Τα 11 βασικά σημεία που περιλαμβάνονται στο πόρισμα που διενήργησε η Deloitte στην Creta Farms, όταν στο τιμόνι αυτής ήταν οι αδελφοί Δομαζάκη, γνωστοποίησε το μεσημέρι της Τετάρτης η εισηγμένη εταιρεία.

Στην 28σέλιδη ανακοίνωσή της, όπου εμπεριέχονται τα βασικά σημεία του πορίσματος, αναφέρονται οι συνδεδεμένες εταιρείες που δεν έχουν γνωστοποιηθεί, οι απολήψεις των βασικών μετόχων ύψους 2,9 εκατ. ευρώ, οι σχέσεις με την Ευρωκρέτα αλλά και οι συναλλαγές με τη Novaplot Enterprises, εταιρεία συμφερόντων των Αφών Δομαζάκη, στην οποία είχαν περάσει τα σήματα και οι πατέντες της εισηγμένης, επιβεβαιώνοντας το ρεπορτάζ του Capital.gr που έκανε λόγο για ευρήματα κακοδιαχείρισης, εκροές αρκετών εκατομμυρίων από τα ταμεία της εταιρείας προς τους βασικούς μετόχους και υπερτιμολογήσεις.

Η σχέση με τη Novaplot

Ειδικά για τη Novaplot, η έρευνα της Deloitte κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι συνδεδεμένη οντότητα της ΚΡΕΤΑ ΦΑΡΜ, γιατί οι βασικοί μέτοχοι της εταιρείας ασκούν έλεγχο (control) σε αυτήν ως τελικοί δικαιούχοι. Οπότε οι συναλλαγές της εταιρείας με τη Novaplot θα έπρεπε να γνωστοποιούνται στις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας.

Ενώ σε άλλο σημείο η Deloitte αναφέρει ότι, σύμφωνα µε το άρθρο 23α

(παράγραφος 2) του Ν. 2190/1920, απαγορεύεται και είναι άκυρη η σύναψη οποιωνδήποτε συμβάσεων της εταιρείας με τη Novaplot, χωρίς ειδική άδεια της Γενικής Συνέλευσης.

Ωστόσο, η ΓΣ της 26ης.6.2019 ενέκρινε την από 17.1.2016 σύμβαση μεταξύ της εταιρείας και της Novaplot.

Το τελευταίο αυτό σημείο, θα διερευνηθεί και αξιολογηθεί περαιτέρω από την εταιρεία από νομικής πλευράς, όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση.

Σε άλλο σημείο, η Deloitte σημειώνει πως η Creta Farms έπρεπε να εμφανίζει στα βιβλία της ένα άυλο πάγιο με αναπόσβεστη αξία 474,6 χιλ. ευρώ και καμία απαίτηση από τη Novaplot.

Παράλληλα επισημαίνει πως με βάση τα ως άνω αναφερόμενα υπάρχει ενδεχόμενη πιθανότητα λήψης εικονικών τιμολογίων. Πλην όμως, η ανάλυση και εμβάθυνση του γεγονότος αυτού δεν αποτελεί αντικείμενο της έρευνας της Deloitte, καθώς αυτό χρήζει διευκρίνησης από νομική, λογιστική και φορολογική πλευρά.

Απολήψεις βασικών μετόχων

Αναφορικά με τις απολήψεις των βασικών μετόχων από την εταιρεία απευθείας ή και μέσω συνδεδεμένων εταιρειών προέκυψε ότι συνολικά, οι εκροές της εταιρείας προς τους δύο (2) βασικούς μετόχους µέσω δοσοληπτικών λογαριασμών κατά την τελευταία πενταετία ανέρχονται συνολικά σε 2.901.543 ευρώ. 

Επιπρόσθετα και για την ίδια περίοδο εντοπίστηκαν κινήσεις πιστωτικών καρτών και έξοδα συνολικού ποσού 262.605 ευρώ που αφορούν τους βασικούς μετόχους της εταιρείας και απολήψεις και έξοδα συνολικού ποσού 11.548 ευρώ που αφορούν τα συγγενικά πρόσωπα αυτών. 

Οι παραπάνω απολήψεις ποσού 2.901.543 ευρώ εμπίπτουν στις απαγορευτικές διατάξεις του άρθρου 23α του Ν 2190/1920 περί δανείων και πιστώσεων προς μέλη διοικητικού συμβουλίου ή μετόχους. 

Διαπιστώθηκε δε πως κατά την ίδια περίοδο 2014-2018 με περίπλοκες λογιστικές εγγραφές, οι οποίες επουδενί συνιστούσαν εξόφληση, απομειώνονταν τεχνηέντως τα ποσά των απαιτήσεων της εταιρείας κατά αμφότερων των βασικών μετόχων. 

H Deloitte από την έρευνα της συμπεραίνει τα παρακάτω: 

• Οι Σημειώσεις επί των Οικονομικών Καταστάσεων της εταιρείας θα έπρεπε να περιλαμβάνουν στην ενότητα των συναλλαγών με συνδεδεμένα μέρη περισσότερες γνωστοποιήσεις και πληροφορίες αναφορικά με τις απολήψεις των βασικών μετόχων και των συγγενικών τους προσώπων (ΔΛΠ 24).

• Οι απολήψεις των βασικών μετόχων εν τέλει διαγράφονται από τα λογιστικά βιβλία της εταιρείας μέσω πληθώρας συμψηφιστικών και γενικότερα σύνθετων λογιστικών εγγραφών. Σε περίπτωση που οι σχετικές απαιτήσεις δε θεωρούνταν ανακτήσιμες, θα έπρεπε να διαγραφούν απευθείας στην ίδια οικονομική χρήση, σχηματίζοντας μία ισόποση πρόβλεψη επισφάλειας. Ωστόσο, όπως αντιλαμβάνεται η Deloitte, η εταιρεία δεν προέβη πριν από τη διαγραφή της σχετικής πρόβλεψης στις απαραίτητες νομικές ενέργειες για την ανάκτηση των υπολοίπων από τους βασικούς μετόχους ούτε παρείχε σχετική ενημέρωση των σχετικών υπολοίπων στη Γενική Συνέλευση της εταιρείας. 

Όπως αναφέρει η εισηγμένη στην ανακοίνωσή της, ολα τα ανωτέρω αξιολογούνται, από νομικής, φορολογικής και λογιστικής άποψης, και η εταιρεία ήδη πράττει τα νόμιμα προς διαφύλαξη των συμφερόντων της και προς αξίωση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας που επήλθε στη περιουσία της εκ των ως άνω ενεργειών. 

Ο αντίκτυπος στις οικονομικές καταστάσεις

Αναφορικά με τον αντίκτυπο στις οικονομικές καταστάσεις της, η εταιρεία έχει λάβει υπόψιν της τα συμπεράσματα της Deloitte στις υπό διερεύνηση περιοχές και έχει προχωρήσει ήδη σε λογιστικές εγγραφές διόρθωσης με βάση αυτά. 

Παρ’ όλα αυτά, όπως σημειώνει στην ανακοίνωσή της, δεσμευτική γνώμη για την επίπτωση των παραπάνω ευρημάτων στις Οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας, καθώς, και εκ του Νόμου, μόνος αποκλειστικά υπεύθυνος για τον έλεγχο και την έκφραση γνώμης επί των οικονομικών καταστάσεων της εταιρείας, είναι ο εκλεγμένος από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων Τακτικός Ορκωτός Ελεγκτής. Ο Τακτικός Ορκωτός Ελεγκτής της εταιρείας σε συνεργασία με τον Εσωτερικό Ελεγκτή θα σχολιάσει, επεξεργαστεί και λάβει υπόψη τα ανωτέρω ευρήματα, που διατυπώνονται στην Έκθεση της Deloitte και θα προχωρήσει στο βαθμό που χρειάζεται σε διορθωτικές εγγραφές επί των Οικονομικών Καταστάσεων της εταιρείας.

Σημειώνεται πως η Deloitte βάσει των συμβατικών υποχρεώσεών της, όπως περιγράφονται αναλυτικά, και στην από 17-7-2019 Σύμβαση Εργασίας όπως και στην από 25-7-2019 Πρόσθετη Πράξη στη Σύμβαση Συνεργασίας, δεν είναι σε θέση και δεν θα εκφέρει γνώμη ή οποιασδήποτε μορφής ελεγκτική ή άλλης μορφής εργασία και διασφάλιση για τα οικονομικά δεδομένα τα οποία εξετάζει στα πλαίσια του ελέγχου “προσυμφωνημένων διαδικασιών”, που δε συνιστά πλήρη έλεγχο ή/και επισκόπηση σύμφωνα με τα Διεθνή, Ελληνικά ή άλλα Λογιστικά και Ελεγκτικά Πρότυπα.

Ως εκ τούτου, η Deloitte για όλες τις υπό διερεύνηση περιοχές εκφράζει τα συμπεράσματά της, στα οποία κατέληξε βάσει των ελεγκτικών διαδικασιών που ακολούθησε και ανά αντικείμενο διερεύνησης, και παρουσιάζει την επίπτωση των ευρημάτων της επί των Οικονομικών Καταστάσεων της εταιρείας, με την επισήμανση εκ μέρους της ότι: “Στις περιοχές που δεν είναι ξεκάθαρο εάν οι σχετικές υπηρεσίες ή τα σχετικά παραδοτέα έχουν τελικά παραδοθεί στην Εταιρεία, δεν έχει εκτιμηθεί ο αντίκτυπος που πιθανόν έχουν αυτές οι συναλλαγές στις Οικονομικές Καταστάσεις και στην ίδια την Εταιρεία, από επιχειρησιακή, οικονομική, λογιστική, φορολογική, νομική άποψη”.

Πηγή: Capital.gr