόλο του στον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου, ο Γκορμπατσόφ ενέκρινε επίσης τη χρήση στρατιωτικής ισχύος, σε μια μάταιη προσπάθεια να διατηρήσει την αυτοκρατορία: 21 διαδηλωτές πέθαναν μόνο στην πρωτεύουσα της Γεωργίας, Τιφλίδα. Δεκάδες άλλοι σκοτώθηκαν στη Ρίγα και το Βίλνιους, τις πρωτεύουσες της Λετονίας και της Λιθουανίας αντίστοιχα το 1991, αφού οι λαοί της Βαλτικής και του Καυκάσου στη σοβιετική περιφέρεια είχα κηρύξει την ανεξαρτησία τους.

Ακόμη και ο Γέλτσιν, ο οποίος μαζί με τους ηγέτες της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας και του Καζακστάν διέλυσαν επισήμως τη Σοβιετική Ένωση, αργότερα ήταν έτοιμος να χύσει ποτάμια αίματος για να αποτρέψει τους Τσετσένους από το να αποσχιστούν από τη Ρωσική Ομοσπονδία.

Πουλόβερ

Είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να σταματήσει να ξηλώνεται το πουλόβερ μιας αυτοκρατορίας όταν έχει ήδη αρχίσει να ξεφτίζει. Αυτή είναι η οπτική μου ως πολίτης του διαδόχου κράτους της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας που έχει δει ποτέ ο κόσμος: της βρετανικής.

Η διαδικασία μπορεί να είναι παρατεταμένη, ωστόσο είναι αναπόφευκτη. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ο “ασθενής” της Ευρώπης για τρεις αιώνες, ωστόσο χρειάστηκε ένας παγκόσμιος πόλεμος και τρεις αντίπαλες αυτοκρατορικές δυνάμεις για να τελειώσει τον βίο της. Μετά το 1945, οι υπερπόντιες ευρωπαϊκές αποικιακές αυτοκρατορίες εξαφανίστηκαν μέσα σε λίγες δεκαετίες.

Πόσο διάστημα ζωής έχει ακόμη η αυτοκρατορία της Μόσχας; Δύο χρόνια χρειάστηκαν για να επιστρέψουν οι λεγεώνες του Κρεμλίνου στη Μητέρα Ρωσία μετά την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου. Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία σήμερα είναι μια προσπάθεια να γυρίσει τον χρόνο πίσω, εάν ωστόσο η προσπάθειά του αποτύχει, ο διάδοχός του θα αντιμετωπίσει νέα κινήματα ανεξαρτησίας από τη Ρωσική Ομοσπονδία.

Περισσότερο από το 20% των πολιτών της δεν είναι εθνικά Ρώσοι και αυτές οι μειονότητες υπερεκπροσωπούνται στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις οι οποίες πολεμούν στην Ουκρανία. Εάν οι συγκεκριμένοι στρατιώτες επιστρέψουν στα σπίτια τους ηττημένοι, οι συνέπειες μπορεί να είναι τρομακτικές.

Άλλες ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες απέτυχαν σε παρόμοιες προσπάθειες να σταματήσουν την παρακμή τους. Οι Γάλλοι, οι Βέλγοι, οι Ολλανδοί, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι και οι Βρετανοί έχουν περιοριστεί στον μητροπολιτικό τους πυρήνα (αν και οι Σκωτσέζοι και οι Καταλανοί εθνικιστές θα το αμφισβητούσαν αυτό), όμως, όπως οι ηγέτες της Μόσχας, συχνά αγωνίστηκαν για να σταματήσουν αυτή τη διαδικασία.

Παρηγοριά

Η νίκη των Συμμάχων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έδωσε στις παλιές αυτοκρατορίες απατηλές ελπίδες για αναβίωση. Οι Βρετανοί μπορεί να εγκατέλειψαν απρόθυμα την Ινδία – “το πετράδι του στέμματος” – τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, αγωνίστηκαν ωστόσο για να διατηρήσουν την αυτοκρατορία στη Μέση Ανατολή, μέχρις ότου η στρατιωτική επέμβαση στην κρίση του Σουέζ του 1956 συνάντησε την αποδοκιμασία των ΗΠΑ και ανέτρεψε την προσπάθεια.

Οι άνεμοι της αλλαγής λυσσομανούσαν και στις αφρικανικές αποικίες της. Μέχρι το 1967, το Λονδίνο δεν μπορούσε πλέον να αντέξει οικονομικά τη δέσμευση ούτε στη Νοτιοανατολική Ασία, “ανατολικά του Σουέζ”, παρά τις στρατιωτικές νίκες που είχε σημειώσει εναντίον κομμουνιστών ανταρτών και άλλων δυνάμεων.

Σε αντίθεση ωστόσο με τη Μόσχα, το Λονδίνο μπόρεσε να δώσει μια λάμψη στην “εκκαθάριση” της αυτοκρατορίας του. Τόσο οι πρωθυπουργοί των Τόρις όσο και των Εργατικών απεχθάνονταν την παράδοση της ηγεμονικής θέσης της Βρετανίας στις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση. Μέχρι το 1965, ο Χάρολντ Γουίλσον καυχιόταν ότι τα σύνορα της χώρας έφταναν στα Ιμαλάια. Η αριστοκρατική υπεροψία βοήθησε το Ηνωμένο Βασίλειο να μην εξευτελιστεί.

Όπως το θέτει ο ιστορικός John Darwin, η μετάβαση από την αυτοκρατορία σε μια Κοινοπολιτεία ελεύθερων κρατών με επικεφαλής τη Βασίλισσα θα μπορούσε να παρουσιαστεί για δημόσια κατανάλωση “ως μια πράξη διορατικής πολιτειακής σκέψης και πράξης, ως θρίαμβος ενός οράματος και όχι ως αποτυχία ισχύος και δυναμισμού”. Τα νέα εθνικά κράτη ήταν πιστά στο Στέμμα. Η φιλελεύθερη αυτοκρατορική αποστολή της Βρετανίας εκπληρώθηκε. Οι δε πατριώτες της εκάστοτε χώρας μπορούσαν να γιορτάσουν την ανεξαρτησία.

Έτσι οι Βρετανοί παρηγορήθηκαν με τον ευφημισμό ότι “διαχειρίστηκαν την παρακμή”, ενώ οι Γάλλοι “υπέστησαν στρατιωτική ήττα” στην Ινδοκίνα και την Αλγερία, ενώ οι Βέλγοι άφησαν “χάος” στο πέρασμά τους. Πρόκειται για μια παρηγορητική αφήγηση, η οποία είναι ταυτόχρονα και ύποπτη.

Διέξοδος;

Δεν υπήρξε καμία φόρμουλα η οποία να μπορεί να σώσει την υπόληψη των Ρώσων εθνικιστών και κανένα οικονομικό κέρδος για να απαλύνει τον πόνο της παρακμής και της πτώσης.

Οι ευρωπαϊκές πρώην μεγάλες δυνάμεις απόλαυσαν μια περίοδο άνευ προηγουμένου ευημερίας μεταπολεμικά, καθώς εγκατέλειπαν τις αυτοκρατορίες τους, ωστόσο η Ρωσία είδε την οικονομία της να συρρικνώνεται σχεδόν στο μισό σε λιγότερο από 10 χρόνια, τη δεκαετία του 1990.

Οι πρώην “αποικίες” της Σοβιετικής Ένωσης μιλούν με τα χειρότερα λόγια για τη Μόσχα μέχρι και σήμερα και ανατριχιάζουν με κάθε ένωση τύπου Κοινοπολιτείας που λειτουργεί ως προκάλυμμα κυριαρχίας του Κρεμλίνου. Ούτε η Ρωσία έχει το κουκούλι του ΝΑΤΟ – ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο έδωσε νέα πνοή στους επίδοξους Γάλλους ιμπεριαλιστές, αν και όχι στους Βρετανούς.

Σήμερα, ο Πούτιν απολαμβάνει δημοτικότητα στο εσωτερικό της Ρωσίας με βάση την επιτυχία των ρωσικών όπλων στην Τσετσενία, τη Γεωργία, την Κριμαία και το Ντονμπάς. Ακόμη και ο Γκορμπατσόφ υποστήριξε λανθασμένα ορισμένες από αυτές τις επεμβάσεις.

Η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων έχει φέρει προσωρινή ευημερία και σταθερότητα. Ωστόσο, το αυτοκρατορικό στοίχημα του Πούτιν στην Ουκρανία θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το Σουέζ του, η Αλγερία του ή το Βιετνάμ του. Όταν “η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται”, συνήθως οδηγείται σε καταστροφή.

Πηγή: BloombergOpinion