Oι δράσεις στις ορεινές κοινότητες της Κύπρου, που στόχο έχουν τη βιώσιμη ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας και της οικονομίας με σημαντικά οφέλη στους κάτοικους που διαμένουν στα ορεινά, συνεχίζονται με εντατικούς ρυθμούς. Μέχρι σήμερα έχουν ολοκληρωθεί ή βρίσκονται σε πορεία υλοποίησης 194 δράσεις συνολικού ύψους 367 εκ. ευρώ, με κάποιες από αυτές να είναι οριζόντιες και να έχουν θεσμικό χαρακτήρα.

Συνεχώς όλο και πιο πολλοί νέοι και νεαρά ζευγάρια επιλέγουν συνειδητά να ζήσουν και να επενδύσουν στις ορεινές κοινότητες λόγω και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν στις πόλεις. Ενδεικτικό το γεγονός ότι πλέον τα δημοτικά σχολεία των ορεινών κοινοτήτων, χρόνο με τον χρόνο, γεμίζουν με νέους μαθητές.

Καθοριστικός ρόλος για την πρόοδο και την ανάπτυξη των ορεινών κοινοτήτων είναι η υλοποίηση των δράσεων της Εθνικής Στρατηγικής Ανάπτυξης Ορεινών Κοινοτήτων (ΕΣΑΟΚ), σύμφωνα με τις εξαγγελίες και την πολιτική του Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη, όπως ανέφερε στον «Φ» ο Επίτροπος Ανάπτυξης Ορεινών Κοινοτήτων, Κώστας Χαμπιαούρης. Η ΕΣΑΟΚ καλύπτει πέραν των 350 δράσεων με συνολικό προϋπολογισμό 525 εκατομμυρίων ευρώ.

>Υπηρεσίες ασφάλειας στις ορεινές κοινότητες

Ο ίδιος επεσήμανε ότι «στο πλαίσιο της αναβάθμισης των παρεχόμενων υπηρεσιών ασφάλειας στις ορεινές κοινότητες, επενδύουμε σε έργα υποδομής και ενίσχυσης των πυροσβεστικών και αστυνομικών σταθμών, σημειώνοντας πως «σε συνεργασία με το υπουργείο Δικαιοσύνης, την Αστυνομία Κύπρου και την Πυροσβεστική Υπηρεσία προχωρήσαμε σε προσθήκες-μετατροπές-αναβαθμίσεις σε αστυνομικούς και πυροσβεστικούς σταθμούς».

Έφερε ως παράδειγμα τους σταθμούς στην Κακοπετριά, τον Κάμπο, τις Πλάτρες, το Καλό Χωριό, τον Μονιάτη και την Ευρύχου, καθώς και την ανέγερση νέων σταθμών στη Λάνια, την Πάχνα, τον Πεδουλά και τις Κυβίδες. «Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο αναβάθμισης των υπηρεσιών ασφάλειας, προχωρούν οι διαδικασίες κατασκευής ελικοδρομίου στη Λινού, ούτως ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες πυρόσβεσης, έρευνας και διάσωσης», υπογράμμισε τονίζοντας παράλληλα ότι έχουν συνδεθεί δωρεάν μνημεία της UNESCO με το κεντρικό σύστημα ασφάλειας της Αστυνομίας.

>Ο Αστυνομικός Σταθμός Λάνιας

Τη δική του μοναδική ιστορία έχει ο Αστυνομικός Σταθμός Λάνιας, η οποία μάλιστα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία της Κύπρου. «Μετά από 15 χρόνια εγκατάλειψης του ιστορικού αυτού κτηρίου, στο πλαίσιο των εξαγγελιών του Προέδρου της Δημοκρατίας και της υλοποίησης της ΕΣΑΟΚ, προχωρούν οι διαδικασίες αποκατάστασης, ανακαίνισης και επέκτασής του, εγκαταλείποντας κάποιες σκέψεις που γίνονταν στο παρελθόν για κατεδάφισή του. Ήδη το κτήριο χαρακτηρίσθηκε ως διατηρητέο και εκδόθηκε από την αρμόδια αρχή η σχετική πολεοδομική άδεια», ανέφερε ο Επίτροπος Ανάπτυξης Ορεινών Κοινοτήτων.

Αυτή τη χρονική περίοδο προχωρούν τάχιστα οι διαδικασίες για έκδοση της άδειας οικοδομής ενώ και σύντομα θα προκηρυχθεί διαγωνισμός για να ξεκινήσουν τα κατασκευαστικά έργα συνολικού κόστους €450.000, τα οποία αναμένεται να ολοκληρωθούν τον Ιανουάριο 2023.

Σημαντικό ρόλο στην επιτυχή έκβαση της όλης προσπάθειας έχουν διαδραματίσει οι νυν και πρώην υπουργοί Μεταφορών και Δικαιοσύνης (κ.κ. Γιάννης Καρούσος, Στέφη Δράκου και Έμιλυ Γιολίτη). «Πρόταξαν την πολιτική βούληση για αποκατάσταση του χώρου και έθεσαν το πλαίσιο και τις κατευθυντήριες γραμμές», σημείωσε ο κ. Χαμπιαούρης, ενώ εξήρε και τον σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε και ο Πρόεδρος της Κοινότητας της Λάνιας κ. Μιχαλάκης Παπαελισσαίου, καθώς επίσης και οι κοινοτάρχες της γύρω περιοχής.

>Από καφενείο, χάνι και ΑΣ 

Το κτήριο αναγέρθηκε τη δεκαετία του 1930 και λειτουργούσε, αρχικά, ως μικρό καφενείο. Αργότερα εξελίχθηκε σε χάνι όπου στάθμευαν διερχόμενοι από τα χωριά της Μαραθάσας και της Πιτσιλιάς που είχαν προορισμό τη Λεμεσό.

Το 1947, η τότε αποικιοκρατική κυβέρνηση των Άγγλων αγόρασε το πιο πάνω τεμάχιο γης με τα υποστατικά του και εγκατέστησε τον Αστυνομικό Σταθμό, ο οποίος στεγαζόταν μέχρι τότε σε κτήριο εντός του πυρήνα της Κοινότητας Λάνιας, το λεγόμενο «Πολίσι». Έκτοτε, ο Αστυνομικός Σταθμός παρέμεινε στο ίδιο σημείο. Αργότερα έγιναν προσθήκες στο κτήριο, όπως κρατητήρια και στάβλοι για τα άλογα της αστυνομίας.

Το 1960 το κτήριο περιήλθε στη δικαιοδοσία της Κυπριακής Δημοκρατίας και συνέχισε να αξιοποιείται και να λειτουργεί ως Αστυνομικός Σταθμός μέχρι και το 2007, οπότε και εγκαταλείφθηκε, λόγω κτηριολογικών προβλημάτων που παρουσίαζε. Από τότε, μέχρι και σήμερα, το κτήριο είναι εγκαταλελειμμένο και οι αστυνομικοί στεγάζονται σε λυόμενα υποστατικά, τα οποία τοποθετήθηκαν στον περιβάλλοντα χώρο του.

Μετατράπηκε σε Εργαστήρι Καλλιτεχνών

Σε ό,τι αφορά το κτήριο «Πολίσι», στο πλαίσιο της ΕΣΑΟΚ και σε συνεργασία με το Υφυπουργείο Τουρισμού και το Κοινοτικό Συμβούλιο Λάνιας, ανακαινίσθηκε πρόσφατα και μετατράπηκε σε Εργαστήρι Καλλιτεχνών. Όπως εξήγησε ο κ. Χαμπιαούρης, θα αποτελέσει μία καινούργια πρόταση προώθησης της σύγχρονης εικαστικής δημιουργίας κι έναν χώρο συνάντησης Κυπρίων και ξένων καλλιτεχνών. Το εν λόγω κτήριο θα φιλοξενεί εκθέσεις, διαλέξεις και άλλες ειδικές εκδηλώσεις, προβάλλοντας το έργο Κυπρίων και ξένων καλλιτεχνών.

Καταληκτικά, ο Επίτροπος υπογράμμισε πως στόχος και σκοπός είναι να συνεχίσει με την ίδια προσήλωση, προγραμματισμό και αποφασιστικότητα ούτως ώστε να υλοποιηθεί η Εθνική Στρατηγική και οι πολιτικές της Κυβέρνησης, θέτοντας στο επίκεντρο τούς κατοίκους των ορεινών κοινοτήτων. «Ακολουθώντας πιστά το όραμα του ΠτΔ για βιώσιμη ανάπτυξη των ορεινών κοινοτήτων, σήμερα, δεν μπορούμε παρά να νιώθουμε δικαιωμένοι για την πολιτική που εφαρμόζουμε. Ο σχεδιασμός έγινε πράξη και οι εξαγγελίες έγιναν έργα για μία βιώσιμη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και ευημερία. Για τα ορεινά του αύριο.»

Χώρος ανάκρισης αγωνιστών της ΕΟΚΑ

Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός πως κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59, ο Σταθμός υπήρξε ένας από τους χώρους, όπου οι αγωνιστές τύγχαναν της πρώτης «ανάκρισης» και ακολούθως μεταφέρονταν στα κρατητήρια του Πολεμίου και της Κοκκινοτριμιθιάς. Στα αρχεία του ΣΑΠΕΛ Λεμεσού υπάρχουν καταγεγραμμένοι 22 αγωνιστές της ΕΟΚΑ από τη Λάνια, εκ των οποίων κάποιοι κρατήθηκαν και ανακρίθηκαν στον συγκεκριμένο Αστυνομικό Σταθμό. Το κτήριο αποτελεί ιστορικό μνημείο για τους κατοίκους της περιοχής και η αναστήλωσή του αναβιώνει και συντηρεί ένα κομμάτι της ιστορίας του τόπου μας.